Περίληψη
Η παρούσα διατριβή εστιάζεται στη μελέτη των Μυξοσποριδίων, που παρατηρούνται στα μεσογειακά καλλιεργούμενα είδη ψαριών, δίνοντας έμφαση στη νόσο που οφείλεται στο Μυξοσπορίδιο Enteromyxum leei Diamant, Lom & Dyková 1994 και αποσκοπεί: - Στην εκτίμηση της εμφάνισης της ασθένειας αυτής (Μυξοσποριδίαση) στη χώρα μας στις ιχθυοκαλλιέργειες των ψαριών της οικογένειας Sparidae, που αποτελούν ένα από το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής ιχθυοκαλλιεργητικής παραγωγής καθώς και στη μελέτη του ρόλου άλλων ειδών ψαριών που αποτελούν τους φορείς στην εξάπλωση της παρασίτωσης. - Στη μελέτη του τρόπου μετάδοσης του Μυξοσποριδίου E. leei και στη διερεύνηση των ανοσολογικών μηχανισμών που ενεργοποιούνται ενάντια στο παράσιτο αυτό, με απώτερο στόχο την ανάπτυξη μέτρων πρόληψης. - Στην εκτίμηση της αντι-μυξοσποριδιακής επίδρασης διαφόρων φαρμάκων που διατίθενται στο εμπόριο για άλλα είδη εκτρεφόμενων ζώων σε χιόνες (Diplodus puntazzo Cetti 1777), φυσικά μολυσμένες με το Μυξοσπορίδιο E. leei. Η διατριβή χω ...
Η παρούσα διατριβή εστιάζεται στη μελέτη των Μυξοσποριδίων, που παρατηρούνται στα μεσογειακά καλλιεργούμενα είδη ψαριών, δίνοντας έμφαση στη νόσο που οφείλεται στο Μυξοσπορίδιο Enteromyxum leei Diamant, Lom & Dyková 1994 και αποσκοπεί: - Στην εκτίμηση της εμφάνισης της ασθένειας αυτής (Μυξοσποριδίαση) στη χώρα μας στις ιχθυοκαλλιέργειες των ψαριών της οικογένειας Sparidae, που αποτελούν ένα από το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής ιχθυοκαλλιεργητικής παραγωγής καθώς και στη μελέτη του ρόλου άλλων ειδών ψαριών που αποτελούν τους φορείς στην εξάπλωση της παρασίτωσης. - Στη μελέτη του τρόπου μετάδοσης του Μυξοσποριδίου E. leei και στη διερεύνηση των ανοσολογικών μηχανισμών που ενεργοποιούνται ενάντια στο παράσιτο αυτό, με απώτερο στόχο την ανάπτυξη μέτρων πρόληψης. - Στην εκτίμηση της αντι-μυξοσποριδιακής επίδρασης διαφόρων φαρμάκων που διατίθενται στο εμπόριο για άλλα είδη εκτρεφόμενων ζώων σε χιόνες (Diplodus puntazzo Cetti 1777), φυσικά μολυσμένες με το Μυξοσπορίδιο E. leei. Η διατριβή χωρίζεται σε τέσσερα κεφάλαια: 1ο Εισαγωγή, 2ο Υλικά & Μέθοδοι, 3ο Αποτελέσματα και 4ο Συζήτηση. Στην Εισαγωγή, γίνεται ανασκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας. Το κεφάλαιο αυτό υποδιαιρείται σε τέσσερα τμήματα. Στο πρώτο τμήμα περιγράφεται η κατάσταση των υδατοκαλλιεργειών σε παγκόσμιο, ευρωπαϊκό και ελληνικό επίπεδο. Στο δεύτερο τμήμα περιγράφονται τα παθολογικά προβλήματα που παρατηρούνται στις μεσογειακές υδατοκαλλιέργειες. Στο τρίτο τμήμα γίνεται βιβλιογραφική ανασκόπηση των κυριότερων Μυξοσπορίδιων παρασίτων που έχουν αναφερθεί στις υδατοκαλλιέργειες ευρύαλων ψαριών. Τέλος, στο τέταρτο τμήμα γίνεται βιβλιογραφική ανασκόπηση σχετικά με την ανοσία κατά των λοιμογόνων παραγόντων και ειδικότερα των πρωτόζωων παρασίτων των ψαριών. Στο κεφάλαιο ‘’Υλικά και Μέθοδοι’’ περιγράφεται το πειραματικό πρωτόκολλο που χρησιμοποιήθηκε, καθώς και οι τεχνικές που εφαρμόστηκαν για την ανίχνευση παρασίτων, τον προσδιορισμό των ανοσολογικών παραγόντων και τα στατιστικά πακέτα που χρησιμοποιήθηκαν για τη στατιστική ανάλυση. Στο κεφάλαιο ‘’Αποτελέσματα’’ στο υποκεφάλαιο 3.1, γίνεται εκτίμηση της εποχικότητας και του ποσοστού προσβολής των Μυξοσποριδίων που παρασιτούν σε άγρια και εκτρεφόμενα ψάρια στην Ελλάδα. Το E. leei παρατηρήθηκε τόσο σε εκτρεφόμενα όσο και σε άγρια ψάρια που αλιεύθηκαν γύρω από τις μονάδες στις οποίες