To κύκλιο ορχηστικό άσμα του Διθυράμβου τον 7 ο αι. π.Χ.: μυθολογική και αρμονική χωρική αντίληψη
Περίληψη
Το αντικείμενο της παρούσας διατριβής αφορά στο « ορχηστικό μέλος » του Διθυράμβου κατά τον 7ο π.Χ. αι., όπως επίσης στη σχέση του Διθυράμβου με μία πρώιμη λατρεία του Διονύσου και τις απαρχές του δράματος. Ο Διθύραμβος είναι ένα αυτοσχέδιο λατρευτικό κύκλιο ορχηστικό άσμα, το οποίο εικάζεται ότι γεννήθηκε στις αρχές του 7ου αι. π.Χ. Η παλαιότερη αναφορά του βρέθηκε σε απόσπασμα του Αρχίλοχου ( γύρω στο 665 π.Χ.) ο οποίος τον συνέδεσε με την λατρεία του θεού Διονύσου και τον πρωτοπαρουσίασε ως τραγούδι στην Πάρο, στο οποίο τραγουδούσε ο ίδιος ως κορυφαίος μίας ομάδας (Pickard - Cambridge (1962, σ.58). Mε βάση τις αναφορές του Ηρόδοτου την τεχνική του Διθυράμβου εξελίσσει ο Αρίων, ακμάζων στην Κόρινθο το 624 π.Χ., ο οποίος συγκροτεί τον πρώτο κύκλιο διθυραμβικό χορό από πενήντα άντρες άδοντες σε τάξη κατά στροφές και αντιστροφές και διαχωρίζει σε αυτόν το μέρος του χορού και το μέρος του Εξάρχοντα, μετατρέποντάς τον σε έντεχνο είδος - Ο Ηρόδοτος αποδίδει στον Αρίωνα την εύρεση, σύνθεση ...
Το αντικείμενο της παρούσας διατριβής αφορά στο « ορχηστικό μέλος » του Διθυράμβου κατά τον 7ο π.Χ. αι., όπως επίσης στη σχέση του Διθυράμβου με μία πρώιμη λατρεία του Διονύσου και τις απαρχές του δράματος. Ο Διθύραμβος είναι ένα αυτοσχέδιο λατρευτικό κύκλιο ορχηστικό άσμα, το οποίο εικάζεται ότι γεννήθηκε στις αρχές του 7ου αι. π.Χ. Η παλαιότερη αναφορά του βρέθηκε σε απόσπασμα του Αρχίλοχου ( γύρω στο 665 π.Χ.) ο οποίος τον συνέδεσε με την λατρεία του θεού Διονύσου και τον πρωτοπαρουσίασε ως τραγούδι στην Πάρο, στο οποίο τραγουδούσε ο ίδιος ως κορυφαίος μίας ομάδας (Pickard - Cambridge (1962, σ.58). Mε βάση τις αναφορές του Ηρόδοτου την τεχνική του Διθυράμβου εξελίσσει ο Αρίων, ακμάζων στην Κόρινθο το 624 π.Χ., ο οποίος συγκροτεί τον πρώτο κύκλιο διθυραμβικό χορό από πενήντα άντρες άδοντες σε τάξη κατά στροφές και αντιστροφές και διαχωρίζει σε αυτόν το μέρος του χορού και το μέρος του Εξάρχοντα, μετατρέποντάς τον σε έντεχνο είδος - Ο Ηρόδοτος αποδίδει στον Αρίωνα την εύρεση, σύνθεση και διδασκαλία του Διθυράμβου, αλλά η επινόησή του θα μπορούσε να εννοηθεί και ως ανανέωση του είδους (Αθανασάκη 2009, σ. 16). Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη ( 384 -322 π.χ.) οι ρίζες της τραγωδίας και η γένεση του δράματος προέρχεται από τους «Εξάρχοντες τον Διθύραμβο», οι οποίοι κατά την συνηθέστερη πρακτική κάνουν την Αρχή στο τραγούδι, ή στον παιάνα και απαντά ο χορός, ή επαναλαμβάνει την επωδό. Ο έξαρχος (auctor , soliste) είναι ο πρόδρομος του ηθοποιού ο οποίος κάνει διάλογο ή και συγκρούεται με τον χορό (αρχ. αποκρίνεται - υποκρίνεται) (Aριστ. Περί Ποιητικής IV 2). Ο Διθύραμβος αποδίδεται και ως όνομα μέλους προς τιμή του Διονύσου, άλλως καλούμενου: «Βάκχου», όπου η ρίζα της ονομασίας Βάκχος, δηλαδή: « Ίακχος» δηλώνει και μία ιαχή. Ο Διόνυσος αναφέρεται και, ως: «Διθυραμβογενής», ονομασία η οποία υποδηλώνει αυτόν που έφτασε στις πύλες της γέννησης δύο φορές (« ο δις θύραζε βεβηκώς»), μία από τη θνητή μητέρα του Γη και μία από τον μηρό του θεϊκού πατέρα του Δία, (Αριστ.Βατρ. 398), (Ευρ. Βάκχ.1993, Σχόλια, σ.212). Σχετικά, επίσης, με την ετυμολογία του Διθυράμβου, ο Πίνδαρος γράφει αντί αυτής τη λέξη: «Λυθίραμβος», εκ των λέξεων: «λύθι» (λύζω) και « ράμμα», η οποία περιγράφεται, επίσης, ως μία κραυγή την οποία ο Βάκχος εξέπεμψε όταν ήταν ραμμένος στον μηρό του πατέρα του Δία. Εξαιτίας της ως άνω ερμηνείας ο Βάκχος αναφέρεται και ως : «μηρογέννητος». Η ανάπτυξη της εργασίας στηρίζεται στην ευρύτερη επεξήγηση και ερμηνευτική προσέγγιση της συγκεκριμένης ετυμολογίας. Ο όρος: «Διθύραμβος » παραμένει ωστόσο ακόμα αινιγματικός (Pickard - Cambridge (1962, σ.58). Σκοπός της έρευνας είναι να εξετάσει τους όρους της αρμονικής ανάπτυξης του Διθυράμβου, στις αρχές του 7ου αι. π.Χ., συσχετίζοντας το κύκλιο ορχηστικό μέλος, τόσο με την δομική οργάνωση αυτοδημιουργούμενων αρμονικών oργανικών συστημάτων, όσο και με μία πρώιμη μορφή αρμονικής μουσικής κλίμακας, η οποία αντιστοιχεί επίσης σε κυκλικό χρόνο. Η θεωρητική αντίληψη για την Αρμονία στηρίζεται σε αρχαίες θεωρήσεις Βαβυλωνιακής και Αιγυπτιακής προέλευσης (Κilmer A. 1971/ M.L.West, 1994 / Effat et al, 1996), του Αναξίμανδρου (611-545) π.Χ., του Πυθαγόρα ( 580 – 496 π.Χ ), Προσωκρατικών φιλοσόφων του 6ου αι. π.Χ. (Ηράκλειτος, Εμπεδοκλής), του Αριστόξενου του Ταραντίνου (370-304 π.Χ.), ή νεότερα σε απόψεις του Βιτρούβιου (1ος αι. π.Χ.) , του M.Γκίκα (1881-1965), αλλά και σύγχρονων επιστημονικών θεωριών. Κατά τους Βιτρούβιο και Γκίκα η Αρμονία συνιστά ένα αρχετυπικό κοσμικό σύστημα αναλογιών των διαφόρων επί μέρους στοιχείων στο σύνολο ενός οργανικού συστήματος, ρυθμιζόμενο από μία δυναμική συμμετρία στον χώρο και μία μουσική ευρυθμία στον χρόνο. (Βιτρούβιος I, 25 σ. 51,95 / Ghyka,1977, ix).Επιπρόσθετος στόχος της εργασίας είναι να καταδείξει το μυθολογικό περιβάλλον που σχετίζεται με την γέννηση της προφιλολογικής μορφής του Διθυράμβου, καθώς τα υπάρχοντα στοιχεία για τον Διθύραμβο - όπως ο βίος του πιθανού δημιουργού του Αρίωνα - κινούνται ανάμεσα στην Ιστορία και τον Μύθο. Οι δύο αυτοί στόχοι οι οποίοι ορίζουν τον σκοπό της έρευνάς μας αλληλοσυμπληρώνονται υποδεικνύοντας και τον τρόπο προσέγγισης της αρμονικής διερεύνησης. Μελετούμε αρχικά τις αναφορές του Διθυράμβου ως : «Φρυγίου Μέλους», εναρμονισμένου κατά την «Φρύγια Αρμονία» συνοδευόμενου από αυλούς. Ερευνούμε επίσης τη μυθολογική συνάφεια του Διθυράμβου, με τελετουργίες της οργιαστικής λατρείας της πανάρχαιας Θεότητας Μητέρας Γης – Φρύγιας Κυβέλης. Η θεά Γη, η οποία αποτελεί και το επίκεντρο όλων των μυστηρίων, συνδέεται με την φύση, ενώ η βλάστηση προσωποποιείται με την μορφή ενός «θείου βρέφους» που γεννιέται και πεθαίνει, όπως η εποχική αναγέννηση. Καθώς εικάζεται ότι η οργιαστική λατρεία της Φρύγιας Κυβέλης εισάγεται από την Φρυγία στην Κρήτη, διερευνούμε στη συνέχεια τον συσχετισμό του Διθυράμβου με την λατρεία ενός βλαστικού «νεκρανασταινόμενου» θεού, του Κρηταγενούς Διός (Ζώης, 1996, σ.184). Ο συγκεκριμένος θεός αποτελεί θρησκευτικό κεντρικό σημείο των Φρυγών αποικιστών στην Κρήτη. Aναφερόμενος μυθολογικά και ως: « Κρόνειος Κούρος » έρχεται επικεφαλής των κουροτρόφων ακολούθων του, υιών της Γης και του Κρόνου, ως «Απάρχων ορχηστής», ενσαρκώνοντας το βλαστικό πνεύμα του χρόνου, τον Δαίμονα Ενιαυτό. Μεταφερόμενη η μορφή του θεού στις ενιαύσιους ( ετήσιες ) μεταμορφώσεις της φύσης, γίνεται η προσωποποίηση των χαρμόσυνων πανηγύρεων κατά την άνοιξη και του πόνου και πένθους κατά την χειμερινή της παρακμή. Σύμφωνα με την Jane Harrison ο Διόνυσος είναι μία παραλλαγή του Ενιαύσιου Δαίμονα και στις εαρινές λατρευτικές πράξεις προς τιμή του Δαίμονα, εντοπίζονται οι απαρχές του Διθυραμβικού ορχηστικού άσματος (Χάρρισον,1999, σ.133/ 2003,σ.15/ 1997, σ.12).Ο ενιαυτός – λέξη προερχόμενη από το εμπρόσθετο « ενι-αυτώ » είναι αυτός που τελεί κύκλο γύρω από τον εαυτό του και επανέρχεται στο ίδιο σημείο μετά πολλής διατριβής « ο τελών του εαυτού κύκλον, ο εις το αυτό κατά μακράν περίοδον μετά πολλής διατριβής περιερχόμενος και τελειούμενος», (Ομ. Οδ.Α.16). Στην παρούσα εργασία τον συμβολισμό του Ενιαυτού προσεγγίζουμε σύμφωνα με μία διττή ερμηνεία, δηλαδή τόσο ως έτους, όσο και ως μίας ευρύτερης περιοδικής χρονικής μονάδας πυθαγόρειας προέλευσης, αναφερόμενης ως: «Μεγάλος Ενιαυτός». Σύμφωνα με την πρώτη ερμηνεία ο Ενιαυτός συμβολίζεται με Δαίμονα, ο οποίος πεθαίνει και αναγεννάται ως πνεύμα του Έτους, όταν ο Ήλιος διατρέχει τον κύκλο του Ζωδιακού σε έναν χρόνο. Σύμφωνα με την δεύτερη ερμηνεία ο όρος αυτός, καλούμενος και ως: "Το μέγα Πλατωνικό έτος, ή Μετάπτωση των Ισημεριών", ορίζεται ως ο μέγιστος χρονικός κύκλος τον οποίον διαγράφει δια του Βορείου πόλου του άξονά της η Γη, προκειμένου να εκτελέσει τον κύκλο του Ζωδιακού και να επιστρέψει στο σημείο εκκίνησής του κατά την ανάδρομη φορά σε μία χρονική περίοδο περίπου 26.000 ηλιακών ετών. Κατά την περίοδο του Μεγάλου Ενιαυτού γεννιέται ένας εύρυθμος συντονισμός των πλανητών, ο οποίος "συνθέτει" μία Αρμονική Μουσική κλίμακα οριζόμενη κατά Πυθαγόρα, ως ένα μουσικό σύστημα οκτώ φθόγγων ( ή διαπασών), βάσει των οποίων είναι διατεθειμένες οι ουράνιες σφαίρες ( Φιλόλαος σ.66 Βοικχ., Νικομ. Εν Mus. Velt σ.17, Πλουτ.2.1145 Α). Σύμφωνα και με τον Πλάτωνα το μουσικό αυτό σύστημα περιγράφεται με την φράση: "..από τους οκτώ τόνους γεννιέται μία αρμονική συμφωνία" ("εκ πασών οκτώ ουσών μίαν αρμονίαν ξυμφωνείν") (Πλάτων Πολιτεία 617b 6-7/ Τίμαιος 39 D). Ο «κύκλος του Ενιαυτού» αναφέρεται στην αρχαία ελληνική γραμματεία και ως: «ιερός κύκλος» συμβολίζοντας στην αρχαία σκέψη και ένα «περιφραγμένο τόπο προς όρχηση (ορχήστρα) στον οποίον γίνονται οι χοροί (Ομ.Οδ. Θ260) Αισχ. Αποσπ.407/ Αριστοφ. Αποσπ. 247). Mε βάση τη συνάφεια της περιοδικής μονάδας του «Μεγάλου Ενιαυτού» με την γέννηση μίας Αρμονικής κλίμακας και σύμφωνα με τις αναφορές του Ηρόδοτου, σχετικά με τον διαχωρισμό του πεντηκονταμελούς Διθυράμβου στο μέρος του χορού και στο μέρος του Εξάρχοντα από τον Αρίωνα, μία πρόσθετη επιδίωξη της παρούσας μελέτης αποτελεί η κατάδειξη του συμβολισμού της περάτωσης του «Μεγάλου Ενιαυτού» με έναν επαναγεννημένο Θεό, ερχόμενο επικεφαλής του Διθυραμβικού θιάσου του, ως «Απάρχων Εναρμονιστής Ορχηστής». Ο Ησίοδος τον 8ο αι. π.Χ. είναι ο πρώτος που αναφέρεται στο φαινόμενο του Μεγάλου Ενιαυτού προμηνύοντας με το τέλος του την επιστροφή του Διός ( Ησίοδος, Θεογονία 453-506 ). Μία διαδικασία εναρμόνισης λαμβάνει χώρα και στις τελετουργίες της Θρακοφρυγικής Κυβέλης με τα μουσικά όργανα : ρόμβους, κώνους, στροβίλους, βέμβυκες, ή ίυγγες. Η περιδίνηση των οργάνων που ταυτίζεται και με τη γέννηση μίας στροβιλώδους όρχησης των ακολούθων της θεάς, και κουροτρόφων του νηπίου Θεού, οι οποίοι αναφέρονται και ως: «καρκίνου στρόβιλοι», ή «κίρκινος κύκλος» (Πλάτων, Νόμοι 790d), σχετίζεται επίσης με την βακχική λατρεία και τον Διθύραμβο. Τα δρώμενα συνοδεύονται και από θρηνητικά αυλητικά άσματα, όπως είναι το μέλος: «σχοινίων», τα οποία μιμούνται: • α. την τροχιά και τις φωνές αποδημητικών, ή διαφόρων πτηνών, όπως: σχοινίων, ίυγξ, ή σεισοπυγίς, χελιδόνι, τροχίλος, οίστρος ή • β. έναν θρήνο για τον χαμό της παλαιάς Σελήνης και το κάλεσμα της νέας - αυτή είναι και η ερμηνεία της μεταγενέστερης λέξης: «καλάνδαι» (< λατ. Calo luna novella)συμβολίζοντας τα πάθη του Δαίμονα Ενιαυτού, κατά τα οποία διώκεται ένας θνήσκων θεός - παλαιός χρόνος και λαμβάνει χώρα η υποδοχή ενός νέου. Κατά τον Πίνδαρο το μέλος «σχοινίων» συνδέεται με την πρώιμη φάση του Διθυράμβου. Ο θρηνητικός αυλητικός ήχος αντιστοιχεί σύμφωνα και με τον Αριστοτέλη σε έναν θεμέλιο φθόγγο στους αυλούς, καλούμενο: «βόμβυξ», ο οποίος βρίσκεται στον αντίποδα ενός οξύτερου φθόγγου, μίας υψίφωνης μελωδίας, η οποία αντιστοιχεί στην «ουλομέλεια του ουρανού», ή στην «Αρμονία των Ουρανίων Σφαιρών», ορίζοντας μία μουσική κλίμακα (Αριστ. Μετά τα Φυσ.3 1093 b / / Περί Ουρανού Β 290b 20, 291a 8/ Περί Ψυχής 407b 33) .Με βάση τις αναφορές του Αριστοτέλη, αλλά και του Πινδάρου, ή και μυθολογικές ερμηνείες, συμπεραίνουμε τη συγγένεια του Διθυράμβου με τα γονιμικά άσματα, όπως το αυλητικό μέλος: « σχοινίων» και διαπιστώνουμε επίσης τον συσχετισμό τους με μία πρώιμη μορφή αρμονικής κλίμακας. Δεδομένης και της Πυθαγόρειας θεωρίας της μουσικής αρμονίας των σε κύκλο φερόμενων ουρανίων σωμάτων, επιβεβαιώνουμε, ότι η στροβιλώδης όρχηση των ακολούθων της Μητέρας Γης, ή η «οιστροδίνητη και οιστροδόνητη» όρχηση των Βακχών Μαινάδων των διονυσιακών οργίων, ή και ο κύκλιος χορός Διθύραμβος, αναφερόμενος και ως: «μύωψ βοηλάτης κινητήριος» που εγείρει οίστρο και βοή, αντικατοπτρίζουν, επιπρόσθετα, τον εύρυθμο συντονισμό της αρμονικής κίνησης των ουρανίων σωμάτων κατά την περάτωση της περιοδικής μονάδας του Μεγάλου Ενιαυτού, ο οποίος συμβολίζει έναν αρχέγονο κύκλιο χορό αναφερόμενο και ως: «ιερό κύκλο» (Αριστ. π. Ουραν.2, 9,3 / («δια της σφαίρας όρχηση») (Λουκιανός περί Όρχ. 8)/ (Αισχ. Ικ. 307, 730 / Αγ.1349 / Πλατ. Απολ. 30Ε / Πινδ. Ο. 13,26), «μύωψ» =οίστρος / βοή = βοή, θεραπεία, επικουρία θεού). «Ο Λουκιανός αναφέρεται επίσης στη σύζευξη των πλανητών και στη θέση των αστεριών, ως πηγή δημιουργίας ενός χορού που ακολουθεί τις ουράνιες θέσεις (Λουκιανός, περί ορχ. 7, 34). Ενδέχεται και ο σπειροειδής λαβύρινθος να αποτελεί μεταγενέστερη δημιουργία που απλά ακολούθησε τις κινήσεις των αστεριών, τις οποίες, μεταξύ άλλων, οι Κρήτες μετέτρεψαν σε χορευτικές κινήσεις που αποτυπώθηκαν έπειτα σε γραμμές δημιουργώντας τον λαβύρινθο ( Ξηρουδάκη, Μ, 2021, σ.18). Τα προαναφερόμενα στοιχεία αναδεικνύουν ως επόμενο ερευνητικό σκοπό, την προσέγγιση του συμβολισμού της γέννησης ενός οιστροδίνητου στροβιλοειδούς χορού, ως θεμελιώδους συνθήκης της ύπαρξης. Αποδεικνύουμε ότι η γέννηση ενός οιστροδίνητου χορού μεταφερόμενη στα ενδότατα του ανθρώπου, αποτελεί μία αρμονική εστιακή διευθύνουσα Αρχή ενός όντος, και διερευνούμε την χωρική της θεώρηση ως «Εστίας». Σύμφωνα και με την πλατωνική αντίληψη η έννοια της « εστίας» αποδίδεται τόσο ως: «θεμέλια ουσία, όσο και ως ώθηση» ( «εστία - ουσία – ώσις», Πλάτων, Κρατύλος 401a c,d,e), ενώ η γέννηση του οίστρου αφυπνίζεται κατά την Σωκρατική σκέψη, ως ψυχικό πάθος και παρασύρει στη φιλοσοφική μανία, μαντεία, βακχεία, αλλά και σε μία εσωτερική περιδίνηση μέσω της οποίας επιτυγχάνεται η εποπτεία του θείου ( «Η ψυχή οιστρά και οδυνάται», Πλάτων, Φαίδρος 251 D).Ερευνώντας την χωρική θεώρηση της έννοιας της « εστίας», διαπιστώνουμε, ότι μέσω της εσωτερικής περιδίνησης του όντος προβάλλεται ένας θεμέλιος άξονας και ένα κέντρο στροβίλου. Η εμβολή ενός άξονα αντί θεμελίου η οποία επιτρέπει την επικοινωνία γης και ουρανού, αλλά και των τεσσάρων κατευθύνσεων του χώρου με το κέντρο, συνδέεται στις αρχαίες ιερουργίες με την « τελετουργία προσανατολισμού », μέσω της οποίας εγκαινιάζεται ένας ιερός χώρος. (Heidegger , 2008, σ.33), ( Eliade, 1999, σ.348) ( Vernant, 1989 / Norberg-Schulz, 2009). Διαμέσου της θεμελίωσης ενός άξονα, τον οποίον μπορεί κανείς να ερμηνεύσει και, ως ομφαλό, γαλαξία, ή ως έναν στύλο - Άτλαντα, πραγματώνεται η υπέρβαση της ανθρώπινης υπόστασης εγκαινιάζοντας και την ίδρυση μίας εστίας, αναφερόμενη, επίσης, ως «μεσόμφαλη εστία» , η οποία φέρει «ομφαλόν» στο μέσον. Τα θεμέλια συνιστούν ένα φυλαγμένο Αρχείο στους κόλπους της Γης από το οποίο αναπτύσσεται και εξαπλώνεται ένας νέος κόσμος, όπως το έμβρυο αναπτύσσεται από τον ομφαλό του. Αυτή είναι και η συμβολική απόδοση της «μεσόμφαλης εστίας», ως: «χθόνιου εστιακού βωμού» ( Αισχ. Ικ. 372/Ευρ. Μηδ.396). Η Εστία εμψυχώνει και την Μητέρα Γη που ενστερνίζεται μέσα της τις ανθρώπινες γενιές και τη δύναμη της νέας βλάστησης και γίνεται η επιχθόνια θεά δια μέσου της οποίας ριζώνει ο «οίκος» στη Γη, ως το «πνεύμα του τόπου» συμβολοποιημένο με τον Δαίμονα Ενιαυτό ("genius loci") ( Vernant, 1989, σελ. 157 ), ή με την παλιγγενεσία ενός θεού. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς γράφει: « Σημαίνει δε ο Στύλος το ανεικόνιστον του Θεού..» (Clement Al. Strom.p.909), ο οποίος αποδίδεται και με την αρχαϊκή απεικόνιση του Διός – Διονύσου (Mayassis S. 1964, Τόμ.2, σ. 279 / Κούρος, Π. 1999, σ.239, 285) (Παράρτημα 1, σ. 300). Εξετάζοντας επιπρόσθετα τις ακόλουθες περιπτώσεις: • Γονιμικά δρώμενα της Μινωικής Μεγάλης Μητέρας Γης, Ρέας, τα οποία συνδέονται με τελετουργίες συγκομιδής στους νεκρούς («πανσπερμία»), κατά τις οποίες τελούνται προσφορές στους κρητικούς «κέρνους» , συνοδευόμενες και από μία «κερνοφόρο όρχηση» των Κορυβάντων, ακολούθων της Ρέας. Η κυκλική στροβιλώδης κορυβαντιώδης όρχηση ελάμβανε χώρα, στην Μινωική Κνωσσό, σε ειδικούς κυκλικούς χώρους - πλατφόρμες. Το είδος αυτό της όρχησης πιστεύεται ότι αποτελούσε επίσης και προπαρασκευαστικό δρώμενο των Ελευσινίων μυστηρίων (– κέρνοι προσφορών βρέθηκαν σε τύμβους). (Warren, 1984, p.321, 322) ( Chapoutier F.1928). (Lawler , 1951) / ( Xanthoudides, 1905) •Αρχαία έθιμα Ετρουσκικών τελετών καθιέρωσης μίας περιοχής για την ίδρυση άστεως αφιερωμένης στη Ρωμαϊκή θεά Εστία, ως τόπου κατάθεσης της συγκομιδής των πρώτων καρπών στους νεκρούς («απαρχαί»), η οποία λαμβάνει χώρα βάσει μίας τελετουργικής κυκλικής οριοθεσίας και μίας πρωτογενούς κύκλιας αυλάκωσης (sulcus primigenius) • Την πινδαρική αναφορά του κύκλιου Διθυράμβου ως: "βοηλάτη" που σημαίνει: « ελαύνω βόες» και δηλώνει επίσης ένα αλώνι, ως τον κυκλοτερή τόπο στον οποίον οι βόες αλωνίζουν τον σίτο • Την περιγραφή της πρώιμης μορφής ορχήστρας θεάτρου ως αλώνιον. Ένας τέτοιος χώρος ιδρύεται στον χώρο της Αρχαίας Αγοράς στην Αθήνα τον 6ο αι. π.Χ. ( Oliver Taplin, 1988, σ. 16 / Χουρμουζιάδης, 1991, σ. 48, 58 / K.J.Dover , 1989, σ. 38 / Γεωργοπαπαδάκος, 1977, σ. 97) •Την θεώρηση της ορχήστρας ως τόπου προγόνων, σύμφωνα με την αριστοτελική φράση: "Όταν καλύφθηκαν οι ορχήστρες με άχυρα έγιναν οι χοροί.."( Αριστ. Προβλ.). Η φράση αυτή μαρτυρά, πρώτον, ότι η ορχήστρα συνδέεται με ένα αλώνι και δεύτερον, ότι η ορχήστρα ήταν τόπος αφιερωμένος στον αρχέγονο κόσμο των προγόνων , καθώς τα άχυρα συμβολίζουν τους αποθνήσκοντες προγόνους, ο οποίος χρήζει «κάθαρσης» (Λουκ.3,17). Η περιγραφή της υπερπλήρωσης της ορχήστρας με άχυρα γεννά επίσης και την αρχή της κίνησης, η οποία αποδίδεται και ως όρχηση, σύμφωνα με την αρχαιοελληνική έννοια της λέξης: « σαλάσσω», η οποία σημαίνει τόσο: «υπερπληρώ, όσο και σείω, ή δονούμαι», οδηγούμαστε στην θεώρηση του συμβολισμού της «μεσόμφαλης εστίας » με τον κυκλοτερή χώρο ενός αλωνιού, στον οποίον οι βόες αλωνίζουν τον σίτο, ως τόπου τέλεσης και του «κύκλιου βοηλάτου Διθυραμβικού χορού» (Πινδ. Ο. 13,26), αλλά και με μία πρώιμη μορφή ορχήστρας, θεωρούμενη επίσης ως έδρα προγόνων. Βάση των άνω στοιχείων προτείνουμε μία αρμονική χάραξη της «μεσόμφαλης εστίας» με θεμέλιο άξονα τον Γαλαξία, μυθολογούμενο επίσης κατά τους Πυθαγορείους και ως: «οδό των ψυχών». Η σχεδιαστική πρόταση, που προσιδιάζει στον «Γαλαξιακό κύκλο», ο οποίος απαρτίζεται από τέσσερεις αρμονικά αναπτυσσόμενους σπειροειδείς βραχίονες, συνίσταται αντίστοιχα από τέσσερεις «μεσόμφαλες» αρμονικές σπείρες ιωνικού κιονόκρανου, οι οποίες σημειώνουν προς τις τέσσερις κατευθύνσεις περιστροφική συμμετρία και χαράσσονται εντός ηλιακού κύκλου που έχει προκύψει βάσει μίας τελετουργίας προσανατολισμού. Εφαρμόζοντας τη μέθοδο χάραξης στα μέλη του αρχαίου θεάτρου της Επιδαύρου επαληθεύονται οι διαστάσεις τους, όταν η ακτίνα του ηλιακού κύκλου έχει αριθμητική αξία = 2Φ, όπου Φ =1,625 cm ( χρυσός αριθμός). Η δομή της ορχήστρας των θεάτρων είχε συνήθως διάμετρο περίπου 20 μέτρων, όπως και η ορχήστρα του θεάτρου της Επιδαύρου έχει περίπου την ίδια διάμετρο των 19.50 μέτρων (Taplin, 1978, σ.16).