Περίληψη
Στόχος της διατριβής είναι η κατά το δυνατόν πληρέστερη παρουσίαση και μελέτη του υλικού που προέρχεται από το εκτεταμένο νεκροταφείο θαλαμωτών τάφων της Αγίας Τριάδας, της σημαντικότερης νεκρόπολης μυκηναϊκών χρόνων που έχει ερευνηθεί έως τώρα στην Ηλεία, και κατ’ επέκταση η αποτύπωση των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών που επικράτησαν κατά την YE III περίοδο στην περιοχή, όπως αυτές διαμορφώνονται μέσα από τα ευρήματα του νεκροταφείου. Παράλληλα, επιχειρείται να καθοριστεί ο ρόλος που διαδραμάτισε η Ηλεία και η δυτική Πελοπόννησος γενικότερα, στις εξελίξεις της περιόδου, ενώ συμπληρώνεται ο χρονολογικός πίνακας της Μυκηναϊκής Ηλείας. Το υλικό του νεκροταφείου καλύπτει τα ιστορικά-χρονολογικά κενά, που υπήρχαν μέχρι τώρα, στη συνέχεια κατοίκησης της περιοχής. Παρόλα αυτά, επειδή το υλικό των μυκηναϊκών χρόνων της Ηλείας που προέρχεται από διάφορες θέσεις του νομού, παραμένει αδημοσίευτο στη συντριπτική του πλειονότητα, εξακολουθούν να υφίστανται ακόμη μεγάλα κενά.Το υπό μελέτη σύν ...
Στόχος της διατριβής είναι η κατά το δυνατόν πληρέστερη παρουσίαση και μελέτη του υλικού που προέρχεται από το εκτεταμένο νεκροταφείο θαλαμωτών τάφων της Αγίας Τριάδας, της σημαντικότερης νεκρόπολης μυκηναϊκών χρόνων που έχει ερευνηθεί έως τώρα στην Ηλεία, και κατ’ επέκταση η αποτύπωση των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών που επικράτησαν κατά την YE III περίοδο στην περιοχή, όπως αυτές διαμορφώνονται μέσα από τα ευρήματα του νεκροταφείου. Παράλληλα, επιχειρείται να καθοριστεί ο ρόλος που διαδραμάτισε η Ηλεία και η δυτική Πελοπόννησος γενικότερα, στις εξελίξεις της περιόδου, ενώ συμπληρώνεται ο χρονολογικός πίνακας της Μυκηναϊκής Ηλείας. Το υλικό του νεκροταφείου καλύπτει τα ιστορικά-χρονολογικά κενά, που υπήρχαν μέχρι τώρα, στη συνέχεια κατοίκησης της περιοχής. Παρόλα αυτά, επειδή το υλικό των μυκηναϊκών χρόνων της Ηλείας που προέρχεται από διάφορες θέσεις του νομού, παραμένει αδημοσίευτο στη συντριπτική του πλειονότητα, εξακολουθούν να υφίστανται ακόμη μεγάλα κενά.Το υπό μελέτη σύνολο του υλικού των 50 θαλαμωτών τάφων του νεκροταφείου της Αγίας Τριάδας, καταγράφηκε στα ευρετήρια της Εφορείας από τη συγγραφέα και ανέρχεται σε 570 αγγεία, και 1350 περίπου μικροευρήματα, κοσμήματα, χάλκινα αντικείμενα, εργαλεία κ. ά. Επισημαίνεται ότι ο αριθμός των αγγείων και των οστράκων δεν είναι ο τελικός, αφού από την πληθώρα των οστράκων επελέγησαν μόνον όσα φέρουν ιδιαίτερη διακόσμηση, ή αναγνωρίστηκε το σχήμα τους.Δυστυχώς στην παρούσα μελέτη δεν συμπεριλαμβάνεται το υλικό που προέρχεται από τους τάφους με αρ. 19, 21-26 και 39, αφού η ανασκαφέας κ. Ξ. Αραπογιάννη, παρά την αρχική της συναίνεση, τελικά δεν παραχώρησε την άδεια μελέτης, γεγονός που καθυστέρησε σημαντικά την ολοκλήρωση της έρευνας, εφόσον από την συγγραφέα κατεγράφη όλο το υλικό των προαναφερθέντων 7 τάφων, και αρχικά συμπεριελήφθη στην εργασία. Στη συνέχεια, το έτος 2004, όταν πλέον η ανασκαφέας κ. Αραπογιάννη απάντησε εγγράφως ότι «μπορεί να συμπεριληφθεί το υλικό μετά τη δημοσίευση από την ίδια», αφαιρέθηκε αναγκαστικά από την παρούσα μελέτη, τόσο από το α'μέρος, της παρουσίασης των τάφων και του καταλόγου των ευρημάτων, όσο και από το β'μέρος, της σύνθεσης. Έχουν συμπεριληφθεί μόνον τα στοιχεία που αναφέρονται στα Χρονικά του Αρχαιολογικού Δελτίου, δηλαδή συνοπτική περιγραφή των τάφων, ο αριθμός και το είδος των ευρημάτων, προκειμένου να υπάρχει ολοκληρωμένη εικόνα για το σύνολο του υλικού που προήλθε από το νεκροταφείο.Η διατριβή διαρθρώνεται σε δύο μέρη A και Β με επιμέρους κεφάλαια, ενώ το Γ μέρος αποτελούν τα σχέδια και οι πίνακες.Στο Α' μέρος περιλαμβάνονται: ο πίνακας περιεχομένων, ο πρόλογος, η διάρθρωση-μεθοδολογία της μελέτης, και ακολουθεί το κεφάλαιο 1, το οποίο αναφέρεται στην τοπογραφία και στο ιστορικό της έρευνας. Στο κεφάλαιο 2 γίνεται η συνοπτική παρουσίαση των ανασκαφικών δεδομένων των 50 θαλαμωτών τάφων (περιγραφή τάφων, κατάλογος ευρημάτων). Στον κατάλογο των ευρημάτων ανά τάφο, παρατίθεται ενδεικτικά η βασική βιβλιογραφία. Η περιγραφή του αγγείου περιλαμβάνει: διατήρηση, πηλό (χρώμα και καθαρότητα, χρώμα αλειφώματος και βαφής), σχήμα (FS), θέμα (FM), διαστάσεις (που δίδονται σε μέτρα), βασική βιβλιογραφία και τη χρονολόγησή του. Η χρονολόγηση των αντικειμένων βασίστηκε στο σχήμα και τη διακόσμηση του αγγείου, στο αρχαιολογικό σύνολο κάθε τάφου, και στα παράλληλα. Στον κατάλογο των ευρημάτων αναφέρεται ο αριθμός καταγραφής του Μουσείου Ολυμπίας και εντός παρενθέσεως ο αριθμός ανασκαφής, που παραπέμπει στα σχέδια των κατόψεων των θαλαμωτών τάφων, προκειμένου να εντοπίζεται η θέση ανεύρεσης του αντικειμένου. Επίσης κάθε εύρημα συνοδεύεται και από τη φωτογραφία του σε σμίκρυνση.Στο Β' μέρος, που απαρτίζεται από πέντε κεφάλαια, αντιμετωπίζονται συνθετικά τα πορίσματα που προέκυψαν από την ανάλυση του υλικού.Ένας ακόμη τόμος (Τ') περιλαμβάνει τα σχέδια των τάφων και των ευρημάτων και τις φωτογραφίες (πίνακες), με συνημμένο κατάλογο σχεδίων και πινάκων.
περισσότερα