εντοπίστηκαν τα εκτρεφόμενα μολυσμένα ψάρια. H χιόνα ή μυτάκι (D. puntazzo) αποδείχθηκε ο κύριος ξενιστής του παράσιτου όπου παρατηρήθηκαν και οι μεγαλύτερες θνησιμότητες και τα μεγαλύτερα ποσοστά προσβολής, ενώ για πρώτη φορά διεθνώς ο εκτρεφόμενος σαργός (Diplodus sargus Cetti 1777) θεωρήθηκε σημαντικός ξενιστής αυτού του παράσιτου. Επίσης, το παράσιτο αυτό παρατηρήθηκε για πρώτη φορά διεθνώς σε άγρια τσιπούρα (Sparus aurata Linnaeus 1758) και άγριο κέφαλο (Mugil cephalus Linnaeus 1758) που αλιεύθηκαν γύρω από τις μονάδες στις οποίες εντοπίστηκαν τα εκτρεφόμενα μολυσμένα ψάρια. Το κύριο όργανο στόχος σε όλα τα προσβεβλημένα ψάρια ήταν το έντερο. Στις περιπτώσεις που παρατηρήθηκαν μεγάλα ποσοστά προσβολής σε εκτρεφόμενη χιόνα και σαργό παρατηρήθηκε επίσης και στη χοληδόχο κύστη και στα βράγχια. Επίσης, για πρώτη φορά διεθνώς αναφέρεται ότι ο νεφρός αποτελεί όργανο στόχο του παράσιτου, αφού ώριμοι σπόροι του παράσιτου παρατηρήθηκαν στους νεφρούς σε έντονα μολυσμένη εκτρεφόμενη χιόνα. Το Polysporoplasma sparis Sitjà-Bobadilla & Álvarez-Pellitero 1995, παρατηρήθηκε τόσο σε εκτρεφόμενα όσο και σε άγρια ψάρια που αλιεύθηκαν γύρω από τις μονάδες στις οποίες εκτρέφονταν τα μολυσμένα ψάρια. Συγκεκριμένα, αποδείχθηκε ότι η τσιπούρα αποτελεί τον κύριο ξενιστή του παράσιτου, ενώ παρατηρήθηκε σε μικρότερα ποσοστά προσβολής και σε εκτρεφόμενη χιόνα. Επίσης, για πρώτη φορά διεθνώς παρατηρήθηκε σε άγρια ψάρια όπως: τσιπούρα, κέφαλο και σε μία περίπτωση σε λιθρίνι Pagellus erythrinus Linnaeus 1758 που αλιεύθηκαν γύρω από τις μονάδες στις οποίες εκτρεφόταν τα μολυσμένα ψάρια. Το κύριο όργανο στόχος σε όλα τα προσβεβλημένα ψάρια ήταν ο νεφρός. Το παράσιτο παρατηρήθηκε επίσης και στον ενδιάμεσο συνδετικό ιστό ενώ σε λίγες περιπτώσεις σπόροι του P. sparis βρέθηκαν και σε μελανομακροφάγα κέντρα του νεφρικού παρεγχύματος, (MMC) περιχαρακωμένα με διπλή μεμβράνη συνδετικού ιστού. Το παράσιτο Myxobolus sp. παρατηρήθηκε τόσο σε εκτρεφόμενα όσο και σε άγρια ψάρια που αλιεύθηκαν γύρω από τις μονάδες στις οποίες εκτρέφονταν τα μολυσμένα ψάρια. Συγκεκριμένα, παρατηρήθηκε σε εκτρεφόμενη χιόνα και για πρώτη φορά διεθνώς σε εκτρεφόμενο σαργό. Επίσης, είναι η πρώτη φορά που το παράσιτο αυτό αναφέρεται σε άγριο κέφαλο στην Ελλάδα, ενώ παρατηρήθηκε και σε άγριο σαργό. Το κύριο όργανο στόχος στα εκτρεφόμενα μολυσμένα ψάρια (σαργός και χιόνα) αλλά και στον άγριο σαργό ήταν ο ενδιάμεσος συνδετικός ιστός και τα μελανομακροφάγα κέντρα του νεφρού όπου παρατηρήθηκαν τροφοζωίτες και ώριμοι σπόροι του παράσιτου. Στον άγριο κέφαλο, ώριμοι σπόροι του παράσιτου παρατηρήθηκαν μόνο σε έντερο και χοληδόχο κύστη, εύρημα το οποίο αναφέρεται για πρώτη φορά διεθνώς. Όλα τα στάδια εξέλιξης του παράσιτου Ceratomyxa diplodae Lubat, Radujkovic, Marques & Bouix 1989 και Ceratomyxa sparusaurati Sitjà-Bobadilla, Palenzuela & Álvarez-Pellitero 1995 παρατηρήθηκαν σε χιόνα και τσιπούρα αντίστοιχα, χωρίς όμως να παρατηρηθούν θνησιμότητες εξαιτίας αυτού του παράσιτου. Επίσης, αταυτοποίητα είδη του γένους Ceratomyxa αναφέρθηκαν για πρώτη φορά διεθνώς σε άγρια ψάρια τσιπούρα και γόπα, (Boops boops Linnaeus 1758). Το κύριο όργανο στόχος του παράσιτου που παρατηρήθηκε τόσο στα εκτρεφόμενα όσο και στα άγρια ψάρια στην παρούσα έρευνα, ήταν η χοληδόχος κύστη. Το Μυξοσπορίδιο Henneguya sp. παρατηρήθηκε σε άγρια τσιπούρα, ενώ είναι η πρώτη φορά διεθνώς που γίνεται αναφορά του παράσιτου αυτoύ σε εκτρεφόμενη χιόνα. Το