Περίληψη
Η διατριβή αυτή ερευνά την επίδραση που ασκούν εκπαιδευτικοί, πολιτισμικοί και κοινωνικοί παράγοντες στη διαμόρφωση γλωσσικών ικανοτήτων στο πεδίο του γραπτού λόγου σε μαθητές με γλωσσικές, κοινωνικές και πολιτισμικές ιδιαιτερότητες που φοιτούν στο Γυμνάσιο. Ειδικότερα, με βάση εμπειρικά δεδομένα τα οποία προέκυψαν από μια συγκεκριμένου τύπου διδακτική παρέμβαση σε μαθητές με ρόμικη προέλευση στην περιοχή του Ζεφυρίου (Αττική), διερευνάται κατά πόσο λειτουργούν ενθαρρυντικά ή ανασχετικά παράγοντες που σχετίζονται με το πεδίο παραγωγής υλικού, όπως τα αναλυτικά προγράμματα και τα σχολικά εγχειρίδια, με την εκπαιδευτική πορεία των μαθητών στο Δημοτικό σχολείο και στην πρώτη τάξη του Γυμνασίου και με τον πολιτισμικό κώδικα της ομάδας προέλευσης, όπως αυτός αναπαράγεται μέσω της οικογένειας και των πρακτικών που εκείνη ακολουθεί για την εκπαιδευτική εξέλιξη και πορεία των νεότερων μελών της. Ως θεωρητική αφετηρία επιλέχθηκε το υπόδειγμα της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης που δίνει έμφαση στη ...
Η διατριβή αυτή ερευνά την επίδραση που ασκούν εκπαιδευτικοί, πολιτισμικοί και κοινωνικοί παράγοντες στη διαμόρφωση γλωσσικών ικανοτήτων στο πεδίο του γραπτού λόγου σε μαθητές με γλωσσικές, κοινωνικές και πολιτισμικές ιδιαιτερότητες που φοιτούν στο Γυμνάσιο. Ειδικότερα, με βάση εμπειρικά δεδομένα τα οποία προέκυψαν από μια συγκεκριμένου τύπου διδακτική παρέμβαση σε μαθητές με ρόμικη προέλευση στην περιοχή του Ζεφυρίου (Αττική), διερευνάται κατά πόσο λειτουργούν ενθαρρυντικά ή ανασχετικά παράγοντες που σχετίζονται με το πεδίο παραγωγής υλικού, όπως τα αναλυτικά προγράμματα και τα σχολικά εγχειρίδια, με την εκπαιδευτική πορεία των μαθητών στο Δημοτικό σχολείο και στην πρώτη τάξη του Γυμνασίου και με τον πολιτισμικό κώδικα της ομάδας προέλευσης, όπως αυτός αναπαράγεται μέσω της οικογένειας και των πρακτικών που εκείνη ακολουθεί για την εκπαιδευτική εξέλιξη και πορεία των νεότερων μελών της. Ως θεωρητική αφετηρία επιλέχθηκε το υπόδειγμα της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης που δίνει έμφαση στην καλλιέργεια της ιδιότητας του πολίτη στις σύγχρονες πολιτισμικά ετερογενείς κοινωνίες και εφαρμόσθηκε στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας στο πλαίσιο εκπαιδευτικής παρέμβασης σε τμήμα ενισχυτικής διδασκαλίας που ανέλαβε η ερευνήτρια στο συγκεκριμένο σχολείο. Η πολυπαραγοντική προσέγγιση του ζητήματος της βελτίωσης των γλωσσικών ικανοτήτων εκ μέρους των συγκεκριμένων μαθητών που εμφανίζουν γλωσσική και πολιτισμική ιδιαιτερότητα αποτελεί κομβικό στοιχείο της παρούσας έρευνας. Η ερευνητική προσέγγιση είναι μεικτή από πλευράς μεθοδολογίας, έτσι ώστε μέσα από τη χρήση των ποιοτικών και ποσοτικών ερευνητικών εργαλείων, όπως η συμμετοχική παρατήρηση, η συνέντευξη – ατομική και ομάδα εστίασης- και το τεστ διάγνωσης γλωσσικών ικανοτήτων, να αναδεικνύεται η δυναμική αλληλεπίδραση των παραγόντων που λειτουργούν ανασχετικά ή προωθητικά στην κατάκτηση της γλωσσικής μάθησης και συνεπώς στην απόκτηση της γλωσσικής επάρκειας, όπως αυτές αποτυπώνονται με τη βοήθεια του διαγνωστικού εργαλείου (τεστ) που χορηγήθηκε στους μαθητές που συμμετείχαν στην ενισχυτική διδασκαλία (πειραματική ομάδα) αλλά και σε ομάδα ελέγχου (τυχαίο δείγμα μαθητών της ίδιας τάξης) στην αρχή και στο τέλος της εκπαιδευτικής παρέμβασης. Η αξιοποίηση του θεωρητικού υποβάθρου της διαπολιτισμικής προσέγγισης με έμφαση στην καλλιέργεια της ιδιότητας του πολίτη στο πλαίσιο της διδακτικής μας παρέμβασης, αλλά και η επεξεργασία των δεδομένων που συλλέχθηκαν κατά τη διάρκεια της έρευνας, θέτουν υπό αμφισβήτηση ορισμένες από τις παραδοσιακές ερμηνείες για την αδυναμία κατάκτησης επαρκούς γλωσσικής μάθησης από μαθητές ρόμικης προέλευσης. Αντιθέτως, εστιάζουν στον εντοπισμό των μαθησιακών προβλημάτων που αντιμετωπίζει ένας μαθητής, ανεξαρτήτως του γενεσιουργού αιτίου, και στην επίλυση αυτών μέσω της ενίσχυσης των γνώσεων και των ικανοτήτων που ήδη διαθέτει. Όπως αποδείχθηκε από την έρευνα, η βελτίωση των επιδόσεων των μαθητών στο μάθημα της γλώσσας εξαρτάται από παράγοντες που αφορούν την πορεία του μαθητή στο σχολείο και τη σχέση του με αυτό, συμπεριλαμβανομένων των στάσεων του οικογενειακού περιβάλλοντος απέναντι στο σχολείο και των πρακτικών που αυτό ακολουθεί για να ανταποκριθεί ο μαθητής στις απαιτήσεις του. Ωστόσο, στη διαμόρφωση αυτής της στάσης συντελεί και το ίδιο το σχολείο, τόσο σε θεσμικό επίπεδο με τα αναλυτικά προγράμματα και τα σχολικά εγχειρίδια που, αποφεύγοντας την περιχαράκωση των μαθητών μέσω της «πολιτισμικοποίησης» των μαθησιακών τους κενών, προωθούν την απόκτηση γλωσσικών γνώσεων και ικανοτήτων, όσο και με τον τύπο αντίδρασης της σχολικής μονάδας – του διευθυντή και του λοιπού εκπαιδευτικού προσωπικού- απέναντι σε καταστάσεις και μαθητικές συμπεριφορές που από τη σκοπιά του θεσμού (σχολείου) θεωρούνται προβληματικές. Τέλος, σημαντική παράμετρος στη διαμόρφωση της στάσης των μαθητών απέναντι στην γλωσσική μάθηση είναι και ο πολιτισμικός κώδικας των μαθητών και η συνακόλουθη επιρροή της οικογένειας μέσω των συμβατών ή ασύμβατων πρακτικών σε σχέση με τη λειτουργία και τις πρακτικές του θεσμού του σχολείου που αυτή ακολουθεί. Το υποστηρικτικό περιβάλλον της οικογένειας και του σχολείου και η παρέμβαση με άξονα τη διαπολιτισμική εκπαίδευση με έμφαση στην ιδιότητα του πολίτη συμβάλλει στη διαμόρφωση της θετικής αντίληψης των μαθητών για την εκπαίδευση και στη βελτίωσή τους αναφορικά με την κατάκτηση της αναγκαίας για την αντιμετώπιση των ποικίλων επικοινωνιακών περιστάσεων γλωσσικής μάθησης και συνεπώς την απόκτηση γλωσσικής επάρκειας.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
