Περίληψη
Η παρούσα διατριβή στοχεύει στην έρευνα μιας σειράς ιδιοτήτων που παραδοσιακά συνδέονται με το θετικό πρόσημο στην παράμετρο του κενού υποκειμένου. Η απόκτηση των ιδιοτήτων αυτών στην δεύτερη γλώσσα αποτελεί το ευρύτερο πεδίο της έρευνας. Ειδικότερα η έρευνα αποσκοπεί στο να απαντήσει στο ερώτημα του κατά πόσο οι παραπάνω ιδιότητες, κενό υποκείμενο και μεταρηματικό υποκείμενο, είναι κατακτήσιμες τόσο σε επίπεδο συντακτικής δομής όσο και σε επίπεδο ερμηνευσιμότητας. Έτσι, το πειραματικό στάδιο εστιάζει στο τελευταίο επίπεδο γλωσσικής κατάκτησης στην γλώσσα στόχο (Γ2) και ελέγχει κατά πόσο το επίπεδο κατάκτησης των συγκεκριμένων δομών συγκλίνει ή αποκλίνει από τη γλωσσική συμπεριφορά των φυσικών ομιλητών της Ελληνικής. Σε θεωρητικό επίπεδο, η παρούσα διατριβή κινείται στα πλαίσια της Γενετικής Γραμματικής και ειδικότερα στο τελευταίο της στάδιο, δηλαδή στο Μινιμαλισμό (Chomsky, 1995). Στο πλαίσιο αυτό ιδιαίτερη σημασία για την παρούσα έρευνα παρουσιάζουν τα (μη) ερμηνεύσιμα χαρακτηριστικ ...
Η παρούσα διατριβή στοχεύει στην έρευνα μιας σειράς ιδιοτήτων που παραδοσιακά συνδέονται με το θετικό πρόσημο στην παράμετρο του κενού υποκειμένου. Η απόκτηση των ιδιοτήτων αυτών στην δεύτερη γλώσσα αποτελεί το ευρύτερο πεδίο της έρευνας. Ειδικότερα η έρευνα αποσκοπεί στο να απαντήσει στο ερώτημα του κατά πόσο οι παραπάνω ιδιότητες, κενό υποκείμενο και μεταρηματικό υποκείμενο, είναι κατακτήσιμες τόσο σε επίπεδο συντακτικής δομής όσο και σε επίπεδο ερμηνευσιμότητας. Έτσι, το πειραματικό στάδιο εστιάζει στο τελευταίο επίπεδο γλωσσικής κατάκτησης στην γλώσσα στόχο (Γ2) και ελέγχει κατά πόσο το επίπεδο κατάκτησης των συγκεκριμένων δομών συγκλίνει ή αποκλίνει από τη γλωσσική συμπεριφορά των φυσικών ομιλητών της Ελληνικής. Σε θεωρητικό επίπεδο, η παρούσα διατριβή κινείται στα πλαίσια της Γενετικής Γραμματικής και ειδικότερα στο τελευταίο της στάδιο, δηλαδή στο Μινιμαλισμό (Chomsky, 1995). Στο πλαίσιο αυτό ιδιαίτερη σημασία για την παρούσα έρευνα παρουσιάζουν τα (μη) ερμηνεύσιμα χαρακτηριστικά στη διάκριση των οποίων επιχειρείται (i) η πρόβλεψη της γλωσσικής συμπεριφοράς στη Γ2, (ii) η πρόβλεψη των πειραματικών ευρημάτων, και (iii) η αξιολόγηση των θεωρητικών προσεγγίσεων που έχουν προταθεί στο πλαίσιο του μινιμαλισμού για το συγκεκριμένο πεδίο. Σε σχέση με το τελευταίο, η παρούσα διατριβή επιχειρεί να αξιολογήσει την ερμηνευτική επάρκεια δύο προσεγγίσεων που δείχνουν να κινούνται σε διαφορετικές κατευθύνσεις ως προς την ερμηνεία της γλωσσικής απόκλισης που παρατηρείται σε προχωρημένα στάδια της διαγλώσσας. Σύμφωνα με την πρώτη προσέγγιση, την Υπόθεση των Διεπιπέδων (Sorace & Filiaci, 2006) η απόκλιση αποδίδεται στη δυσκολία που παρουσιάζει η κατάκτηση δομών που εμπλέκουν τα ερμηνεύσιμα χαρακτηριστικά καθώς τα συγκεκριμένα εντοπίζονται στο επίπεδο του διεπιπέδου σύνταξη-πραγματολογία. Το διεπίπεδο σύνταξη-πραγματολογία παρουσιάζει αυξημένες απαιτήσεις σε επεξεργασία δεδομένων καθώς ο όγκος πληροφορίας είναι εξίσου αυξημένος στο διεπίπεδο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την εξάντληση των διαθέσιμων, και επιπλέον, περιορισμένων μηχανισμών επεξεργασίας στην περίπτωση των μη φυσικών ομιλητών. Αυτός ο περιορισμός εξηγεί, σύμφωνα με τις παραπάνω ερευνήτριες την απόκλιση στη γλωσσική συμεριφορά των μη φυσικών ομιλητών για τις συγκεκριμένες δομές. Από την άλλη πλευρά, η Υπόθεση της Ερμηνευσιμότητας (Tsimpli & Dimitrakopoulou, 2007; Tsimpli & Mastropavlou, 2007) αποδίδει την παραπάνω απόκλιση στο πεδίο της γραμματικής παρά των διεπιπέδων και κάνει λόγο για την μη προσβασιμότητα ενός τομέα της γραμματικής που είναι υπεύθυνος για τις λειτουργικές κατηγορίες που συνοδεύουν τα λεξικά στοιχεία. Η αδυναμία πρόσβασης στο συγκεκριμένο τομέα από την πλευρά του μη φυσικού ομιλητή καθιστά αδύνατη την πλήρη κατάκτηση των μη ερμηνεύσιμων χαρακτηριστικών που συνδέονται με τις παραπάνω κατηγορίες με αποτέλεσμα τη γλωσσική αστάθεια στη συμπεριφορά των μη φυσικών ομιλητών, ακόμη και σε πολύ προχωρημένο επίπεδο γλωσσικής επάρκειας. Παρόλ’ αυτά, στην ίδια θεωρητική προσέγγιση ο μη φυσικός ομιλητής αναμένεται να κάνει χρήση των ερμηνεύσιμων χαρακτηριστικών που είναι ανιχνεύσιμα και ταυτοποιήσιμα προκειμένου να αντισταθμίσει την αδυναμία πρόσβασης στον λειτουργικό τομέα. Τα δεδομένα που συνέλεξε η παρούσα έρευνα παρέχουν στήριξη στην Υπόθεση της Ερμηνευσιμότητας καθώς τα υποκείμενα με Γ2 την Ελληνική δείχνουν να αξιοποιούν τα ερμηνεύσιμα χαρακτηριστικά προκειμένου να αναπτύξουν γλωσσική συμπεριφορά που πλησιάζει αυτή των φυσικών ομιλητών.