Περίληψη
Σκοπός της διδακτορικής διατριβής είναι η διερεύνηση των τρόπων και των προϋποθέσεων μεταφοράς στοιχείων της λογικής και της ηθικής των «κοινών» στην καθημερινότητα μίας σχολικής τάξης ενός δημόσιου σχολείου. Τα «κοινά» στην εκπαίδευση –ή αλλιώς τα Εκπαιδευτικά κοινά– δίνουν τη δυνατότητα προαγωγής εναλλακτικών παιδαγωγικών διαδικασιών. Έτσι, «ανοίγει ο δρόμος» διαμόρφωσης οριζόντιων τρόπων σκέψης και δράσης, απαλλαγμένων από παγιωμένες κοινωνικές πρακτικές, συνήθειες και σχέσεις. Το πλαίσιο αναφοράς είναι ο μικρόκοσμος της σχολικής τάξης, η οποία έγινε αντιληπτή ως δυνάμει «κοινό» ή αλλιώς ως ένας «πόρος κοινής δεξαμενής» (common-pool resource). Η σχολική τάξη εμπεριέχει «αγαθά»: άυλα (γνώση, μάθηση) και υλικά (χώρος, διάταξη σχολικών επίπλων, σχολικά εγχειρίδια). Η ύπαρξη του πόρου μπορεί να λειτουργήσει ως αφορμή για τους κοινωνούς, ώστε να δράσουν συλλογικά και να συνεισφέρουν στην περαιτέρω βελτίωσή του. Βεβαίως, δεν αρκεί ο πόρος από μόνος του για να μετατραπεί κάτι σε «κοινό», α ...
Σκοπός της διδακτορικής διατριβής είναι η διερεύνηση των τρόπων και των προϋποθέσεων μεταφοράς στοιχείων της λογικής και της ηθικής των «κοινών» στην καθημερινότητα μίας σχολικής τάξης ενός δημόσιου σχολείου. Τα «κοινά» στην εκπαίδευση –ή αλλιώς τα Εκπαιδευτικά κοινά– δίνουν τη δυνατότητα προαγωγής εναλλακτικών παιδαγωγικών διαδικασιών. Έτσι, «ανοίγει ο δρόμος» διαμόρφωσης οριζόντιων τρόπων σκέψης και δράσης, απαλλαγμένων από παγιωμένες κοινωνικές πρακτικές, συνήθειες και σχέσεις. Το πλαίσιο αναφοράς είναι ο μικρόκοσμος της σχολικής τάξης, η οποία έγινε αντιληπτή ως δυνάμει «κοινό» ή αλλιώς ως ένας «πόρος κοινής δεξαμενής» (common-pool resource). Η σχολική τάξη εμπεριέχει «αγαθά»: άυλα (γνώση, μάθηση) και υλικά (χώρος, διάταξη σχολικών επίπλων, σχολικά εγχειρίδια). Η ύπαρξη του πόρου μπορεί να λειτουργήσει ως αφορμή για τους κοινωνούς, ώστε να δράσουν συλλογικά και να συνεισφέρουν στην περαιτέρω βελτίωσή του. Βεβαίως, δεν αρκεί ο πόρος από μόνος του για να μετατραπεί κάτι σε «κοινό», αλλά προϋποθέτει ότι τα υποκείμενα –εκπαιδευτικοί και παιδιά– θα αποκτήσουν την ιδιότητα των κοινωνών. Οι κοινωνοί συνδιαχειρίζονται ομότιμα το κοινό και θεσπίζουν κανόνες που εξασφαλίζουν την ισότιμη συμμετοχή, το κοινό όφελος και, εν γένει, την ευημερία του πόρου.Μέσα από το ερευνητικό εργαλείο της έρευνας δράσης, διεξήχθησαν μικροπολιτικές δράσεις, μέσω των οποίων τα παιδιά είχαν τη δυνατότητα να συνδιαμορφώσουν διαδικασίες μάθησης και διακυβέρνησης συμμετέχοντας ενεργά σε αυτές. Έτσι, δημιουργήθηκε ένα πλαίσιο κατάλληλο να εισαχθούν εναλλακτικοί τρόποι εκπαίδευσης, στους οποίους ο/η εκπαιδευτικός και τα παιδιά λειτουργούν ως ισότιμα μέλη της εκπαιδευτικής διαδικασίας, ενώ ανατρέπονται οι κυρίαρχες διαγενεακές αντιλήψεις και οι παγιωμένες πρακτικές στη σχολική εκπαίδευση. Στο επίκεντρο του καθημερινού σχεδιασμού και της υλοποίησης του ερευνητικού σχεδίου εντοπίστηκε ένα μοτίβο συνδυαστικής αξιοποίησης πρακτικών: οι «παιδαγωγικές πρακτικές των κοινών». Ο όρος «παιδαγωγικές πρακτικές των κοινών» προέκυψε μέσα από την παρούσα διατριβή και περιλαμβάνει διαδικασίες διακυβέρνησης και μάθησης «από-κάτω-προς-πάνω» (bottom-up), με τις οποίες μεταφέρονται στοιχεία των κοινών ως μορφές εμπειρίας στη σχολική τάξη. Μέσα από τις παιδαγωγικές πρακτικές των κοινών έγινε προσπάθεια να χαραχθούν νέα μονοπάτια για την εφαρμογή της θεωρίας των Εκπαιδευτικών κοινών. Ειδικότερα, οι παιδαγωγικές πρακτικές των κοινών συνέβαλλαν στη δημιουργία μίας «παιδαγωγικής των εκπαιδευτικών κοινών» για τη δημοκρατία στο δημόσιο σχολείο. Στα αποτελέσματα της έρευνας, γίνεται μία προσπάθεια ανάδειξης των ευρημάτων μέσα από όρους των «κοινών» (λ.