Περίληψη
Τὸ δραματικὸ στοιχεῖο ὅπως καὶ τὸ παρεμφερὲς πρὸς αὐτὸ τραγικὸ δὲν περιορίζεται στὴν αἰσθητική του διάσταση, ἀλλὰ ἐκτὸς ἀπὸ αἰσθητικὴ κατηγορία εἶναι καὶ ὀντολογική. Ἡ διπλὴ κίνηση, ἡ ἔνταση, ἡ συμπλοκὴ, ἡ μεταμφίεση, ἡ θεατρικότητα καὶ οἱ βίαιες συγκρούσεις ἀποτελοῦν τὶς κύριες συνιστῶσες τοῦ δραματικοῦ στοιχείου, οἱ ὁποῖες ἄλλοτε περισσότερο καὶ ἄλλοτε λιγότερο εἶναι ἐμφανεῖς στὸ φιλοσοφικὸ λόγο τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων. Στὴ δομὴ τοῦ μεταφυσικοῦ σύμπαντος τοῦ Πλωτίνου καθὼς καὶ τῶν διαδόχων του, νεοπλατωνικῶν φιλοσόφων, ὁ κόσμος παρουσιάζει μία ἔντονη κινητικότητα, ἡ ὁποία ἐκτυλίσσεται ἐπὶ τῶν συνισταμένων ἑνὸς δυαδικοῦ σχήματος ἐξόδου-ἐπανόδου. Αὐτὴ ἡ ἔντονη κινητικότητα ποὺ ὀφείλεται ἀφενὸς στὴν αὐθόρμητη ἐκροὴ τῶν ὑποστάσεων ἀπὸ τὸ Ἕν, καὶ ἀφετέρου στὴ σφοδρὴ ἐπιθυμία καὶ στὸν ἀγώνα ὅλων αὐτῶν ποὺ διαδοχικὰ ἀπορρέουν ἀπὸ τὸ Ἕν, νὰ ἐπιστρέψουν στὴν πρωταρχικὴ πηγή τους, εἶναι ἀδιάψευστος μάρτυρας τῆς δραματικότητας ποὺ λαμβάνει χώρα μέσα στὸ πλαίσιο τοῦ ἀναφερόμενου νεοπλατωνικοῦ μετ ...
Τὸ δραματικὸ στοιχεῖο ὅπως καὶ τὸ παρεμφερὲς πρὸς αὐτὸ τραγικὸ δὲν περιορίζεται στὴν αἰσθητική του διάσταση, ἀλλὰ ἐκτὸς ἀπὸ αἰσθητικὴ κατηγορία εἶναι καὶ ὀντολογική. Ἡ διπλὴ κίνηση, ἡ ἔνταση, ἡ συμπλοκὴ, ἡ μεταμφίεση, ἡ θεατρικότητα καὶ οἱ βίαιες συγκρούσεις ἀποτελοῦν τὶς κύριες συνιστῶσες τοῦ δραματικοῦ στοιχείου, οἱ ὁποῖες ἄλλοτε περισσότερο καὶ ἄλλοτε λιγότερο εἶναι ἐμφανεῖς στὸ φιλοσοφικὸ λόγο τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων. Στὴ δομὴ τοῦ μεταφυσικοῦ σύμπαντος τοῦ Πλωτίνου καθὼς καὶ τῶν διαδόχων του, νεοπλατωνικῶν φιλοσόφων, ὁ κόσμος παρουσιάζει μία ἔντονη κινητικότητα, ἡ ὁποία ἐκτυλίσσεται ἐπὶ τῶν συνισταμένων ἑνὸς δυαδικοῦ σχήματος ἐξόδου-ἐπανόδου. Αὐτὴ ἡ ἔντονη κινητικότητα ποὺ ὀφείλεται ἀφενὸς στὴν αὐθόρμητη ἐκροὴ τῶν ὑποστάσεων ἀπὸ τὸ Ἕν, καὶ ἀφετέρου στὴ σφοδρὴ ἐπιθυμία καὶ στὸν ἀγώνα ὅλων αὐτῶν ποὺ διαδοχικὰ ἀπορρέουν ἀπὸ τὸ Ἕν, νὰ ἐπιστρέψουν στὴν πρωταρχικὴ πηγή τους, εἶναι ἀδιάψευστος μάρτυρας τῆς δραματικότητας ποὺ λαμβάνει χώρα μέσα στὸ πλαίσιο τοῦ ἀναφερόμενου νεοπλατωνικοῦ μεταφυσικοῦ σύμπαντος. Τόσο ἡ διαδικασία τῆς ἀπορροῆς , (πρόοδος) ὅσο καὶ τῆς ἐπιστροφῆς εἶναι ἐξόχως δραματικὲς καὶ τοῦτο διότι, τόσο ἡ πρόοδος ἔχει ἔντονα τὰ στοιχεῖα τῆς πτώσης, ὅσο καὶ ἡ ἐπιστροφὴ σφραγίζεται ἀπὸ τὴν περιπέτεια, τὴν ἀγωνία καὶ τὴν ἀβεβαιότητα τῆς τελεσφόρησής της. Στὴν πρώτη ὑπόσταση τοῦ πλωτινικοῦ μεταφυσικοῦ συστήματος, στὸ Ἕν, δραματικότης δὲν ὑπάρχει, διότι δὲν ὑπάρχει διάσταση ταυτότηταςἑτερότητας, διχασμὸς ἀνάμεσα στὸ ὑποκείμενο καὶ τὸ ἀντικείμενο. Τὴ δραματικότητα ὅμως, μπορεῖ νὰ τὴ διακρίνει κάποιος στὴν πλευρὰ τοῦ θεωροῦντος ὑποκειμένου, στὴν πλευρὰ τῆς ἀνθρώπινης συνείδησης. Ὁ ἀνθρώπινος νοῦς πράγματι, συγκλονίζεται ὅταν συνειδητοποιεῖ ὅτι ἀπὸ μία ὑπερουσία, μιὰ ὑπεραρχὴ γεννᾶται ἡ πρώτη ἑτερότης καὶ ἀπὸ ἕνα ὑπερὸν τὸ ὄν. Ὁ Νοῦς, ἡ δεύτερη ὑπόσταση στὸ μεταφυσικὸ πλωτινικὸ σύμπαν, ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ ἀπορρεύσει ἀπὸ τὸ Ἓν γίνεται κάτι ἄλλο ἀπ΄ ὅτι ἀρχικὰ ἦταν. Τὸ γεγονὸς ὅτι συντελοῦνται τόσο ἡ ἀπορροὴ ὅσο καὶ ἡ ἄνοδος «ταυτόχρονα», δὲν τοῦ ἐξασφαλίζει τὴν ἀπόλυτη ἐπανένωση μὲ τὴν πηγή του. Αὐτὸ συμβαίνει γιατὶ εἶναι ἀδύνατο ὁ Νοῦς νὰ συγκρατήσει τὴ δύναμη ποὺ δέχεται ἀπὸ τὸ γεννήτορά του, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τὴ θραύει καὶ νὰ τὴ μετατρέπει σὲ πολλότητα. Ὁ Νοῦς ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς ἀδυναμίας του δὲ γίνεται ποτέ, αὐτὸ ποὺ ἦταν πρὶν ἀπορρεύσει ἀπὸ τὸ Ἕν. Ἡ ταύτιση τοῦ Νοῦ μὲ τὸ Ἓν παραμένει γιὰ πάντα ἀδύνατη. Παρουσιάζεται λοιπόν, μιὰ κατάσταση στὶς σχέσεις τῶν δύο πρώτων ὑποστάσεων, ποὺ χαρακτηρίζεται ἀπὸ συγκρούσεις καὶ ἔνταση. Αὐτὴ ἡ ἔνταση δὲν εἶναι μειωμένη, ὅπως θὰ περίμενε κανεὶς ἐξαιτίας τῆς ἀπειροελάχιστης ἀπόστασης ποὺ χωρίζει τὶς δυὸ πρῶτες ὑποστάσεις, ἀλλὰ μία ἰσχυρὴ ἔνταση, ἐξαιτίας ἀκριβῶς αὐτοῦ τοῦ ἐλάχιστου ποὺ τὶς χωρίζει, μιὰ ἔνταση ποὺ θὰ ἀνέμενε νὰ συναντήσει κανεὶς στὶς κατώτερες καὶ πιὸ δραματικὲς ὑποστάσεις τοῦ πλωτινικοῦ ὀντολογικοῦ συστήματος. Ἀπὸ τὸ Νοῦ ἀπορρέει ἡ ὑπόσταση Ψυχή, ἡ τρίτη κατὰ σειρὰ καὶ κατ΄ ἀξίαν ὑπόσταση στὸ ὀντολογικὸ σύστημα τοῦ Πλωτίνου. Τὴν ὑπόσταση Ψυχὴ ἀκολουθοῦν ἡ ψυχὴ τοῦ κόσμου καὶ οἱ ἀτομικὲς ψυχές. Κατὰ τὸν Πλωτίνο ἡ ψυχὴ εἶναι μία, ἡ ὁποία παρουσιάζεται μὲ ποικιλία δυνάμεων, ὅπου κάθε μιὰ ἀπὸ αὐτὲς τὶς δυνάμεις ἐκδηλώνει καὶ διαφορετικὴ συμπεριφορά. Ἡ ψυχὴ ὡς ἀμφίβιος βρίσκεται μεταξὺ τοῦ νοητοῦ καὶ τοῦ αἰσθητοῦ κόσμου, γεγονὸς ποὺ τὴν ἐξαναγκάζει νὰ διχάζεται, ἀφοῦ ἕνα μέρος της μένει πάντοτε στραμμένο στὴν ἐνατένιση τοῦ Νοῦ καὶ ἕνα ἄλλο τολμᾶ τὴν κάθοδο στὰ σώματα. Ἄλλωστε τὸ ἴδιο πάθος ποὺ κινεῖ τὴν ψυχὴ πρὸς τὰ κάτω τὴν κινεῖ καὶ πρὸς τὰ ἄνω, πρὸς τὸ Ἀγαθό, τὴν ἀρχικὴ πηγή της. Αὐτὰ ὅμως ποὺ χάνει ἡ ψυχὴ ἐξαιτίας τῆς καθόδου της στὰ σώματα καὶ τῆς συνοίκησής της μὲ αὐτά, δὲν τὰ ἀνακτᾶ ποτὲ πλήρως.