Περίληψη
Εισαγωγή: Οι Διατροφικές Διαταραχές και η Παχυσαρκία αποτελούν σοβαρές, πολυδιάστατες νόσους με αυξημένο επιπολασμό σε παγκόσμιο επίπεδο. Η εμφάνισή τους ξεκινά σε μεγάλο βαθμό στις ευαίσθητες περιόδους της παιδικής και εφηβικής ηλικίας. Η αναγνώριση των παραγόντων κινδύνου που συνδέονται με την εκδήλωση μη ισορροπημένων διατροφικών συμπεριφορών στα παιδιά και στους εφήβους συμβάλλει καθοριστικά στην υλοποίηση στοχευμένων και αποτελεσματικών παρεμβάσεων πρόληψης και αντιμετώπισης. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η ανίχνευση των Διατροφικών Διαταραχών και η καταγραφή του επιπολασμού της παιδικής παχυσαρκίας σε μαθητές Πρωτοβάθμιας (Ε΄ και Στ΄ Δημοτικού) και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (Α΄, Β΄ και Γ΄ Γυμνασίου) καθώς και η διερεύνηση των συσχετίσεων μεταξύ συμπεριφοράς διατροφής, φυσικής δραστηριότητας και ανθρωπομετρικών παραμέτρων.Υλικό - Μέθοδος: Η παρούσα συγχρονική μη παρεμβατική μελέτη διεξήχθη αφού εξασφαλίστηκε η συμμετοχή ενός αντιπροσωπευτικού δείγματος μαθητών από σχο ...
Εισαγωγή: Οι Διατροφικές Διαταραχές και η Παχυσαρκία αποτελούν σοβαρές, πολυδιάστατες νόσους με αυξημένο επιπολασμό σε παγκόσμιο επίπεδο. Η εμφάνισή τους ξεκινά σε μεγάλο βαθμό στις ευαίσθητες περιόδους της παιδικής και εφηβικής ηλικίας. Η αναγνώριση των παραγόντων κινδύνου που συνδέονται με την εκδήλωση μη ισορροπημένων διατροφικών συμπεριφορών στα παιδιά και στους εφήβους συμβάλλει καθοριστικά στην υλοποίηση στοχευμένων και αποτελεσματικών παρεμβάσεων πρόληψης και αντιμετώπισης. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η ανίχνευση των Διατροφικών Διαταραχών και η καταγραφή του επιπολασμού της παιδικής παχυσαρκίας σε μαθητές Πρωτοβάθμιας (Ε΄ και Στ΄ Δημοτικού) και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (Α΄, Β΄ και Γ΄ Γυμνασίου) καθώς και η διερεύνηση των συσχετίσεων μεταξύ συμπεριφοράς διατροφής, φυσικής δραστηριότητας και ανθρωπομετρικών παραμέτρων.Υλικό - Μέθοδος: Η παρούσα συγχρονική μη παρεμβατική μελέτη διεξήχθη αφού εξασφαλίστηκε η συμμετοχή ενός αντιπροσωπευτικού δείγματος μαθητών από σχολεία της Δυτικής Ελλάδας (Ν. Αχαΐας, Ν. Ηλείας, Ν. Αιτωλοακαρνανίας). Οι διατροφικές συνήθειες των μαθητών διερευνήθηκαν μέσω ερωτήσεων πολλαπλής επιλογής και ο κίνδυνος για την ανάπτυξη διατροφικών διαταραχών αξιολογήθηκε χρησιμοποιώντας το έγκυρο σταθμισμένο ερωτηματολόγιο Eating-Attitude Scale (EAT-13). Στο ερωτηματολόγιο συμπεριλήφθηκαν επίσης δημογραφικά στοιχεία, κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά καθώς και χαρακτηριστικά του τρόπου ζωής. Πραγματοποιήθηκαν επίσης ανθρωπομετρικές μετρήσεις. Ο επιπολασμός των υπέρβαρων και των παχύσαρκων παιδιών υπολογίστηκε με τη χρήση των κριτηρίων του Centers for Disease Control and Prevention (CDC) και International Obesity Task force (IOTF), ενώ η κεντρική παχυσαρκία εκτιμήθηκε με τη χρήση των κριτηρίων WHtR≥0.5 και IDF.