Περίληψη
ΠερίληψηΕισαγωγή. Μετά τη σύλληψη, το αναπτυσσόμενο έμβρυο βρίσκεται κάτω από την επίδραση μιας συνέχειας βιολογικών γεγονότων που επιτρέπουν την ενδομήτρια ανάπτυξη.Δεδομένα από μελέτες σε ζώα και ανθρώπους ενοχοποιούν την έλλειψη βιταμίνης D κατά την εγκυμοσύνη, ως ένα σημαντικό παράγοντα κινδύνου για δυσμενείς εκβάσεις στην υγεία του εμβρύου και του νεογνού. Επιπρόσθετα, η υποβιταμίνωση D έχει θεωρηθεί ως παράγοντας εμφάνισης επιπλοκών στη μητέρα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και μετά τον τοκετό. Σκοπός. Η μελέτη αυτή είχε στόχο μια συνολική θεώρηση των υπαρχόντων δεδομένων που αφορούν στο ρόλο που διαδραματίζουν τα μητρικά επίπεδα βιταμίνης D κατά τον τοκετό,στα σωματομετρικά χαρακτηριστικά του νεογνού,καθώς και τη μελέτη της αλληελπίδρασης μητρικών και νεογνικών επιπέδων βιταμίνης D κατά τον τοκετό.Ασθενείς και μέθοδοι. Προκειμένου να απαντηθούν τα ερευνητικά ερωτήματα σχεδιάστηκαν τρεις επιμέρους μελέτες. 1.Μια συστηματική ανασκόπηση προκειμένου να συγκεντρωθούν και να αναλυ ...
ΠερίληψηΕισαγωγή. Μετά τη σύλληψη, το αναπτυσσόμενο έμβρυο βρίσκεται κάτω από την επίδραση μιας συνέχειας βιολογικών γεγονότων που επιτρέπουν την ενδομήτρια ανάπτυξη.Δεδομένα από μελέτες σε ζώα και ανθρώπους ενοχοποιούν την έλλειψη βιταμίνης D κατά την εγκυμοσύνη, ως ένα σημαντικό παράγοντα κινδύνου για δυσμενείς εκβάσεις στην υγεία του εμβρύου και του νεογνού. Επιπρόσθετα, η υποβιταμίνωση D έχει θεωρηθεί ως παράγοντας εμφάνισης επιπλοκών στη μητέρα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και μετά τον τοκετό. Σκοπός. Η μελέτη αυτή είχε στόχο μια συνολική θεώρηση των υπαρχόντων δεδομένων που αφορούν στο ρόλο που διαδραματίζουν τα μητρικά επίπεδα βιταμίνης D κατά τον τοκετό,στα σωματομετρικά χαρακτηριστικά του νεογνού,καθώς και τη μελέτη της αλληελπίδρασης μητρικών και νεογνικών επιπέδων βιταμίνης D κατά τον τοκετό.Ασθενείς και μέθοδοι. Προκειμένου να απαντηθούν τα ερευνητικά ερωτήματα σχεδιάστηκαν τρεις επιμέρους μελέτες. 1.Μια συστηματική ανασκόπηση προκειμένου να συγκεντρωθούν και να αναλυθούν κριτικά, τα υπάρχοντα δεδομένα αναφορικά με την επίδραση των μητρικών επιπέδων βιταμίνης D κατά την κύηση και των σωματομετρικών χαρακτηριστικών του νεογνού.2.Μια μελέτη κοόρτης όπου συμπεριλήφθησαν 190 ζεύγη μητέρας – νεογνού. Σε αυτό το δείγμα έγινε λεπτομερής μελέτη των βιομεταβολιτών της βιταμίνης D σε μητέρα και νεογνό,μέσω λήψης αίματος από την επίτοκο και τον ομφάλιο λώρο κατά τον τοκετό. Στη συνέχεια, έγινε λεπτομερής ανθρωπομετρική μελέτη των απογόνων και συσχέτιση πιθανών επιδράσεων των μητρικών αλλά και νεογνικών επιπέδων βιταμίνης D στη σωματομετρία του νεογνού.3.Σε μια υποομάδα της κοόρτης αυτής έγινε λεπτομερής καταγραφή των συσχετίσεων των μητρικών και νεογνικών συγκεντρώσεων βιταμίνης D και καταγράφηκε ένα μοντέλο πρόβλεψης των νεογνικών επιπέδων βιταμίνης D.Αποτελέσματα.1.