Ὁ ρύπος ποὺ προκύπτει ἀπὸ τὶς ἀλλεπάλληλες ἀπορροὲς δὲν ἐξουδετερώνεται πάντοτε ἀπὸ τὴν ἀνοδικὴ καθαρτήρια πορεία της πρὸς τὸ Ἕν. Ὅλα τοῦτα καθιστοῦν τὴν ψυχὴ τὴ δραματικότερη τῶν ὑποστάσεων στὸ πλωτινικὸ ὀντολογικὸ σύστημα. Ἡ κορύφωση τοῦ δράματος τῆς ψυχῆς συντελεῖται στὸ ἐπίπεδο τῆς σχέσης τῶν ἀτομικῶν ψυχῶν μὲ τὰ σώματα ποὺ τὶς φιλοξενοῦν. Οἱ ἀτομικὲς ψυχὲς στὸ σημεῖο ἐκεῖνο ταλαντεύονται μεταξὺ σωτηρίας καὶ ἀπώλειας. Σωστικὸ γιὰ αὐτὲς εἶναι νὰ λειτουργήσει ἔστω καὶ στὸ ἐλάχιστο ἡ αὐθεντική τους ταυτότητα, ἔτσι ὥστε νὰ ἐνεργοποιήσουν τὴ διαδικασία ἀναγωγῆς τους στὰ ἀνώτερα ὀντολογικὰ στρώματα. Ἀντίθετα οἱ ψυχὲς εἶναι δυνατὸν νὰ ἀπορροφηθοῦν ἀπὸ τὸ ἄμορφο καὶ τὸ ἀόριστο τῆς ὕλης. Ἡ διλημματικὴ αὐτὴ κατάσταση τῶν ἀτομικῶν ψυχῶν εἶναι, θὰ λέγαμε, ἡ πιὸ δραματικὴ σὲ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ὀδύσσειας καὶ τῆς περιπέτειάς τους στὴν αἰσθητὴ πραγματικότητα, ἐπειδὴ σὲ αὐτὴ τὴ φάση ὅλα κερδίζονται καὶ ὅλα χάνονται. Σὲ τοῦτο τὸ σημεῖο τῆς ἔντονης δραματικότητας ποὺ βιώνουν οἱ ἀτομικὲς ψυχὲς ἀποφεύγεται τὸ ἐνδεχόμενο τῆς τραγικῆς κατάληξής τους, ὄχι ὅμως γιὰ ὅλες, ἀφοῦ οὔτε ὅλες οἱ ψυχὲς ἀφυπνίζονται, οὔτε ὅλες κατορθώνουν νὰ πετύχουν τὸν τελικὸ στόχο τους δηλαδή, νὰ ἐπιστρέψουν ἐκεῖ ἀπ' ὅπου προῆλθαν καὶ νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὸ Ἕν. Στὴν περίπτωση ποὺ οἱ ἀτομικὲς ψυχὲς κατὰ τὴν ἐμπλοκή τους στὸν αἰσθητὸ κόσμο δὲν ἀφυπνιστοῦν, τότε βλάπτονται ἀνεπανόρθωτα. Τελικὰ οἱ ψυχές, ὄχι βέβαια ὅλες, ἀφυπνίζονται καὶ ἐπιχειροῦν τὴν ἀνοδικὴ πορεία μέχρι τῆς τελικῆς ἕνωσής τους μὲ τὸ Ἕν. Ἡ πολύπαθη ὀδύσσειά τους ὅμως συνεχίζεται καὶ κατὰ τὴν ἀνοδική τους πορεία. Σύμμαχος τῶν ἀτομικῶν ψυχῶν στὴν πορεία τους πρὸς τὰ ἄνω ἀποτελεῖ ὁ ἀληθινὸς ἔρως ποὺ ἐκδηλώνουν γιὰ τὴν πρωταρχικὴ πηγή τους. Ὁ ἔρως τῶν ψυχῶν γιὰ τὰ ἄνω, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ τὴν ἀντίρροπη δύναμη τοῦ πάθους τῆς καθόδου τους, εἶναι πολὺ πιὸ ἰσχυρὸς ἀπὸ αὐτὸν τῆς καθόδου, διότι ἀντλεῖ τὴ δύναμή του ἀπὸ τὰ ἀληθῶς ὡραῖα καὶ διότι ἐκδηλώνεται μέσα στὸ πλαίσιο τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς βούλησης τῆς καθεμίας ψυχῆς, καὶ γι΄ αὐτὸ ἐνεργοποιεῖ τὴ δραματικὴ ἀναστροφή τους καὶ τὴν πορεία τους πρὸς τὸ Ἀγαθό. Τὸ δρᾶμα τῆς ψυχῆς συνεχίζεται καὶ κατὰ τὴν ἐπιστρεπτικὴ της πορεία. Ἡ παλιννόστηση τῆς ψυχῆς ἐπιτυγχάνεται σὲ τρία στάδια: στὸ πρῶτο μὲ τὴν ἄσκησή της διὰ τῆς φιλοσοφίας, στὸ δεύτερο μὲ τὴν κάθαρσή της, καὶ στὸ τρίτο μὲ τὴ μυστικὴ ἕνωσή της μὲ τὸ ἀντικείμενο τοῦ πόθου της. Ἡ ψυχὴ διὰ τῆς φιλοσοφίας καὶ τῆς διαλεκτικῆς ζωντανεύει τὴν ἀνάμνηση τοῦ γενέθλιου τόπου της καὶ ἐνδυναμώνει τὸν ἔρωτά της γι΄αὐτόν. Μὲ δεδομένο ἐπίσης ὅτι ἡ ψυχὴ δὲν μπορεῖ νὰ προσεγγίσει τὸ Ἓν παρὰ μόνο ὅταν ἡ ἴδια παρουσιάζει μέσα της ἕναν ὅσο τὸ δυνατὸν μεγαλύτερο βαθμὸ ὁμοιότητας μὲ τὸ ἀντικείμενο τοῦ πόθου της, ἐγείρεται ἐπιτακτικὰ τὸ αἴτημα τῆς κάθαρσης. Ἡ καθαρότης ὅμως ποὺ ἐπιτυγχάνει ἡ ψυχὴ διὰ τῆς ἐπιχειρούμενης ἀπὸ τὴν ἴδια κάθαρσης, εἶναι κατά τι διαφορετική του Ἑνός. Ἑπομένως αὐτὸ ποὺ οὐσιαστικὰ ἐπιτυγχάνει ἔχοντας καταστεῖ στὸ βαθμὸ ποὺ τῆς ἐπιτρέπεται καθαρή, εἶναι ἡ μέγιστη διαθεσιμότητα της πρὸς τὸ Ἕν, διότι δὲν ἀποκτᾶ πλήρως αὐτὸ ποὺ ἔχασε ἐξαιτίας τῆς καθόδου της στὰ σώματα. Ἡ ψυχὴ κεκαθαρμένη στὸ βαθμὸ ποὺ τῆς ἐπιτρέπεται κατὰ τὸ τελικὸ στάδιο τῆς ἀνοδικῆς της πορείας, κατὰ τὴ μυστικὴ ἐμπειρία, ὑπερβαίνει τὸ χῶρο καὶ τὸ χρόνο καὶ ἐγκαταβιώνει μέσα στὸ Ἕν. Ἡ ψυχὴ κατὰ τὴ μυστικὴ ἔκσταση γίνεται σὰν τὸ Ἕν, ὄχι ὅμως καὶ Ἕν, δηλαδὴ δὲν ἐπιτυγχάνεται ἀπόλυτη ταυτότητα τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ Ἑνός. Τὸ γεγονὸς ὅτι κατὰ τὴ μυστικὴ ἐμπειρία ἀπόλυτη ταυτότης μεταξὺ τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ Ἑνὸς δὲν ἐπιτυγχάνεται, συντελεῖ στὴ μὴ μείωση τῆς δραματικότητας τῆς ψυχῆς. Ἡ δραματικότητα τῆς ψυχῆς λογικὰ μὲν μειώνεται στὸ ἐλάχιστον, ἀφοῦ καὶ ἡ ἕνωση τῆς ψυχῆς μὲ τὴν τελικὴ αἰτία τὸ Ἕν, ἐκτὸς τῶν ἄλλων σημαίνει καὶ τὸ λογικὸ τέλος τῆς μεταφυσικῆς δυναμικῆς τῆς ἐπιστροφῆς τῆς ψυχῆς στὴν πρωταρχικὴ πηγή της, οὐσιαστικὰ ὅμως, ὄχι μόνο δὲν μειώνεται, ἀλλὰ αὐξάνεται. Ἡ δραματικότητα τῆς ψυχῆς στὴν κορυφαία στιγμὴ τῆς μυστικῆς ἑνώσεώς της μὲ τὸ Ἓν ἐντείνεται. Πρόκειται δηλαδή, γιὰ μία ἔξαρση τῆς δραματικότητας. Ἡ διπλὴ κίνηση ποὺ χαρακτηρίζει τὴν πλωτινικὴ ὀντολογία στὸ σύνολό της εἶναι παροῦσα καὶ στὰ ὑπέρτατα ὅριά της. Ὅπως ἐξαίφνης ἐπιτυγχάνει ἡ ψυχὴ τὴν ἄριστη