Περίληψη
Μέσα απο την παραδοχή της κατανόησης του«φυσικού» ως εσωτερικό στοιχείο της πολιτισμικής και κοινωνικής συγκρότησης, τη δια-λειτουργική συνέργεια δικτυωμένων υποδομών και τοπίου αλλά και τη «ρητή» μετατόπιση του τοπιακού σχεδιασμού από συγκρότηση ενός «φυσικού σκηνικού» σε πρακτική διαχείρισης ευμετάβλητων παραμέτρων του φυσικού, η έρευνα εστιάζει στους τρόπους με τους οποίους οι τοπιακές υποδομές αποδίδουν ενα αρχιτεκτονικό εργαλείο αστικής παρέμβασης με εμφαση στην ενδιάμεση -εργαλειακή και επιτελεστική- λογική αναδιάρθρωσης του εδάφους και τη δικτυακή συγκρότηση φυσικο-τεχνητών συστημάτων. Ειδικότερο ζητούμενο είναι η διατύπωση αρχιτεκτονικών εργαλείων κανόνων και διαμορφωτικών λογικών για την περιγραφή της υλικής μεταβολής εστιάζοντας στην ένταξη του νερού ως «φυσικού μεταβολιστή» θέτοντας το ευμετάβλητο υδρολογικό στοιχείο ως καθοριστικό παράγοντα στην μελέτη των διαδικασιών του χώρου.Το επιστημολογικό πεδίο διερεύνησης εντάσσεται στην αναπτυσσόμενη διεπιστημονική περιοχή τη ...
Μέσα απο την παραδοχή της κατανόησης του«φυσικού» ως εσωτερικό στοιχείο της πολιτισμικής και κοινωνικής συγκρότησης, τη δια-λειτουργική συνέργεια δικτυωμένων υποδομών και τοπίου αλλά και τη «ρητή» μετατόπιση του τοπιακού σχεδιασμού από συγκρότηση ενός «φυσικού σκηνικού» σε πρακτική διαχείρισης ευμετάβλητων παραμέτρων του φυσικού, η έρευνα εστιάζει στους τρόπους με τους οποίους οι τοπιακές υποδομές αποδίδουν ενα αρχιτεκτονικό εργαλείο αστικής παρέμβασης με εμφαση στην ενδιάμεση -εργαλειακή και επιτελεστική- λογική αναδιάρθρωσης του εδάφους και τη δικτυακή συγκρότηση φυσικο-τεχνητών συστημάτων. Ειδικότερο ζητούμενο είναι η διατύπωση αρχιτεκτονικών εργαλείων κανόνων και διαμορφωτικών λογικών για την περιγραφή της υλικής μεταβολής εστιάζοντας στην ένταξη του νερού ως «φυσικού μεταβολιστή» θέτοντας το ευμετάβλητο υδρολογικό στοιχείο ως καθοριστικό παράγοντα στην μελέτη των διαδικασιών του χώρου.Το επιστημολογικό πεδίο διερεύνησης εντάσσεται στην αναπτυσσόμενη διεπιστημονική περιοχή της «Τοπιακής Πολεοδομίας» και των «Τοπιακών Υποδομών». Τόσο οι όροι όσο και η γενεαλογία τους εξετάζονται διεξοδικά. Ωστόσο οι πρόσφατες προσπάθειες να συνδεθούν οι φυσικές και κοινωνικό-πολιτικές διεργασίες μέσα από υλικά πρότυπα οργάνωσης του χώρου, μέσω μεθόδων και τεχνικών που εκμεταλλεύονται το έδαφος, ως υλικό υπόβαθρο διαχειρίσιμο μέσα από τις χρονικά μεταβαλλόμενες ιδιότητές του, σε πολλά παραδείγματα παραμένει εκτός τεκμηρίωσης ή επενδύεται με επιλύσεις σε μεταφορικό επίπεδο.Η μεθοδολογία διερεύνησης βασίζεται στο συσχετισμό δύο επιπέδων: (α) Στην Θεωρητική Επισκόπηση και την «κάθετη ανάγνωση» στις θεωρίες της πολιτικής οικολογίας, της οικολογικής μηχανικής και της μελέτης της πόλης για την υποστήριξη της μετατόπισης στην αρχιτεκτονική εργαλειοθήκη: Από τύπο-μορφολογικά πρότυπα σε περισσότερο διαγραμματικές τυπολογίες για την περιγραφή και διαχείριση της μεταβολής του φυσικού, (β) Στην Εμπειρική Τεκμηρίωση διερεύνησης της ευμετάβλητης υλικής οργάνωσης μεσω μιας σύνθετης εδαφικής οντότητας την οποία θα ονομάσουμε «Εδαφικό Ανάλογο», ικανή να λειτουργεί αναδραστικά και να διαμορφώνει το ευρύτερο πεδίο σε σχέση με δραστικούς μεταβολικούς παράγοντες. Η παρούσα έρευνα θα διατυπώσει ένα νέο μεθοδολογικό εργαλείο για την ενσωμάτωση μεταβολικών διεργασιών σε φυσικo-τεχνικά συστήματα υποδομών εμπλέκοντας τις υλικές και γεωμετρικές παραμέτρους που απαιτεί μια τέτοια διαχείριση. Τούτο θα προωθήσει τη διαπίστωση ότι το πρόβλημα της ένταξης της υλικής μεταβολής ως εποπτική παράσταση εμφανίζεται κεντρικό στην τυπολογία. Ως εκ τούτου δίνεται έμφαση στην μετατόπιση από μια παραθετική τυπολογική εκδοχή συγκρότησης στοιχείων και μορφών σε μια διαγραμματική και σχεσιακή τυπολογική προσέγγιση η οποία επιτρέπει με όρους αναγραφής(indexing) και με επάλληλους συσχετισμούς στρωματογραφικών δεδομένων την πολύπτυχη κατανόηση ενός συστήματος, που εξετάζεται ως προς τις παραμέτρους μεταβολικής δυνατότητας, υλικότητας και γεωμετρίας. Τις παραμέτρους αυτές εφαρμόζουμε τόσο στο επίπεδο της εδαφικής οργάνωσης με ικανότητα να συγκροτεί ένα νέο συνθετικό οργανωτικό πρότυπο φυσικό-τεχνητής υποδομής (Εδαφικό Ανάλογο), όσο και στο επίπεδο της ευρύτερης γεωγραφικής διάρθρωσης. Η οργάνωση του χώρου μέσα από το Εδαφικό Ανάλογο συστήνει ένα συνθετικό εργαλείο ικανό να παρακολουθεί διευρυμένους οικολογικούς στόχους, αλλά και «μεθοδολογική γέφυρα’ για την προσαρμοστική διαχείριση από το γεωγραφικό πεδίο στο 1:1 της εδαφικής διαχείρισης.