Περίληψη
Η παρούσα διατριβή εστιάζεται αφενός στην μελέτη της νόσου της μυξοβακτηριδίασης από το μυξοβακτηρίδιο Tenacibaculum maritimum σε εκτρεφόμενους πληθυσμούς θαλάσσιων ψαριών στην Ελλάδα και αφετέρου στην πραγματοποίηση πειραματικών μολύνσεων με το T. maritimum σε ιχθύδια τσιπούρας και λαβρακιού για τον έλεγχο της παθογόνου δράσης του, καθώς και την μελέτη της επίδρασης του υπεροξειδίου του υδρογόνου και της χλωραμίνης-Τ, στην αντιμετώπιση της νόσου της μυξοβακτηριδίασης.Διερευνήθηκε η παρουσία του βακτηρίου T. maritimum σε εκτρεφόμενα είδη θαλάσσιων ψαριών σε διαφορετικές περιοχές της Ελλάδας και εκτιμήθηκε η κατάσταση της μυξοβακτηριδίασης στην Ελλάδα κατά την διάρκεια τεσσάρων (4) εποχικών δειγματοληψιών. Περιγράφηκε επίσης η παρουσία των μυξοβακτηριδίων, των θαλασσινών εκτρεφόμενων ψαριών στην Ελλάδα, σε σχέση με την γεωγραφική προέλευση, την εποχή, το είδος και την ηλικία των ψαριών, καθώς επίσης και αν αυτά τα στελέχη εμφανίζουν παρόμοιο βιοχημικό προφίλ, εντός των ελληνικών συνόρω ...
Η παρούσα διατριβή εστιάζεται αφενός στην μελέτη της νόσου της μυξοβακτηριδίασης από το μυξοβακτηρίδιο Tenacibaculum maritimum σε εκτρεφόμενους πληθυσμούς θαλάσσιων ψαριών στην Ελλάδα και αφετέρου στην πραγματοποίηση πειραματικών μολύνσεων με το T. maritimum σε ιχθύδια τσιπούρας και λαβρακιού για τον έλεγχο της παθογόνου δράσης του, καθώς και την μελέτη της επίδρασης του υπεροξειδίου του υδρογόνου και της χλωραμίνης-Τ, στην αντιμετώπιση της νόσου της μυξοβακτηριδίασης.Διερευνήθηκε η παρουσία του βακτηρίου T. maritimum σε εκτρεφόμενα είδη θαλάσσιων ψαριών σε διαφορετικές περιοχές της Ελλάδας και εκτιμήθηκε η κατάσταση της μυξοβακτηριδίασης στην Ελλάδα κατά την διάρκεια τεσσάρων (4) εποχικών δειγματοληψιών. Περιγράφηκε επίσης η παρουσία των μυξοβακτηριδίων, των θαλασσινών εκτρεφόμενων ψαριών στην Ελλάδα, σε σχέση με την γεωγραφική προέλευση, την εποχή, το είδος και την ηλικία των ψαριών, καθώς επίσης και αν αυτά τα στελέχη εμφανίζουν παρόμοιο βιοχημικό προφίλ, εντός των ελληνικών συνόρων. Ταυτοποιήθηκαν, κωδικοποιήθηκαν και διατηρήθηκαν βακτηριδιακά στελέχη του T. maritimum για μελλοντικές μελέτες.Κύριοι στόχοι της διατριβής που υλοποιήθηκαν, είναι: •Η απομόνωση και η ταυτοποίηση παθογόνων μυξοβακτηριδίων από εκτρεφόμενα στην Ελλάδα ψάρια (Μεσογειακά θαλασσινά είδη) με μικροβιολογικές, βιοχημικές και μοριακές μεθόδους. •Ο έλεγχος της παθογόνου δράσης των απομονωμένων βακτηριδιακών στελεχών στα πιο ευαίσθητα είδη, με την πραγματοποίηση πειραματικών μολύνσεων σε ιχθύδια τσιπούρας και λαβρακιού.•Η ιστοπαθολογική μελέτη των ασθενών ψαριών. •Η διατήρηση των απομονωμένων βακτηριδιακών στελεχών για μελλοντικές μελέτες, δημιουργία τράπεζας μυξοβακτηριδίων από τις Ελληνικές ιχθυοκαλλιέργειες.. Η διατριβή χωρίζεται σε πέντε κεφάλαια: 1ο Εισαγωγή, 2ο Υλικά & Μέθοδοι, 3ο Αποτελέσματα, 4ο Συζήτηση και 5ο Βιβλιογραφία.Στην Εισαγωγή, γίνεται ανασκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας. Το κεφάλαιο υποδιαιρείται σε τρία τμήματα. Στο πρώτο τμήμα περιγράφεται η κατάσταση των ιχθυοκαλλιεργειών σε παγκόσμιο, ευρωπαϊκό και ελληνικό επίπεδο. Στο δεύτερο τμήμα περιγράφονται τα παθολογικά προβλήματα που παρατηρούνται στις μεσογειακές ιχθυοκαλλιέργειες. Στο τρίτο τμήμα γίνεται βιβλιογραφική ανασκόπηση με σκοπό την συλλογή πληροφοριών για τα είδη μυξοβακτηριδίων που προσβάλλουν εκτρεφόμενα ψάρια του θαλασσινού νερού, προκαλώντας νοσηρές καταστάσεις. Αναφέρονται πληροφορίες για την νόσο, τον αιτιολογικό παράγοντα, τα στελέχη, την κλινική εικόνα, τους μηχανισμούς λοιμογόνου δύναμης, τις μεθόδους διάγνωσης, την θεραπεία και