Περίληψη
Στην παρούσα διδακτορική διατριβή ερευνάται μία από τις σημαντικότερες συνιστώσες της μεταφορικής ικανότητας στη δεύτερη γλώσσα (Γ2), η κατανόηση των μεταφορικών σημασιών. Ειδικότερα, εξετάζονται ο βαθμός δυσκολίας που παρουσιάζουν οι μεταφορές ομοιότητας στην κατανόησή τους, οι στρατηγικές των μαθητών -βάσει των πηγών γνώσης που αξιοποιούν- καθώς και ο ρόλος του περικειμένου και της μητρικής γλώσσας (Γ1). Ο τελευταίος παράγοντας μελετάται με κριτήρια τυπολογικής απόστασης και μεταφορικής αντιστοιχίας μεταξύ Γ1 και Γ2.Για τη διερεύνηση των ανωτέρω πραγματοποιήθηκε πείραμα στο οποίο συμμετείχαν εθελοντικά 30 φυσικοί ομιλητές της Ρωσικής και 27 της Αραβικής (18-46 χρονών, 26 άντρες & 31 γυναίκες). Όλοι οι συμμετέχοντες ήταν μαθητές της Ελληνικής ως Γ2 μέσου (Β΄) επιπέδου ελληνομάθειας και φοιτούσαν στο Διδασκαλείο Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Για τη συλλογή των δεδομένων της κύριας πειραματικής φάσης κατασκευάστηκαν δύο δραστηριότητες καταν ...
Στην παρούσα διδακτορική διατριβή ερευνάται μία από τις σημαντικότερες συνιστώσες της μεταφορικής ικανότητας στη δεύτερη γλώσσα (Γ2), η κατανόηση των μεταφορικών σημασιών. Ειδικότερα, εξετάζονται ο βαθμός δυσκολίας που παρουσιάζουν οι μεταφορές ομοιότητας στην κατανόησή τους, οι στρατηγικές των μαθητών -βάσει των πηγών γνώσης που αξιοποιούν- καθώς και ο ρόλος του περικειμένου και της μητρικής γλώσσας (Γ1). Ο τελευταίος παράγοντας μελετάται με κριτήρια τυπολογικής απόστασης και μεταφορικής αντιστοιχίας μεταξύ Γ1 και Γ2.Για τη διερεύνηση των ανωτέρω πραγματοποιήθηκε πείραμα στο οποίο συμμετείχαν εθελοντικά 30 φυσικοί ομιλητές της Ρωσικής και 27 της Αραβικής (18-46 χρονών, 26 άντρες & 31 γυναίκες). Όλοι οι συμμετέχοντες ήταν μαθητές της Ελληνικής ως Γ2 μέσου (Β΄) επιπέδου ελληνομάθειας και φοιτούσαν στο Διδασκαλείο Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Για τη συλλογή των δεδομένων της κύριας πειραματικής φάσης κατασκευάστηκαν δύο δραστηριότητες κατανόησης μεταφορικών σημασιών, καθεμία από τις οποίες περιείχε 30 μεταφορές ομοιότητας και 16 παρελκυστικά στοιχεία. Στην πρώτη δραστηριότητα το περικείμενο των μεταφορικά χρησιμοποιούμενων λέξεων ήταν (-)καθοδηγητικό/ γενικό, ενώ στη δεύτερη (+)καθοδηγητικό. Αμέσως μετά την ολοκλήρωση και των δύο δραστηριοτήτων διενεργήθηκαν διαδοχικά δύο αναδρομικές συνεντεύξεις με ανάκληση βάσει ερεθίσματος. Στόχος της πρώτης συνέντευξης ήταν η εκμαίευση δεδομένων αναφορικά με τις πηγές γνώσης που είχαν αξιοποιήσει οι συμμετέχοντες κατά τις διεργασίες κατανόησης των μεταφορών. Η δεύτερη συνέντευξη αποσκοπούσε ειδικότερα στη συλλογή πληροφοριών ως προς την αντιστοιχία των υπό εξέταση μεταφορών στη Γ1 και την επίδρασή της στην κατανόηση των μεταφορικών σημασιών στη Γ2. Τα αποτελέσματα της ποσοτικής ανάλυσης επί συνολικού δείγματος ενισχύουν τα πορίσματα προηγούμενων ερευνών αναφορικά με τις δυσκολίες που προκαλεί ο μη κυριολεκτικός λόγος γενικότερα στους μαθητές της Γ2. Παράλληλα, όμως, η ανάλυση ανά στοιχείο ανέδειξε σημαντικές διαφοροποιήσεις από μεταφορά σε μεταφορά ως προς τις επιδόσεις των συμμετεχόντων. Η ποιοτική ανάλυση των δεδομένων υπό το πρίσμα της γνωστικής θεωρίας (Evans 2010, 2009, Kövecses 2010α, 2005, Lakoff & Johnson 2005, Lakoff & Turner 1989) έδειξε ότι ο βαθμός δυσκολίας μιας μεταφοράς είναι το αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης ποικίλων παραγόντων και ανέδειξε τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν οι εννοιολογικές παράμετροι. Εν συντομία, η κυριότερη από αυτές φαίνεται να είναι η ισχυρή εμπειρική βάση των μεταφορών, η οποία αυξάνει τη δυναμική της καθολικότητάς τους και μειώνει τον βαθμό δυσκολίας τους, σε αντίθεση με τον υψηλό βαθμό μεταφορικότητας, περιπλοκότητας και γλωσσικής/ πολιτισμικής εξειδίκευσης, που δυσχεραίνουν την κατανόησή των μεταφορικών σημασιών.