Περίληψη
Εισαγωγή : Βασικός στόχος στην παρακολούθηση των ασθενών με επιληψία είναι η ρύθμιση των κρίσεων με έλεγχο των κύριων ανεπιθύμητων ενεργειών των ΑΕΦ. Αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής είναι πολλές φορές οι λιγότερο εμφανείς συνέπειες της επιληψίας ή των ΑΕΦ, να μην γίνονται αντιληπτές. Η γνωστικές λειτουργίες όπως και η ορμονική κατάσταση αυτών των ασθενών είναι δύο παράμετροι που μπορούν να επηρεαστούν από την επιληψία και τα ΑΕΦ και ταυτόχρονα μπορούν να επηρεάσουν την ποιότητα ζωής τους. Σκοπός : Κύριος στόχος ήταν η εκτίμηση αυτών των ασθενών με νευροψυχολογικές δοκιμασίες και με τα επίπεδα των ορμονών φύλου, προκειμένου να διερευνηθεί εάν προκύπτουν επιπλέον στοιχεία σε σχέση με την επιληψία και τα ΑΕΦ που ενισχύουν την ταξινόμηση των ασθενών, επηρεάζουν την ποιότητα ζωής των ασθενών και που πιθανώς βοηθούν στην καλύτερη παρακολούθηση των χρόνιων επιληπτικών ασθενών. Ασθενείς – μέθοδος : Στην εκτίμηση των ορμονών φύλου 78 χρόνιοι ασθενείς με επιληψία (38 άνδρες και 40 γυναίκες) συμπε ...
Εισαγωγή : Βασικός στόχος στην παρακολούθηση των ασθενών με επιληψία είναι η ρύθμιση των κρίσεων με έλεγχο των κύριων ανεπιθύμητων ενεργειών των ΑΕΦ. Αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής είναι πολλές φορές οι λιγότερο εμφανείς συνέπειες της επιληψίας ή των ΑΕΦ, να μην γίνονται αντιληπτές. Η γνωστικές λειτουργίες όπως και η ορμονική κατάσταση αυτών των ασθενών είναι δύο παράμετροι που μπορούν να επηρεαστούν από την επιληψία και τα ΑΕΦ και ταυτόχρονα μπορούν να επηρεάσουν την ποιότητα ζωής τους. Σκοπός : Κύριος στόχος ήταν η εκτίμηση αυτών των ασθενών με νευροψυχολογικές δοκιμασίες και με τα επίπεδα των ορμονών φύλου, προκειμένου να διερευνηθεί εάν προκύπτουν επιπλέον στοιχεία σε σχέση με την επιληψία και τα ΑΕΦ που ενισχύουν την ταξινόμηση των ασθενών, επηρεάζουν την ποιότητα ζωής των ασθενών και που πιθανώς βοηθούν στην καλύτερη παρακολούθηση των χρόνιων επιληπτικών ασθενών. Ασθενείς – μέθοδος : Στην εκτίμηση των ορμονών φύλου 78 χρόνιοι ασθενείς με επιληψία (38 άνδρες και 40 γυναίκες) συμπεριλήφθησαν. Σύμφωνα με τα κριτήρια της ILAE διαχωρίστηκαν σε επιληπτικά σύνδρομα. Οι κλινικές παράμετροι της νόσου οι οποίες ελήφθησαν υπόψη ήταν οι εξής : η διάρκεια νόσου, η συχνότητα κρίσεων, η αντιεπιληπτική θεραπεία. Οι LH, FSH, PRL, T, Pg, E2 μετρήθηκαν με τη μέθοδο IRMA.Τα αποτελέσματα των ορμονών συγκρίθηκαν με τα επίπεδα ορμονών υγιών ίδιου φύλου και ηλικίας (n=42, 11 άνδρες και 31 γυναίκες). Στην εκτίμηση της νευροψυχολογικής κατάστασης 40 ασθενείς συμπεριλήφθησαν (20 άνδρες και 20 γυναίκες). Οι ασθενείς ταξινομήθηκαν σύμφωνα με το επιληπτικό τους σύμδρομο. Οι παράμετροι που ελήφθησαν υπόψη ήταν : η διάρκεια νόσου, η συχνότητα κρίσεων, η αντιεπιληπτική αγωγή, τα χρόνια εκπαίδευσης. Τα επίπεδα των ΑΕΦ ήταν σε θεραπευτικά όρια, οι ασθενείς με IQ ˂ 70 και οι ασθενείς με κατάθλιψη αποκλείστηκαν από τη μελέτη. Η εκτίμηση έγινε στην αρχή της μελέτης και στον πρώτο χρόνο παρακολούθησης με τις εξής δοκιμασίες : Rey-Osterrieth Figure Test, μνημονικό πεδίο ψηφίων (Digit Span, WAIS III), δοκιμασία μάθησης λέξεων (Word List Learning Test), δοκιμασία λεκτικής ροής (Verbal Fluency Test), δοκιμασία οπτικο-νοητικής ιχνηλάτησης (Trail Making Test), Stroop test. Ομάδα ελέγχου αποτέλεσαν 20 υγιείς ίδιας ηλικίας, φύλου, εκπαιδευτικού επιπέδου με τους ασθενείς.