όργανο στόχος του παράσιτου στην παρούσα έρευνα ήταν η χοληδόχος κύστη. Τέλος, είδος Μυξοσποριδίου του γένους Kudoa παρατηρήθηκε για πρώτη φορά διεθνώς σε μυϊκό ιστό σε εκτρεφόμενο σαργό. Έξαρση των μυξοσποριδιάσεων παρατηρήθηκε τις εποχές με τις υψηλότερες θερμοκρασίες. Συγκεκριμένα, το καλοκαίρι παρατηρήθηκαν τα στατιστικά μεγαλύτερα ποσοστά προσβολής για όλα τα Μυξοσπορίδια σε όλα τα είδη ψαριών που μελετήθηκαν (άγρια και εκτρεφόμενα), ενώ τα επίπεδα προσβολής ακολουθούν κατά φθίνουσα πορεία τη σειρά: άνοιξη, φθινόπωρο και χειμώνας. Επίσης, αποδείχθηκε ότι υπάρχει αλληλεπίδραση στη μετάδοση των Μυξοσποριδίων μεταξύ των εκτρεφόμενων και των άγριων ψαριών. Στις περισσότερες περιπτώσεις αποδείχθηκε ότι τα άγρια ψάρια αποτελούν φορείς των Μυξοσποριδίων στα εκτρεφόμενα ψάρια, και αυτό προέκυψε αφενός από τον συγχρονισμό της παρασίτωσης ανάμεσα σε εκτρεφόμενα και άγρια ψάρια στις περισσότερες περιπτώσεις και αφετέρου από τα στατιστικά σημαντικά μεγαλύτεραποσοστά προσβολής των άγριων ψαριών συγκριτικά με των εκτρεφόμενων. Στο κεφάλαιο ‘’Αποτελέσματα’’ στο υποκεφάλαιο 3.2, περιγράφεται η άμεση μετάδοση του παράσιτου E. leei σε εκτρεφόμενη χιόνα που επιτεύχθηκε για πρώτη φορά μέσω συνύπαρξης υγιών και ασθενών ψαριών. Ο προσδιορισμός της εξέλιξης της παρασίτωσης βασίστηκε στην ανίχνευση διαφόρων σταδίων ανάπτυξης του Μυξοσποριδίου στον εντερικό σωλήνα και σε άλλα όργανα. Μολυσμένα ψάρια με E. leei παρατηρήθηκαν για πρώτη φορά την 5η ημέρα από την έναρξη της πειραματικής μόλυνσης (ποσοστό προσβολής: 20%). Το συνολικό ποσοστό προσβολής έφτασε το 100% την 19η ημέρα και διατηρήθηκε σε αυτό το υψηλό επίπεδο μέχρι το τέλος της πειραματικής μόλυνσης (55η ημέρα). Επίσης, στην αρχή η ένταση όλων των παρασιτικών σταδίων ήταν χαμηλή, αλλά την 26η ημέρα η ένταση των τροφοζωιτών αυξήθηκε ξαφνικά, ακολουθούμενη από αύξηση των σποροβλαστών και των ώριμων σπόρων. Επίσης, για πρώτη φορά εξετάστηκαν παράγοντες έμφυτης ανοσίας σε χιόνες μολυσμένες με το E. leei, προκειμένου να διαπιστωθεί η επίδραση της μόλυνσης στην αμυντική ικανότητα του ψαριού ξενιστή. Εξετάστηκαν δύο παράγοντες της έμφυτης ανοσίας (ΝΟ και λυσοζύμη), προκειμένου να διαπιστωθεί η επίδραση της παρασίτωσης στην αμυντική ικανότητα του ξενιστή. Συγκεκριμένα, παρατηρήθηκε ενεργοποίηση της έκκρισης ΝΟ από τα μονοκύτταρα του αίματος, των οποίων η συγκέντρωση αυξήθηκε σταδιακά στον ορό από την 5η ημέρα μετά την πειραματική μόλυνση και συνεχίστηκε έως το τέλος της πειραματικής διαδικασίας. Επίσης, έγινε μία προσπάθεια υπολογισμού της επίδρασης της παρασίτωσης στα μονοκύτταρα και στα ουδετερόφιλα του αίματος, (πληθυσμοί κυττάρων που επίσης επηρεάζουν μηχανισμούς μη ειδικής αντίδρασης), από τη μέτρηση της συγκέντρωσης λυσοζύμης στον ορό του αίματος. Ποσότητες λυσοζύμης στον ορό του αίματος των μολυσμένων ψαριών όμως δεν ανιχνεύτηκαν, παρά το γεγονός ότι σε φυσικές μολύνσεις του ίδιου ψαριού με άλλα Μυξοσπορίδια (πχ. Myxobolus sp.) είχε βρεθεί ότι η αύξηση της έντασης της παρασίτωσης παρεμποδίζει τη συστηματική έκκριση της λυσοζύμης και είχε προταθεί μία πιθανή επίδραση των Μυξοσποριδίων στην παραγωγή της λυσοζύμης, γεγονός το οποίο σχετίστηκε με την ένταση της παρασίτωσης. Επίσης, περιγράφεται για πρώτη φορά διεθνώς, μία μη επιτυχής πειραματική μόλυνση σε χιόνες που είχαν μολυνθεί παλαιότερα από το Μυξοσπορίδιο E. leei και είχαν θεραπευτεί μετά από χορήγηση θεραπευτικής αγωγής (αμπρόλιο και σαλινομικύνη), γεγονός