Περίληψη
Αντικείμενο της παρούσας διδακτορικής διατριβής, η οποία αποτελείται από έξι κεφάλαια κατανεμημένα σε δύο μέρη, αποτελεί η διδακτική προσέγγιση του λεξιλογίου της νέας ελληνικής ως ξένης γλώσσας με ιδιαίτερη έμφαση στη διδασκαλία των μεταφορών και των ιδιωτισμών. Το θεωρητικό πλαίσιο που υιοθετείται βασίζεται στις θεωρητικές παραμέτρους και τις τεχνικές της γνωστικής γλωσσολογίας. Η διδασκαλία ξένων γλωσσών αποτελούσε διαχρονικό αίτημα των διαφόρων εκπαιδευτικών συστημάτων με απόρροια να διατυπωθούν ποικίλες διδακτικές μεθοδολογίες. Ως επικρατέστερη προβάλλεται η Επικοινωνιακή προσέγγιση, η οποία αποτελεί μια απόπειρα συνδυασμού της γνώσης τόσο της δομής μιας ξένης γλώσσας όσο και των κατάλληλων περιβαλλόντων χρήσης αυτής της γνώσης. Αναπόσπαστο τμήμα της εκμάθησης μιας γλώσσας ως ξένης συνιστά το λεξιλόγιο. Τόσο το ίδιο το λεξιλόγιο όσο και η κατάκτησή του συνιστούν σύνθετα φαινόμενα. Όσον αφορά στη δομή του νοητικού λεξικού ενός διδασκόμενου, είναι κοινά αποδεκτό ότι οι διδασκόμενοι ...
Αντικείμενο της παρούσας διδακτορικής διατριβής, η οποία αποτελείται από έξι κεφάλαια κατανεμημένα σε δύο μέρη, αποτελεί η διδακτική προσέγγιση του λεξιλογίου της νέας ελληνικής ως ξένης γλώσσας με ιδιαίτερη έμφαση στη διδασκαλία των μεταφορών και των ιδιωτισμών. Το θεωρητικό πλαίσιο που υιοθετείται βασίζεται στις θεωρητικές παραμέτρους και τις τεχνικές της γνωστικής γλωσσολογίας. Η διδασκαλία ξένων γλωσσών αποτελούσε διαχρονικό αίτημα των διαφόρων εκπαιδευτικών συστημάτων με απόρροια να διατυπωθούν ποικίλες διδακτικές μεθοδολογίες. Ως επικρατέστερη προβάλλεται η Επικοινωνιακή προσέγγιση, η οποία αποτελεί μια απόπειρα συνδυασμού της γνώσης τόσο της δομής μιας ξένης γλώσσας όσο και των κατάλληλων περιβαλλόντων χρήσης αυτής της γνώσης. Αναπόσπαστο τμήμα της εκμάθησης μιας γλώσσας ως ξένης συνιστά το λεξιλόγιο. Τόσο το ίδιο το λεξιλόγιο όσο και η κατάκτησή του συνιστούν σύνθετα φαινόμενα. Όσον αφορά στη δομή του νοητικού λεξικού ενός διδασκόμενου, είναι κοινά αποδεκτό ότι οι διδασκόμενοι διαθέτουν δύο γλωσσικά συστήματα για την έκφραση των σκέψεών τους (μητρική και ξένη γλώσσα) με κυμαινόμενη αυτονομία και τα οποία συνδέονται στενά μεταξύ τους. Για μεγάλε» χρονικό διάστημα, το λεξιλόγιο ετίθετο στο περιθώριο. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο διαπιστώνεται ένα αυξανόμενο ερευνητικό ενδιαφέρον για τις μεθόδους διδασκαλίας του λεξιλογίου. Δύο πολύ σημαντικά συστατικά του λεξιλογίου, τα οποία συνεισφέρουν στην επικοινωνιακή αυτονομία των διδασκόμενων, είναι οι μεταφορές και οι ιδιωτισμοί. Η μεταφορά εκλαμβανόταν ως ένα περιθωριακό μέσο γλωσσικής σήμανσης το οποίο χρησιμοποιείτο κυρίως για εκφραστικούς ή αισθητικούς λόγους. Σε αντιδιαστολή προς αυτές τις ευρέως διαδεδομένες πεποιθήσεις, η γνωστική προσέγγιση υποστηρίζει ότι το ανθρώπινο αντιληπτικό σύστημα είναι μεταφορικής φύσης. Σε αυτό το πλαίσιο, επιχειρείται μια μεταστροφή στη μελέτη των παραδοσιακών διακρίσεων της μεταφοράς και της κυριολεξίας και της μεταφοράς-μετωνυμίας. Το φαινόμενο της ιδιωτισμικότητας αντανακλά αφενός τους περιορισμούς που υφίστανται στη γλώσσα και αφετέρου την ύπαρξη και διαθεσιμότητα ημι- προκατασκευασμένων δομών, των οποίων ο μετασχηματισμός μεταβάλλει τη συνολική σημασία και λειτουργία. Το εγχείρημα περιγραφής των ιδιωτισμών έφερε στο προσκήνιο πέντε μοντέλα (ση μασιό λογικό, συντακτικό, λεξικαλιστικό, λειτουργικό και λεξικογραφικό) με διαφορετική αφετηρία, συλλογιστική και ορολογία το καθένα. Ο ορισμός που υιοθετούμε στην παρούσα μελέτη είναι ότι οι ιδιωτισμοί συνιστούν πολυλεξικούς συνδυασμούς εκ των οποίων το ένα συστατικό είναι απαραιτήτως ρήμα. Η μελέτη των ιδιωτισμών της ελληνικής οφείλει να αντλήσει στοιχεία και από τις πέντε προαναφερθείσες τυπολογίες, ώστε