Αποτελέσματα: Στην έρευνα συμμετείχαν 3504 παιδιά, με μέσο όρο ηλικίας τα 12.8 έτη. Από το σύνολο των συμμετεχόντων παιδιών, τα αγόρια ήταν ελάχιστα περισσότερα, αντιπροσωπεύοντας το 50.2% του δείγματος. Τα ποσοστά υπέρβαρων και παχύσαρκων παιδιών ήταν 19.2% και 12.1% αντίστοιχα με τα κριτήρια του CDC, ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά με τα κριτήρια της IOTF ήταν 20.9% και 7.2%. Τα ποσοστά κεντρικής παχυσαρκίας ήταν 31.1% και 32.8% σύμφωνα με τα κριτήρια WHtR≥0.5 και IDF αντίστοιχα. Κοιλιακή παχυσαρκία εντοπίστηκε στο 62.5% των υπέρβαρων παιδιών, στο 88% των παχύσαρκων παιδιών και στο 14% των παιδιών φυσιολογικού βάρους. Τα αντίστοιχα ποσοστά με τα κριτήρια της IDF ήταν 80.3%, 99.6% και 12.5% αντίστοιχα. Τα παιδιά που συμμετείχαν στην παρούσα έρευνα παρουσιάζουν ορισμένες θεμελιώδεις υγιεινές διατροφικές συνήθειες, όπως είναι η λήψη πρωινού γεύματος (76.9%) και η αποφυγή του γρήγορου φαγητού (3%), αλλά καταναλώνουν σε υψηλή συχνότητα σνακ και γλυκίσματα (42.8% καθημερινά ή σχεδόν καθημερινά). Η καθημερινή ζωή των μαθητών περιλαμβάνει αξιοπρόσεκτο αριθμό ωρών καθιστικών δραστηριοτήτων (μ.ό. 4.4 ώρες μπροστά σε οθόνη) και πολύ περιορισμένο αριθμό ωρών αθλητικής ενασχόλησης (μόλις 9.9% αθλούνται καθημερινά). Οι μαθητές της έρευνας είχαν χαμηλό κίνδυνο εμφάνισης διατροφικών διαταραχών (μ.ό. score κλίμακας ΕΑΤ-13 8.3), αλλά ο εν λόγω κίνδυνος εντοπίστηκε σχεδόν στο ένα τέταρτο των μαθητών (26.9%). Ισχυρή συσχέτιση εντοπίστηκε μεταξύ της συνολικής βαθμολογίας της Κλίμακας Διατροφικών Στάσεων και των υποκατηγοριών της με τον ΔΜΣ και, συνεπώς, τον κίνδυνο εμφάνισης παχυσαρκίας. Με άλλα λόγια, τα παιδιά με υψηλότερο ΔΜΣ (υπέρβαρα ή παχύσαρκα) εμφάνισαν υψηλότερο κίνδυνο εκδήλωσης διατροφικών διαταραχών. Οι παράγοντες που συνδέθηκαν με τον υψηλότερο ΔΜΣ ήταν το άρρεν φύλο, η μη ύπαρξη άλλων παιδιών στην οικογένεια, ο μικρότερος αριθμός γευμάτων, η μη λήψη πρωινού, η κατανάλωση σνακ από το κυλικείο και η κατανάλωση γλυκισμάτων. Ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον εύρημα της έρευνας ήταν ότι οι παχύσαρκοι και υπέρβαροι μαθητές έτειναν να υποτιμούν το βάρος τους, ενώ οι λιποβαρείς μαθητές έτειναν να το υπερεκτιμούν.Συμπεράσματα: Τα αποτελέσματα της παρούσας επιδημιολογικής έρευνας αναδεικνύουν τον υπαρκτό κίνδυνο εμφάνισης διατροφικών διαταραχών και παχυσαρκίας σε παιδιά και εφήβους, θέτοντας ως προτεραιότητα την πρόληψη στο οικογενειακό, κοινωνικό και σχολικό περιβάλλον τους.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Introduction:Eating Disorders and Obesity are serious, multidimensional diseases with an increased prevalence worldwide. Their appearance begins to a large extent in the sensitive periods of childhood and adolescence. The identification of risk factors associated with the manifestation of unbalanced eating behaviors in children and adolescents contributes significantly to the implementation of targeted and effective prevention and treatment interventions.Aim:The aim of this study is to detect Eating Disorders and to record the prevalence of obesity in students of Primary and Secondary Education, as well as to investigate the correlations between dietary behavior, physical activity and anthropometric parameters.Material-Method:The present cross-sectional non intervention study was carried out after ensuring the participation of a representative sample of students from schools in Western Greece (Achaia, Ilia, Etoloakarnania). The students’ dietary habits were studied through multiple-cho ...