πρόληψη καθώς και τις ιδιότητες των δύο αντισηπτικών διαλυμάτων που χρησιμοποιούνται στις πειραματικές μολύνσεις. Το κεφάλαιο Υλικά και Μέθοδοι, υποδιαιρείται σε πέντε τμήματα. Το πρώτο τμήμα, αναφέρεται στην: Μελέτη της εποχικότητας και του ποσοστού μόλυνσης από το μυξοβακτηρίδιο T. maritinum, σε εκτρεφόμενους πληθυσμούς θαλάσσιων ψαριών στην Ελλάδα. Για το λόγο αυτό πραγματοποιήθηκαν τέσσερες (4) εποχικές δειγματοληψίες, σε εκτρεφόμενα είδη που ήταν το λαβράκι (Dicentrarchus labrax), η τσιπούρα (Sparus aurata), το λυθρίνι (Pagellus erythrinus), το φαγκρί (Pargus pargus), το μυλοκόπι (Umbrina Cirrosa), το μυτάκι (Diplodus puntazzo), και ο συκιός (Sciaena umbra). Σε κάθε δειγματοληψία λαμβανόταν δείγμα 200 ψαριών. Τα βακτήρια απομονώθηκαν, ταυτοποιήθηκαν μικροβιολογικά, βιοχημικά και μοριακά, ελέγχθηκε η λοιμογόνος δύναμή τους και στη συνέχεια κωδικοποιήθηκαν και αποθηκεύτηκαν σε υπερκατάψυξη. Ελήφθησαν επίσης δείγματα ιστών για ιστοπαθολογικές εξετάσεις.Το δεύτερο τμήμα, αναφέρεται στην ανάπτυξη ενός πειραματικού μοντέλου μόλυνσης με το μυξοβακτηρίδιο T. maritimum σε ιχθύδια τσιπούρας και λαβρακιού, με σκοπό τον έλεγχο της παθογόνου δράσης τους.Οι πειραματικές μολύνσεις πραγματοποιήθηκαν σε ιχθύδια τσιπούρας και λαβρακιού, σε προκαθορισμένες συγκεντρώσεις βακτηριδίων, 1.0x106 έως 1.5x106cells/ml T. maritimum. Οι μολύνσεις πραγματοποιήθηκαν με ενδοπεριτοναϊκή έγχυση και με εμβάπτιση. Για αυτούς τους πειραματισμούς τα ιχθύδια χωρίστηκαν σε ομάδες, με τους κατάλληλους μάρτυρες αντίστοιχα. Από τα πειραματικά μολυσμένα ιχθύδια, που εμφάνισαν συμπτώματα και αλλοιώσεις απομονώθηκε και ταυτοποιήθηκε εκ νέου ο αντίστοιχος παθογόνος παράγοντας που χρησιμοποιήθηκε, επιβεβαιώνοντας την παθογονικότητα του, ενώ λαμβάνονταν δείγματα ιστών για ιστοπαθολογικές εξετάσεις, για να διερευνηθούν ιστοπαθολογικά οι αλλοιώσεις των πειραματικά μολυσμένων ψαριών. Το τρίτο τμήμα, αναφέρεται στην επίδραση του υπεροξειδίου του υδρογόνου και της χλωραμίνης-Τ, στην αντιμετώπιση της νόσου της μυξοβακτηριδίασης, μετά από πειραματικές μολύνσεις σε τσιπούρες και λαβράκια. Πραγματοποιήθηκαν πειραματικές μολύνσεις και εμβαπτίσεις με τα δύο αντισηπτικά διαλύματα, σε πειραματικά μολυσμένα ιχθύδια τσιπούρας και λαβρακιού, με σκοπό τον έλεγχο της αποτελεσματικότητας τους στην αντιμετώπιση της μυξοβακτηριδίασης.Το τέταρτο τμήμα, αναφέρεται στον προσδιορισμό της θανατηφόρου συγκέντρωσης (LC50) του υπεροξειδίου του υδρογόνου και της χλωραμίνης-Τ, σε ιχθύδια τσιπούρας και λαβρακιού. Τέλος, με βάση τα πρώτα αποτελέσματα από τις πειραματικές μολύνσεις και εμβαπτίσεις, εξετάστηκε η αποτελεσματικότητα της χλωραμίνης-Τ στην θεραπευτική αντιμετώπιση μολυσμένων με μυξοβακτηρίδια ιχθυδίων τσιπούρας, σε μια μονάδα εκτροφής. Το πέμπτο τμήμα, περιλαμβάνει την στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων.Στο 3ο Κεφάλαιο παρουσιάζονται τα Αποτελέσματα.Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, διαπιστώθηκε ότι το T. maritimum, απομονώνεται από τα ψάρια, σε ποσοστό 39.25% (314/800) παρόλο που κατά την διάρκεια των δειγματοληψιών, πολλά ψάρια δεν εμφάνιζαν κανένα από τα χαρακτηριστικά συμπτώματα και αλλοιώσεις της νόσου.Αποδείχθηκε πως η πλειοψηφία, 56% (112/200) των στελεχών του T. maritimum, για όλα τα είδη ψαριών που εξετάστηκαν, απομονώθηκε κατά την διάρκεια της 3ης δειγματοληψίας, δηλαδή το φθινόπωρο. Κατά την θερινή περίοδο διαπιστώθηκε επίσης μια μικρή αύξηση της θνησιμότητας συγκριτικά με την άνοιξη. Το γεγονός αυτό συνέπεσε με την παράλληλη ανάπτυξη αποικών από Listonella anguillarum, σε μερικά είδη ψαριών, όπως το μυλοκόπι και ο συκιός. Η απομόνωση του Listonella anguillarum από το μυλοκόπι, από δείγμα νεφρού έγινε για πρώτη φορά, ενώ για πρώτη φορά διεθνώς, το T. maritimum, απομονώθηκε από εκτρεφόμενο συκιό (Sciaena umbra).