Η χάραξη ενός εγγραφόμενου ηλιακού κύκλου ως ομφαλού στον κύκλο της ορχήστρας παραπέμπει μεταξύ άλλων στον συμβολισμό της περίκεντρης άλω, ή σε μία «μεσόμφαλη» διάταξη. Η σχεδιαστική πρόταση ανάγνωσης παρατίθεται αναλυτικά στο Παράρτημα ( 2) της εργασίας (σ. 377-385). Έναν τελευταίο σκοπό της παρούσας μελέτης αποτελεί η διερεύνηση του συμβολισμού της « θεμέλιας ουσίας – εστιακής αρχής » ενός όντος με τον μύθο του «μηρογέννητου», ή άλλως ονομαζόμενου: «Διθυραμβογενούς» Διονύσου και την απόδοση αυτού με τις αριστοτελικές έννοιες του « πρώτου κινούντος », της « εντελέχειας » και της «αυτοκίνητης ψυχής» (Αριστοτ.Περί Ψυχής 407b 30).Αντιστοιχίζουμε κατά πρώτον τον συμβολισμό της θεμέλιας ουσίας ενός όντος με τον μύθο του Διονύσου ραμμένου εντός του μηρού του πατέρα του Δία και τον αποδίδουμε με τον αριστοτελικό όρο: " πρώτον κινούν", ή "κινούν ακίνητον". - πρώτον κινούν", είναι η πρώτη Αιτία όλων των μεταβολών, με βάση την οποία μία διαδικασία μεταβαίνει από «δυνάμει» ον στο «ενεργεία ον». Ο Αριστοτέλης αναφέρει, ότι « αυτό που κινεί οργανικά βρίσκεται στο σημείο, όπου συμπίπτουν η «Αρχή και το τέλος», όπως για παράδειγμα το σημείο συναρμογής μίας ανατομικής κλείδωσης (άρθρωσης) (Αριστ. περί Ψυχής 433b 25 ). Καθώς δε ο Διόνυσος μυθολογείται και ως «μηρορραφής» στον μηρό ενός θεϊκού πατρικού προτύπου, θεωρούμε τον νεαρό Διόνυσο και τον πατέρα του Δία, ως μία διττή μονάδα η οποία συνιστά ένα: « πρώτον κινούν». Μέσω του μύθου συμβολίζεται ο θάνατος του παλαιού Εαυτού και η γέννηση ενός νέου, ομοίως με την βλάστηση ενός νέου βλαστού από ένα γηράσκον ρίζωμα, όπου συμπίπτουν επίσης μία Αρχή και ένα τέλος. (Κerenyi, 1998, σ.258). Στη νέα γέννηση ενός θεού συμβάλλει η προβολή μίας συλλογικής Ψυχής ενός παρελθόντος χρόνου (Harrison, 1999, σ. 56,66). Αυτό είναι πιθανόν το υπαρκτικό νόημα της διπλής γέννησης του Διονύσου καλούμενου και ως: «Διθυραμβογενούς» (Λεκατσάς, 1999, σ. 90, 91 / Ορφέας/ Νόννος).Κατά δεύτερον, επιβεβαιώνουμε τη θεώρηση της Ανάδυσης ενός θεού και δη του «μηρογέννητου Διονύσου» , ως « εντελεχές» σύστημα - στο οποίο πραγματώνεται μία ταχεία διαδικασία μεταμόρφωσης, ανάλογη εντελεχών βιολογικών φαινομένων, όπως της προνύμφης σε πεταλούδα - μεταφερόμενο και στον συμβολισμό της αφύπνισης της ψυχής. Η αριστοτελική "εντελέχεια", ορίζεται ως η ολοκλήρωση της διαδικασίας, μέσω της οποίας ένα ον από "δυνάμει" καθίσταται "ενεργεία ον". Στην εντελέχεια υπάρχει ενσωματωμένος ο σκοπός, ως τελείωση ( το ον έσχε το τέλος του ). Η αυτο - δημιουργία των οργανικών συστημάτων ενδέχεται, ακόμη, να συνδέεται και με την επιστήμη της λεγόμενης «Ανάδυσης» (emergence, entelechy). Σύμφωνα με την θεωρία των αναδυόμενων συστημάτων μόλις υπάρξει μία οριακή συσσώρευση ύλης, η οποία αποκτά και ένα κατάλληλο επίπεδο πολυπλοκότητας, ένα σύστημα αναπτύσσει νέους νόμους που δεν μπορούν να εξηγηθούν από τις ιδιότητες των μεμονωμένων μελών τους. Το "όλον" είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα των μερών. Ο θεωρητικός βιολόγος Stuart Κauffman προσδιορίζει τη διαδικασία αυτή, ως μία νέα «θεϊκότητα», η οποία πηγάζει από τις ιδιότητες του αναδυόμενου συστήματος (Κauffman, 2010). Στα Συμπεράσματα της Έρευνας αποδεικνύουμε τέλος, ότι:- το κύκλιο ορχηστικό άσμα του Διθυράμβου γεννιέται μαζί με την τελετουργία, η οποία διαμορφώνεται βάσει φυσικών περιοδικών αρμονικών φαινομένων που συμβαίνουν στο πλήρωμα του χρόνου. Ένα τέτοιο συμβάν αποτελεί κατά την άποψη της εργασίας η κοσμολογική περιοδική χρονική μονάδα του «Μεγάλου Ενιαυτού» που παράγει μία Αρμονική κλίμακα μέσω του εύρυθμου συντονισμού των πλανητών, αλλά και τον συμβολισμό ενός κύκλιου αρχέγονου χορού και χώρου, αναφερόμενου ως: «Ιερού κύκλου». - η αναλογία του κύκλιου χορού του Διθυράμβου με την αρμονική διάταξη των σπειροειδών φυσικών μορφών, είχε υποπέσει στην αντίληψη των αρχαίων πολιτισμών και είχε ρητά καταγραφεί στους συμβολισμούς τους. Επομένως η σύλληψη του Διθυράμβου καλύπτει απαιτήσεις υψηλής συμβολικής τάξης εντός των ορίων μίας Ιερής Αρχιτεκτονικής.- υπάρχει μία σύνδεση του ορχηστικού μέλους του Διθυράμβου με « φυσικογενείς » ήχους, οι οποίοι διαθέτουν έναν χαρακτήρα εναρμόνισης. Οι ήχοι αυτοί οι οποίοι διατηρούν στην λεκτική τους περιγραφή, στοιχεία της φυσικής τους αναφοράς (Ίακχος, ιαχή, ίυγξ, σεισοπυγίς <σείω + πυγή ), αναπαράγονται σε αρχέγονους μύθους και σε γονιμικά δρώμενα των πρώιμων αγροτικών πληθυσμών, συμβολίζοντας την περιοδικότητα φυσικών αρμονικών φαινομένων. Διαθέτουν ταυτόχρονα έναν χωρικό συμβολισμό, ο οποίος σχετίζεται με την συγκρότηση ενός Λαβυρίνθου. - κατ' επέκταση την πρωτότυπη πρόταση σύμφωνα με την οποία η οργάνωση του Διθυράμβου συνδέεται άμεσα με την χωρική αναφορά του Λαβυρίνθου και τις αρμονικές υποδείξεις στις οποίες η αναφορά αυτή παραπέμπει. Στα τελικά συμπέρασματα της εργασίας προκύπτει εν τέλει, ότι:-Το αρμονικό περιοδικό φαινόμενο του Μέγα Ενιαυτού αποτελεί ένα εντελεχές σύστημα που ανακυκλώνεται αφ' εαυτού του, κατά το πέρας και τη νέα αρχή του οποίου, αναδύεται μία ουράνια αρμονική μουσική κλίμακα και το συμβολικό πρότυπο ενός κύκλιου αρχέγονου χορού και χώρου.-Η γέννηση του ορχηστικού άσματος του Διθυράμβου αποτελεί την χωρική και χρονική δραματοποιημένη μεταφορά του Μέγα Ενιαυτού, που οδηγεί στην ανθρώπινη « θέωση ». -H βαθύτερη ουσία της ειδικής διερεύνησής του κύκλιου ορχηστικού άσματος του Διθυράμβου, αναφέρεται σε μία μετάβαση από γενικότερες συμβολικές τάξεις στη χωρική τους προβολή και απόδοση. Οι επιμέρους πολιτισμικές πρακτικές στο εύρος της Ιστορίας αποτελούν, άλλωστε, περιοχές διαρκώς συμβαλλόμενες: υποδεχόμενες, δηλαδή, συνθήκες μεταφοράς, ή μετωνυμίας από τη μία περιοχή θεώρησης, νοητικής δόμησης και έκφρασης σε μία άλλη.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The subject of this Thesis concerns the choral song ("κύκλιο ορχηστικό μέλος") of the Dithyramb during the 7th century B.C. as well as the Dithyramb's relationship with an early cult of Dionysus and the origin of drama. The Dithyramb is an improvised circular choral song that is believed to have been born in the early 7th century. The earliest mention of it was found in a fragment of Archilochus (circa 665 BC) who connected it with the cult of the god Dionysus and first presented it as a song in Paros, in which he sang as the leader of a group (Pickard - Cambridge (1962, σ.58). Based on the reports of Herodotus, the Dithyramb was the creation of the Arion of Corinth (circa 624 BC). He formed the first circle, adding a chorus of 50 men (κύκλιος χορός) in order in turns and reversals and separates in it the part of the chorus and the part of the "Exarchon", turning it into a literary form. Herodotus attributes to Arion the discovery, composition, and teaching of the Dithyramb, but his in ...
The subject of this Thesis concerns the choral song ("κύκλιο ορχηστικό μέλος") of the Dithyramb during the 7th century B.C. as well as the Dithyramb's relationship with an early cult of Dionysus and the origin of drama. The Dithyramb is an improvised circular choral song that is believed to have been born in the early 7th century. The earliest mention of it was found in a fragment of Archilochus (circa 665 BC) who connected it with the cult of the god Dionysus and first presented it as a song in Paros, in which he sang as the leader of a group (Pickard - Cambridge (1962, σ.58). Based on the reports of Herodotus, the Dithyramb was the creation of the Arion of Corinth (circa 624 BC). He formed the first circle, adding a chorus of 50 men (κύκλιος χορός) in order in turns and reversals and separates in it the part of the chorus and the part of the "Exarchon", turning it into a literary form. Herodotus attributes to Arion the discovery, composition, and teaching of the Dithyramb, but his invention could also be understood as a renewal of the genre (Athanasaki 2009, p. 16). According to Aristotle (384 -322 B.C.), the earliest origins of drama come from the "Exarchons of Dithyramb" («Εξάρχοντες τον Διθύραμβον»), who according to common practice start the beginning of a song, or "παιάν" and the chorus answers or repeats the chant (επωδός).The "Eξάρχων" (auctor, soliste) is the forerunner of the actor who holds a dialogue or clashes with the chorus (αποκρίνεται - υποκρίνεται) (Aristotle Poetics IV 12).The Dithyramb was an epithet of Dionysus as well as the Hymn’s name in honor of him, otherwise called: "Bacchus", where the root of the name Bacchus, i.e.: "Iacchus" also indicates a voice («ιαχή»). Some believe that the surname "Dithyramb", attributed to Dionysus, is due to this double birth of the god - Dithyramb = dyo (two) + Thyra (door): from two doors («Διθυραμβογενής»): the one who was born twice, from his mother earth Semeli and the thigh of his father God Zeus («μηρογέννητος»). (Arist. Frogs 398), (Eur. Bacch. 