να είναι ερμηνευτικά επαρκής. Στο πλαίσιο της γνωστικής προσέγγισης, οι ιδιωτισμοί είναι προϊόντα του ανθρώπινου εννοιολογικού συστήματος και όχι αυθαίρετες κατασκευές. Η εφαρμογή της γνωστικής μεθόδου στη διδασκαλία των μεταφορών και των ιδιωτισμών μιας γλώσσας ως ξένης έχει αποδειχτεί ότι συμβάλλει στην εκμάθηση και στη διατήρησή τους για υπολογίσιμο χρονικό διάστημα. Στην ελληνική βιβλιογραφία δεν υπάρχουν ανάλογα ερευνητικά δεδομένα. Με στόχο την εξακρίβωση της αποτελεσματικότητας της γνωστικής μεθοδολογίας διεξαγάγαμε εκτενές πείραμα. Το δείγμα μας αποτέλεσαν ογδόντα (80) ενήλικοι διδασκόμενοι τη νέα ελληνική ως ξένη γλώσσα μεσαίου επιπέδου ελληνομάθειας. Οι διδακτικές μέθοδοι που συγκρίθηκαν ήταν η οργάνωση του λεξιλογίου αφενός σε θεματικούς κύκλους και αφετέρου σε εννοιολογικές μεταφορές ή/και μετωνυμίες. Τα εργαλεία, η διαδικασία συλλογής του ερευνητικού υλικού και γενικότερα η συλλογιστική σύμφωνα με την οποία δομήθηκε η εν λόγω έρευνα αποτελεί προσαρμογή της μεθοδολογίας που συνιστάται στη γνωστική βιβλιογραφία. Για την επεξεργασία των δεδομένων μας χρησιμοποιήσαμε το στατιστικό κριτήριο χ2 (ρ<0.05). Η ανάλυση των αποτελεσμάτων μας έδειξε ότι υφίσταται στατιστικά σημαντική διαφορά (ρ<0.001) υπέρ της γνωστικής τεχνικής. Όπως προβλέφτηκε, η μεταφορική ή/και μετωνυμική κινητροδότηση (μια έννοια-κλειδί στη γνωστική γλωσσολογία) διαδραμάτισε ρόλο στην απόδοση των διδασκομένων μας. Το εύρημα αυτό έφερε στην επιφάνεια μια σειρά ζητημάτων, όπως η αντιμετώπιση των μεταφορών και των ιδιωτισμών στη διαδικασία εκμάθησης μιας ξένης γλώσσας (όπου εισάγεται η έννοια της μεταφορικής ικανότητας) και ο ρόλος της μητρικής γλώσσας. Παρά τα θετικά αποτελέσματα η έρευνά μας έχει συγκεκριμένους περιορισμούς, όπως ο ελεγχόμενος χαρακτήρας της υιοθετηθείσας διαδικασίας, ο οποίος δεν επέτρεψε στους διδασκομένους να συμμετάσχουν με πιο ενεργό τρόπο, το δυνητικό μικρό ενδιαφέρον των μαθητών και η πρότερη εξοικείωση των διδασκόντων. Ως εκ τούτου, το γνωστικό μοντέλο θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως συμπληρωματική τεχνική διδασκαλίας παρά ως το μοναδικό μέσο διδασκαλίας μεταφορών και ιδιωτισμών. Οι ποικίλες πτυχές της γνωστικής μεθοδολογίας έχουν εφαρμογή και στην εκπαίδευση, όπου προβάλλεται το εννοιολογικό πρόγραμμα σπουδών. Αυτού του είδους το εκπαιδευτικό υλικό, παράλληλα με την οργάνωση των μεταφορών και των ιδιωτισμών επί τη βάσει εννοιολογικών μεταφορών ή/και μετωνυμιών θα πρέπει να περιλαμβάνει και τις απαραίτητες γραμματικοσημασιολογικές πληροφορίες, ώστε οι διδασκόμενοι να εξοικειώνονται με τα ενδεδειγμένα περιβάλλοντα χρήσης των εκάστοτε μεταφορικών σημασιών των λέξεων και των ιδιωτισμών.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The goal ofthe present dissertation, which consists of six chapters divided into two parts, is to examine the various aspects involved in the teaching of Modem Greek vocabulary in a foreign language context with a special emphasis on metaphors and idioms. The adopted theoretical framework is the one provided by cognitive linguistic research. The demand for foreign language teaching in education gave rise to the emergence of many teaching methods. The most appealing one is the Communicative approach, which is an attempt to combine knowledge of foreign language form and the use ofthis knowledge in the appropriate environment. An important aspect of foreign language learning is vocabulary’. Vocabulary itself and vocabulary acquisition in general are complex phenomena. Regarding the structure of a learner’s mental lexicon, it is commonly accepted that learners have two language systems to express their thoughts (mother tongue and foreign language) with gradable autonomy and which are close ...