Ο μικρότερος αριθμός μυξοβακτηριδίων, προσβολή 29% (58/200) απομονώθηκε από τα ψάρια, κατά την διάρκεια της 4ης δειγματοληψίας, δηλαδή τον χειμώνα.Όσον αφορά το ποσοστό μόλυνσης, ανά είδος ψαριού, πιο ευπαθές αποδεικνύεται το λαβράκι με περισσότερες απομονώσεις (128/200) και μεγαλύτερο ποσοστό προσβολής (64%). Τα λυθρίνια εμφάνισαν το μικρότερο ποσοστό προσβολής και στις τέσσερες (4) δειγματοληψίες (18.75%).Τα ευρήματα, φαίνεται να σχετίζονται με την άνοδο της θερμοκρασίας του νερού της θάλασσας, αφού τα ποσοστά παρουσίας των μυξοβακτηριδίων αυξήθηκαν με την αύξηση της θερμοκρασίας του νερού, 17ºC-19ºC (112/200 ψάρια). Κατά την μακροσκοπική και νεκροτομική εξέταση, τα ασθενή ιχθύδια ανεξάρτητα του είδους, εµφάνισαν ανορεξία, καχεξία, αιµορραγίες στις γνάθους, αιµορραγική στοµατίτιδα, ωχροκίτρινες νεκρωτικές αλλοιώσεις στο δέρµα, στα πτερύγια και στην ουρά, υπεραιμία στα πτερύγια, διάβρωση της ουράς και των πτερυγίων. Οι αλλοιώσεις και τα κλινικά συμπτώματα ήταν εντονότερα στα ιχθύδια με σωματικό βάρος από 0.5-3gr, ανεξάρτητα του είδους ψαριών.Όσον αφορά τα αποτελέσματα των μικροβιολογικών εξετάσεων, καταλληλότερο θρεπτικό υπόστρωμα για τα δείγματα δέρματος, ήταν το Flexibacter maritimus medium (FMM) (n=108) και για δείγματα βραγχίων το τροποποιημένο Anacker και Ordal agar (AOA), (n=76). Προσπάθειες να απομονωθούν μυξοβακτηρίδια από δείγματα νεφρού και σπλήνα ήταν άκαρπες, ενώ η προσθήκη των αντιβιοτικών φλουμεκίνη και νεομυκίνη (με σκοπό την εκλεκτική ανάπτυξη των μυξοβακτηριδίων) στα υποστρώματα επίσης δεν ευνόησε την ανάπτυξη των μυξοβακτηριδίων. Η πραγματική βέλτιστη θερμοκρασία επώασης καθορίστηκε στους 19 με 21°C.Σχετικά με την βιοχημική ταυτοποίηση των στελεχών και τα αποτελέσματα του API 20E, το κυρίως βιοχημικό προφίλ για τα 252 από τα 314 στελέχη T. maritimum, ήταν το: 000200410. Το βιοχημικό προφίλ ήταν παρόμοιο για όλα τα στελέχη ανεξαρτήτως γεωγραφικού σημείου όπου εντοπίστηκαν, και του είδους όπου απομονώθηκαν, εντός των ελληνικών συνόρων. Στοιχεία που υποδηλώνουν μια ομοιογένεια στον Ελλαδικό χώρο σε ότι αφορά τα βιοχημικά χαρακτηριστικά του T. maritimum. Μια διαφοροποίηση εντοπίστηκε στα τεστ ζελατίνης, υδρόθειου και Voges-Proskauer, σε 62 στελέχη. Τα αποτελέσματα της μοριακής ταυτοποίησης και της PCR, επιβεβαίωσαν ότι το υπεύθυνο αίτιο στις περιπτώσεις των ψαριών με τις αλλοιώσεις αλλά και των υγιών ψαριών, ήταν το βακτήριο T. maritimum.Σχετικά με την προσβολή από τα μονογενή παράσιτα, αποδεικνύεται πως το μεγαλύτερο ποσοστό προσβολής από τα παράσιτα, και για τα επτά (7) είδη ψαριών, εντοπίστηκε, το φθινόπωρο (28%), που συμπίπτει με το μεγαλύτερο ποσοστό προσβολής από το T. maritimum (56%).Οι ιστοπαθολογικές αλλοιώσεις εντοπίστηκαν κυρίως στο βραγχιακό επιθήλιο και στο δέρμα. Τα αποτελέσματα του αντιβιογράμματος για τα στελέχη του T. maritimum απέδειξαν επίσης ότι και η φύση του θρεπτικού υποστρώματος επηρεάζει το μέγεθος του κύκλου αναστολής γύρω από τα δισκία αντιβιοτικών, ενώ όλα τα στελέχη του T. maritimum εμφάνισαν παρόμοιο προφίλ ευαισθησίας στα αντιβιοτικά.Σε αυτή την έρευνα, συνολικά, 314 στελέχη T. maritimum απομονώθηκαν και ταυτοποιήθηκαν από όλα τα δείγματα ψαριών (n=800) και διατηρήθηκαν στην κατάψυξη, στους -80°C.