1993, Commentaries, p. 212). Regarding the etymology of Dithyramb, Pindar writes the word “Lythiramvos” («Λυθίραμβος») which comes from the words: «λύθι» and «ράμμα» and means the cry which Dionysus uttered when he was sewn to his father’s thigh. The development of the study is based on the wider interpretation of the specific etymology. However, the term Dithyramb remains enigmatic. The purpose of the research is to examine the conditions of the harmonious development of Dithyramb in the early 7th century B.C., relating the circular orchestral chant ("κύκλιο ορχηστικό μέλος") both to the structural organization of self - created harmonic organic systems and to an early form of the harmonic musical scale, which also corresponds to circular time. The theoretical conception of Harmony is based on considerations of ancient Babylonian and Egyptian origin (Kilmer A. 1971/ M.L.West, 1994 / Effat et al, 1996), but also of Anaximandros (611-545B.C.), Pythagoras (580 – 496 B.C.), Pre - Socratic philosophers of the 6th century B.C. (Heraclitus, Empedocles), Aristoxenus Tarantinos (370-304 B.C.), or more recent views of Vitruvius (1st century B.C.), or M. Ghika (1881-1965), but also modern scientific theories. According to Vitruvius and Ghika, Harmony constitutes a preexisting system of proportionality of parts with the whole, as a symphonic composition ruled by a dynamic symmetry corresponding on space to musical eurythmy in time (Vitruvius I, 25 p. 51,95 /Ghyka,1977, ix).An additional objective of this paper is to demonstrate the mythological environment associated with the birth of the pre-philological Dithyramb, as existing evidence for Dithyramb - such as the life of Arion credited with inventing the dithyramb - moves in the space between History and Myth. The two goals that define the purpose of our research complement each other indicating the way to approach the investigation of Harmony. Firstly, we study the references of Dithyramb as a "Phrygian song" harmonized according to the "Phrygian Harmony" accompanied by flutes. We also investigate the mythological connection of Dithyramb with rituals of the orgiastic worship of the ancient Deity Mother Earth – Phrygian Cybele. The Great Earth Goddess who is the epicenter of all mysteries is connected with Nature, while vegetation is personified in the form of a "divine infant" born and dies like the seasonal rebirth. As it is speculated that the orgiastic cult of Phrygian Cybele was imported from Phrygia to Crete, we then investigate the correlation of Dithyramb with the cult of a vegetative "resurrected" Cretan-born Zeus (Κρηταγενής Δίας) (Zois, 1996, p.184).This particular god, who is a religious focal point of the Phrygian colonizers in Crete, is mythologically referred to, as: "Kronios Kouros" and coming at the head of his followers, curators, sons of Earth and Cronus («κουροτρόφοι»), as Leader Orchestrator (Απάρχων Ορχηστής), embodies the vegetative spirit of the time, the Demon "Eniautos" (Eνιαυτός). Transferring the figure of the god to the annual transformations of nature, he becomes the personification of joyful festivals in spring and pain and mourning during its winter decline. According to Jane Harrison, Dionysus is a variation of the Annual Demon and in the spring devotional acts in honor of the Demon, the beginnings of the Dithyramb orchestral chant are traced (Harrison, 1999, p.133/ 2003, p.15/ 1997, p.12).The word: « Ενιαυτός», derived from the additive " ενι-αυτώ", circles itself - returns to itself (Om. Od. A. 16). In this Thesis, we approach the symbolism of “Eνιαυτός” as a periodic unit, according to a dual interpretation, i.e. both as a “year” and as a wider periodic temporal unit of Pythagorean origin, referred to as: "Great Eνιαυτός" (Μέγας Ενιαυτός).According to the first interpretation, “Ενιαυτός” is symbolized by a Demon, who dies and is reborn as a spirit of the “Year”, when the Sun runs through the entire cycle of the Zodiac in one year, while according to the second interpretation, during the period of the "Great Eνιαυτός", an orderly resonance of the planets is born, which according to Plato composes a Harmonic Musical Scale (Plato Republic 617b 6-7) and the model of a primordial dance circle (Lucian, On Orchis 8). As mentioned by Plato, this long period measures the time interval between two consecutive identical positions of all celestial bodies in the sky when the relative velocities of all eight orbits are completed simultaneously and corresponds to a celestial musical scale, the "Eighth Harmony" (η «δια ογδόης Αρμονία»). The "circle of Eniautos" is also referred to in ancient Greek literature as a "sacred circle" symbolizing a "fenced place for orchestra in which dances take place, while the word: "chorus" denotes a multitude of people standing in circles without escape (Aesch. Aposp.407/Aristoph. Apos. 247).Based on the relevance of the "Great Eνιαυτός" to the birth of a harmonic scale and according to Herodotus' reports, on the separation in the fifty-member Dithyramb the part of the chorus and the part of the “Exarchon", by Arion, an additional objective of the present study, is to demonstrate the symbolism of the completion of the periodic unit "Great Eνιαυτός" with a reborn God coming at the head of his troupe as Leader Orchestrator ("Απάρχων Ορχηστής"). Hesiod in the 8th century BC is the first to refer to the phenomenon of the "Great Eνιαυτός", foreshadowing with its end the return of Zeus (Hesiod, Theogony 453-506).A harmonization process also takes place in the rituals of the Thraco-Phrygian Cybele with the musical instruments: rhombuses, cones, whirlwinds, "βέμβυκες", or "ίυγγες". The whirling of the organs, which is also identified with the birth of a whirling dance of the followers of the goddess, and curators («κουροτρόφων») of the infant God, who is also referred to as: «καρκίνου στρόβιλοι», or «κίρκινος κύκλος» (Plato, Laws 790d), is also related to the Bacchic cult and the Dithyramb. The events are also accompanied by pipe chants («αυλητικά») such as the chant: «σχοινίων», which imitate:• a. the track and the voices of migratory, or various birds, such as: « σχοινίων, ίυγξ, ή σεισοπυγίς, shallow, trochilos, οίστρος », or• b. a lament for the passing of the old Moon and the call of the new - this is also the interpretation of the later word: «καλάνδαι» (< lat. Calo luna novella)symbolizing the passions of the Demon «Eνιαυτός», in which a mortal god – “old time” is persecuted and a new one is welcomed. According to Pindar the «μέλος σχοινίων» is associated with the early phase of the Dithyramb. As demonstrated by Aristotle, the fundamental tone in the flutes: «βόμβυξ», is the opposite of a sharper tone, a high-pitched melody, which corresponds to the «oυλομέλεια του ουρανού», or the "Harmony of the Heavenly Spheres", defining a musical scale (Aristotle, After the Physics 3 1093 b / On the Heavens, B 290b 20, 291a 8 / On the Soul, 407b 33).Based on Pindar's references, or mythological interpretations, we deduced the affinity of the Dithyramb with the mournful fertility chants, such as the pipe chant « σχοινίων ». Also, we established their association with an early form of harmonic scale. Given the Pythagorean theory of the musical harmony of the celestial bodies carried in a circle, we confirm that the whirling dance of the followers of Mother Earth, or the “Oestrus Swirling Sound Dance” («οιστροδίνητη» και «οιστροδόνητη») of the Bacchae - Maenads of Dionysus, or the circular choral chant (" κύκλιο ορχηστικό άσμα") of Dithyramb, also referred to, as: «μύωψ βοηλάτης κινητήριος» that raises «oestrus» and «voice» (Aeschyl. Suppl. 307 / Plat. Apol. 30Ε), reflect the orderly coordination of the harmonious movement of the heavenly bodies during the completion of the periodic unit of the Great One («Μέγας Ενιαυτός»), which also symbolizes a primordial circular dance also referred to as: "sacred circle" («δια της σφαίρας όρχησις») (Αth. 14D /Lucian, The Dance 8 / Pindar Ο. 13,26), «μύωψ» also means: « oestrus», and «voice» (βοή) means: « βοήθεια < βοή+θεού, επικουρία, θεραπεία θεού»."Lucian also refers to the conjunction of the planets and the position of the stars as the source of creating a dance that follows the heavenly positions (Lucian, The Dance 7, 34). This means that the spiral labyrinth may also be a later creation that followed the movements of the stars which the Cretans turned into dance- movements, that were then captured in lines creating the labyrinth (Xiroudaki, M, 2021, p.18). The elements above highlight, as the next exploratory goal of the Τhesis, the symbolism of the birth of a whirling - oestrus dance («οιστροδίνητο χορό») as a fundamental condition of existence («θεμέλια εστιακή αρμονική αρχή»), associated with a Harmonic Principle, or as a "self-motivated Principle", or a moving force that constitutes an inseparable inner characteristic of human nature. We investigate its spatial consideration as: «Hestia». From the point of view of Plato, the concept: « hestia» is attributed both as a fundamental essence, (“θεμέλια ουσία”) and as an impulse («ώθηση») (« εστία - ουσία – ώσις») (Plato, Kratylos 401a, d.). «Oestrus» is awakened in Socratic thought, as a mental passion and seduces into philosophical mania, divination, “βακχεία”, but also into an inner spinning through which the supervision of the divine is achieved (« Η ψυχή οιστρά και οδυνάται »), (Plato, Phaedrus 251 D).Investigating the spatial view of the concept of “Hestia”, we find, that through the inner swirl of being, a fundamental axis and a vortex center are projected. The embolization of an axis instead of a foundation, which allows the link between Heaven and Earth, but also the four directions of space with the center, is connected in ancient rites with the "ritual of orientation", through which a sacred space is inaugurated. (Heidegger, 2008, p.33), (Eliade, 1999, p.348) (Vernant, 1989 / Norberg-Schulz, 2009).Through the foundation of an axis, which one can also interpret as a navel («ομφαλός»), a Galaxy, or a pillar - Atlas, the transcendence of the human existence is realized by inaugurating the establishment of a «Hestia», which is also referred to, as: "μεσόμφαλη" Hestia with an «ομφαλός» in the middle. The foundations constitute a guarded Archive within the bosom of the Earth from which a new world grows and spreads, as the embryo grows from its navel. This is also the symbolic interpretation of the "μεσόμφαλη" Hestia (Eur. Mid. 396) as an epichthonian Altar («χθόνιος εστιακός βωμός») (Aesch. Ik. 372).