Περίληψη
Εισαγωγή: Με τη συνεχή πρόοδο της επιστήμης δίνεται όλο και μεγαλύτερη βαρύτητα στην πρόληψη αλλά και την πρώϊμη διάγνωση των νοσημάτων. Δε θα μπορούσε να είναι διαφορετικά όσον αφορά την καρδιοαγγειακή νόσο, η οποία αποτελεί το πρώτο αίτιο θανάτων παγκοσμίως. Με την πάροδο των χρόνων στη ζωή μιας γυναίκας, αλλά και πιο συγκεκριμένα μετά την εμμηνόπαυση, συμβαίνουν διάφορες μεταβολές στον οργανισμό, οι οποίες σε κάποιες από αυτές προδιαθέτουν για την ανάπτυξη καρδιοαγγειακής νόσου. Είναι επίσης γνωστό πως η νεφρική λειτουργία και η καρδιοαγγειακή λειτουργία αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία, υπό την έννοια ότι βλάβες του ενός συστήματος πολύ συχνά επιφέρουν βλάβες και στο άλλο. Σκοπός : Σκοπός την παρούσας μελέτης ήταν να διερευνηθεί μια πιθανή συσχέτιση μεταξύ των επιπέδων νεφρικής λειτουργίας εντός φυσιολογικών ορίων, και της υποκλινικής αρτηριακής νόσου, πριν δηλαδή από την εμφάνιση κλινικών συμπτωμάτων, σε νέες μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, με τελικό στόχο την πρόληψη εξέλιξης της νόσ ...
Εισαγωγή: Με τη συνεχή πρόοδο της επιστήμης δίνεται όλο και μεγαλύτερη βαρύτητα στην πρόληψη αλλά και την πρώϊμη διάγνωση των νοσημάτων. Δε θα μπορούσε να είναι διαφορετικά όσον αφορά την καρδιοαγγειακή νόσο, η οποία αποτελεί το πρώτο αίτιο θανάτων παγκοσμίως. Με την πάροδο των χρόνων στη ζωή μιας γυναίκας, αλλά και πιο συγκεκριμένα μετά την εμμηνόπαυση, συμβαίνουν διάφορες μεταβολές στον οργανισμό, οι οποίες σε κάποιες από αυτές προδιαθέτουν για την ανάπτυξη καρδιοαγγειακής νόσου. Είναι επίσης γνωστό πως η νεφρική λειτουργία και η καρδιοαγγειακή λειτουργία αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία, υπό την έννοια ότι βλάβες του ενός συστήματος πολύ συχνά επιφέρουν βλάβες και στο άλλο. Σκοπός : Σκοπός την παρούσας μελέτης ήταν να διερευνηθεί μια πιθανή συσχέτιση μεταξύ των επιπέδων νεφρικής λειτουργίας εντός φυσιολογικών ορίων, και της υποκλινικής αρτηριακής νόσου, πριν δηλαδή από την εμφάνιση κλινικών συμπτωμάτων, σε νέες μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, με τελικό στόχο την πρόληψη εξέλιξης της νόσου μέσω αλλαγών στον τρόπο ζωής ή και φαρμακευτικές παρεμβάσεις. Έχει λοιπόν σκοπό την αξιολόγηση των πιθανών επιπτώσεων των μεταβολών της νεφρικής λειτουργίας στη δομή των αγγείων πριν την ανάπτυξη υπέρτασης. Μέθοδοι : Αυτή η μελέτη περιλαμβάνει 141 μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες χωρίς ενδείξεις νεφρικής δυσλειτουργίας ή αρτηριακής υπέρτασης. Δείκτες νεφρικής λειτουργίας και ο ρυθμός σπειραματικής διήθησης (GFR) - με τη χρήση των κλασικών εξισώσεων (GFR βασισμένο στα επίπεδα της κρεατινίνης [GFRepi]) και νεότερες εξισώσεις με τη χρήση των τιμών της Cystatin C (GFR βασισμένο στα επίπεδα της κρεατινίνης και της Cystatin C [GFRcr cystatin] και GFR βασισμένο στα επίπεδα της Cystatin C [GFRcystatin] - συσχετίστηκαν με αιμοδυναμικές παραμέτρους και δείκτες αγγειακής δομής (πάχος έσω-μέσου χιτώνα - ΙΜΤ) και τυχόν παρουσία αθηρωματικών πλακών στις καρωτιδικές και στις μηριαίες αρτηρίες). Αποτελέσματα : Τα επίπεδα των GFRepi, GFRcr cystatin και GFRcystatin παρουσίασαν μια στατιστικά σημαντική αρνητική συσχέτιση με το ΙΜΤ της μηριαίας αρτηρίας, ενώ τα επίπεδα του GFRepi συσχετίζονταν στατιστικά σημαντικά με το μέσο IMT του καρωτιδικού βολβού (CB). Πολυπαραγοντική ανάλυση έδειξε ότι το CB-IMT σχετιζόταν με τα επίπεδα GFRepi και την ηλικία (β-συντελεστής = -0.212, P=0.020), ενώ το ΙΜΤ της μηριαίας αρτηρίας σχετιζόταν μόνο με τα επίπεδα του GFRepi (β-συντελεστής =-0.293, P=0.001). Επίπεδα του GFRepi χαμηλότερα από την 25η εκατοστιαία θέση σχετίζονταν με υψηλότερο CB-IMT (P=0.009), ΙΜΤ της μητριαίας αρτηρίας (P=0.001) και συνδυασμένο ΙΜΤ (P=0.035) σε σχέση με τα υψηλότερα επίπεδα GFRepi. Επιπλέον, επίπεδα GFRepi υψηλότερα της 25ης εκατοστιαίας θέσης σχετίζονταν με χαμηλότερες πιθανότητες ύπαρξης αθηρωματικής πλάκας στον καρωτιδικό βολβό και στο συνδυασμένο καρωτιδικών αρτηριών (CB: odds ratio, 0.146; P=0.006; Συνδυασμένο: odds ratio, 0.249; P=0.043) σε σχέση με χαμηλότερα επίπεδα GFRepi. Συμπέρασμα : Μικρή ελάττωση της νεφρικής λειτουργίας εντός φυσιολογικών ορίων του GFR σχετίζεται ανεξάρτητα με την παρουσία υποκλινικής αθηρωματικής νόσου σε ένα δείγμα φαινομενικά υγιών μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών. Η εκτίμηση του GFR με τη χρήση των επιπέδων της κρεατινίνης (έναντι εκείνων της Cystatin C) είναι πιο ευαίσθητος δείκτης συσχέτισης με το ΙΜΤ και τις αθηρωματικές πλάκες σε αυτό τον ειδικό πληθυσμό γυναικών.