Από τις πειραματικές μολύνσεις που πραγματοποιήθηκαν με στελέχη του T. maritimum στα ιχθύδια τσιπούρας και λαβρακιού, αποδείχθηκε πως η προσπάθεια πειραματικής μόλυνσης με ενδοπεριτοναϊκή έγχυση βακτηρίων δεν ήταν ικανή να προκαλέσει θνησιμότητα ή να προκαλέσει την νόσο στα ψάρια. Η παρατεταμένη εμβάπτιση των ψαριών για 18 ώρες με διάλυμα βακτηριών του T. maritimum αποδείχθηκε αποτελεσματικότερη μέθοδος πρόκλησης της μυξοβακτηριδίασης. Συμπερασματικά, το μοντέλο πειραματικής μόλυνσης των ψαριών, με εμβάπτιση, σε συγκέντρωση βακτηρίων από 1.0x106cells/ml έως 1.5x106cells/ml που περιγράφηκε σε αυτή την έρευνα, αποδείχθηκε αποτελεσματικό και μπορεί να αποτελέσει την βάση για μελλοντικές επιδημιολογικές μελέτες, με σκοπό την πρόληψη και έλεγχο της μυξοβακτηριδίασης. Τα πειραματικά μολυσμένα ιχθύδια λαβρακιού και τσιπούρας με εμβάπτιση, εμφάνισαν παρόμοιες αλλοιώσεις με τα φυσικά μολυσμένα ψάρια και υψηλή θνησιμότητα (λαβράκι 65%, τσιπούρα 35%). Αυτά τα αποτελέσματα αποδεικνύουν την παθογένεια των απομονωμένων στελεχών καθώς και την αποτελεσματικότητα της πειραματικής εμβάπτισης στην εκδήλωση της νόσου στα πειραματικά μολυσμένα ψάρια. Οι ιστοπαθολογικές αλλοιώσεις εντοπίστηκαν κυρίως στο δέρμα και τα βράγχια και ήταν παρόμοιες με αυτές που παρατηρήθηκαν στα φυσικά μολυσμένα ψάρια.Μετά την ολοκλήρωση των πειραματικών μολύνσεων και εμβαπτίσεων με το υπεροξείδιο του υδρογόνου (H2O2) και την χλωραμίνη-Τ, στα ιχθύδια τσιπούρας και λαβρακιού, τα ιχθύδια ανταποκρίθηκαν στην θεραπεία, εμφανίζοντας μείωση της θνησιμότητας. Οι εμβαπτίσεις πραγματοποιήθηκαν με: υπεροξείδιο του υδρογόνου (διάλυμα 35%), στην δόση 200ppm/30min και χλωραμίνη-Τ στην δόση 12-15ppm/60min.Όσον αφορά τα ιχθύδια τσιπούρας, αποδείχθηκε πως η μεσαία θανατηφόρα συγκέντρωση (LC50), για το υπεροξείδιο του υδρογόνου, στις 48 h, είναι τα 640ppm/30min και για την χλωραμίνη-Τ, στις 48 h, είναι η συγκέντρωση 80ppm/60min. Όσον αφορά τα ιχθύδια λαβρακιού, αποδείχθηκε πως η μεσαία θανατηφόρα συγκέντρωση (LC50), για το υπεροξείδιο του υδρογόνου, στις 24 h, είναι τα 640ppm/30min και για την χλωραμίνη-Τ, στις 96 h, είναι η συγκέντρωση 80ppm/60min. Τέλος, όσον αφορά την εφαρμογή στην πράξη, αποδείχθηκε πως η χρήση της χλωραμίνης-Τ, με 2 εμβαπτίσεις στην συγκέντρωση των 12ppm/60min στην θεραπευτική αντιμετώπιση μολυσμένων με μυξοβακτηρίδια ιχθυδίων τσιπούρας, είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The present thesis concerns the study of myxobacteria infections from the bacterium Tenacibaculum maritimum in farmed marine fish in Greece and the accomplishment of experimental infections with T. maritimum in sea bream and sea bass for the control of their pathogenic action and also the study of the effect of hydrogen peroxide and chloramine-T, in the control of the disease.The presence of the bacterium T. maritimum was investigated in farmed marine fish in different areas of Greece and the condition of the disease of myxobacteriosis was estimated in Greece, during four (4) seasonal samplings. The presence of myxobacteria in farmed marine fish in Greece, was also described, depending on the geographical origin, the season, the species and the age of fish and also if these strains present a similar biochemical profile, inside Greek borders. Strains of the bacterium T. maritimum, were identified, coded and maintained for future studies.The main objectives of the present thesis are: •Th ...
