Περίληψη
Στόχος: Η παρούσα μελέτη αποσκοπεί στη συνολική εξέταση της μυκηναϊκής εποχής στην περιοχή της Ηλείας, όπως αυτή ορίζεται, επί τη βάσει των διαμορφωθέντων σημερινών διοικητικών ορίων. Η συγκεκριμένη συνθετική εργασία διαρθρώνεται συμφώνως προς τη χρονολογική περιδιολόγηση της Ύστερης Εποχής του Χαλκού. Το πρώτο τμήμα της αφορά στα πρώιμα μυκηναϊκά χρόνια, ό,τι δηλαδή ονομάζεται ΥΕΙ και ΥΕΙΙ και εκτείνεται από το 1600/1550 π.Χ. έως και το 1400 π.Χ. Ακολούθως έπονται τα ύστερα μυκηναϊκά χρόνια, δηλ. η ΥΕΙΙΙ (1400 έως 1100 π.Χ.). Διάρθρωση: Για την πληρέστερη παρουσίαση του υλικού αλλά και τη διευκόλυνση του αναγνώστη στο κάθε τμήμα υπάρχουν κεφάλαια που αφιερώνονται: Α) Στην ένταξη της Ηλείας στην διαχρονική πορεία του Ελληνικού Έθνους, καθώς και εξέταση των περιβαλλοντικών, οικονομικών και κοινωνικών δεδομένων της περιοχής, τα οποία εν πολλοίς έχουν παραμείνει αναλλοίωτα. Β) Στην παράθεση καταλόγου των εντοπισμένων ή ανεσκαμμένων θέσεων του Ν. Ηλείας (εντασσομένων στην ΥΕΧ). Γ) Στην παρ ...
Στόχος: Η παρούσα μελέτη αποσκοπεί στη συνολική εξέταση της μυκηναϊκής εποχής στην περιοχή της Ηλείας, όπως αυτή ορίζεται, επί τη βάσει των διαμορφωθέντων σημερινών διοικητικών ορίων. Η συγκεκριμένη συνθετική εργασία διαρθρώνεται συμφώνως προς τη χρονολογική περιδιολόγηση της Ύστερης Εποχής του Χαλκού. Το πρώτο τμήμα της αφορά στα πρώιμα μυκηναϊκά χρόνια, ό,τι δηλαδή ονομάζεται ΥΕΙ και ΥΕΙΙ και εκτείνεται από το 1600/1550 π.Χ. έως και το 1400 π.Χ. Ακολούθως έπονται τα ύστερα μυκηναϊκά χρόνια, δηλ. η ΥΕΙΙΙ (1400 έως 1100 π.Χ.). Διάρθρωση: Για την πληρέστερη παρουσίαση του υλικού αλλά και τη διευκόλυνση του αναγνώστη στο κάθε τμήμα υπάρχουν κεφάλαια που αφιερώνονται: Α) Στην ένταξη της Ηλείας στην διαχρονική πορεία του Ελληνικού Έθνους, καθώς και εξέταση των περιβαλλοντικών, οικονομικών και κοινωνικών δεδομένων της περιοχής, τα οποία εν πολλοίς έχουν παραμείνει αναλλοίωτα. Β) Στην παράθεση καταλόγου των εντοπισμένων ή ανεσκαμμένων θέσεων του Ν. Ηλείας (εντασσομένων στην ΥΕΧ). Γ) Στην παρουσίαση κάθε θέσης, σε συνάρτηση με την τοπογραφία, το ιστορικό της αρχαιολογικής έρευνας και τα ευρήματα. Δ) Στην ταφική αρχιτεκτονική. Ε) Στα έθιμα ταφής. Στ) Στην κεραμική. Ζ) Στα λοιπά κατάλοιπα του παρελθόντος (δηλ. τα κινητά μνημεία από πηλό, μέταλλο, λίθο κοκ). Η) Στην οικιστική αρχιτεκτονική. Θ) Στα συμπεράσματα για την κοινωνία , τον πολιτισμό, την ομηρική τοπογραφία και την εθνολογική σύνθεση της Ηλείας, κατά την Ύστερη Εποχή του Χαλκού. Ι) Στο τέλος της εργασίας παρατίθεται η βιβλιογραφία, διηρημένη σε ελληνική και ξενόγλωσση, τέσσερα επίμετρα (Α – Δ) σχετιζόμενα με την μελέτη οστεολογικού υλικού από το νεκροταφείο Στρεφίου, την παλαιοβοτανολογική ανάλυση των απανθρακωμένων καρπών σύκων από τον Κακόβατο, τα πορίσματα της ανάλυσης τους με C14, καθώς και με τοπωνύμια – μυθολογικές παραδόσεις, αναφορικά με τη Δυτ. ΝΔ. Πελοπόννησο. Ια) Ακολουθούν κατάλογοι με στατιστικά δεδομένα, γραφήματα, σχέδια και πίνακες εικόνων. Μέθοδος: Η παρουσίαση μίας ολόκληρης εποχής, διάρκειας μεγαλυτέρας των πεντακοσίων ετών, εβασίσθη: Α) στη μελέτη του ήδη δημοσιευμένου υλικού. Πρόκειται για ελάχιστα νεκροταφεία/μεμονωμένους τάφους (π.