που ίσως να αποτελεί μία ένδειξη ανάπτυξης αμυντικών μηχανισμών προστασίας. Στο κεφάλαιο ‘’Αποτελέσματα’’ στο υποκεφάλαιο 3.3, περιγράφεται η δοκιμή διαφόρων φαρμάκων, που χρησιμοποιούνται αποτελεσματικά σε άλλα είδη ζώων σε περιπτώσεις μόλυνσης από σπορογόνα πρωτόζωα παράσιτα, τα οποία έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά σε πειραματικές θεραπείες άλλων Μυξοσποριδίων σε ψάρια. Σε χιόνες (μέσου βάρους 15g) φυσικά μολυσμένες με το Μυξοσπορίδιο E. leei σε ποσοστό προσβολής 100%, ελήφθησαν ενθαρρυντικά αποτελέσματα με εφαρμογή αμπρόλιου και σαλινομυκίνης (AS). Σύμφωνα μ’ αυτά παρατηρήθηκε, μείωση του ποσοστού προσβολής, της έντασης και του ποσοστού θνησιμότητας στα υπό θεραπεία ψάρια, χωρίς παράλληλα να υπάρχει καμία ιστοπαθολογική ένδειξη τοξικότητας, ενώ σποροβλάστες και ώριμοι σπόροι με παραμορφωμένη δομή παρατηρήθηκαν σε μικρό χρονικό διάστημα και σε μεγάλο ποσοστό. Συμπερασματικά, από τη διατριβή αυτή προκύπτει ότι ο συνδυασμός αμπρόλιο και σαλινομυκίνης μπορεί να είναι μία πολλά υποσχόμενη και ασφαλής αγωγή για τη θεραπεία πολλών Μυξοσποριδίων ευρύαλων ψαριών, περιορίζοντας τόσο την ένταση της παρασίτωσης όσο και τη θνησιμότητα. Τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τα ευρήματα αυτής της διατριβής είναι: - Τα Μυξοσπορίδια είναι παράσιτα τα οποία παρασιτούν ευρέως στις ελληνικές ιχθυοκαλλιέργειες και προκαλούν σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις σε αυτές. Ξενιστές των Μυξοσποριδίων είναι τόσο εκτρεφόμενα όσο και άγρια ψάρια και το καλοκαίρι είναι η εποχή που ευνοεί την έξαρση των μυξοσποριδιάσεων. Επίσης, υπάρχει αλληλεπίδραση μεταξύ των άγριων και των εκτρεφόμενων ψαριών όσον αφορά στη μετάδοση των Μυξοσποριδίων και τα άγρια ψάρια μπορεί να αποτελούν φορείς μετάδοσης ορισμένων από τα παράσιτα αυτά στα εκτρεφόμενα ψάρια. - Ο βιολογικός κύκλος του E. leei στη χιόνα είναι άμεσος και η μετάδοση του παράσιτου γίνεται μέσω του μολυσμένου νερού. Το έντερο είναι το πρώτο όργανο ‘‘στόχος’’ του παράσιτου. Η επίδραση της παρασίτωσης στην αμυντική ικανότητα του ξενιστή αποδείχθηκε από την ενεργοποίηση της έκκρισης ΝΟ από τα μονοκύτταρα του αίματος στα μολυσμένα ψάρια. Στο χρονικό διάστημα των 55 ημερών, που διήρκησε το πείραμα, η παρασίτωση βρίσκεται ακόμα σε αρχικά στάδια, γεγονός που εξηγεί τη μη ανάπτυξη του παράσιτου σε άλλα όργανα στόχους και τις μηδενικές θνησιμότητες, ευνοώντας τη χορήγηση θεραπευτικής αγωγής. - Ο συνδυασμός αμπρόλιο και σαλινομικύνη μπορεί να είναι μία πολλά υποσχόμενη, οικονομικά συμφέρουσα και ασφαλής θεραπεία για το E. leei που μπορεί να περιορίσει τόσο το ποσοστό προσβολής και την ένταση της παρασίτωσης όσο και τις θνησιμότητες.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The present thesis concerns the study of myxosporea infections in Mediterranean maricultured species, with emphasis in the myxosporea infection caused by Enteromyxum leei Diamant, Lom & Dyková 1994. The objectives of the present thesis were: - The estimation of the myxosporea infections in greek aquaculture, in Sparidae family cultured fish, which are the largest part of Greek mariculture and the role of wild fish as myxosporea reservoirs in cultured fish, as well. - The study of E. leei transmission and immune response in receptor fish subjected to experimental infection of E. leei. - The estimation of the efficacy and the toxicity of orally administrated anti-coccidial drugs, commonly used for other cultured animals, for innovative treatments of E. leei in infection in sharpsnout seabream (Diplodus puntazzo Cetti 1777). The thesis is divided in four Chapters, Introduction, Material & Methods, Results and Discussion. In the Introduction, the relevant literature is reviewed. The Chapte ...