This dissertation explores the effects of educational, cultural, and social factors on the development of the reading and writing skills of students with special linguistic, social, and cultural characteristics attending High School. More specifically, based on empirical data gathered from a particular teaching practice with Roma pupils in the area of Zefiri (Attica), the research explores whether factors related to teaching material production, such as curricula and textbooks, contribute positively or negatively to students’ performance in Primary School and the first grade of High School. These factors are also examined against the students’ cultural code reproduced through their families and the practices the families employ towards the educational course and development of the children. The paradigm of intercultural education emphasizing the development of citizen awareness in modern culturally heterogeneous societies was used as theoretical background. The model was applied in a M ...
This dissertation explores the effects of educational, cultural, and social factors on the development of the reading and writing skills of students with special linguistic, social, and cultural characteristics attending High School. More specifically, based on empirical data gathered from a particular teaching practice with Roma pupils in the area of Zefiri (Attica), the research explores whether factors related to teaching material production, such as curricula and textbooks, contribute positively or negatively to students’ performance in Primary School and the first grade of High School. These factors are also examined against the students’ cultural code reproduced through their families and the practices the families employ towards the educational course and development of the children. The paradigm of intercultural education emphasizing the development of citizen awareness in modern culturally heterogeneous societies was used as theoretical background. The model was applied in a Modern Greek Language course the researcher taught in the framework of a teaching intervention within a tutoring program aimed at offering additional academic support to the students. The multi-factor approach of the issue of language skills acquisition by this group of students possessing special linguistic and cultural characteristics is an essential element of this research. The research is based on a mixed methodological approach including various research tools such as participant observation, interviews, focus groups, and a language knowledge and skills test. This approach aims at revealing the dynamic interaction of those factors affecting positively or negatively language learning and, consequently, the acquisition of language proficiency as it is reflected in a diagnostic test given to both the group of students participating in the program (experimental group) and to a control group (random sample of students in the same class) at the beginning and at the end of the course. The utilization of the intercultural approach theoretical background emphasizing the development of citizen identity in the framework of the teaching intervention, as well as the processing of the collected data question some of the traditional interpretations pertaining to the inability of students of Roma background to acquire linguistic proficiency. On the contrary, the results focus on the learning difficulties students face regardless of individual special needs and the ways these issues can be resolved through the enhancement of knowledge and abilities the students already possess. As it was revealed in the study, student performance improvement in the language course depends on factors pertaining to the students’ conduct and attitude towards school, including their families’ attitude and the practices they employ to help students respond adequately to school requirements. However, the school environment itself contributes to the formation of these attitudes. This contribution takes place both at an institutional level through analytical programs and school teaching materials which avoid student marginalization by not attributing their lack of skills to their cultural background and identity, and at the school unit level – the reaction of the school principal and of the teachers to student behavior that is considered problematic from an institutional point of view. Finally, a significant parameter in the formulation of students’ attitudes towards school as an institution is the students’ cultural code and the subsequent influence of their families through conventional or unconventional practices in reaction to school institutional practices. The school and family supporting environment and the intercultural educational approach emphasizing citizen identity contribute to the development of a positive student attitude towards education. They also contribute to students’ improvement in their effort to acquire the necessary language skills to handle various communication situations as well as to obtain language proficiency at a level comparable to the one of their non-Roma schoolmates.
περισσότερα