Συστηματική ανασκόπηση: Τριάντα συνολικά μελέτες πληρούσαν τα κριτήρια εισόδου στη συστηματική ανασκόπηση. Διαπιστώθηκε ευρεία γεωγραφική κατανομή. Εκ του συνόλου 7 μελέτες ήταν παρεμβασης και 23 παρατήρησης. Χορηγήθηκαν χολικαλσιφερόλη και εργοκαλσιφερόλη. Θετική συσχέτιση μεταξύ των μητρικών επιπέδων βιταμίνης D και της νεογνικής ανθρωπομετρίας καταγράφηκε σε 3 μελέτες παρέμβασης. Το βάρος γέννησης και το ύψος γέννησης ήταν σημαντικά μεγαλύτερα για νεογνά στην ομάδα της βιταμίνης D με μέση διαφορά: 107.6 g (95% CI 59,9 έως 155,3 g) και 0,3 cm (95% CI 0,10 - 0,41 cm), αντίστοιχα. Μια μελέτη διαπίστωσε συσχέτιση μόνο μεταξύ των συγκεντρώσεων βιταμίνης D και της πρόσθιας πηγή του κρανίου. Στις μελέτες παρατήρησης, 10 βρήκαν θετική συσχέτιση, και οι υπόλοιπες οκτώ αρνητική. Από τις υπόλοιπες πέντε, οι τρεις μελέτες δεν είχαν σχεδιαστεί για το σκοπό αυτό, και οι δύο δεν ήταν σε θέση να δώσουν σαφή αποτελέσματα. Λόγω του διαφορετικού σχεδιασμού και της ετερογένειας (πληθυσμός, παρέμβαση, δόσεις, χρόνος των μετρήσεων, δεδομένα) οι μελέτες δεν ήταν σε θέση να υποβληθούν σε μετα-ανάλυση.2.Μεταξύ των διαφορετικών ομάδων κατανομής βιταμίνης D (έλλειψη, ανεπάρκεια, επάρκεια) μητέρων και νεογνών δε διαπιστώθηκε στατιστικά σημαντική συσχέτιση μεταξύ των επιπέδων βιταμίνης D και της σωματομετρίας του νεογνού κατά τον τοκετό.3.Παρατηρήθηκε μια παρόμοια κατανομή στις μητρικές και νεογνικές συγκεντρώσεις της 25(OH)D, υποδεικνύοντας ότι η 25(OH)D3 είναι η κυρίαρχη μορφή της κυκλοφορούσας βιταμίνης D τόσο στις μητέρες όσο και στα νεογνά. Τα επιμερή αντιπροσωπεύουν περίπου 25% των συγκεντρώσεων Βιταμίνης D που μετρήθηκαν, τόσο στις μητέρες όσο και στα νεογνά, και ότι ακολουθούν παρόμοιες τάσεις κατανομής. Μεγάλες ατομικές διακυμάνσεις στην περιεκτικότητα των επιμερών καταγράφηκαν στις συγκεντρώσεις βιταμίνης D, κυμαινόμενες από 0% έως 100%, με το 63.8% των μητέρων και το 67.8% των νεογνών να παρουσιάζουν αναλογία επιμερών προς ολικής βιταμίνης D στο επίπεδο του 25% ή λιγότερο. Ο βιοδραστικός, εάν υπάρχει, ρόλος τους στην αλληλεπίδραση μητέρας-νεογνού σε ότι αφορά τα επίπεδα της βιταμίνης D σε μητέρες και νεογνά, αναμένεται να προσδιοριστεί σε μελλοντικές μελέτες. Συμπεράσματα. 1.Οι μητρικές και νεογνικές συγκεντρώσεις της βιταμίνης D επιδρούν στα σωματομετρικά χαρακτηριστικά του νεογνού (βάρος γέννησης, ύψος).2.Στην παρούσα μελέτη παρατήρησης δεν καταγράφηκε συσχέτιση μεταξύ των μητρικών και νεογνικών επιπέδων βιταμίνης D και της σωματομετρίας νεογνού.3.Οι μητρικές συγκεντρώσεις βιταμίνης D επηρεάζουν τις μητρικές. Τα επιμερή παρουσιάζουν διακύμανση σε κάθε δείγμα και θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
SummaryIntroduction. Concentrations of vitamin D during pregnancy are very important. The adequacy of vitamin D during pregnancy is essential for the normal development of the fetus and the necessary deposits for neonates. The purpose of this study was to systematic review of the literature about the influence of maternal vitamin D concentrations during pregnancy on neonatal anthropometric characteristics, and its clinical importance.Moreover,a cohort study was designed,to evaluate potential interactions between maternal and neonatal vitamin D levels and birth offspring anthropometry.Patients and methods. Three individual studies were designed and implemented to answer the three study questions. 1. A systematic review in order to gather and critically appraise existing evidence regarding the influence of maternal vitamin D levels during pregnancy on birth offspring anthropometry 2. A cohort study to assess the association of maternal and neonatal vitamin D concentrations and offspring ...