χ. το Αλποχώρι), που έχουν πλημμελώς δημοσιευθεί. Ανεκτίμητη υπήρξε η βοήθεια των σύντομων αλλά ενίοτε περιεκτικών σε πληροφορίες και στοιχεία, αναφορών στο ΑΔ. Β) στην μελέτη αδημοσίευτου υλικού και βασικά ακεραίων αγγείων από τις θέσεις: Στραβοκέφαλος, Κανιά Μακρυσίων, Διάσελλα, Νέο Μουσείο. Επιπρόσθετα εντοπίστηκαν, κατεγράφησαν και παρουσιάζονται όστρακα γραπτής κεραμεικής από τα οικιστικά σύνολα Κακοβάτου και Επιταλίου. Γ) στην επιτόπια αυτοψία του συνόλου των εξεταζομένων θέσεων αλλά και σε επισκέψεις στο Αρχαιολογικό Μουσείο Τρίπολης και στις αποθήκες της ΣΤ΄ ΕΠΚΑ (Πάτρα). Δ) στην προκαταρκτική ανθρωπολογική μελέτη του οστεολογικού υλικού από το νεκροταφείο Στρεφίου. Ε) στην παλαιοβοτανολογική ανάλυση απανθρακωμένων καρπών σύκων, προερχομένων από τον οικισμό του Κακοβάτου. Επίσης δείγμα εστάλη για ραδιοχρονολόγηση στο Ε.ΚΕ.Φ.Ε ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ. Δυσχέρειες: Πολλές υπήρξαν οι δυσκολίες, που ορθώθηκαν στην προσπάθεια συγκέντρωσης του υλικού, διαχείρισής του και τελικώς στην εκπόνηση της διατριβής. Σχετίζονταν: Α) με τον υπερβολικό και δυσβάσταχτο φόρτο εργασίας, κατά την καθημερινή εκτέλεση της εργασίας. Η μερική απαλλαγή από την καθημερινή γραφειοκρατία, επί ένα έτος, οδήγησε στην επιτάχυνση της συγγραφής αλλά και στην δυνατότητα επικέντρωσης στην εκπόνηση της. Β) με την ανυπαρξία ημερολογίων, σχεδίων για τις παλαιές ανασκαφές (π.χ. Διάσελλα, Κανιά, Στραβοκέφαλο, οικισμός Κακοβάτου). Επιπλέον, πολλά από τα ταφικά μνημεία έχουν καταστραφεί (Στραβοκέφαλος), άλλα έχουν καταχωθεί (πχ Αγραπιδοχώρι, Διάσελλα) και άλλων αγνοείται η ακριβής θέση (πχ. Κανιά Μακρυσίων). Γ) με την ύπαρξη πολλών αδημοσίευτων ταφικών συνόλων1, πολλά εκ των οποίων (πχ. Μιράκα) δεν αναφέρονται καν στο Αρχαιολογικό Δελτίο. Δ) με την ύπαρξη ελαχίστων ανεσκαμμένων οικιστικών συνόλων2. Ε) με την έλλειψη επιστημονικής δεοντολογίας, από ελάχιστους συναδέλφους, οι οποίοι, μολονότι δεν έχουν δημοσιεύσει οιοδήποτε στοιχείο για τις ανασκαφές τους (π.χ. Σαμικό) επί δεκαετίες, εξακολουθούν να μη παρέχουν απλώς πληροφορίες, αναφορικώς με το ανασκαφέν υλικό. Σε πολλές, μάλιστα, περιπτώσεις δεν απέμεινε το παραμικρό ίχνος των μνημείων, καθώς ο ανασκαφέας «εξαφάνισε» ημερολόγια (δηλ. δημόσια έγγραφα), σχέδια και φωτογραφίες (την δαπάνη των οποίων κατέβαλε ο έλληνας φορολογούμενος). Στ) με την μη εξέταση των ανθρωπολογικών δεδομένων, ιδιαίτερα των παλαιοτέρων ανασκαφών³. Ζ) με την ανάγκη εξεύρεσης ιδίων οικονομικών πόρων για τη σχεδίαση και φωτογράφηση των εξεταζομένων αγγείων, καθώς και για τη διενέργεια των αναλύσεων με τη χρήση ραδιάνθρακα. Η) με την δυσχέρεια επικοινωνίας και ανταλλαγής απόψεων με συναδέλφους. […]
περισσότερα