«Hestia» also animates Mother Earth who embraces within her the human generations and the power of new vegetation and becomes the epichthonian goddess through whom the «οίκος» takes root on Earth, as the "spirit of the place" symbolized with the Demon One («Ενιαυτός») ("genius loci") (Vernant, 1989, p. 157), or with the “paligenesis of a god”. Clement of Alexandria writes: "The Pillar signifies the un-image (ανεικόνιστον) of God" (Clement Al. Strom.p.909), which is also attributed to the archaic depiction of Zeus - Dionysus (Mayassis S. 1964, Vol.2, p. 279 / Kouros, P. 1999, p. 239, 285) (Appendix 1, p. 300)Examining additionally the following cases:•Fertility rites of the Minoan Great Mother Earth Rhea, which are connected with harvest offerings to the dead ("panspermia") in the Cretan «κέρνοι», accompanied respectively by a circular whirling dance («κερνοφόρος όρχησις») of the Koryvantes, followers of Rhea, which took place in circular platforms at Minoan Knossos («κέρνοι προσφοράς» were found in mounds. This type of dance is believed to have been a preparatory act of the Eleusinian mysteries (Warren, 1984, p.321, 322) (Chapoutier F.1928). (Lawler, 1951) / (Xanthoudides, 1905)•Αncient customs of Etruscan rites of establishing an area dedicated to the Roman goddess «Hestia», as a «topos» of deposit of the harvest of the first fruits («απαρχαί») to the dead, which takes place based on a ritual circular demarcation and a primordial groove circle (sulcus primigenius) – The Pindaric reference of the circular choral chant of Dithyramb is: "βοηλάτης", which means: "driving oxen" and also indicates a threshing floor, as the most circular place in which the oxen thresh the wheat •The description of the early form of theater orchestra as a threshing floor. Such an area was established in the area of the Ancient Agora in Athens in the 6th century. e.g. (Oliver Taplin, 1988, p. 16 / Hourmouziadis, 1991, p. 48, 58 / K.J. Dover, 1989, p. 38 / Georgopapadakos, 1977, p. 97)•The consideration of the orchestra as a place of ancestors, according to Aristotle's phrase: "When the orchestras were covered with straw, the dances took place" (Arist. Prov.) ("Όταν καλύφθηκαν οι ορχήστρες με άχυρα έγιναν οι χοροί.."). This phrase testifies, firstly, that the orchestra is connected to a threshing floor and secondly, that the orchestra was a place dedicated to the primordial world of the ancestors, as the straws symbolize the dying ancestors, who need "catharsis" (Luke 3,17). The description of the overfilling of the orchestra with straw also gives birth to the principle of movement, which is rendered as orchesis, according to the ancient Greek meaning of the word: "σαλάσσω", which means both: overfill, or crowd, and vibrate. we are led to consider the relevance of the symbolism of the "μεσόμφαλη" Hestia with the circular space of a threshing floor, in which the oxen thresh the wheat, as a place for the performance of the circular “βοηλάτης” Dithyramb (Pind. O. 13,26), but also with an early form of orchestra also considered as a “seat of ancestors” («έδρα προγόνων»).Based on the above elements, we propose a harmonious design of the "μεσόμφαλη" Hestia with the “Galaxy” as a fundamental axis, also mythologized according to the Pythagoreans, as a “path of souls” (“οδός των ψυχών”). The design proposal that characterizes the "Galaxy circle", which is made up of four harmonically growing spiral arms, consists respectively of four central harmonic spirals of an "Ionic capital" ("μεσόμφαλη"), which mark in the four directions rotational symmetry and are drawn within a solar circle, that has emerged based on an orientation ritual. By applying the design method to the “μέλη” of the ancient theater of Epidaurus, their dimensions are verified, when the radius of the solar circle has a numerical value = 2Φ, where Φ = 1.625 cm (golden number). The orchestra structure of the theaters was usually about 20 meters in diameter just as the theater orchestra of Epidaurus has about the same diameter of 19.50 meters (Taplin, 1978, p.16). The reading design proposal is listed in detail in Appendix (2) of the paper. A final purpose of the present study is the investigation of the symbolism of the fundamental essence (“θεμέλια ουσία–εστιακή αρχή”) of a being, with the myth of the "thigh-born" (“μηρογέννητου”), or otherwise known as: “Διθυραμβο-γενούς” Dionysus and the attribution of this with the Aristotelian concepts of the "unmoved mover" (“πρώτον κινούν”, ή “κινούν ακίνητον”), or of "entelechy" (“εντελέχεια”) and of the “Self- Moving Soul“ (“αυτο-κίνητη ψυχή”) (Aristotle «On the Soul» 407b 30) (Appendix 1 “μηρογέννητος” Dionysus).We first match the symbolism of the fundamental essence (“θεμέλια ουσία – εστιακή αρχή”) of a being with the myth of Dionysus sewn into the thigh of his father Zeus and attribute it to the Aristotelian term: "unmoved mover" (“Πρώτον κινούν”). The "unmoved mover" is that which moves without being moved, is the first Cause of all changes, based on which a process passes from being "power" to being "energy" (από “δυνάμει ον” στο “ενεργεία ον”).Aristotle mentions that "...that which moves organically is at the point where the "Beginning and the Εnd" coincide, such as the joining point of an anatomical lock (joint)” (Aristotle, On the Soul, 433b, 15). As Dionysus is also mythologized as sewn into the thigh of a divine paternal model, we consider the young Dionysus and his father Zeus, as a dual unit which constitutes one: "unmoved mover ". Through myth, the death of the old Self and the birth of a new Self is symbolized, similarly to the sprouting of a new shoot from an aging rhizome, where a Beginning and an End also coincide. (Kerenyi, 1998, p.258). Secondly, we confirm the view of the emergence of a god, namely the "thigh-born Dionysus" («μηρογέννητος»), as an entelechy (εντελεχές) system, in which a rapid process of transformation, similar to complete biological phenomena, takes place, such as the larva into a butterfly, transferred to the symbolism of the awakening of the soul. The Aristotelian "entelechy" is defined as the completion of the process, through which a being from “δυνάμει ον” becomes an “ενεργεία ον”. In the entelechy, there is an integrated purpose, as completion (“το ον έσχε το τέλος του”). Contributing to the new birth of a god is the projection of a collective Soul (“συλλογική ψυχή”) of a past time (Harrison, 1999, pp. 56,66). This is probably the existential meaning of the double birth of Dionysus also called: «Διθυραμβογενής» (Lekatsas, 1999, p. 90, 91 / Orpheus/ Nonnos). The self-creation of organic systems may, finally, be connected to the science of the so-called "Emergence" (emergence, entelechy). On the authority of emergent systems theory, once there is a threshold accumulation of matter, which acquires an appropriate level of complexity, a system develops new laws that cannot be explained by the properties of its parts. The "whole is greater than the sum of the parts”. The theoretical biologist Stuart Kauffman identifies this process as a new one "divinity", which derives from the emergent system properties (Kauffman, 2010).In the Conclusions of the Research, we prove, that the circular choral chant (“κύκλιο ορχηστικό μέλος”) of the Dithyramb is born together with the ritual, which is formed based on natural periodic harmonic phenomena that occur in the fullness of time. Such an event constitutes, according to the stated point of view of the Thesis, the cosmological periodic unit of the "Great One" (“Μέγας Ενιαυτός”), that produces a Harmonic scale through the orderly coordination of the planets, but also the symbolism of a circle of primordial dance and space, referred to as: "Sacred circle". We also confirm that the analogy of the circular choral chant of Dithyramb with the harmonious arrangement of spiral natural forms had fallen into the perception of ancient civilizations and had been explicitly recorded in their symbolism. Therefore, the concept of the Dithyramb covers the requirements of a high symbolic order within the limits of Sacred Architecture. We also conclude