The present thesis concerns the study of myxobacteria infections from the bacterium Tenacibaculum maritimum in farmed marine fish in Greece and the accomplishment of experimental infections with T. maritimum in sea bream and sea bass for the control of their pathogenic action and also the study of the effect of hydrogen peroxide and chloramine-T, in the control of the disease.The presence of the bacterium T. maritimum was investigated in farmed marine fish in different areas of Greece and the condition of the disease of myxobacteriosis was estimated in Greece, during four (4) seasonal samplings. The presence of myxobacteria in farmed marine fish in Greece, was also described, depending on the geographical origin, the season, the species and the age of fish and also if these strains present a similar biochemical profile, inside Greek borders. Strains of the bacterium T. maritimum, were identified, coded and maintained for future studies.The main objectives of the present thesis are: •The isolation and identification of the pathogens myxobacteria in farmed marine fish in Greece (Mediterranean farmed marine fish) with microbiological, biochemical and molecular methods.•The control of the pathogenic action of the isolated bacteria species in the most sensitive fish species, with experimental infections in sea bream and sea bass.•The histopathological study of the infected fish.•The preservation of the isolated bacteria species for future research, creation of aquaculture myxobacteria bank, from Greek aquaculture farms.The thesis is divided in five Chapters: 1st Introduction, 2nd Material & Methods, 3rd Results, 4th Discussion and 5th Bibliography.In the Introduction, the relevant literature is reviewed. The Chapter is subdivided into three parts. In the first part, the World, European and Greek aquaculture situation is described. In the second part, the pathological problems that are observed in Mediterranean aquaculture are described. In the third part, there is a literature review, in order to collect information for the myxobacteria species that infect farmed marine fish, causing disease. Informations for the disease, the causative agent, the strains, the clinical symptoms, the mechanisms of virulence, the methods of diagnosis, the treatment and the prevention and also the properties of the two antiseptic solutions that are used in the experimental infections, are mentioned. The chapter Material & Methods, is subdivided into five parts. The first part, refers to: The study of the seasonality and the infection rate from the bacterium T. maritinum, in farmed marine fish in Greece. For this reason four (4) seasonal samplings were performed in farmed fish species, Dicentrarchus labrax, Sparus aurata, Pagellus erythrinus, Pargus pargus, Umbrina Cirrosa, Diplodus puntazzo and Sciaena umbra. In every sampling, 200 fish were collected. The bacteria were isolated, identified with microbiological, biochemical and molecular methods, their virulence was controlled and they were coded and storage in deep-freezing. Samples from tissues were also collected for histopathological examinations. The second part, refers to the development of an experimental infection model with the bacterium T. maritimum in sea bream and sea bass, in order to control their pathogenic action.The experimental infections were performed in sea bream and sea bass, with strains of myxobacteria, in certain concentrations, 1.0x106 to 1.5x106cells/ml T. maritimum. The infections were performed with intraperitoneal injection and immersion. The fish were separated in groups, with the appropriate controls respectively. From the experimental infected fish, that showed symptoms and lesions, the causative pathogenic agent that was used, was isolated also, confirming the pathogenicity, while samples from tissues were also collected for histopathological examinations, in order to investigate the