SummaryIntroduction. Concentrations of vitamin D during pregnancy are very important. The adequacy of vitamin D during pregnancy is essential for the normal development of the fetus and the necessary deposits for neonates. The purpose of this study was to systematic review of the literature about the influence of maternal vitamin D concentrations during pregnancy on neonatal anthropometric characteristics, and its clinical importance.Moreover,a cohort study was designed,to evaluate potential interactions between maternal and neonatal vitamin D levels and birth offspring anthropometry.Patients and methods. Three individual studies were designed and implemented to answer the three study questions. 1. A systematic review in order to gather and critically appraise existing evidence regarding the influence of maternal vitamin D levels during pregnancy on birth offspring anthropometry 2. A cohort study to assess the association of maternal and neonatal vitamin D concentrations and offspring birth anthropometry and 3. A cohort study to assess the dynamic interactions between maternal and neonatal vitamin D levels through a novel analytical method. Results. 1.Systematic review: In total thirty studies were included in the systematic review. A wide geographic distribution was shown. Seven studies were interventional and twenty three observational. Cholecalciferol and Ergocalciferol were the two different pharmaceutical interventions among studies. Correlation between maternal vitamin D status and newborn anthropometry was positive in three and negative in the other three interventional studies. One study found correlation only between vitamin D concentrations and anterior fontanelle of the skull in newborns. In observational studies, ten found a positive correlation, and the other eight negative. From the remaining five studies three were not designed for this purpose, and two were not able to give clear results. Due to different design and heterogeneity (population, intervention, doses, time of measurements, data presentation style) studies were not able to be meta-analysised.2.Cohort study: No evidence of correlation was evident between maternal and neonatal vitamin D levels and birth offspring anthropometry.3.Cohort study: Mothers had similar concentrations of 25(OH)D₂ and 25(OH)D₃ forms compared to neonates (p = 0.289) with a ratio of 1:3. The epimer concentrations, which contribute approximately 25% to the total vitamin D levels, were similar in mothers and neonates (p = 0.556). No correlation was observed in mothers between the levels of the circulating form 25(OH)D₃ and its active form. Neonatal 25(OH)D₂ was best predicted by maternal characteristics, whereas 25(OH)D₃ was strongly associated to maternal vitamin D forms (R² = 0.253 vs. 0.076 and R2 = 0.109 vs. 0.478, respectively). Maternal characteristics explained 12.2% of the neonatal 25(OH)D, maternal 25(OH)D concentrations explained 32.1%, while epimers contributed an additional 11.9%.Conclusions. By applying a novel highly specific vitamin D assay, the present study is the first to quantify 3-epi-25(OH)D concentrations in mother-newborn pairs. This accurate assay highlights a considerable proportion of vitamin D exists as epimers and a lack of correlation between the circulating and active forms. These results highlight the need for accurate measurements to appraise vitamin D status. Maternal characteristics and circulating forms of vitamin D, along with their epimers explain 56% of neonate vitamin D concentrations. The roles of active and epimer forms in the maternal-neonatal vitamin D relationship warrant further investigation.
περισσότερα