Περίληψη
Ο οισοφάγος Barrett (ΟΒ) αποτελεί τη σοβαρότερη επιπλοκή της γαστροοισοφαγικής παλινδρομικής νόσου (ΓΟΠΝ) καθώς θεωρείται ο κύριος παράγοντας κινδύνου για την ανάπτυξη αδενοκαρκινώματος του οισοφάγου. Ο ‘τραυματισμός’ του πλακώδους επιθηλίου κατά την επαφή με τον παλινδρομούντα γαστροδωδεκαδακτυλικό ‘χυμό’ έχει ως αποτέλεσμα την αντικατάστασή του από κυλινδρικό επιθήλιο, εντερικού τύπου. Η βαρύτητα της παλινδρόμησης ενδεχομένως καθορίζει το μήκος του ΟΒ. Το μήκος του οισοφάγου Barrett μπορεί να σχετίζεται με τον κίνδυνο ανάπτυξης νεοπλασίας, παρότι τα δεδομένα των μελετών είναι αντικρουόμενα.
Σκοπός της μελέτης μας ήταν η σύγκριση μακρού και βραχέος ΟΒ ως προς επιδημιολογικές και κλινικές παραμέτρους καθώς και ως προς τον βαθμό φλεγμονώδους διήθησης και την ανοσοïστοχημική έκφραση του αυξητικού παράγοντα των ενδοθηλίων (VEGF), της κυκλοοξυγενάσης -2 (COX-2) και του παράγοντα πολλαπλασιασμού Ki-67.
Υλικό και Μέθοδοι: Tο αρχείο των ενδοσκοπήσεων ενός τριτοβάθμιου κέντρου μελετήθηκε ...
Ο οισοφάγος Barrett (ΟΒ) αποτελεί τη σοβαρότερη επιπλοκή της γαστροοισοφαγικής παλινδρομικής νόσου (ΓΟΠΝ) καθώς θεωρείται ο κύριος παράγοντας κινδύνου για την ανάπτυξη αδενοκαρκινώματος του οισοφάγου. Ο ‘τραυματισμός’ του πλακώδους επιθηλίου κατά την επαφή με τον παλινδρομούντα γαστροδωδεκαδακτυλικό ‘χυμό’ έχει ως αποτέλεσμα την αντικατάστασή του από κυλινδρικό επιθήλιο, εντερικού τύπου. Η βαρύτητα της παλινδρόμησης ενδεχομένως καθορίζει το μήκος του ΟΒ. Το μήκος του οισοφάγου Barrett μπορεί να σχετίζεται με τον κίνδυνο ανάπτυξης νεοπλασίας, παρότι τα δεδομένα των μελετών είναι αντικρουόμενα.
Σκοπός της μελέτης μας ήταν η σύγκριση μακρού και βραχέος ΟΒ ως προς επιδημιολογικές και κλινικές παραμέτρους καθώς και ως προς τον βαθμό φλεγμονώδους διήθησης και την ανοσοïστοχημική έκφραση του αυξητικού παράγοντα των ενδοθηλίων (VEGF), της κυκλοοξυγενάσης -2 (COX-2) και του παράγοντα πολλαπλασιασμού Ki-67.
Υλικό και Μέθοδοι: Tο αρχείο των ενδοσκοπήσεων ενός τριτοβάθμιου κέντρου μελετήθηκε αναδρομικά για τα έτη 1996-2003. Εντοπίστηκαν οι ασθενείς με ενδοσκοπικά και ιστολογικά επιβεβαιωμένο ΟΒ. Η διάγνωση επανεκτιμήθηκε από δύο παθολογοανατόμους, οι οποίοι αξιολόγησαν και το βαθμό φλεγμονώδους διήθησης. Ακολούθησε ανοσοϊστοχημική μελέτη των μορίων VEGF, COX-2, Ki-67. Ως έκφραση του VEGF μετρήθηκε το ποσοστό των μικρών, ‘θετικών’ αγγείων στα δείγματα Barrett. Για τα COX-2 και Ki-67 μετρήθηκε το ποσοστό των ‘θετικών’ μεταπλαστικών επιθηλίων. Η κλίμακα που χρησιμοποιήθηκε για την εκτίμηση της ανοσοϊστοχημικής έκφρασης και της φλεγμονής ήταν ποιοτική: ήπια, μέτρια και έντονη.
Αποτελέσματα: 98 ασθενείς εντάχθηκαν στη μελέτη. Η συχνότητα διάγνωσης ΟΒ στον πληθυσμό που ενδοσκοπήθηκε ήταν 0,59%. 78 ασθενείς ήταν άνδρες (79,5%) και η μέση ηλικία ήταν 58,3 ±13,3 έτη. Μακρός και βραχύς ΟΒ διαγνώστηκε σε 33 (33,6%) και 65 (66,3%) περιπτώσεις, αντίστοιχα. 40,8% των ασθενών δεν ανέφερε συμπτώματα παλινδρόμησης, ενώ η πλειοψηφία (78,5%) είχε διαφραγματοκήλη και οισοφαγίτιδα (55,1%). 76,5% και 12,2% του συνόλου έκανε συστηματική χρήση αντιεκκριτικών φαρμάκων και ασπιρίνης ή/και ΜΣΑΦ αντίστοιχα. Η ανοσοϊστοχημική έκφραση του VEGF ήταν ήπια, μέτρια και έντονη σε ποσοστό 34,6%, 40,8% και 24,4%, αντίστοιχα. Η έκφραση της COX-2 ήταν ήπια, μέτρια και έντονη σε 3,0%, 15,3% και 81,6% των δειγμάτων, αντίστοιχα. Για τον παράγοντα Ki-67 τα σχετικά ποσοστά ήταν 38,7%, 51,0% και 10,2%. Η φλεγμονώδης διήθηση βαθμολογήθηκε ως ήπια, μέτρια και έντονη σε 35,7%, 55,1% και 9,1% των δειγμάτων, αντίστοιχα.