Introduction:Eating Disorders and Obesity are serious, multidimensional diseases with an increased prevalence worldwide. Their appearance begins to a large extent in the sensitive periods of childhood and adolescence. The identification of risk factors associated with the manifestation of unbalanced eating behaviors in children and adolescents contributes significantly to the implementation of targeted and effective prevention and treatment interventions.Aim:The aim of this study is to detect Eating Disorders and to record the prevalence of obesity in students of Primary and Secondary Education, as well as to investigate the correlations between dietary behavior, physical activity and anthropometric parameters.Material-Method:The present cross-sectional non intervention study was carried out after ensuring the participation of a representative sample of students from schools in Western Greece (Achaia, Ilia, Etoloakarnania). The students’ dietary habits were studied through multiple-choice questions and the risk for the development of eating disorders was evaluated using the Eating Attitudes Scale (EAT-13) validated questionnaire.The questionnaire also included demographic data, socio-economic and lifestyle characteristics. Anthropometric measurements were also obtained. Overweight and obesity were estimated using the Centers for Disease Control and Prevention (CDC) and International Obesity Task force (IOTF) criteria and central obesity using the WHtR≥0.5 and IDF criteria.Results:3504 children participated in the research, with an average age of 12.8 years. Of all the participating children, the boys were slightly more, representing 50.2% of the sample. The prevalence of overweight and obesity was 19.2% and 12.1% with CDC criteria, respectively, and 20.9% and 7.2%, with IOTF criteria, respectively. Central obesity was 31.1 and 32.8% using the WHtR≥0.5 and IDF criteria, respectively. Central obesity was found in 62.5% of overweight children, in 88% of obese children and in 14% of normal weight children. The respective percentages according to the IDF criteria were 80.3%, 99.6% and 12.5%. The children in the present study showed some basic healthy eating habits, such as eating breakfast (76.9%) and avoiding fast food (3%), although they ate snacks and sweets very often (42.8% in daily or almost daily basis). For most students, daily life included a remarkable number of hours of sedentary activities (mean time of 4.4 hours of screen time) and a very limited number of hours of sports (only 9.9% did sports every day). The students in the study had a low risk of developing eating disorders (mean score of the ΕΑΤ-13 scale 8.3), while this risk was found in almost a quarter of the students (26.9%). A strong correlation was found between the overall score of the Eating Attitudes Scale and its subcategories with BMI and, consequently, the risk of obesity. In other words, children with a higher BMI (overweight or obese) had a higher risk of developing eating disorders. Factors associated with higher BMI were male gender, the absence of other children in the family, the lower number of meals, the lack of breakfast, the consumption of snacks from the school canteen and the consumption of sweets. A particularly interesting finding of the research was that obese and overweight students tended to underestimate their weight, while underweight students tended to overestimate it.Conclusions:The results of the present epidemiological study highlight the existing risk of eating disorders and obesity in children and adolescents, setting as a priority the prevention in the family, social and school environment.
περισσότερα