Περίληψη
Από την οριοθέτηση του όρου «Επιστημονικός και Τεχνολογικός Γραμματισμός» πουεπιχειρείται στο 1ο κεφάλαιο, γίνεται φανερό ότι οι σύγχρονες προτάσεις για τη διδασκαλίατων ΦΕ συγκλίνουν σε ένα γενικότερο σκοπό για την εκπαίδευση των αυριανών πολιτών. Ο«επιστημονικά ενημερωμένος πολίτης» είναι ενεργό μέρος μιας κοινωνίας, συμμετέχει στιςαποφάσεις της σε όλα τα θέματα, παρακολουθεί και έχει κριτική άποψη για τα θέματα πουσυζητούνται και προβάλλονται στα ΜΜΕ, αλλά και για ευρύτερα τοπικά και παγκόσμιαζητήματα που έχουν σχέση με το περιβάλλον και τα ηθικά διλήμματα. Το ζητούμενο,συνεπώς, είναι όχι να γίνουν οι μαθητές φιλόσοφοι, ή μικροί επιστήμονες, αλλά νασυνεχίσουν να ενδιαφέρονται για τη διερεύνηση τέτοιων ερωτημάτων. Ταυτόχρονα, ως μέλημιας τεχνολογικά εξελιγμένης κοινωνίας, γνωρίζουν και χρησιμοποιούν τα τεχνολογικάεπιτεύγματα και παρεμβαίνουν σ’ αυτά.Γίνεται φανερό, με άλλα λόγια, ότι μέσα από τα σύγχρονα ΠΣ, κάτω από τον τίτλο«Επιστημονικός και Τεχνολογικός Γραμματισμός» ή «Δημόσια Κ ...
Από την οριοθέτηση του όρου «Επιστημονικός και Τεχνολογικός Γραμματισμός» πουεπιχειρείται στο 1ο κεφάλαιο, γίνεται φανερό ότι οι σύγχρονες προτάσεις για τη διδασκαλίατων ΦΕ συγκλίνουν σε ένα γενικότερο σκοπό για την εκπαίδευση των αυριανών πολιτών. Ο«επιστημονικά ενημερωμένος πολίτης» είναι ενεργό μέρος μιας κοινωνίας, συμμετέχει στιςαποφάσεις της σε όλα τα θέματα, παρακολουθεί και έχει κριτική άποψη για τα θέματα πουσυζητούνται και προβάλλονται στα ΜΜΕ, αλλά και για ευρύτερα τοπικά και παγκόσμιαζητήματα που έχουν σχέση με το περιβάλλον και τα ηθικά διλήμματα. Το ζητούμενο,συνεπώς, είναι όχι να γίνουν οι μαθητές φιλόσοφοι, ή μικροί επιστήμονες, αλλά νασυνεχίσουν να ενδιαφέρονται για τη διερεύνηση τέτοιων ερωτημάτων. Ταυτόχρονα, ως μέλημιας τεχνολογικά εξελιγμένης κοινωνίας, γνωρίζουν και χρησιμοποιούν τα τεχνολογικάεπιτεύγματα και παρεμβαίνουν σ’ αυτά.Γίνεται φανερό, με άλλα λόγια, ότι μέσα από τα σύγχρονα ΠΣ, κάτω από τον τίτλο«Επιστημονικός και Τεχνολογικός Γραμματισμός» ή «Δημόσια Κατανόηση της Επιστήμηςκαι της Τεχνολογίας», προωθείται μ ι α σ ύ ν θ ε τ η κ α ι λ ε ι τ ου ρ γ ι κ ή κ α τ α ν ό η σ η τ η ςε π ι σ τ ή μ η ς σ τ α π λ α ί σ ι α τ η ς γ ε ν ι κ ή ς ε κ π α ί δ ε υ σ η ς . Αυτό που σήμερα γίνεταιολοένα και πιο εμφανές είναι ότι τα θέματα και προβλήματα που σχετίζονται με την επιστήμηκαι τις επιπτώσεις τους και απασχολούν καθημερινά το δημόσιο χώρο σε όλων των ειδών τιςκοινωνίες και στα ΜΜΕ, (πχ οι κλιματικές αλλαγές και οι επιπτώσεις τους στην υγεία και τοπεριβάλλον, η βιοτεχνολογία και οι εφαρμογές της), δεν μπορούν να εστιαστούναποκλειστικά στο χώρο των Φυσικών Επιστημών (ΦΕ). Αναπόφευκτα με άμεσο ή έμμεσοτρόπο επηρεάζονται και συνδέονται με διάφορα πεδία γνώσης και πρακτικής όπως ηΠολιτική, η Οικονομία, η Ηθική και η Αισθητική. Στο πλαίσιο αυτής της κατεύθυνσης τοπεριεχόμενο μειώνεται και μετασχηματίζεται για να περιλάβει ευρύτερα θέματαεπιστημονικού και μετα-επιστημονικού ενδιαφέροντος με ρ η τ ή α ν α φ ορ ά σ τ η νε ν οπ ο ί η σ η ε π ι σ τ ή μ η ς – τ ε χ ν ο λ ογ ί α ς – κ οι ν ω ν ί α ς .