Περίληψη
Θέμα της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι η περιγραφή και ανάλυση της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών και των Λατινικών στη σημερινή δευτεροβάθμια εκπαίδευση της Ιταλίας και της Ελλάδας. Πιο συγκεκριμένα, έγινε συγκριτική θεώρηση, σύμφωνα με τα αντιστοίχως ισχύοντα στις δύο χώρες, σχετικά με τη διδασκαλία των κλασικών αυτών γλωσσών, αναφορικά με τη μορφή τους, τη σκοποθεσία και τη στοχοθεσία τους, τον τρόπο μεθοδολογικής προσέγγισής τους, τα χρόνια διδασκαλίας τους και τέλος, σε σχέση με τη γενικότερη θέση τους στα αναλυτικά προγράμματα των δύο μελετώμενων χωρών. Η επιλογή του συγκεκριμένου θέματος προέκυψε από το συνεχή προβληματισμό των ημερών μας για την τύχη των κλασικών σπουδών, αλλά και από το ενδιαφέρον μας για τη Συγκριτική Παιδαγωγική και Εκπαίδευση. Έπειτα, από την υπόθεση ότι η σύγκριση και αντιπαράθεση δύο ή και περισσότερωνεκπαιδευτικών συστημάτων θα μπορούσε να αποβεί γόνιμη και δημιουργική για την περαιτέρω εξέλιξη και ανάπτυξη, τόσο των ιδίων όσο και των χωρών πρ ...
Θέμα της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι η περιγραφή και ανάλυση της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών και των Λατινικών στη σημερινή δευτεροβάθμια εκπαίδευση της Ιταλίας και της Ελλάδας. Πιο συγκεκριμένα, έγινε συγκριτική θεώρηση, σύμφωνα με τα αντιστοίχως ισχύοντα στις δύο χώρες, σχετικά με τη διδασκαλία των κλασικών αυτών γλωσσών, αναφορικά με τη μορφή τους, τη σκοποθεσία και τη στοχοθεσία τους, τον τρόπο μεθοδολογικής προσέγγισής τους, τα χρόνια διδασκαλίας τους και τέλος, σε σχέση με τη γενικότερη θέση τους στα αναλυτικά προγράμματα των δύο μελετώμενων χωρών. Η επιλογή του συγκεκριμένου θέματος προέκυψε από το συνεχή προβληματισμό των ημερών μας για την τύχη των κλασικών σπουδών, αλλά και από το ενδιαφέρον μας για τη Συγκριτική Παιδαγωγική και Εκπαίδευση. Έπειτα, από την υπόθεση ότι η σύγκριση και αντιπαράθεση δύο ή και περισσότερωνεκπαιδευτικών συστημάτων θα μπορούσε να αποβεί γόνιμη και δημιουργική για την περαιτέρω εξέλιξη και ανάπτυξη, τόσο των ιδίων όσο και των χωρών προέλευσής τους.Η γενική μεθοδολογική διαδικασία που ακολουθήθηκε κατά την ανάπτυξη της μελέτης μας είναι η εξής: Περιγραφή - Ανάλυση - Αξιολόγηση - Ερμηνεία. Δύο μεθοδολογικοί τρόποι κρίθηκαν απαραίτητοι για τη μελέτη του συγκεκριμένου θέματος, η συγκριτική μέθοδος και η μέθοδος της ανάλυσης περιεχομένου. Επίσης, χρησιμοποιήθηκαν και άλλες επιμέρους τεχνικές ,όπως είναι της Μορφωτικής Προσέγγισης και του Δομικού μοντέλου.Η συγκριτική και ερμηνευτική θεώρηση των δεδομένων οδήγησε σε σημαντικά συμπεράσματα. Πρώτα-πρώτα, στα ιταλικά σχολεία τα παιδιά ξεκινούν το επίπεδο των γυμνασιακών τους σπουδών σε μικρότερη ηλικία σε σχέση με τα αντίστοιχα παιδιά της Ελλάδας, ενώ το ιταλικό Λύκειο προσφέρει ποικίλους χωρισμούς εξειδίκευσης. Έπειτα, ο δομικός χαρακτήρας του ιταλικού εκπαιδευτικού συστήματος, αν και στη βάση του συγκεντρωτικός, είναι παράλληλα εξόχως αποκεντρωτικός, ενώ το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα είναι αρκετά πιο συγκεντρωτικό. Επίσης, στη θεσμική εκπαιδευτική ιστορία της Ιταλίας καταγράφεται η ύπαρξη δύο μεταρρυθμιστικών εγχειρημάτων που καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό τα εκπαιδευτικά δεδομένα της χώρας, ενώ στην Ελλάδα αντίθετα δεν παρουσιάστηκαν τόσο μακροχρόνια νομοθετήματα. Παράλληλα, η