lesions of the experimental infected fish.The third part, refers to the effect of the hydrogen peroxide and chloramine-T, in the control of the disease of myxobacteriosis, after experimental infections in sea bream and sea bass. Experimental infections and immersions with the two antiseptic solutions, in experimental infected sea bream and sea bass were performed, in order to control their effectiveness in the treatment of myxobacteriosis.The fourth part, refers to the identification of the Lethal Concentration (LC50) of the hydrogen peroxide and chloramine-T, in sea bream and sea bass.Last, depending on the results from the first experimental infections and immersions, the effectiveness of chloramine-T, was examined in the treatment of infected with myxobacteria juvenile sea bream, in an aquaculture farm. The fifth part, contains the statistical analysis of the results. In the 3rd chapter, the Results are presented.According to the results, was found that T. maritimum, is isolated from the fish, in a percentage of 39.25% (314/800), although during samplings, many fish didn’t show any of the characteristics symptoms and lesions of the disease.The results showed that the majority, 56% (112/200) of the strains of T. maritimum, for all the fish species that were examined, were isolated during the 3rd sampling, in autumn. During the summer period, also there was a slight increase in mortality from spring to the summer. This fact coincided with the parallel development of colonies of Listonella anguillarum, in few fish species, like Shi drum and Brown meagre. The isolation of Listonella anguillarum from Shi drum, from kidney sample was made for the first time. Also, for the first time internationally, T. maritimum was isolated from the cultured fish, Brown meagre (Sciaena umbra).The lowest number of myxobacteria 29% (58/200), was isolated from the fish, during the 4th sampling, in winter.Regarding the infection rate, depending on the fish species, more sensitive appears to be the sea bass with more isolations (128/200) and higher infection rate (64%). The red snapper appears to have the lowest infection rate for the four (4) samplings (18.75%).These results seems to be related with the rise of the water temperature of the sea, because the rate of presence of myxobacteria, raised with the high water temperature, 17ºC-19ºC (112/200 fish). During macroscopic and postmortem examination, the infected fish, regardless of the fish species showed anorexia, sickliness, hemorrhages to the mouth, hemorrhagic stomatitis, pale yellow necrotic lesions on the skin, fins and tail, hyperemia in the flaps, corrosion of the tail and fins. The lesions and symptoms were more severe in the group of fish with body weight 0.5-3gr, regardless of the fish species. Regarding the results of the microbiological examinations, more effective nutrient substrates, proved to be for skin samples, the Flexibacter maritimus medium (FMM) (n=108) and for gills samples, the modified Anacker and Ordal agar (AOA) (n=76). Efforts to isolate myxobacteria from samples taken from kidney or spleen, had no result, while the addition of the antibiotics flumequine and neomycin (in order to have a selective development of the myxobacteria) in the nutrient substrates did not favored the development of the myxobacteria. The true optimum temperature of growth was determined at 19 to 21°C.Regarding the biochemical identification of the strains and the results of API 20E, the main biochemical profile for the 252 of the 314 strains of T. maritimum, was: 000200410. The