The goal ofthe present dissertation, which consists of six chapters divided into two parts, is to examine the various aspects involved in the teaching of Modem Greek vocabulary in a foreign language context with a special emphasis on metaphors and idioms. The adopted theoretical framework is the one provided by cognitive linguistic research. The demand for foreign language teaching in education gave rise to the emergence of many teaching methods. The most appealing one is the Communicative approach, which is an attempt to combine knowledge of foreign language form and the use ofthis knowledge in the appropriate environment. An important aspect of foreign language learning is vocabulary’. Vocabulary itself and vocabulary acquisition in general are complex phenomena. Regarding the structure of a learner’s mental lexicon, it is commonly accepted that learners have two language systems to express their thoughts (mother tongue and foreign language) with gradable autonomy and which are closely related to each other. For a long timevocabulary was marginalized. Nevertheless, nowadays there is an increasing research interest in vocabulary teaching methods. Two vocabulary components that contribute to a learner’s communicative autonomy are metaphors and idioms. Metaphors were taken to be a deviant means of language expression, used mainly for rhetorical and artistic purposes. Contrary to these well-established beliefs, the cognitive linguistic approach argues that the human conceptual system is metaphorical in nature. Under this perspective there is a shift in the study ofthe well-known pairs metaphor-literal ity and metaphor-metonymy. idiomaticity manifests on the one hand in the restrictions that exist in language and on the other hand in the existence and availability of semi-preconstructed items, the modification of which alters their overall meaning and function. The attempt to describe idioms led to the emergence of five models (semantic, syntactic, lexicalist,functional, and lexicographical) with different starting points, methodology and terminology. The definition adopted in this research study is that idioms are multi-word combinations one constituent of which is necessarily a verb. The study of Greek idioms needs to rely on a selection of criteria proposed by the above mentioned research traditions in order to become explanatory adequate. In the cognitive linguistic view, idioms are products ofthe human conceptual system and not arbitrarystructures. The application of the cognitive linguistic technique to teaching metaphors and idioms in a foreign language context has been proved to enhance both learning and long term retention of them. In Modem Greek literature there is no such experimental evidence. To investigate the effectiveness of the cognitive linguistic method, we carried out a large-scale experiment. The subjects of our study were eighty (80) adult learners of Greek as a foreign language. They were all at the intermediate level. The two instructional methods compared were on the one hand thearrangement of metaphors and idioms around topics and on the other hand around conceptual metaphors and/or metonymies. The procedure we followed was in line with the particularities and the parameters suggested in the relevant cognitive literature. We used the statistical criterion x2 (p<0.05) to examine the statistical significance ofour results. The analysis of our data showed a statistical significance (pO.OOl) in favor of the cognitive linguistic approach. As predicted, metaphorical and/or metonymic motivation (a key-term in cognitive linguistics) played an important role in our participants’ performance of the completion task. This finding raised a numbers ofissues, such as the place of metaphors and idioms in second language acquisition (where the notion of metaphorical competence is introduced) and the role of mother tongue. Despite these results, our study has certain limitations, such as the controlled character ofthe followed procedure, which did not allow for our subjects’ more active participation, the potential limited interest of the learners in this method and the instructors’ previous familiarity with this teaching method. Hence, the cognitive linguistic approach should be seen as a complementary technique and not the solemeans for teaching metaphors and idioms. The various aspects of cognitive linguistic approach also have applications to education, where the notion of a conceptual syllabus is introduced. This type of language material, parallel to the arrangement of metaphors and idioms around conceptual metaphors and/or metonymies, should include the necessary grammar and communication information in order to familiarize learners with the appropriate environments ofmetaphor and idiom use.
περισσότερα