Όσον αφορά τις στρατηγικές, στην πρώτη δραστηριότητα και οι δύο γλωσσικές ομάδες βασίστηκαν κυρίως στη στρατηγική μεταφορικής επέκτασης της κυριολεκτικής σημασίας και κατά δεύτερο λόγο στη Γ1. Στη δεύτερη δραστηριότητα κυρίαρχη και στις δύο ομάδες ήταν η περικειμενική στρατηγική. Παράλληλα, παρατηρήθηκαν και κάποιες ποσοτικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των δύο ομάδων ως προς τη χρήση ορισμένων πηγών γνώσης, οι οποίες ενδέχεται να σχετίζονται με τις τυπολογικές διαφοροποιήσεις Γ1 και Γ2 αλλά και με θέματα ψυχοτυπολογίας των συγκεκριμένων γλωσσικών ομάδων. Το καθοδηγητικό περικείμενο της δεύτερης δραστηριότητας βελτίωσε σε στατιστικά σημαντικό επίπεδο την επίδοση και των δύο ομάδων επί συνολικού δείγματος. Ωστόσο, εντοπίστηκαν και ορισμένες περιπτώσεις ανεπαρκούς ή ανεπιτυχούς αξιοποίησης του περικειμένου, οι οποίες είναι συμβατές με τις επισημάνσεις και άλλων ερευνητών σχετικά με τους περιορισμούς στους οποίους υπόκειται η περικειμενική στρατηγική. Για τον λόγο αυτό, υποστηρίζεται ότι η μέγιστη δυνατή αξιοποίηση του περικειμένου απαιτεί την ανάπτυξη αποτελεσματικών στρατηγικών.Η διαφορετική τυπολογική απόσταση της Γ1 (της Ρωσικής και της Αραβικής) από τη Γ2 (την Ελληνική) δεν διαφοροποίησε τη συνολική επίδοση των δύο γλωσσικών ομάδων, εύρημα που επιδέχεται πολλές ερμηνείες και αφήνει ερωτήματα ανοιχτά στην έρευνα. Ωστόσο, η ανάλυση ανά μεταφορά έδειξε στατιστικά σημαντική επίδραση της Γ1 σε 10 μεταφορές του δείγματος. Τα ευρήματα αυτά είναι συμβατά με τα αποτελέσματα των αναλύσεων που έδειξαν θετική επίδραση της Γ1 στην κατανόηση των μεταφορών σε περιπτώσεις μεταφορικής αντιστοιχίας μεταξύ Γ1 και Γ2. Τα δεδομένα αυτά συμφωνούν και με τα πορίσματα προηγούμενων συναφών ερευνών. Παράλληλα, όμως, εντοπίστηκαν και περιπτώσεις που δείχνουν ότι η Γ1 αλληλεπιδρά και με άλλους παράγοντες, οι οποίοι ενίοτε αποδεικνύονται ισχυρότεροι ή ανακόπτουν την παρεμβολή της, ακόμη και σε περιπτώσεις μεταφορικής αντιστοιχίας. Τα αποτελέσματα της παρούσας διδακτορικής διατριβής στο σύνολό τους αναδεικνύουν τους πολλαπλούς παράγοντες που επιδρούν στην κατανόηση της μεταφοράς στη Γ2 και παρουσιάζουν ενδιαφέρον τόσο από θεωρητική άποψη όσο και από την προοπτική της διδακτικής τους αξιοποίησης.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
This dissertation investigates one of the most important aspects of metaphorical competence in the second language (L2), the comprehension of metaphorical meanings. More specifically, the research focuses on the following: the degree of difficulty that resemblance metaphors cause to L2 learners in terms of comprehension, the learners’ strategies -based on the knowledge sources they use-, as well as the role of the context and L1. The last factor is studied by the criteria of the typological distance and the metaphorical equivalence between L1 and L2. 30 Russian Native Speakers and 27 Arab Native Speakers (aged from 18-46 years old, 26 men & 31 women), L2 Greek learners at B level, participated voluntarily in an experiment conducted for the purposes of this research. All participants were recruited from the Modern Greek Language Teaching Centre of the National and Kapodistrian University of Athens. Two metaphor comprehension tasks were constructed for the collection of data in the main ...