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Introduction: The basic aim during the monitoring of the epileptic patients is controling their seizures and minimizing the adverse efffects of the anti-epileptic drugs (AED). As a result of this practice is that less obvious consequences of epilepsy or AED are not being perceptible. The cognitive functions and the hormonal status of the patients are two parameters that can be affected by the nature of epilepsy and by the AED and they can affect the quality of life of the patients. Aim: The basic aim of the study was the evaluation of patients using neuropsychological tests and screening their levels of sex-hormones in order to investigate whether these can be additional factors that can aid at the classification of the patients, that can affect the quality of life and that possibly can help in better screening of chronic epileptic patients. Patients-Methods: For the evaluation of sex-hormones 78 chronic epileptic patients (38 men and 40 women) were included in the study. The patients ...
Introduction: The basic aim during the monitoring of the epileptic patients is controling their seizures and minimizing the adverse efffects of the anti-epileptic drugs (AED). As a result of this practice is that less obvious consequences of epilepsy or AED are not being perceptible. The cognitive functions and the hormonal status of the patients are two parameters that can be affected by the nature of epilepsy and by the AED and they can affect the quality of life of the patients. Aim: The basic aim of the study was the evaluation of patients using neuropsychological tests and screening their levels of sex-hormones in order to investigate whether these can be additional factors that can aid at the classification of the patients, that can affect the quality of life and that possibly can help in better screening of chronic epileptic patients. Patients-Methods: For the evaluation of sex-hormones 78 chronic epileptic patients (38 men and 40 women) were included in the study. The patients were divided to subgroups according to their epileptic syndromes based on ILAE criteria. The clinical parameters that were taken into consideration were the duration of the disease, the seizure frequency and the anti-epileptic treatment. The hormones LH, FSH, PRL, T, Pg, E2 were evaluated using the IRMA method. The hormone levels were compared with age and sex-matched controls (n=42, 11 men and 32 women). For the neuropsychological assessment 40 patients were included in the study (20 men and 20 women). The patients were categorized based on their epileptic syndrome. The parameters that were taken into consideration were the duration of the disease, the seizure frequency, the anti-epileptic treatment and the years of education. The levels of AED were within therapeutic limits The patients had IQ<70 and all patients with depression were excluded from the study. The evaluation was performed at the beginning of the study and at 1-year follow-up using the following tests: Rey-Osterrieth Figure Test, Digit Span, WAIS III, Word List Learning Test, Verbal Fluency Test, Trail Making Test, Stroop test. 20 healthy sex, age and education-matched individuals were used as controls. For the statistical analysis SPSS (v.15 and v.17) were used. Values p<0.05 were statistical significant.
περισσότερα