The present thesis concerns the study of myxosporea infections in Mediterranean maricultured species, with emphasis in the myxosporea infection caused by Enteromyxum leei Diamant, Lom & Dyková 1994. The objectives of the present thesis were: - The estimation of the myxosporea infections in greek aquaculture, in Sparidae family cultured fish, which are the largest part of Greek mariculture and the role of wild fish as myxosporea reservoirs in cultured fish, as well. - The study of E. leei transmission and immune response in receptor fish subjected to experimental infection of E. leei. - The estimation of the efficacy and the toxicity of orally administrated anti-coccidial drugs, commonly used for other cultured animals, for innovative treatments of E. leei in infection in sharpsnout seabream (Diplodus puntazzo Cetti 1777). The thesis is divided in four Chapters, Introduction, Material & Methods, Results and Discussion. In the Introduction, the relevant literature is reviewed. The Chapter is subdivided into four Parts. In Part A, the World, European and Greek aquaculture situation is described. In Part B, the pathological problems that are observed in aquaculture are described. In Part C, the literature of the most important myxosporea infections observed in Mediterranean aquaculture is reviewed. In Part D, the literature associated with the immune response of fish against infections and in particular protozoan parasites is reviewed. In Material and Methods, the protocol used in each experiment and the laboratory techniques used for the detection of parasites and for definition of immunological parameters are described. The statistical packages used for the statistical analysis of the results are also described. In the Results, in subchapter 3.1, an estimation of the seasonality and prevalence caused by myxosporea infections in wild and cultured fish species in Greece is described. E. leei has been observed in both cultured and wild fish neighboring cages of cultured fish. Sharpsnout seabream proved to be the main host of this parasite where the highest prevalence and mortality rate were observed, while white seabream (Diplodus sargus Cetti 1777) proved to be also a significant host. E. leei was also observed in wild gilthead seabream (Sparus aurata Linnaeus 1758) and mullets (Mugil cephalus Linnaeus 1758) neighboring cultured fish. The main target organ of all infected fish was the intestine. In cases where high prevalence was observed in cultured sharpsnout seabream and white seabream, the gallbladder and the gills were also target organs. This is the first time that renal tissue is found as a target organ of this parasite; E. leei mature spores being observed in the kidney of heavily infected cultured sharpsnout seabream. Polysporoplasma sparis Sitjà-Bobadilla & Álvarez-Pellitero 1995, has been observed in both cultured and wild fish neighboring cages of cultured fish. Gilthhead seabream proved to be the main host of this parasite, but it was also observed in cultured sharpsnout seabream. This is the first time that P. sparis is observed in