that there is a reference of the ”ορχηστικό μέλος” of the Hymn to natural born sounds (“φυσικογενείς ήχους”), which have a harmonizing character. These sounds, which preserve in their verbal description, elements of their natural reference ( Ίακχος, ιαχή, ίυγξ, σεισοπυγίς < σείω + πυγή, «σχοινίων,..) are reproduced in primitive myths and fertility events of the early rural populations, symbolizing the periodicity of natural harmonic phenomena. They also have a spatial symbolism, which is related to the formation of a Labyrinth. We therefore prove the original proposition according to which the organization of the Dithyramb is directly linked to the spatial reference of the Labyrinth and the harmonic cues to which this reference refers. As the conclusion of the paper, it follows that the harmonic periodic phenomenon of the Great One (“Μέγας Ενιαυτός”) is an entelechy system that recycles itself, at the end and the new beginning of which, a heavenly harmonic musical scale and the symbolic pattern of a primal dance circle emerge and space. The birth of the “ορχηστικό άσμα” of Dithyramb constitutes the spatial and temporal dramatized metaphor (“δραματοποίηση”) of the Great One (“Μέγας Ενιαυτός”) leading to human deification (“θέωση”). The deeper essence of the special investigation of the Dithyramb chorus, therefore, refers to a transition from more general symbolic classes to their spatial projection and performance. The cultural practices in the scope of History are, after all, areas that are constantly contracted: welcoming, that is, conditions of transfer, or metonymy from one area of consideration, mental construction, and expression to another.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Das Thema meiner Thesis betrifft das „Dithyrambische kreisförmige Chorlied” (κύκλιο ορχηστικό άσμα) im 7. Jahrhundert v. Chr. sowie im Verhältnis des Dithyrambus zu einem frühen Dionysoskult und den Anfängen des Dramas. Der Dithyrambus ist ein improvisiertes liturgisches Chorlied, das vermutlich im frühen 7. Jahrhundert entstanden ist. Die früheste Erwähnung findet sich in einer Passage von Archilochos (um 665 v. Chr.), der es mit der Verehrung des Gottes Dionysos in Verbindung brachte und es erstmals auf Paros als Lied vorstellte, in dem er selbst als Anführer einer Gruppe sang (Pickard - Cambridge (1962, s. 58).
Basierend auf den Berichten von Herodot wurde die Technik des Dithyrambus von Arion entwickelt, der 624 v. Chr. in Korinth seine Blütezeit erlebte und den ersten Kreis dithyrambischer Tänze aus fünfzig Männern komponierte, die der Reihe nach durch Drehungen und Umkehrungen auftraten und sich in diesem Teil des Tanzes trennte Chor und die Rolle des Exarchon, als Chorlieder un ...
Das Thema meiner Thesis betrifft das „Dithyrambische kreisförmige Chorlied” (κύκλιο ορχηστικό άσμα) im 7. Jahrhundert v. Chr. sowie im Verhältnis des Dithyrambus zu einem frühen Dionysoskult und den Anfängen des Dramas. Der Dithyrambus ist ein improvisiertes liturgisches Chorlied, das vermutlich im frühen 7. Jahrhundert entstanden ist. Die früheste Erwähnung findet sich in einer Passage von Archilochos (um 665 v. Chr.), der es mit der Verehrung des Gottes Dionysos in Verbindung brachte und es erstmals auf Paros als Lied vorstellte, in dem er selbst als Anführer einer Gruppe sang (Pickard - Cambridge (1962, s. 58).
Basierend auf den Berichten von Herodot wurde die Technik des Dithyrambus von Arion entwickelt, der 624 v. Chr. in Korinth seine Blütezeit erlebte und den ersten Kreis dithyrambischer Tänze aus fünfzig Männern komponierte, die der Reihe nach durch Drehungen und Umkehrungen auftraten und sich in diesem Teil des Tanzes trennte Chor und die Rolle des Exarchon, als Chorlieder und machte daraus eine künstlerische Gattung – Herodot schreibt Arion die Entdeckung, Komposition und Lehre des Dithyrambus zu, seine Erfindung könnte aber auch als Erneuerung der Gattung verstanden werden (Athanasaki 2009, s. 16) .
Laut Aristoteles (384-322 v. Chr.) liegen die Wurzeln der Tragödie und die Entstehung des Dramas bei den "Exarchons den Dithyrambus" (Εξάρχοντες τον Διθύραμβον), die nach der gängigsten Praxis, das Lied, oder den Lobgesang einleiten und der Chor darauf antwortet, oder den Refrain wiederholt. Der Exarchon (Auctor, Solist) ist der Vorläufer des Schauspielers, der mit dem Chor in Dialog tritt, oder mit ihm in Konflikt gerät (αποκρίνεται -υποκρίνεται) (Arist. On Poetics IV 2). Dithyrambus wird auch als Lobgesang (μέλος) zu Ehren von Dionysos zugeschrieben, sonst genannt: "Bacchus", wobei die Wurzel des Namens Bacchus, also: "Iakhos", auch auf einen Gesang: (ιαχή) hinweist. Dionysos wird auch bezeichnet als: "Dithyrambogenes" (Διθυραμβογενής), ein Name, der auf denjenigen hinweist, der zweimal die Tore der Geburt erreichte (o δις θύραζε βεβηκώς), einmal von der sterblichen Mutter Erde und einmal vom Schenkel des göttlichen Vaters Zeus. (Arist. Die Frösche, 398), (Eur. Bacch. 1993, Kommentare, S.212). Auch im Zusammenhang mit der Etymologie von Dithyrambus schreibt Pindar stattdessen das Wort: "Lythirambus", zusammengesetzt aus den Wörtern: "λύθι" und "ράμμα", was auch als ein Schrei beschrieben wird, den Bacchus ausstieß, als er an den Oberschenkel seines Vaters, Zeus, genäht wurde. Aufgrund der obigen Interpretation wird Bacchus auch als "Schenkel geboren" (μηρογέννητος) bezeichnet. Die Entwicklung der Abschlussarbeit basiert auf dem umfassenderen Erklärungs- und Interpretationsansatz der spezifischen Etymologie. Der Begriff: "Dithyrambus" bleibt jedoch immer noch rätselhaft (Pickard – Cambridge (1962, S.58). Ziel der Forschung ist es, die Bedingungen der harmonischen Entwicklung von Dithyrambus zu Beginn des 7. Jahrhunderts zu untersuchen und das kreisförmige Chorlied (ορχηστικό μέλος), sowohl mit der strukturellen Organisation sich selbst erzeugender harmonischer Systeme, als auch mit einer frühen Form harmonischer Musikskala in Beziehung zu setzen, die auch der zyklischen Zeit entspricht. Das theoretische Verständnis der Harmonie basiert auf antiken Theorien babylonischen und ägyptischen Ursprungs (Kilmer A. 1971/ M.L. West, 1994 / Effat et al., 1996), von Anaximander (611–545) v. Chr. und von Pythagoras (580–496). BC), Vorsokratische Philosophen des 6. Jahrhunderts (Heraklit, Empedokles), Aristoxenos von Tarantino (370-304 v. Chr.), oder in jüngerer Zeit in den Ansichten von Vitruv (1. Jahrhundert v. Chr.), M. Ghyka (1881-1965), aber auch moderne wissenschaftliche Theorien. Laut Vitruv und Ghyka stellt Harmonie ein archetypisches kosmisches System der Proportionen der verschiedenen Einzelelemente im Ganzen eines organischen Systems dar, das durch eine dynamische Symmetrie im Raum und eine musikalische Eurythmie in der Zeit reguliert wird. (Vitruv I, 25 S. 51,95 / Ghyka, 1977, ix). Ein weiteres Ziel der Arbeit besteht darin, das mythologische Umfeld im Zusammenhang mit der Geburt der prophilologischen Form von Dithyrambus aufzuzeigen, da sich die vorhandenen Beweise für Dithyrambus – wie das Leben des möglichen Schöpfers von Arion – zwischen Geschichte und Mythos bewegen. Diese beiden Ziele, die den Zweck unserer Forschung definieren, ergänzen einander, indem sie den Weg für eine harmonische Untersuchung aufzeigen. Wir studieren zunächst die Referenzen von Dithyrambus als: "Phrygisches Lied (Mέλος)", harmonisiert gemäß der "Phrygischen Harmonie", begleitet von Flöten. Wir untersuchen auch die mythologische Relevanz des Dithyrambus mit Ritualen der orgiastischen Verehrung der antiken Gottheit Mutter Erde – der Phrygischen Kybele. Die Göttin Erde, die auch im Mittelpunkt aller Mysterien steht, wird mit der Natur in Verbindung gebracht, während die Vegetation in Form eines "göttlichen Säuglings" personifiziert wird, der wie eine saisonale Regeneration geboren wird und stirbt. Da spekuliert wird, dass die orgiastische Verehrung der Phrygischen Kybele von Phrygien nach Kreta eingeführt wurde, untersuchen wir anschließend den Zusammenhang von Dithyrambus mit der Verehrung eines vegetativen "wiederbelebenden" Gottes, des Kretischen Zeus (Κρηταγενής Δίας) (Zois, 1996, p. 184)). Dieser besondere Gott ist ein religiöser Mittelpunkt der phrygischen Kolonisten auf Kreta. Mythologisch auch als "Κρόνειος Κούρος" bezeichnet, steht er an der Spitze seiner Anhänger (Κουροτρόφων), den Söhnen der Erde und des Saturn, als Chorlieder (Aπάρχων Ορχηστής) und verkörpert den vegetativen Geist der Zeit, den Dämon "Ενιαυτός". Indem er die Form des Gottes auf die flüchtigen (jährlichen) Veränderungen der Natur überträgt, wird er zur Personifizierung der freudigen Feste im Frühling und des Schmerzes und der Trauer während seines winterlichen Niedergangs. Laut Jane Harrison ist Dionysos eine Variante des Dämons "Ενιαυτός" und in den Frühlingskulthandlungen zu Ehren des Dämons finden sich die Anfänge der dithyrambischen Orchesterhymne (oρχηστικό άσμα) (Harrison, 1999, S. 133/ 2003, S. 15/ 1997, S.12). In unserer Thesis nähern wir uns der Symbolik des "Ενιαυτός" nach einer doppelten Interpretation, d. h. sowohl als Jahr, als auch als eine breitere periodische Zeiteinheit pythagoräischen Ursprungs, die als Großer "Ενιαυτός" bezeichnet wird. Nach