χ. γνώση ως άυλος πόρος, ολοπτισμός, λαθρεπιβάτες/ισσες κ.ά.). Τα θέματα χωρίστηκαν σε δύο αλληλένδετα επίπεδα: «Γνώση και μάθηση με τις παιδαγωγικές πρακτικές των κοινών» και «Διακυβέρνηση με τις παιδαγωγικές πρακτικές των κοινών». Στην ανάλυση φανερώνεται έντονα –μέσα από τα λόγια και τη δράση των παιδιών– η εικόνα που είχαν τα ίδια για την εκπαίδευση, τη γνώση και τη μάθηση, αλλά και για τον ρόλο τους. Η εικόνα αυτή συνδέεται με την έννοια του σχολειοποιημένου νου (όρος που αναπτύχθηκε στην παρούσα διατριβή) και αφορά στο γεγονός ότι τα παιδιά εσωτερικεύουν τον ρόλο του/της μαθητή/ριας ως επιβεβλημένο habitus (έξη) του σχολείου ως δομή. Ενώ, παρουσιάζονται και αποσπάσματα που εστιάζουν στην προσπάθεια για την τροποποίηση της εικόνας αυτής, αλλάζοντας τις προϋπάρχουσες μορφές εμπειρίας και σχέσεων. Στη συζήτηση της παρούσας έρευνας έγιναν ορατές οι «ρωγμές» που προκλήθηκαν στον σχολικό θεσμό. Με τις «ρωγμές» αυτές δημιουργήθηκαν, σε έναν βαθμό, οι προϋποθέσεις αλλαγής των συνηθειών, των αντιλήψεων, αλλά και του τρόπου συσχέτισης μεταξύ των παιδιών και του εκπαιδευτικού. Συγκεκριμένα, υπογραμμίστηκε η υιοθέτηση νέων συνηθειών από τα παιδιά, όπως το να εργάζονται σε ένα πλαίσιο ενεργητικής και συνεργατικής μάθησης, καθώς και η αλλαγή του «πώς γίνονται τα πράγματα», δεδομένου ότι τα παιδιά προσπαθούσαν να «εναρμονιστούν» με τις επιθυμίες του εκπαιδευτικού σχετικά με τον τρόπο μάθησης και διακυβέρνησης. Επιπροσθέτως, κατέστη σαφές ότι όσον αφορά στα παιδιά, είχαν ενσωματώσει την ιδέα του σχολείου ως ένα βαθιά πειθαρχικό σύστημα, στο οποίο ο καθένας/μία «υπηρετεί» αυστηρά τον ρόλο του/της. Αυτό φανερώθηκε μέσα από την «εμμονή» τους με την «αξία» του συμβατικού τρόπου διδασκαλίας. Τέλος, καταδείχθηκε ότι για να διαμορφωθεί μία κοινότητα, δεν αρκεί η προσπάθειά του εκπαιδευτικού, αλλά η ειλικρινής επιθυμία των μελών της να γίνουν κοινότητα και να συσχετιστούν μεταξύ τους με έναν διαφορετικό τρόπο.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The doctoral dissertation aims to explore the methods and conditions for integrating elements of logic and ethics of the "commons" into the everyday life of a school classroom in a public school. The "commons" in education, also known as Educational commons, provide an avenue for promoting alternative pedagogical processes. This opens up the possibility for developing horizontal ways of thinking and acting that are free from established social practices, habits, and relationships. The reference frame is the microcosm of the school classroom, perceived as a potential "common" or a "common-pool resource." The classroom includes "goods": intangible (knowledge, learning) and tangible (space, arrangement of school furniture, textbooks). The presence of this resource can act as a catalyst for the commons to collectively act and contribute to its further improvement. However, the resource alone is not sufficient to transform something into a "common"; it presupposes that the actors – teachers ...