θέα στὸ ἀπώτατο σημεῖο τῆς ἀνόδου της, σχεδὸν ταυτόχρονα λαμβάνει χώρα καὶ ἡ ἀντίθετη κίνηση, ἡ πρὸς τὰ κάτω πορεία της. Τὸ δραματικὸ στοιχεῖο, ὡς ἐκ τούτου, συστοιχούμενο πρὸς τὴν αἰώνια μεταβολή, τῆς ὁποίας ἀπόρροια εἶναι ἡ αἰώνια κυκλικότητα καὶ ἡ διπλὴ κίνηση, ἀποτελεῖ βασικὸ χαρακτηριστικὸ τῆς πλωτινικῆς ὀντολογίας καὶ γενικότερα τοῦ Νεοπλατωνισμοῦ.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
This dissertation reveals the dramatic element in Plotinus' system, which refers to both aesthetics and metaphysics. Dual and circular motion, intensity,engagement, and violent conflicts constitute its main components. The neoplatonic world features the dual movement of emanation from and return to the source. The structure of Plotinus' metaphysical system, as a whole, exhibits vigorous mobility. This is due to the spontaneous process of hypostases emanating from the One, and the intense desire and struggle of all hypostases successively emanating from the One to return to their fundamental source.Upon emanating from the One, the second hypostasis, or Intellect, moves toward reunification with its source; however, this cannot be totally achieved. The Intellect will never become identical to the One. Hence, the relationship between the first two hypostases is marked by conflict and intensity. This intensity is not diminished because of the minor differences that exist between the Intell ...
This dissertation reveals the dramatic element in Plotinus' system, which refers to both aesthetics and metaphysics. Dual and circular motion, intensity,engagement, and violent conflicts constitute its main components. The neoplatonic world features the dual movement of emanation from and return to the source. The structure of Plotinus' metaphysical system, as a whole, exhibits vigorous mobility. This is due to the spontaneous process of hypostases emanating from the One, and the intense desire and struggle of all hypostases successively emanating from the One to return to their fundamental source.Upon emanating from the One, the second hypostasis, or Intellect, moves toward reunification with its source; however, this cannot be totally achieved. The Intellect will never become identical to the One. Hence, the relationship between the first two hypostases