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The research tackles questions of infrastructural and natural network systems in contemporary formulations aiming to re- activate urban places. Seen in the context of critical contradictions manifest in the socio-technical moves of urbanization and testing the efficiency in the use (and waste) made of cultural and environmental resources, explores the quest to re-integrate natural, social and technical processes into a new, sustainable, culture for supports of urban life with perspective.Tracing the genealogy of Landscape Urbanism in the development of alternative visions, both in terms of conceptualization and of practice guidance, in a new paradigm aiming to explain and manage urbanism globally and inter-disciplinary as landscape, her work focuses on the methods to reshape the ground by integrating and initiating cohesive natural and urban processes into networks able to add value in the sustainable character of place, catalytic for its (re-)activation. The integration of architectu ...
The research tackles questions of infrastructural and natural network systems in contemporary formulations aiming to re- activate urban places. Seen in the context of critical contradictions manifest in the socio-technical moves of urbanization and testing the efficiency in the use (and waste) made of cultural and environmental resources, explores the quest to re-integrate natural, social and technical processes into a new, sustainable, culture for supports of urban life with perspective.Tracing the genealogy of Landscape Urbanism in the development of alternative visions, both in terms of conceptualization and of practice guidance, in a new paradigm aiming to explain and manage urbanism globally and inter-disciplinary as landscape, her work focuses on the methods to reshape the ground by integrating and initiating cohesive natural and urban processes into networks able to add value in the sustainable character of place, catalytic for its (re-)activation. The integration of architectural tools in the inter-disciplinary processes formulating Landscape Infrastructures, intermediate networks employing the interface of ground and water, allowing for a sustainable culture with adaptability to the timing and needs of urban life, can be seen alternatively– away from impressive buildings and symbolic sceneries.The new, re-oriented architectural, landscape and urban design part in the planning and project work of renewal and development becomes indispensable in the shaping of metabolic conditions, e.g. forms accruing to the functions set to motion by the composite ground, a flexible “support in process” of re-folding, condensing, stratifying multiple actions and processes in urban space through time. Typical formations to date are drawn from the metabolisms of natural processes commanding the green areas and public amenity/infrastructural networks in projects and works primarily employed in the Dutch and Anglo-Saxon urban practices.Radically differing from the ad-hoc use and the decorative part left to landscape architecture, (nonetheless rich in proposing “capabilities” drawn from the sincere study of “the natural”), the new-productive role of architecture in the elaboration of Landscape Urbanism is being tested in several Case Studies, drawn both from her academic consideration of urban interventions and works and from her personal commitment to project work, already undergone academic scrutiny, and aiming to relate theory and praxis adherent to the new Paradigm.
περισσότερα