wild fish such as: gilthead seabream and mullets and in one case in common Pandora (Pagellus erythrinus Linnaeus 1758), neighboring cages of cultured fish. The main target organ in all infected fish was the kidney. The parasite was found also in the renal interstitial tissue while in a few cases P. sparis spores were observed in the melanomacrophage centers of the kidney demarcated by two layers of connective tissue. Myxobolus sp. has been observed in both cultured and wild fish neighboring cages of cultured fish. This parasite was observed in cultured sharpsnout seabream and for the first time, internationally, in cultured white seabream. Also this is the first time that this parasite was observed in wild mullets in Greece, while it was also observed in wild white seabream. The main target organ in cultured infected fish (white seabream and sharpsnout seabream) and in wild white seabream, was the renal interstitial connective tissue and the melanomacrophage centres of the kidney where trophozoites and mature spores were observed. In wild mullet, mature spores of the parasite were observed only in the gut and the gallbladder; this is found for the first time internationally. All the developmental stages of Ceratomyxa diplodae Lubat, Radujkovic, Marques & Bouix 1989 and Ceratomyxa sparusaurati Sitjà-Bobadilla, Palenzuela & Álvarez-Pellitero 1995 were observed in sharpsnout seabream and gilthead seabream respectively, without causing any mortality. Also, unidentified species of the genus Ceratomyxa were mentioned for the first time in wild fish (gilthead seabream and bogue, Boops boops Linnaeus 1758) internationally. The main target organ of the parasite in both cultured and wild fish was the gallbladder. The parasite Henneguya sp. was observed in wild gilthead seabream and for the first time in cultured sharpsnout seabream. The main target organ of this parasite was the gallbladder. Finally, Kudoa sp. was observed for the first time internationally in the muscle of cultured white seabream. Myxosporean parasites outbreaks were observed in the seasons of highest temperature. Summer, in particular, was the season when the more statistically significant prevalence was observed in all studied fish species (wild and cultured). Also, an interaction in transmission of myxosporea parasites between cultured and wild fish was documented. In most cases, wild fish proved to be the reservoirs of myxosporea parasites transmitting the parasites in the cultured fish. This conclusion was based on the fact that simultaneous infection in cultured and wild fish occurred in most cases and on the fact that the prevalence was statistically higher in wild than in cultured fish. In the Results, in subchapter 3.2, the study of the life cycle of myxosporea Enteromyxum leei in sharpsnout seabream is described. Direct transmission of the infection was achieved by cohabitation of infected and healthy sharpsnout seabream for the first time. The progress of the infection was monitored by the detection of different developmental stages of the parasite in the intestine. E. leei infected fish were firstly observed on day 5 (prevalence of 20%). The total prevalence reached 100% on day 19 and was maintained at this high level until the end of the experimental period (day 55). In addition, the initial intensity of the different parasite stages was low, but on day 26 the intensity