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Introduction: Due to the continuous progress of science, more and more emphasis is given on prevention and early diagnosis of diseases. It could not be different with regard to cardiovascular disease when that is the first cause of death worldwide. Over the years of a woman's life, and particularly after menopause, various changes occur, which in some of these predispose to the development of cardiovascular disease. It is also well known that the renal function and the cardiovascular function are closely intertwined in the sense that damage of one system quite often lead to the other system. Objective: The purpose of this study is to investigate a possible association between renal function level within normal limits, and subclinical arterial disease, in other words before the onset of clinical symptoms, in newly postmenopausal women, with the ultimate aim of preventing the progression of disease through changes in lifestyle or pharmacological inteventions. The study aims therefore to ...
Introduction: Due to the continuous progress of science, more and more emphasis is given on prevention and early diagnosis of diseases. It could not be different with regard to cardiovascular disease when that is the first cause of death worldwide. Over the years of a woman's life, and particularly after menopause, various changes occur, which in some of these predispose to the development of cardiovascular disease. It is also well known that the renal function and the cardiovascular function are closely intertwined in the sense that damage of one system quite often lead to the other system. Objective: The purpose of this study is to investigate a possible association between renal function level within normal limits, and subclinical arterial disease, in other words before the onset of clinical symptoms, in newly postmenopausal women, with the ultimate aim of preventing the progression of disease through changes in lifestyle or pharmacological inteventions. The study aims therefore to assess the potential impact of renal function variations in the vascular structure before the development of hypertension.Methods: This pilot study included 141 postmenopausal women without evidence of renal dysfunction or hypertension. Markers of renal function and levels of glomerular filtration rate (GFR) using standard calculations (GFR based on levels of creatinine [GFRepi]) and newer creatinine and/or cystatin calculations (GFR based on levels of creatinine and cystatin [GFRcr cystatin] and GFR based on levels of cystatin [GFRcystatin]) were associated with hemodynamic parameters and markers of vascular structure (intima-media thickness [IMT] and presence of atheromatous plaques in carotid and femoral arteries).Results: Levels of GFRepi, GFRcr cystatin, and GFRcystatin exhibited a significant negative correlation with femoral artery IMT, whereas levels of GFRepi correlated significantly with mean carotid bulb (CB) IMT. Multivariate analysis showed that CB-IMT was predicted by GFRepi levels and age (A-coefficient = 0.212, P = 0.020), whereas femoral artery IMT was predicted by GFRepi levels (A-coefficient = 0.293, P = 0.001). GFRepi levels lower than the 25th percentile were associated with higher CB-IMT (P = 0.009), femoral artery IMT (P = 0.001), and combined IMT (P = 0.035) compared with higher GFRepi levels. Moreover, GFRepi levels greater than the 25th percentile were associated with lower odds for the presence of atherosclerotic plaques at the CB and carotid arteries combined (CB: odds ratio, 0.146; P = 0.006; combined: odds ratio, 0.249; P = 0.043) compared with lower GFRepi levels.Conclusions: A mild decrease in renal function within normal limits of GFR is independently associated with the presence of subclinical atherosclerosis in a sample of apparently healthy young postmenopausal women. Assessment of GFR using creatinine (vs cystatin C) levels is a more sensitive marker of its association with IMT and atherosclerotic plaques in this postmenopausal population.
περισσότερα