The doctoral dissertation aims to explore the methods and conditions for integrating elements of logic and ethics of the "commons" into the everyday life of a school classroom in a public school. The "commons" in education, also known as Educational commons, provide an avenue for promoting alternative pedagogical processes. This opens up the possibility for developing horizontal ways of thinking and acting that are free from established social practices, habits, and relationships. The reference frame is the microcosm of the school classroom, perceived as a potential "common" or a "common-pool resource." The classroom includes "goods": intangible (knowledge, learning) and tangible (space, arrangement of school furniture, textbooks). The presence of this resource can act as a catalyst for the commons to collectively act and contribute to its further improvement. However, the resource alone is not sufficient to transform something into a "common"; it presupposes that the actors – teachers and students – will acquire the status of commoners. The commoners manage the common on an equal basis and establish rules that ensure equal participation, common benefit, and generally, the well-being of the resource. Through the research tool of action research, micro-political actions were carried out, enabling children to co-shape learning and governance processes by actively participating in them. Thus, a suitable framework was created to introduce alternative educational methods, where the teacher and the students operate as equal members of the educational process, overturning dominant intergenerational perceptions and entrenched practices in school education. At the heart of the daily planning and execution of the research project was a pattern of combinative utilization of practices: the "pedagogical practices of the commons." The term "pedagogical practices of the commons" emerged from this dissertation and includes bottom-up processes of governance and learning, which transfer elements of the commons as forms of experience into the school classroom. Through the pedagogical practices of the commons, efforts were made to forge new paths for the application of the theory of Educational commons. In particular, the pedagogical practices of the commons helped create a "pedagogy of the educational commons" aimed at fostering democracy in the public school. The research results attempt to illuminate the findings through the lens of the "commons" (e.g., knowledge as an intangible resource, holopticism, free-riders etc.). The issues were divided into two interconnected levels: "Knowledge and learning through the pedagogical practices of the commons" and "Governance through the pedagogical practices of the commons." The analysis strongly reflects the children's perspective on education, knowledge, learning, and their roles, as revealed through their words and actions. This perspective is linked to the concept of the schooled mind (a term developed in this dissertation), referring to children internalizing the role of the student as an imposed habitus by the school structure. Additionally, the research presents segments that focus on efforts to change this perspective by altering existing forms of experience and relationships. The discussion of this research highlighted the "cracks" that appeared in the school institution. These "cracks" created conditions for changing habits, perceptions, and ways of relating between children and the teacher. Specifically, it emphasized the adoption of new habits by the children, such as engaging in active and collaborative learning, and the change in "how things are done," as the children attempted to "align" with the teacher's desires regarding learning and governance methods. Moreover, it became evident that the children had embraced the concept of the school as a deeply disciplinary system, where each "strictly adheres" to their role. This was evident through their "fixation" on the "value" of conventional teaching methods. Finally, it was shown that forming a community requires not only the teacher's effort but also the genuine desire of the members to become a community and relate to each other differently.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
La tesis doctoral tiene como objetivo explorar los métodos y condiciones para integrar elementos de lógica y ética de los "comunes" en la vida cotidiana de un aula escolar en una escuela pública. Los "comunes" en la educación, también conocidos como Comunes Educativos, ofrecen una vía para promover procesos pedagógicos alternativos. Esto abre la posibilidad de desarrollar formas de pensar y actuar horizontales que están libres de prácticas sociales establecidas, hábitos y relaciones. El marco de referencia es el microcosmos del aula escolar, percibida como un "común" potencial o un "recurso de pozo común". El aula incluye "bienes": intangibles (conocimiento, aprendizaje) y tangibles (espacio, disposición del mobiliario escolar, libros de texto). La presencia de este recurso puede actuar como un catalizador para que los comunes actúen colectivamente y contribuyan a su mejora. Sin embargo, el recurso por sí solo no es suficiente para transformar algo en un "común"; presupone que los acto ...
