Περίληψη
Η λεϊσμανίωση των ζώων και του ανθρώπου είναι παρασιτικό νόσημα που οφείλεται σε πρωτόζωα παράσιτα του γένους Leishmania και μεταδίδεται με το νύγμα εντόμων της υποοικογένειας Phlebotominae (φλεβοτόμοι-σκνίπες). Οι μολυσμένοι σκύλοι αποτελούν τη κύρια δεξαμενή της Leishmania infantum στη φύση και υπεισέρχεται άμεσα στην επιδημιολογία ορισμένων μορφών της ανθρώπινης λεϊσμανίωσης παγκοσμίως. Σκοπός της παρούσης μελέτης ήταν η διερεύνηση της λεϊσμανίωσης του σκύλου στην Αττική, η ταυτοποίηση των ειδών φλεβοτόμων και η απομόνωση του παρασίτου Leishmania από τους μολυσμένους φλεβοτόμους.Κατά τη διάρκεια των τεσσάρων ετών της παρούσης μελέτης (2003-2006) έγιναν 542 παγιδεύσεις εντόμων σε 46 τοποθεσίες παγίδευσης. Οι φλεβοτόμοι, που συλλέχθηκαν σε 42 από τις 46 τοποθεσίες παγίδευσης, ήταν 3254 από τους οποίους οι 1448 (44,43%) ήταν θηλυκοί, από τους οποίους οι 241 (16,64%), οι οποίοι περιείχαν αίμα στο πεπτικό τους σύστημα δεν ταυτοποιήθηκαν προηγουμένως με βάση τα μορφολογικά γνωρίσμ ...
Η λεϊσμανίωση των ζώων και του ανθρώπου είναι παρασιτικό νόσημα που οφείλεται σε πρωτόζωα παράσιτα του γένους Leishmania και μεταδίδεται με το νύγμα εντόμων της υποοικογένειας Phlebotominae (φλεβοτόμοι-σκνίπες). Οι μολυσμένοι σκύλοι αποτελούν τη κύρια δεξαμενή της Leishmania infantum στη φύση και υπεισέρχεται άμεσα στην επιδημιολογία ορισμένων μορφών της ανθρώπινης λεϊσμανίωσης παγκοσμίως. Σκοπός της παρούσης μελέτης ήταν η διερεύνηση της λεϊσμανίωσης του σκύλου στην Αττική, η ταυτοποίηση των ειδών φλεβοτόμων και η απομόνωση του παρασίτου Leishmania από τους μολυσμένους φλεβοτόμους.Κατά τη διάρκεια των τεσσάρων ετών της παρούσης μελέτης (2003-2006) έγιναν 542 παγιδεύσεις εντόμων σε 46 τοποθεσίες παγίδευσης. Οι φλεβοτόμοι, που συλλέχθηκαν σε 42 από τις 46 τοποθεσίες παγίδευσης, ήταν 3254 από τους οποίους οι 1448 (44,43%) ήταν θηλυκοί, από τους οποίους οι 241 (16,64%), οι οποίοι περιείχαν αίμα στο πεπτικό τους σύστημα δεν ταυτοποιήθηκαν προηγουμένως με βάση τα μορφολογικά γνωρίσματα και εξετάσθηκαν με τη μέθοδο ένθετης-PCR για την παρουσία του παρασίτου. Σε έναν (0,41%) μόνο από αυτούς ανιχνεύθηκε η L. infantum και αναμένονται τα αποτελέσματα της ταυτοποίησης του είδους του με μοριακές δοκιμές. Στους υπόλοιπους 3013 φλεβοτόμους έγινε ταυτοποίηση του είδους με μορφολογικά κριτήρια. Ταυτοποιήθηκαν επτά είδη φλεβοτόμων που ανήκαν σε δύο γένη, 6 είδη στο γένος Phlebotomus (P. neglectus, P. tobbi, P. simici, P. papatasi, P. alexandri και P. similis) και ένα στο γένος Sergentomyia (S. minuta). Το γένος Phlebotomus αποτελούσε το 72,56% των συνολικών εντόμων που συλλέχθηκαν (2186 έντομα) και το γένος Sergentomyia το 27,44% (827 έντομα). Το είδος με τη μεγαλύτερη συχνότητα ήταν ο P. tobbi σε ποσοστό 41,52% του συνολικού αριθμού των εντόμων που συλλέχθηκαν, και ακολουθούσαν η S. minuta (27,44%), ο P. neglectus (14,83%), ο P. simici (11.08%), ο P. papatasi (3,68%) και σε πολύ μικρότερη συχνότητα οι P. similis (0,89%) και ο P. alexandri (0,56%). Ο P. tobbi ήταν το επικρατέστερο είδος με ποσοστά 38,4%, 43,5% και 39,8% σε αστικές, περιαστικές και αγροτικές περιοχές, αντίστοιχα. Εξετάσθηκαν με τη δοκιμή του έμμεσου ανοσοφθορισμού (IFAT) συνολικά 4.668 σκύλοι και ανιχνεύθηκαν ειδικά κατά της Leishmania αντισώματα σε 1.134 (24,29 %) από αυτούς, με τίτλους ≥ 1/400, που θεωρούνται θετικοί για λεϊσμανίωση. Από την στατιστική επεξεργασία διαπιστώθηκε ότι δεν υπήρχε στατιστικά σημαντική διαφορά σε σχέση με το φύλο και την οροθετικότητα των σκύλων (p>0,05). Οι σκύλοι με σκούρο χρώμα τριχώματος εμφάνισαν συχνότερα οροθετικότητα ως προς την λεϊσμανίωση σε σχέση με τους υπόλοιπους (p<0,05). Δεν προέκυψε στατιστικά σημαντική συσχέτιση ανάμεσα στην οροθετικότητα και το δίπολο μιγά ή καθαρόαιμου φυλής σκύλου (p>0,05). Διαπιστώθηκε συχνότητα οροθετικών πολύ υψηλή σε ορισμένες φυλές, όπως Εpaniel Breton (50%), German Shorthair Pointer (46,5%), Doberman (45%). Ο μέσος όρος ηλικίας των οροθετικών σκύλων ήταν 5,54 (με τυπική απόκλιση 2,74) έτη, ενώ αντίστοιχα των οροαρνητικών ήταν 5,48 (με τυπική απόκλιση 3,25) (p>0,05). Παρατηρήθηκε ότι οι αγροτικές περιοχές είχαν υψηλότερη συχνότητα περιστατικών οροθετικότητας (46,8%) σε σχέση με τις περιαστικές (27,1%) και τις αστικές (25,9%) (p<0,05). Συμπερασματικά, διαπιστώθηκε ότι στην περιοχή της Αττικής υπήρχε μεγάλος αριθμός οροθετικών στη λεϊσμανίωση σκύλων και αφθονία φλεβοτόμων, ιδιαίτερα του υπογένους Larroussius, στο οποίο ανήκουν οι αποδεδειγμένοι μεταδότες της L. infantum στις μεσογειακές χώρες.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Leishmaniosis is a parasitic disease of animals and man, caused by several Leishmania species and transmitted by phlebotomine sandflies. The aim of this study was to investigate the state of Leishmaniosis in the greater area of Attica, regarding the prevalence of seropositivity in dogs, the species of the sandflies involved and the detection and identification of Leishmania DNA within naturally infected Sandflies. During the 4 years of the study (2003-2006), 542 insect traps were placed and a total number of 3254 sandflies was caught, 1448 (44.43%) of them being female. Additionally, 241 (16.64%) of the females were blood fed and in one (0.41%) of them L. infantum-DNA was detected with nested-PCR. The rest of the sandflies (3013) were identified morphologically to be Phlebotomus neglectus, P. tobbi, P. simici, P. papatasi, P. alexandri, P. similis and Sergentomyia minuta. The most prevalent genus was Phlebotomus spp. (72.56%) and the less prevalent was Sergentomyia (27.44%). Regarding ...
Leishmaniosis is a parasitic disease of animals and man, caused by several Leishmania species and transmitted by phlebotomine sandflies. The aim of this study was to investigate the state of Leishmaniosis in the greater area of Attica, regarding the prevalence of seropositivity in dogs, the species of the sandflies involved and the detection and identification of Leishmania DNA within naturally infected Sandflies. During the 4 years of the study (2003-2006), 542 insect traps were placed and a total number of 3254 sandflies was caught, 1448 (44.43%) of them being female. Additionally, 241 (16.64%) of the females were blood fed and in one (0.41%) of them L. infantum-DNA was detected with nested-PCR. The rest of the sandflies (3013) were identified morphologically to be Phlebotomus neglectus, P. tobbi, P. simici, P. papatasi, P. alexandri, P. similis and Sergentomyia minuta. The most prevalent genus was Phlebotomus spp. (72.56%) and the less prevalent was Sergentomyia (27.44%). Regarding the species, P. tobbi (41.52%) was the most dominant, followed by S. minuta (27.44%), P. neglectus (14.83%), P. simici (11.08%), P. papatasi (3.68%), P. similis (0.89%) and P. alexandri (0.56%). Rural areas were found to have higher density of sandfly populations. A total of 4,668 dogs were tested with (IFAT) and specific anti-Leishmania antibodies were detected in 1.134 (24.29 %), with titres ≥ 1/400. No significant difference was detected between seropositivity and sex (p>0.05). Dark coloured dogs were significantly more seropositive than light coloured ones (p<0.05). Within the breed was found that certain breeds, like Epaniel Breton (50%), German Shorthair Pointer (46.5%) and Doberman (45%) were more seropositive than the others. The mean age of seropositive dogs was 5.54 ±2.74 years and of seronegative ones was 5.48 ±3.25 (p>0.05). Rural areas had significantly more seropositive dogs (46.8%) compared to semi-urban (27.1%) and urban (25.9%) areas (p<0.05). In conclusion, it was found that in the greater area of Attica a large number of seropositive dogs coexist together with sandflies, particularly of species that are proven or suspected vectors of L. infantum in the Mediterranean area.
περισσότερα