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The present thesis aims at providing an investigation of the cluster of properties that have traditionally been claimed to follow the positive setting of the Null Subject Parameter in Second Language Acquisition (SLA). The primary goal of the study is to test the end-state grammar in SLA of Greek as target language (L2) and subsequently to answer the question of whether the L2 performance, with respect to the above cluster, would converge or diverge from the one exhibited by the native speakers. The particular set of properties, namely pronominal and lexical subjects’ interpretation and distribution, was purposely selected as domains that constitute fruitful ground for a number of phenomena to appear. More precisely, the interest of the dissertation focused on the formal features, namely (un)interpretable features, which within the MP are assumed to actively participate in the licensing of, as well as the distribution of, the pronominal and lexical subjects. This study elucidates the p ...
The present thesis aims at providing an investigation of the cluster of properties that have traditionally been claimed to follow the positive setting of the Null Subject Parameter in Second Language Acquisition (SLA). The primary goal of the study is to test the end-state grammar in SLA of Greek as target language (L2) and subsequently to answer the question of whether the L2 performance, with respect to the above cluster, would converge or diverge from the one exhibited by the native speakers. The particular set of properties, namely pronominal and lexical subjects’ interpretation and distribution, was purposely selected as domains that constitute fruitful ground for a number of phenomena to appear. More precisely, the interest of the dissertation focused on the formal features, namely (un)interpretable features, which within the MP are assumed to actively participate in the licensing of, as well as the distribution of, the pronominal and lexical subjects. This study elucidates the particular distinction between the LF-interpretable and uninterpretable features as to (i) predict the linguistic performance, (ii) interpret the experimental data, and (iii) assess the theoretical accounts that have been proposed within the MP. Concerning the latter, two competing proposals have been discussed and assessed on the basis of the data provided by the study: (a.) the first one predicts a steady-state grammar in which the learner has acquired the formal properties of the narrow syntax but fails to represent them either at the overt morphology or at the syntax-discourse interface (i.e. Interface Hypothesis, (Sorace & Filiaci, 2006)). The main reason for this inefficiency is considered to be the limited processing resources that are available to the L2er at the time of multiple incoming information. (b.) The second one, namely Interpretability Hypothesis (Tsimpli & Dimitrakopoulou, 2007; Tsimpli & Mastropavlou, 2007) predicts a steady-state grammar in which the learner has no access to the functional domain of the L2, and thus cannot make the necessary modifications on the basis of L2 input. As a consequence he misanalyses the input by exploiting the information provided by the interpretable features. The latter undertakes a compensatory role that is supposed to ‘alleviate’ the deficits at the surface level. The evidence provided by this dissertation cannot confirm claims of accessibility and respective acquisition of L2 formal features. Rather, the attested structures, as instantiated in the grammars of the L2ers in this study, are finely accommodated within the Interpretability Hypothesis, since their categorical nature was improved by the compensatory contribution of the LF interpretable features.
περισσότερα