of trophozoites was suddenly increased, followed by the increased intensity of sporoblasts and mature spores. Also, two innate immune factors were examined in order to determine the influence of the infection on the defense immunity of the host. Particularly, ΝΟ secretion from blood monocytes was gradually increased after their stimulation from parasite antigens. In the present study, lysozyme levels were not detected in blood serum of infected fish despite the fact that in natural infections of the same fish with other myxosporea parasites a possible influence of myxosporea infection in lysozyme production had been found, a fact that was related to the infection’s intensity level. Also, the experimental transmission of E. leei in recovered sharpsnout seabream previously treated with Salinomycin and Amprolium (AS) proved to be unsuccessful, suggesting a possible development of protective immunity against this parasite. In the Results, in subchapter 3.3, different drugs, effective against other spore-forming parasites in other animals were tested in order to estimate their anti-myxosporean effect in naturally infected (prevalence 100%) sharpsnout sea bream (with E. leei). Two medicated diets were applied: a) Amprolium and Salinomycin (AS) and b) Fumagillin (F). Significant drug effect on reduction of prevalence, intensity of all developmental myxosporea stages and mortality were observed at the end of both treatments in comparison to untreated fish. The effect was most prominent in the case of Amprolium and Salinomycin combination, exhibiting a significant reduction in intensity, prevalence and mortality rate in treated fish without any histopathological evidence of toxic side effects or reduction on growth. Furthermore, sporoblasts and mature spores with distorted structure were observed in both tested treatments, but their prevalence was higher in the case of Amprolium and Salinomycin medication than in Fumagillin treated fish proving evidence of the effectiveness of the drug directly on the parasite. This data suggests that Amprolium and Salinomycin could be a promising treatment for E. leei infections in intensively cultured warm-water fish. From the findings of the present study the following conclusions can be drawn: - Myxosporea are widely distributed parasites in greek aquaculture causing serious economic effects. Cultured and wild fish are the hosts of these parasites and summer is the season that favours the myxosporea’s elevation. Also, there is an interaction in myxosporea infection between cultured and wild fish and wild fish seems to be the parasite reservoir in cultured fish. - The transmission of E. leei in sharpsnout seabream is direct and the parasite transmission is achieved through waterborne contamination. The intestine is the first ‘’target’’ organ of this parasite. The influence of the infection on the defense immunity of the host, was proved by ΝΟ secretion from blood monocytes in infected fish. During the 55day experiment, the parasitosis is still in a primary phase, which is proved by the presence of the parasite in the intestine and not in other ‘’target’’ organs and the deficiency of mortalities. - The Amprolium and Salinomycin combination proved to be a well promising, cheap and safe combination treatment for E. leei reducing the prevalence and intensity level of parasitosis as well as the mortality rate.
περισσότερα