der ersten Interpretation wird "Ενιαυτός" durch einen Dämon symbolisiert, der stirbt und als Geist des Jahres wiedergeboren wird, wenn die Sonne in einem Jahr den gesamten Zyklus des Tierkreises durchläuft. Nach der zweiten Interpretation wird dieser Begriff, auch "Das große platonische Jahr oder Präzession der Tagundnachtgleichen" genannt, als der maximale Zeitzyklus definiert, den die Erde durch den Nordpol ihrer Achse durchquert, um ihren Zyklus durchzuführen Tierkreis und Rückkehr zu seinem Ausgangspunkt in retrograder Richtung in einem Zeitraum von etwa 26.000 Sonnenjahren. Während der Zeit des Großen "Ενιαυτός" entsteht eine geordnete Koordination der Planeten, die eine harmonische Musikskala "synthetisiert", die nach Pythagoras definiert ist, als ein musikalisches System von acht Noten auf deren Grundlage die himmlischen Sphären entstehen angeordnet sind (Philolaos S.66 Boich., Nikom. Velt S. 17, Plut. 2.1145 A). Nach Platon wird dieses Musiksystem mit dem Satz beschrieben: "aus den acht Tönen entsteht eine harmonische Symphonie" (Platons Der Staat, 617b 6-7/ Timaios 39 D). Basierend auf der Relevanz der periodischen Einheit des Großen "Ενιαυτός" für die Entstehung einer harmonischen Tonleiter und gemäß den Berichten von Herodot, hinsichtlich der Aufteilung des fünfzigköpfigen Dithyrambus in den Teil des "Chors" und den Teil des Exarchon, ist ein weiterer Schwerpunkt der vorliegenden Studie, die demonstration der Symbolik der Vollendung des Großen "Ενιαυτός" mit einem wiedergeborenen Gott, der als Chorlieder ("Απάρχων Εναρμονιστής Ορχηστής") an die Spitze seiner Hymnentruppe tritt. Hesiod im 8. Jh. ist der erste, der sich auf das Phänomen des Großen “Ενιαυτός” bezieht und mit seinem Ende die Rückkehr des Zeus vorhersagt (Hesiod, Theogonie 453-506). Ein Prozess der Harmonisierung findet auch in den Ritualen der Thrakophrygischen Kybele mit den Musikinstrumenten statt: Rauten, Zapfen, Wirbelwinden, "βέμβυκες", oder "ίυγγες". Das Wirbeln der Organe, das auch mit der Geburt einer wirbelnden Orchesis der Anhänger der Göttin und des kindlichen Gottes ("Kουροτρόφων") identifiziert wird, die auch als "καρκίνου στρόβιλοι" oder "κίρκινος κύκλος" bezeichnet werden, steht auch im Zusammenhang mit dem bacchischen Kult und Dithyrambus (Platon, Gesetze 790d). Die Ereignisse werden auch von traurigen Gerichtsgesängen begleitet, wie zum Beispiel dem Mitglied: "σχοινίων", die imitieren:
A. die Spur und die Stimmen von Zugvögeln oder verschiedenen Vögeln, wie zum Beispiel: "σχοινίων, ίυγξ, ή σεισοπυγίς, shallow, trochilos, οίστρος", oder B. eine Klage über das Vergehen des alten Mondes und den Ruf des neuen – so lautet auch die Interpretation des späteren Wortes: "Kalender" (< lat. Calo luna Novella) symbolisiert die Leidenschaften des Dämons “Ενιαυτός, in dem ein sterblicher Gott – die alte Zeit – verfolgt und ein neuer begrüßt wird. Laut Pindar das Lied: "μέλος σχοινίων" werde mit der frühen Phase des Dithyrambus in Verbindung gebracht. Der traurige Klang entspricht laut Aristoteles einen grundlegenden Laut in den Höfen, genannt "βόμβυξ", der am entgegengesetzten Ende einen schärferen Laut steht, einer hohen Melodie, die der "Harmonie der himmlischen Sphären", entspricht und eine musikalische Tonleiter symbolisiert (Aristot. Phys.3 1093 b / / Vom Himmel, B 290b 20, 291a 8 / Von der Seele, 407b 33). Basierend auf den Referenzen von Aristoteles, aber auch von Pindar, oder mythologischen Interpretationen, schließen wir auf die Verwandtschaft des Dithyrambus mit den Genitivhymnen, wie dem Lied "σχοινίων", und wir finden auch ihre Assoziation mit einer frühen Form der harmonischen Tonleiter. Angesichts der pythagoräischen Theorie der musikalischen Harmonie der im Kreis getragenen Himmelskörper, bestätigen wir, dass der wirbelnde Tanz ("οιστροδίνητη- οιστροδόνητη" όρχηση) der Anhänger von Mutter Erde, oder der Bacchus-Mänaden der dionysischen Orgien, oder auch noch das Dithyrambische kreisförmige Chorlied (" κύκλιο ορχηστικό άσμα"), das Östrus und Lärm steigert ("βοή "), spiegeln darüber hinaus die geordnete Koordination der harmonischen Bewegung der Himmelskörper, während der Vollendung des Großen "Ενιαυτός" wider. "Eνιαυτός" symbolisiert einen ursprünglichen Kreistanz und auch einen "heiligen Kreis" (Aristot. S. Uran.2, 9,3 / ("δια της σφαίρας όρχησις") (Lucian über Orch. 8)/ ( Plat. Apol. 30E / Pind. O. 13,26), ("βοή "= "βοή Θεού"=Heilung, Hilfe Gottes). Aischylos, Die Schutzflehenden 307, 730/ Ag. 1349 / Plat. Apol. 30Ε)
Lucian bezieht sich auch auf die Konjunktion der Planeten und die Position der Sterne als Quelle für die Schaffung eines Tanzes, der den himmlischen Positionen folgt (Lucian, über Orch. 7, 34). Es ist auch möglich, dass das Spiral-labyrinth eine spätere Schöpfung ist, die einfach den Bewegungen der Sterne folgte, die die Kreter unter anderem in Tanzbewegungen umwandelten, die dann in Linien festgehalten wurden, wodurch das Labyrinth entstand (Xiroudaki, M, 2021, S .18) Die oben genannten Daten heben als nächstes Forschungsziel den Ansatz der Symbolik der Geburt eines "östrogenen" Wirbelwindtanzes (οιστροδίνητο χορό), als Grundbedingung der Existenz hervor ("θεμέλια εστιακή αρμονική αρχή"). Wir beweisen, dass die Geburt eines östrodynamischen Tanzes, übertragen auf das Innere des Menschen, ein harmonisches zentrales Leitprinzip eines Wesens darstellt, und erforschen seine räumliche Betrachtung als "Hestia". Nach platonischem Verständnis wird der Begriff: "Hestia" (Εστία) sowohl als "grundlegendes Wesen" als auch als Impuls zugeschrieben ("εστία - ουσία – ώσις") (Platon, Kratylos 401a c,d,e). Die Geburt der "Oestrus" (oίστρος) nach sokratischem Denken als geistige Leidenschaft geweckt wird und zu philosophischer Wut, "βακχεία", aber auch zu einem inneren Aufruhr führt, durch den die Aufsicht über das Göttliche erreicht wird ("Η ψυχή οιστρά και οδυνάται"), Platon, Phaidros 251 D). Wenn wir die räumliche Betrachtung des Konzepts: "Hestia" (Eστία) untersuchen, stellen wir fest, dass durch die innere Drehung des Wesens eine Grundachse und ein Wirbelzentrum projiziert werden. Die Embolisierung einer Achse, anstelle eines Fundaments, die die Kommunikation von Erde und Himmel, aber auch der vier Raumrichtungen mit dem Zentrum ermöglicht, ist in den antiken Riten mit dem "Ritual der Orientierung" verbunden, durch das ein heiliger Raum entsteht eingeweiht. (Heidegger, 2008, S.33), (Eliade, 1999, S.348) (Vernant, 1989 / Norberg-Schulz, 2009). Durch die Gründung einer Achse, die man auch als Nabel, Galaxie oder als Säule – Atlas interpretieren kann, wird die Transzendenz der menschlichen Existenz durch die Einweihung der Errichtung eines Altars (Hestia), auch: "μεσόμφαλη Eστία" genannt, der in der Mitte einen Nabel ("ομφαλός") aufweist. Die Fundamente bilden ein bewachtes Archiv im Schoß der Erde, aus dem eine neue Welt wächst und sich ausbreitet, so wie der Embryo aus seinem Nabel wächst. Dies ist auch die symbolische Wiedergabe des "zentralen Altars" (μεσόμφαλη Eστία), als "chthonischer Brennaltar" (Aisch. Die Schutzflehenden 372/Eur. Mid. 396). Hestia belebt auch Mutter Erde, die die menschlichen Generationen und die Kraft neuer Vegetation in sich aufnimmt und zur epichthonischen Göttin wird, durch die der "Geist des Ortes" auf der Erde Wurzeln schlägt ("genius loci") (Vernant, 1989, S. 157), oder mit der Wiedergeburt eines Gottes. Clemens von Alexandria schreibt: „Die Säule bedeutet das Unbild Gottes …" (Clement Al. Strom.S.909), was auch auf die archaische Darstellung von Zeus – Dionysos zurückgeführt wird (Mayassis S. 1964, Bd.2, S. 279 / Kouros, S. 1999, S. 239, 285) (Anhang 1, S. 300) Betrachten wir zusätzlich folgende Fälle: • Fruchtbare Ereignisse der minoischen Großen Mutter Erde, Rhea, die mit Ernteritualen für die Toten ("Panspermie") verbunden sind, bei denen Opfergaben an die kretischen "Kernos" dargebracht werden, begleitet von einer ("κερνοφόρος όρχησις") of the Koryvantes, Anhänger von Rhea. Der kreisförmige östrodynamischer Tanz fand im minoischen Knossos in speziellen kreisförmigen Räumen–Plattformen statt. Es wird angenommen, dass diese Art der "κερνοφόρος όρχησις" auch ein vorbereitender Akt der eleusinischen Mysterien war (in Hügeln wurden Opferhörner gefunden). (Warren, 1984, S. 321, 322) (Chapoutier F. 1928). (Lawler, 1951) / (Xanthoudides, 1905) • Alte Bräuche etruskischer Zeremonien zur Festlegung eines Bereichs für die Göttin Hestia, als Ort der Hinterlegung der Erstlingsfrüchte für die Toten ("Aπαρχαί"), die auf der Grundlage eines Rituals, erfolgt kreisförmige Abgrenzung und eine primäre kreisförmige Furche (Sulcus primigenius) • Der pindarische Verweis auf den Dithyrambus-Zyklus lautet: "βοηλάτης", was bedeutet: „treiben Ochsen“ und weist auch auf eine Tenne als den kreisförmigsten Ort hin, an dem die Ochsen den Weizen dreschen • Die Beschreibung der frühen Form des Theaterorchesters als Τenne. Ein solches Gebiet wurde im 6. Jahrhundert im Bereich der antiken Agora in Athen gegründet. z.B. (Oliver Taplin, 1988, S. 16 / Hourmouziadis, 1991, S. 48, 58 / K.J. Dover, 1989, S. 38 / Georgopapadakos, 1977, S. 97) • Die Betrachtung des Orchesters als "Ort der Ahnen", entsprechend