This dissertation investigates one of the most important aspects of metaphorical competence in the second language (L2), the comprehension of metaphorical meanings. More specifically, the research focuses on the following: the degree of difficulty that resemblance metaphors cause to L2 learners in terms of comprehension, the learners’ strategies -based on the knowledge sources they use-, as well as the role of the context and L1. The last factor is studied by the criteria of the typological distance and the metaphorical equivalence between L1 and L2. 30 Russian Native Speakers and 27 Arab Native Speakers (aged from 18-46 years old, 26 men & 31 women), L2 Greek learners at B level, participated voluntarily in an experiment conducted for the purposes of this research. All participants were recruited from the Modern Greek Language Teaching Centre of the National and Kapodistrian University of Athens. Two metaphor comprehension tasks were constructed for the collection of data in the main experimental phase. Each one consisted of 30 resemblance metaphors and 16 distractors. In task 1 the context of the metaphorically used words was (-)directive/ general, while in task 2 it was (+)directive. Two successive stimulated recall interviews followed immediately after task completion. The aim of the first interview was to elicit data about the knowledge sources participants had used during metaphor comprehension processes. The second interview aimed at eliciting more specific information as to the existence or non-existence of equivalent metaphors in participants’ L1, as well as to L1 influence on metaphor comprehension. The results of the quantitative analysis in total confirm the findings of previous research as to the difficulties that L2 learners face in the comprehension of the figurative language in general. An analysis of mean scores by item, though, revealed a noteworthy variation among metaphors in terms of difficulty. The qualitative analysis of the data in the light of cognitive theory (Evans 2010, 2009, Kövecses 2010α, 2005, Lakoff & Johnson 2005, Lakoff & Turner 1989) showed that the degree of metaphor difficulty is affected by various interrelated factors and highlighted the important role of conceptual aspects. In short, the most crucial one seems to be the strong experiential basis of metaphors, which is related to aspects of universality and reduces the degree of difficulty. In contrast, the high degree of figurativity, complexity and linguistic/ cultural specificity seem to increase comprehension difficulties.As far as strategies are concerned, in task 1 both language groups employed mostly the metaphoric extension strategy and their L1 in the second place. In task 2 the context-based strategy was the most often used by both language groups. Moreover, there were quantitative differences between the two groups in the use of certain knowledge sources. These differences were assumed to be related to the typological differences between L1 and L2 as well as to aspects of language groups’ psychotypology. The directive context of task 2 had a statistically significant positive effect on comprehension of L2 metaphors for both language groups in total. However, there were cases of insufficient and unsuccessful employment of the context, which come in agreement with certain researchers’ caveats concerning the limitations of context-based strategy. Therefore, it is asserted that for the L2 learners to take full advantage of the context, the development of efficient strategies is necessary.The different typological distance of participants’ L1s (Russian and Arabic language) from L2 (Greek language) did not have any statistically significant effect on the two language groups’ metaphor comprehension total score, a finding open to many interpretations and further research. However, item analysis by metaphor revealed a statistically significant L1 influence on 10 metaphors of the sample. These findings come in congruence with the results of others analyses conducted, which showed a statistically significant facilitating effect of metaphorical equivalence between L1 and L2 on metaphor comprehension. These data are in consistence with the results of other experiments in the field. On the other hand, there was evidence of L1 interaction with other factors that may override or inhibit its influence, even in cases of metaphorical equivalence.The overall results of this dissertation bring to light the multiple factors affecting L2 metaphor comprehension and are interesting from a theoretical point of view as well as from the perspective of the implications they have for teaching.
περισσότερα