La tesis doctoral tiene como objetivo explorar los métodos y condiciones para integrar elementos de lógica y ética de los "comunes" en la vida cotidiana de un aula escolar en una escuela pública. Los "comunes" en la educación, también conocidos como Comunes Educativos, ofrecen una vía para promover procesos pedagógicos alternativos. Esto abre la posibilidad de desarrollar formas de pensar y actuar horizontales que están libres de prácticas sociales establecidas, hábitos y relaciones. El marco de referencia es el microcosmos del aula escolar, percibida como un "común" potencial o un "recurso de pozo común". El aula incluye "bienes": intangibles (conocimiento, aprendizaje) y tangibles (espacio, disposición del mobiliario escolar, libros de texto). La presencia de este recurso puede actuar como un catalizador para que los comunes actúen colectivamente y contribuyan a su mejora. Sin embargo, el recurso por sí solo no es suficiente para transformar algo en un "común"; presupone que los actores - profesores y estudiantes - adquirirán el estatus de comuneros. Los comuneros gestionan el común en igualdad de condiciones y establecen reglas que aseguran la participación equitativa, el beneficio común y, en general, el bienestar del recurso. A través de la herramienta de investigación de la investigación-acción, se llevaron a cabo acciones micro-políticas, permitiendo a los niños co-formar los procesos de aprendizaje y gobernanza participando activamente en ellos. Así, se creó un marco adecuado para introducir métodos educativos alternativos, donde el profesor y los estudiantes operan como miembros iguales del proceso educativo, revirtiendo las percepciones intergeneracionales dominantes y las prácticas arraigadas en la educación escolar. En el corazón de la planificación diaria y ejecución del proyecto de investigación estaba un patrón de utilización combinativa de prácticas: las "prácticas pedagógicas de los comunes". El término "prácticas pedagógicas de los comunes" surgió de esta disertación e incluye procesos de gobernanza y aprendizaje de abajo hacia arriba, que transfieren elementos de los comunes como formas de experiencia al aula escolar. A través de las prácticas pedagógicas de los comunes, se hicieron esfuerzos para forjar nuevos caminos para la aplicación de la teoría de los Comunes Educativos. En particular, las prácticas pedagógicas de los comunes ayudaron a crear una "pedagogía de los comunes educativos" destinada a fomentar la democracia en la escuela pública. Los resultados de la investigación intentan iluminar los hallazgos a través del lente de los "comunes" (por ejemplo, conocimiento como un recurso intangible, holopticismo, polizones, etc.). Los problemas se dividieron en dos niveles interconectados: "Conocimiento y aprendizaje a través de las prácticas pedagógicas de los comunes" y "Gobernanza a través de las prácticas pedagógicas de los comunes". El análisis refleja fuertemente la perspectiva de los niños sobre la educación, el conocimiento, el aprendizaje y sus roles, como se reveló a través de sus palabras y acciones. Esta perspectiva está vinculada al concepto de la mente escolarizada (un término desarrollado en esta disertación), refiriéndose a los niños internalizando el rol del estudiante como un habitus impuesto por la estructura escolar. Además, la investigación presenta segmentos que se centran en los esfuerzos para cambiar esta perspectiva alterando las formas existentes de experiencia y relaciones. La discusión de esta investigación destacó las "grietas" que aparecieron en la institución escolar. Estas "grietas" crearon condiciones para cambiar hábitos, percepciones y formas de relacionarse entre los niños y el profesor. Específicamente, se enfatizó la adopción de nuevos hábitos por parte de los niños, como participar en un aprendizaje activo y colaborativo, y el cambio en "cómo se hacen las cosas", ya que los niños intentaron "alinearse" con los deseos del profesor en cuanto a métodos de aprendizaje y gobernanza. Además, se hizo evidente que los niños habían abrazado el concepto de la escuela como un sistema profundamente disciplinario, donde cada uno "se adhiere estrictamente" a su rol. Esto fue evidente a través de su "fijación" en el "valor" de los métodos de enseñanza convencionales. Finalmente, se mostró que formar una comunidad requiere no solo el esfuerzo del profesor, sino también el deseo genuino de los miembros de convertirse en una comunidad y relacionarse de manera diferente.
περισσότερα