dem aristotelischen Satz: "Als die Orchester mit Stroh bedeckt waren, fanden die Tänze statt…" (Aristot. Prob.). Dieser Satz bezeugt erstens, dass das Orchester mit einer Tenne verbunden ist und zweitens, dass das Orchester ein Ort war, der der Urwelt der Vorfahren gewidmet war, da die Strohhalme die sterbenden Vorfahren symbolisieren, die einer "Reinigung" (κάθαρση) bedürfen (Lukas 3, 17). Aus der Beschreibung der Überfüllung des Orchesters mit Stroh, ergibt sich auch der Beginn der Bewegung, der auch als Orchesis bezeichnet wird, entsprechend der altgriechischen Bedeutung des Wortes: "σαλάσσω" was beides bedeutet: "Überfüllung oder Menschenmenge", sowie oder vibrieren". Wir werden dazu geführt, die Symbolik des "zentralen Herdes" mit dem kreisförmigen Raum einer Tenne, in der die Ochsen den Weizen dreschen, als Ort für die Aufführung des kreisförmigen dithyrambischen Τanz zu betrachten ("βοηλάτη") , aber auch mit einer frühen Form des Orchesters, galt auch als: "Έδρα Προγόνων" (Pind. O. 13,26). Basierend auf den oben genannten, schlagen wir eine harmonische Zeichnung des "zentralen Herdes" ("μεσόμφαλη" Hestia) mit der "Milchstraße" als grundlegender Achse vor, die ebenfalls von den Pythagoräern mythologisiert wird und als "Straße der Seelen" bezeichnet wird. Der Gestaltungsvorschlag, der für den "Galaktischen Kreis", der aus vier harmonisch wachsenden Spiralarmen besteht, charakteristisch ist, besteht jeweils aus vier "zentralen" harmonischen Spiralen eines ionischen Kapitells, die Rotationssymmetrie in den vier Richtungen markieren und gezeichnet sind, innerhalb eines Sonnenkreises, der auf der Grundlage eines Orientierungsrituals entstanden ist. Durch die Anwendung der Entwurfsmethode auf die Mitglieder des antiken Theaters von Epidaurus werden ihre Abmessungen überprüft, wenn der Radius des Sonnenkreises einen numerischen Wert = 2Φ hat, wobei Φ = 1,625 cm (goldene Nummer). Die Orchesterstruktur der Theater hatte normalerweise einen Durchmesser von etwa 20 Metern, ebenso wie das Theaterorchester von Epidaurus etwa den gleichen Durchmesser von 19,50 Metern hat (Taplin, 1978, S. 16). Die Zeichnung eines eingeschriebenen Sonnenzyklus, als Nabel im Orchesterkreises, bezieht sich unter anderem auf die Symbolik der perizentrischen Τenne, oder auf eine "μεσόμφαλη" Hestia. Der Designvorschlag ist im Anhang (2) der Arbeit (S. 377-385) ausführlich aufgeführt. Ein letztes Ziel der vorliegenden Studie ist die Untersuchung der Symbolik des grundlegenden Wesens ("θεμέλια ουσία–εστιακή αρχή") mit dem Mythos des "Schenkel -geboren" ("μηρογέννητου"), oder anders genannt: "Dithyrambogenous" Dionysus und die Zuordnung dazu zu den aristotelischen Konzepten von: "Unbewegte Beweger" (Κινούν ακίνητον), "Entelechie" und "Selbst-bewegende Seele" (Αυτοκίνητη ψυχή) (Aristot. Uber die Seele, 407b 30). Wir vergleichen die Symbolik des Grundwesens eines Wesens, zunächst, mit dem Mythos des Dionysos, der in den Oberschenkel seines Vaters Zeus eingenäht ist, und führen ihn auf den aristotelischen Begriff zurück: "Unbewegte Beweger" (Κινούν ακίνητον). Νach Aristoteles, "Unbewegte Beweger" ist die erste Ursache aller Veränderungen, auf deren Grundlage ein Prozess von "δυνάμει ον" in "ενεργεία ον" übergeht. Aristoteles stellt fest, dass "das, was sich organisch bewegt, an dem Punkt ist, an dem der Anfang und das Ende fallen zusammen", wie zum Beispiel der Verbindungspunkt einer anatomischen Verriegelung (Gelenk) (Aristot. Uber die Seele 433b 25). Und da Dionysos auch als, "Oberschenkelnäher" im Schenkel eines göttlichen väterlichen Vorbilds mythologisiert wird ("μηρορραφής"), betrachten wir den jungen Dionysos und seinen Vater Zeus als eine duale Einheit, die ein "Unbewegte Beweger" bildet. Durch den Mythos wird der Tod des alten Selbst und die Geburt eines neuen Selbst symbolisiert, ähnlich dem Sprießen eines neuen Triebs aus einem alternden Rhizom, bei dem auch Anfang und Ende zusammenfallen. (Kerenyi, 1998, p.258). In der Neugeburt eines Gottes die Projektion einer kollektiven Seele einer vergangenen Zeit trägt dazu bei (Harrison, 1999, S. 56,66). Dies ist wahrscheinlich die existenzielle Bedeutung der Doppelgeburt des Dionysos, auch "Dithyrambogenous" genannt (Lekatsas, 1999, p. 90, 91 / Orpheus/ Nonnos). Zweitens, bestätigen wir die Ansicht der Entstehung eines Gottes, nämlich des "μηρογέννητος" Dionysos, als ein "Entelechie" System, in dem ein schneller Transformationsprozess, ähnlich vollständigen biologischen Phänomenen, wie der Larve in einen Schmetterling, stattfindet, durchgeführt und auf die Symbolik des Erwachens der Seele. Der aristotelische Begriff: "Entelechie", definiert als die Vollendung des Prozesses, durch den ein Wesen aus "Macht" (δυνάμει) zu einem "Energiewesen" (ενεργεία) wird. In der Entelechie ist der Zweck als Vollendung eingebaut (das Wesen hat sein Ende erreicht ("το ον έσχε το τέλος του"). Die Selbsterschaffung organischer Systeme kann auch mit der Wissenschaft der sogenannten "Emergenz" (Emergenz, Entelechie) verbunden sein.
Nach der Theorie der entstehenden Systeme, entwickelt ein System neue Gesetze, die nicht durch die Eigenschaften seiner einzelnen Mitglieder erklärt werden können, sobald es zu einer Schwellenakkumulation von Materie kommt, die ein angemessenes Maß an Komplexität erreicht. Das "Ganze" ist mehr als die Summe seiner Teile. Der theoretische Biologe Stuart Kauffman identifiziert diesen Prozess als einen neuen
"Göttlichkeit", die sich aus den Eigenschaften des entstehenden Systems ergibt (Kauffman, 2010). In den Schlussfolgerungen der Forschung beweisen wir schließlich, dass: - Der kreisförmige Orchestergesang des Dithyrambus entsteht zusammen mit dem Ritual, das auf der Grundlage natürlicher periodischer harmonischer Phänomene entsteht, die im Laufe der Zeit auftreten. Ein solches Ereignis stellt , aus Sicht dieser Arbeit, die kosmologische periodische Zeiteinheit des "Großen Eνιαυτός" dar, die durch die geordnete Koordination der Planeten eine harmonische Skala erzeugt, aber auch die Symbolik eines Kreises aus Urtanz und Raum , bezeichnet als: "Heiliger Kreis". - Die Analogie des Kreistanzes des Dithyrambus mit der harmonischen Anordnung spiralförmiger Naturformen, war in die Wahrnehmung antiker Zivilisationen gelangt und wurde in ihrer Symbolik ausdrücklich festgehalten. Daher umfasst die Konzeption des Dithyrambus Anforderungen einer hohen symbolischen Ordnung innerhalb der Grenzen einer sakralen Architektur. - Es besteht eine Verbindung des Dithyrambischen kreisförmigen Chorlied mit Naturklängen, die einen harmonisierenden Charakter besitzen. Diese Klänge, die in ihrer verbalen Beschreibung Elemente ihres physischen Bezugs bewahren :"Ίακχος, ιαχή, ίυγξ, σεισοπυγίς (< σείω + πυγή), σχοινίων", werden in Urmythen und in Fruchtbarkeitsereignissen der frühen Landbevölkerung reproduziert und symbolisieren die Periodizität der natürlichen Harmonik Phänomene. Sie haben auch eine räumliche Symbolik, die mit der Konstruktion eines Labyrinths zusammenhängt. - Der ursprüngliche Vorschlag, nach dem die Organisation des Dithyrambus direkt mit dem räumlichen Bezug des Labyrinths und den harmonischen Hinweisen verknüpft ist, auf die sich dieser Bezug bezieht. Im abschließenden Fazit der Arbeit kommt schließlich heraus: - Das harmonische periodische Phänomen des Großen "Ενιαυτός" ist ein "Entelechie" System, das sich selbst recycelt, an dessen Ende und Neuanfang eine himmlische harmonische Musikskala und das symbolische Muster eines Kreises aus Urtanz und Raum entstehen. - Die Geburt des Orchesterhymnus des Dithyrambus konstituiert das Räumliche und Zeitliche dramatisierte Metapher des Großen "Ενιαυτός", die zur Vergöttlichung des Menschen führt. - Das tiefere Wesen der speziellen Untersuchung des Zyklus des Orchesterhymnus des Dithyrambus bezieht sich daher auf einen Übergang von allgemeineren Symbolklassen zu deren räumlicher Projektion und Aufführung. Die einzelnen kulturellen Praktiken im Rahmen der Geschichte sind schließlich Vertragsgebieten: Willkommen, also Bedingungen der Übertragung oder Metonymie von einem Bereich der Betrachtung, mentale Konstruktion und des Ausdrucks in einen anderen.
περισσότερα
Κατεβάστε τη διατριβή σε μορφή PDF (13.06 MB)
(Η υπηρεσία είναι διαθέσιμη μετά από δωρεάν εγγραφή)
|
|
Στατιστικά χρήσης
ΠΡΟΒΟΛΕΣ
Αφορά στις μοναδικές επισκέψεις της διδακτορικής διατριβής για την χρονική περίοδο 07/2018 - 07/2023.
Πηγή: Google Analytics.
Πηγή: Google Analytics.
ΞΕΦΥΛΛΙΣΜΑΤΑ
Αφορά στο άνοιγμα του online αναγνώστη για την χρονική περίοδο 07/2018 - 07/2023.
Πηγή: Google Analytics.
Πηγή: Google Analytics.
ΜΕΤΑΦΟΡΤΩΣΕΙΣ
Αφορά στο σύνολο των μεταφορτώσων του αρχείου της διδακτορικής διατριβής.
Πηγή: Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών.
Πηγή: Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών.
ΧΡΗΣΤΕΣ
Αφορά στους συνδεδεμένους στο σύστημα χρήστες οι οποίοι έχουν αλληλεπιδράσει με τη διδακτορική διατριβή. Ως επί το πλείστον, αφορά τις μεταφορτώσεις.
Πηγή: Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών.
Πηγή: Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών.
Σχετικές εγγραφές (με βάση τις επισκέψεις των χρηστών)
λιγότερα
περισσότερα