Η συγκριτική μελέτη μακρού και βραχέος ΟΒ έδειξε ότι η διαφραγματοκήλη (p=0,001), η οισοφαγίτιδα (p=0,019) και η προηγηθείσα χρήση PPIs ή/και Η2- αναστολέων (p=0,005) ήταν συχνότερα στις περιπτώσεις μακρού ΟΒ. Η υψηλή ανοσοïστοχημική έκφραση του VEGF σχετίστηκε σε σημαντικό βαθμό με τον βραχύ ΟΒ (p=0,031), ενώ η αυξημένη έκφραση του Ki-67 σχετίστηκε με τον μακρό ΟΒ (p=0,035).
Συμπεράσματα: 1) Η μελέτη της έκφρασης του VEGF ανέδειξε μεγαλύτερο αριθμό μικρών αγγείων στα δείγματα του βραχέος ΟΒ. Η νέο-αγγείωση μπορεί να αποτελεί παράγοντα δυσμενούς εξέλιξης του βραχέος Barrett. 2) Η έκφραση του Ki-67 ήταν ισχυρότερη στα δείγματα του μακρού ΟΒ, εύρημα που μπορεί να σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο νεοπλασματικής ‘εκτροπής’. 3) Οι ασθενείς με μακρό ΟΒ είχαν συχνότερα διαφραγματοκήλη και οισοφαγίτιδα, ενώ έκαναν συχνότερα χρήση αντιεκκριτικών πριν την διάγνωση, συγκριτικά με τους ασθενείς με βραχύ ΟΒ.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Barrett’s esophagus (BE) is the most severe complication of gastroesophageal reflux disease (GERD). The normal squamous epithelium of the distal esophagus is replaced by columnar with intestinal metaplasia. BE is a definite precancerous lesion, although the incidence of cancer is ultimately low. Factors that may predict an unfavorable course are intensively looked for over the past years. Barrett’s variable length has long been considered intriguing in terms of both pathogenesis and malignant potential.
The aim of our study was to determine clinical, endoscopic, histological and immunohistochemical parameters that correlate to Barrett’s length.
Methods: Endoscopy archives from 1996 to 2003 were retrospectively searched for patients with histologically confirmed BE. The diagnosis was confirmed by two experienced pathologists who additionally evaluated inflammatory infiltration. Immunohistochemistry was performed for vascular endothelial growth factor (VEGF), cyclooxygenase-2 (COX-2) ...
Barrett’s esophagus (BE) is the most severe complication of gastroesophageal reflux disease (GERD). The normal squamous epithelium of the distal esophagus is replaced by columnar with intestinal metaplasia. BE is a definite precancerous lesion, although the incidence of cancer is ultimately low. Factors that may predict an unfavorable course are intensively looked for over the past years. Barrett’s variable length has long been considered intriguing in terms of both pathogenesis and malignant potential.
The aim of our study was to determine clinical, endoscopic, histological and immunohistochemical parameters that correlate to Barrett’s length.
Methods: Endoscopy archives from 1996 to 2003 were retrospectively searched for patients with histologically confirmed BE. The diagnosis was confirmed by two experienced pathologists who additionally evaluated inflammatory infiltration. Immunohistochemistry was performed for vascular endothelial growth factor (VEGF), cyclooxygenase-2 (COX-2) and Ki-67. A qualitative scale was applied for the evaluation of inflammation and immunohistochemistry: mild, moderate, strong.
Results: The study population consisted of 98 patients. 78 patients were male (79.5%) and the mean age was 58.3 ± 13.3 yrs. Long segments (LSBE) were found in 33 cases (33.7%). 40 (40.8%) patients did not report reflux symptoms, whereas in 77 (78.5%) and 54 (55.1%) cases hiatal hernia and esophagitis were respectively diagnosed. 75 (76.5%) and 12 (12.2%) patients systemically used PPIs/H2- blockers and aspirin/NSAIDs, respectively. Results of immunohistochemistry and the assessment of inflammation are depicted in the table. The comparative analysis showed that hiatal hernia (p=0.001), esophagitis (p=0.019) and use of PPIs/H2- blockers (p=0.005) correlated with LSBE. Increased number of small, VEGF-positive vessels was associated to short BE (SSBE) (p=0.031), whereas increased immunohistochemical expression of Ki-67 correlated with LSBE (p=0.035). Conclusions: 1) Strong immunohistochemical expression of VEGF correlated with SSBE. Neo-angiogenesis may in part explain short Barrett’s malignant potential. 2) Strong immunohistochemical expression of Ki-67 correlated with LSBE. This finding may reflect an increased risk of neoplastic progression. 3) Hiatal hernia, esophagitis and previous use of anti-reflux medications were more commonly found in patients with LSBE.
περισσότερα