is marked by conflict and intensity. This intensity is not diminished because of the minor differences that exist between the Intellect and the One, as one would expect, but is rather extremely powerful precisely because of the smallness of such differences; one would expect to encounter such intensity in inferior and more dramatic hypostases of Plotinus' metaphysical system.The hypostasis “Soul” emanates from the Intellect, and is followed by the universal soul and individual souls. Plotinus claims that there is only one soul,which arises in a variety of forces, each of which exhibiting different behaviour. Due to its “amphibious” nature, the Soul ‒ the most dramatic hypostasis of Plotinus' system ‒ is forced to exist between the intellectual world and the material world. Hence, it is forced to exhibit dual behaviour, as one part of it chooses to descend no further than the contemplation of the Intellect, while the other dares to descend into the material world. Individual souls risk being absorbed by the ambiguity and shapelessness of matter. Furthermore, features lost from their descent are not always, and fully, recovered. Their ascending,cathartic route toward the One does not always counteract impurities introduced by their repeated emanations. Saviour for the individual souls is the true love they express for the fundamental source and their dramatic attempt to return to the One and unite with it. Not all souls awaken, however, nor do they achieve their ultimate desire.The purification that they achieve during their ascent falls short of the transcendent purity of the One. Even during the mystical experience of unity,when the soul transcends space and time and unites with the One, the soul be comes similar , but not identical, to the One. During this mystical experience,no absolute identity between the soul and the One is achieved. The suffering of the soul is not intrinsically reduced, even when it is logically reduced, since the unification of the soul with its ultimate cause, the One, among other things,marks the logical end of the metaphysical dynamics of its return to the fundamental source. The suffering of the soul at the greatest moment of its mystical unification with the One is not reduced, but highly intensified.
περισσότερα