biochemical profile was similar for all the strains, regardless of the geographical location that were found and the species that were isolated, inside Greek borders. These results show that there is homogeneity in Greece, concerning the biochemical characteristics of T. maritimum. A variation was detected in gelatin, hydrogen sulfide and Voges-Proskauer test, in sixty two strains. The results of the molecular identification and PCR, confirmed that the causative agent in the case of the fish with the lesions and also the healthy fish, was the bacterium T. maritimum.Regarding the infection rate from the monogenea parasites, was proved that the highest infection rate from the parasites, for the seven (7) fish species, was found in autumn (28%), coinciding with the highest infection rate from T. maritimum (56%).The histopathological lesions were found mainly in the gill epithelium and in the skin. The results of the antibiogram for the strains of T. maritimum, showed that the nature of the nutrient substrate affects the size of the inhibition cycle around the antibiotic tablets, while all the strains of T. maritimum showed a similar profile of sensitivity in the antibiotics.In this thesis, 314 strains of T. maritimum isolated and identified from all the fish samples (n=800) and were kept in deep-freezing, -80°C. From the experimental infections that were made with strains of T. maritimum in sea bream and sea bass, was found that the effort of experimental infection with intraperitoneal injection of bacteria, was not effective to cause mortality or the disease to the fish. The prolonged immersion of the fish for 18 hours with a solution of bacteria of T. maritimum proved to be the most effective method of causing the disease of myxobacteriosis. In conclusion, the model of experimental infection of the fish with immersion, in a concentration of bacteria from 1.0x106cells/ml to 1.5x106cells/ml that was described in this thesis, proved to be effective and can constitute the base for future epidemiological studies, in order to prevent and control the disease of myxobacteriosis.The experimental infected sea bass and sea bream with immersion, showed similar lesions with the natural infected fish and high mortality (sea bass 65%, sea bream 35%). These results show clearly the pathogenesis of the isolated strains and also the effectiveness of the experimental immersion to cause the disease to the experimental infected fish. The histopathological lesions were found mainly in the skin and gills and they were similar with the lesions observed in natural infected fish.After the completion of the experimental infections and immersions with hydrogen peroxide and chloramine-T, to the sea bream and sea bass, the fish responded to the therapy, reducing the mortality rate. The immersions were made with: hydrogen peroxide (solution 35%), in the dose 200ppm/30min and chloramine-T, in the dose 12-15ppm/60min.Regarding the sea bream, it was proved that the Lethal Concentration 50 (LC50), for hydrogen peroxide, in 48 h, was 640ppm/30min and for chloramine-T, in 48 h, was the concentration 80ppm/60min.Regarding the sea bass, it was proved that the Lethal Concentration 50 (LC50), for hydrogen peroxide, in 24 h, was 640ppm/30min and for chloramine-T, in 96 h, was the concentration 80ppm/60min.Finally, regarding the application in real conditions, the use of chloramine-T, with 2 immersions at the concentration of 12ppm/60min for the treatment of infected with myxobacteria juvenile sea bream, proved to be very effective.
περισσότερα