Υπό αυτές τις συνθήκες, οι προσεγγίσεις για τη διδασκαλία των ΦΕ ξεφεύγουν από τησυνηθισμένη διαδικασία, που, αποσκοπώντας στην εκμάθηση επιλεγμένου περιεχομένου,ακολουθούσε πανομοιότυπα τα τυποποιημένα βήματα (υπόθεση –πείραμα –επαλήθευση/απόρριψη –συμπεράσματα) θεωρώντας ότι με τον τρόπο αυτό οι μαθητέςμυούνται στον επιστημονικό τρόπο σκέψης. Αντ’ αυτού, στα πλαίσια της άποψης ότι η γνώσηκατασκευάζεται κοινωνικά, η διδασκαλία εντάσσεται στο πλαίσιο ενός συστημικούσχεδιασμού, με την έμφαση να δίνεται στις κοινωνικές διαδικασίες παραγωγής της γνώσηςστις οποίες η επιστημονική μέθοδος αποτελεί ένα μέρος της. Μέσα από αυτή τη λογική ησυζήτηση για την εισαγωγή καινοτόμων, ολιστικών διδακτικών προσεγγίσεων για τηδιδασκαλία των ΦΕ, φαίνεται ουσιαστικά επιβεβλημένη αναγκαιότητα, ενώ παράλληλα, ησύγχρονη προοπτική για τον Ε.&Τ.Γ. αναπόφευκτα έρχεται να συναντηθεί με τις12παιδαγωγικές αντιλήψεις για διαθεματική ή διεπιστημονική π ρ οσ έ γ γ ι σ η (ΔΘΠ) τηςγνώσης, που πρώτοι εισηγήθηκαν με σοβαρά παιδαγωγικά κριτήρια οι Αμερικανοί καιΕυρωπαίοι εκπρόσωποι της Νέας Αγωγής, (CIDREE, 1999 Gregory & Miller,1998 Miller,1998 Morin, 2001 Oliver et al, 2002 Rudduck, 1983).Οι δυσκολίες και οι ενστάσεις προκύπτουν στην προσπάθεια να μεταφραστεί η σύγχρονηαυτή προοπτική, για την οποία υπάρχει σχετική ομοφωνία και αποδοχή, σε κατάλληλαΠρογράμματα Σπουδών. Ο σχεδιασμός μαθησιακών περιβαλλόντων αποδεικνύεται έναδύσκολο και σύνθετο εγχείρημα, καθώς στη συγκεκριμένη κατεύθυνση συγκλίνουν μεν οιεπιδιώξεις πολλών σύγχρονων διδακτικολόγων, ωστόσο, έχοντας διαφορετική προέλευσηεπιχειρούν να προσεγγίσουν την περιοχή μέσα από το δικό τους θεωρητικό «παράδειγμα».Τα τελευταία ιδιαίτερα χρόνια, η θεωρητική διαμάχη προσδιορίζεται κυρίως ανάμεσα σε δύοσυγγενείς, αλληλο-τροφοδοτούμενες, αλλά και με διακριτούς ρόλους για την ευρύτερη σχέσηδιδασκαλίας –μάθησης περιοχές: αυτές της «Παιδαγωγικής» και της «Διδακτικής». Ηαποδυνάμωση της ιεράρχησης των γνωστικών αντικειμένων, που φαίνεται να προωθείταιμέσα από τη σύγχρονη προοπτική του Ε.&Τ.Γ., επιδέχεται πολλαπλές αναγνώσεις καιερμηνείες ως προς τη συγκρότηση της επιστημονικής γνώσης κατ’ αρχάς, αλλά και στηρύθμιση των εκπαιδευτικών σχέσεων και των μαθησιακών διαδικασιών. Το αποτέλεσμα είναινα δημιουργούνται παρερμηνείες και προβλήματα στη σύνθεση και κριτική ανάγνωση τηςδιδακτικής διαδικασίας, που εξετάζει την εκμάθηση συγκεκριμένου περιεχομένου.Η κατασκευή της διδακτικής σειράς με κοινωνικο-επιστημονικό προσανατολισμό πουεπιχειρείται στο 2ο κεφάλαιο προκύπτει ως αποτέλεσμα της θεωρητικής κατ’ αρχάςαναζήτησης ενός κοινού τόπου ανάμεσα στις δυο αυτές περιοχές και για τη συγκεκριμένηεκπαιδευτική βαθμίδα. Η θεωρητική διερεύνηση πραγματοποιείται έχοντας ως σημείοαναφοράς α) ένα πλέγμα επιστημολογικών παραδοχών για την οικοδόμηση της επιστημονικήςγνώσης, β) τα πορίσματα της (δεύτερης) γενιάς γνωσιακής επιστήμης για τις διδακτικέςπρακτικές που γεφυρώνουν το χάσμα μεταξύ βιωματικής και επιστημονικής γνώσης και γ) τιςβιβλιογραφικές αναφορές σε θέματα που αφορούν τις διαστάσεις από τη φύση της επιστήμης,(θέματα «υπεράνω περιεχομένου»), τα οποία παρέχουν σημεία εστίασης για την ανάπτυξηεκπαιδευτικού υλικού σε αμφισβητούμενα ΚΕΖ. Το σύνολο των βασικών αρχών, το οποίοαποδίδει η θεωρητική προσέγγιση χρησιμεύει ως πλαίσιο για την επιλογή της φύσης και τηςοργάνωσης του προς διδασκαλία κοινωνικο-επιστημονικού ζητήματος.Η ποιοτική, τέλος, ανάλυση των δεδομένων της διδακτικής παρέμβασης στο 3ο & 4οκεφάλαιο, (πιλοτικό επίπεδο & κύρια εφαρμογή σε μαθητές της ΣΤ΄ δημοτικού), πουεστιάζει στα συλλογιστικά μοντέλα των μαθητών κατά τη διαδικασία λήψης απόφασης, δίνεισαφή και χρήσιμα συμπεράσματα τόσο για τον επαναπροσδιορισμό του εκπαιδευτικούπεριεχομένου όσο και για τις παιδαγωγικές πρακτικές προς την κατεύθυνση καλλιέργειαςδεξιοτήτων επιχειρηματολογίας και λήψης απόφασης.
περισσότερα