ιδεολογικο-πολιτική και ιστορική εξέλιξη είναι σε μεγάλο βαθμό κοινή και για τις δύο μελετώμενες χώρες, τουλάχιστον από τον 19ο αιώνα μέχρι και το τέλος της εξεταζόμενης περιόδου. Ταυτόχρονα, και στις δύο χώρες οι δύο κλασικές γλώσσες διδάσκονταν και εξακολουθούν να διδάσκονται ως ξεχωριστά μαθήματα. Στην Ιταλία προβάλλεται εμφανώς η γλωσσική και πολιτιστική διάσταση και των δύο μαθημάτων, ενώ στην περίπτωση της Ελλάδας αυτή η διττή προβολή της γλωσσικής και πολιτιστικής διάστασης αφορά μόνο στα Αρχαία Ελληνικά, γιατί ο στόχος των Λατινικών εμπεριέχει μόνο τη γλωσσική διάσταση. Και τα δύο μαθήματα είναι υποχρεωτικού χαρακτήρα, τόσο στο Liceo Classico, όσο και στο Ελληνικό Γυμνάσιο και Λύκειο, ενώ παρά τις ουσιαστικές διαφοροποιήσεις των δύο εκπαιδευτικών συστημάτων, όσον αφορά τη διδασκαλία των Αρχαίων Ελληνικών, υπάρχουν αρκετά κοινά σημεία και στις δύο χώρες. Επιπρόσθετα, τόσο στην Ιταλία όσο και στην Ελλάδα,τα διδακτικά εγχειρίδια είναι κατά πλειοψηφία επαρκώς δομημένα και στοχευμένα, αλλά,ενώ στην Ιταλία είναι ιδιαίτερα ελκυστικά για το μαθητή, στην Ελλάδα σε κάποιες περιπτώσεις συμβαίνει το αντίθετο. Όσον αφορά τις οδηγίες και τα διδακτικά βοηθήματα, το ιταλικό Υπουργείο Παιδείας αφήνει αρκετά περιθώρια ελευθερίας στους καθηγητές και προσωπικές επιλογές. Επιπλέον, τα συγκεκριμένα κείμενα που διδάσκονται επιλέγονται από το διδάσκοντα και όχι από το Υπουργείο, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα. Αναφορικά με τον τρόπο αξιολόγησης των μαθητών, και στις δύο χώρες η μορφή της διαμορφωτικής αξιολόγησης καταλαμβάνει την πλέον εξέχουσα θέση. Σχετικά με την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών η αποτίμηση των μέχρι σήμερα επιμορφωτικών δραστηριοτήτων στην Ελλάδα επισημαίνει αδυναμίες και ελλείψεις, ενώ στην Ιταλία η κατάσταση φαίνεται να είναι κατά τι καλύτερη. Στο πανεπιστημιακό υπόβαθρο των εκπαιδευτικών της εν γένει Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στην Ελλάδα διαπιστώνεται ένα σαφέστατο έλλειμμα, το οποίο αφορά στην ίδια την επαγγελματική κατάρτιση των φιλολόγων, ενώ στην Ιταλία αντίθετα τα πράγματα παρουσιάζονται πιο ξεκάθαρα. Τέλος, η σύνδεση των κλασικών σπουδών με την εισαγωγή των μαθητών στο Πανεπιστήμιο στη μεν Ελλάδα σχετίζεται με την πανελλήνια εξέτασή τους, ενώ στην Ιταλία η σχέση αυτή είναι πιο έμμεση.Στηριζόμενοι στα συγκριτικά αποτελέσματα της παρούσας μελέτης διατυπώθηκαν οι τελικές προτάσεις. Πιο συγκεκριμένα, θα ήταν σκόπιμη η ελεύθερη είσοδος των μαθητών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, όπως εξάλλου συμβαίνει και στην Ιταλία. Θα μπορούσε επίσης, να εξεταστεί και για την Ελλάδα το παράδειγμα του Κλασικού Λυκείου της Ιταλίας, επειδή πρόκειται για ένα τύπο σχολείου ο οποίος προάγει με ρητό τρόπο τις Κλασικές σπουδές. Ένα άλλο ζήτημα που θα άξιζε να εξεταστεί, αφορά το ιταλικό παράδειγμα της ελεύθερης επιλογής των διδακτικών εγχειριδίων από τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς, αλλά και η συνδυαστική διδασκαλία των δύο κλασικών γλωσσών. Επιπλέον, θα ήταν ενδεχομένως χρήσιμη η εισαγωγή του μαθήματος των Λατινικών και στο Γυμνάσιο (και φυσικά και στην Α’ Λυκείου σε μια τέτοια προοπτική).Τέλος, παρεμφερούς συλλογιστικής είναι και η εκτίμηση, ότι η αξιοποίηση της σχέσης μεταξύ των αρχαίων και των νέων Ελληνικών στο Λύκειο θα ήταν ιδιαίτερα ωφέλιμη για τους μαθητές.
περισσότερα