Περίληψη
Η διατριβή πραγματεύεται το φαινόμενο της σημασιολογικής αλλαγής των
προθέσεων της ελληνικής. Συγκεκριμένα, εξετάζει τις πιο ουσιώδεις αλλαγές στο
επίπεδο της σημασίας για την πρόθεση εἰς με βάση το θεωρητικό πλαίσιο της
γνωσιακής γλωσσολογίας και ακολουθώντας τις γνωσιακές-πραγματολογικές
προτάσεις για τη σημασιολογική αλλαγή. Η εμπειρική βάση της διατριβής είναι η
ιστορία της ελληνικής. Η μελέτη βασίζεται σε ένα δείγμα αντιπροσωπευτικών
κειμένων από τη διαχρονία της ελληνικής που καλύπτουν το διάστημα από την
ομηρική περίοδο ως το τέλος της ύστερης μεσαιωνικής. Η μεθοδολογία που
ακολουθείται είναι τόσο ποιοτική όσο και ποσοτική.
Ένας από τους κύριους στόχους της διατριβής είναι ο προσδιορισμός της
πρωτοτυπικής σημασίας της εἰς στην ομηρική περίοδο. Από την ανάλυση καθίσταται
σαφές ότι ο συνδυασμός διαφορετικών ενδείξεων είναι απαραίτητος για να
καθοριστεί με ακρίβεια ποια είναι η πρωτοτυπική σημασία. Μέσα από την εφαρμογή
συγκεκριμένων κριτηρίων διαπιστώνεται ότι δύο είν ...
Η διατριβή πραγματεύεται το φαινόμενο της σημασιολογικής αλλαγής των
προθέσεων της ελληνικής. Συγκεκριμένα, εξετάζει τις πιο ουσιώδεις αλλαγές στο
επίπεδο της σημασίας για την πρόθεση εἰς με βάση το θεωρητικό πλαίσιο της
γνωσιακής γλωσσολογίας και ακολουθώντας τις γνωσιακές-πραγματολογικές
προτάσεις για τη σημασιολογική αλλαγή. Η εμπειρική βάση της διατριβής είναι η
ιστορία της ελληνικής. Η μελέτη βασίζεται σε ένα δείγμα αντιπροσωπευτικών
κειμένων από τη διαχρονία της ελληνικής που καλύπτουν το διάστημα από την
ομηρική περίοδο ως το τέλος της ύστερης μεσαιωνικής. Η μεθοδολογία που
ακολουθείται είναι τόσο ποιοτική όσο και ποσοτική.
Ένας από τους κύριους στόχους της διατριβής είναι ο προσδιορισμός της
πρωτοτυπικής σημασίας της εἰς στην ομηρική περίοδο. Από την ανάλυση καθίσταται
σαφές ότι ο συνδυασμός διαφορετικών ενδείξεων είναι απαραίτητος για να
καθοριστεί με ακρίβεια ποια είναι η πρωτοτυπική σημασία. Μέσα από την εφαρμογή
συγκεκριμένων κριτηρίων διαπιστώνεται ότι δύο είναι οι κυρίαρχες-ανταγωνιστικές
σημασίες σε αυτή την περίοδο: η ΕΓΚΙΝΗΣΙΑΚΗ (στην οποία η πρόθεση προβάλλει την
κίνηση του τροχιοδείκτη με στόχο το εσωτερικό μιας οριοθετημένης περιοχής) και η
ΚΙΝΗΣΙΑΚΗ (στην οποία η πρόθεση προβάλλει απλώς την κίνηση του τροχιοδείκτη με
στόχο το ορόσημο). Σε αντίθεση με τις απόψεις εκείνες που θεωρούν ότι το στοιχείο
της δυναμικότητας δεν είναι εγγενές μέρος της βασικής σημασίας των προθέσεων,
στο πλαίσιο αυτής της διατριβής υποστηρίζεται ότι οι δυναμικές προθέσεις μπορούν
να δηλώνουν κίνηση. Η εμπειρική ένδειξη προς επίρρωση αυτής της θέσης έρχεται
από μία συγκεκριμένη δομή - που απαντά στην ομηρική και την κλασική περίοδο -
στην οποία δείχνουμε ότι η δυναμικότητα προκύπτει μόνο από την πρόθεση.
Η εἰς στις πρωτοτυπικές περιπτώσεις ανακαλεί δύο εικονιστικά σχήματα: αυτό
του ΠΕΡΙΕΚΤΗ και το σχήμα ΑΦΕΤΗΡΙΑ-ΔΙΑΔΡΟΜΗ-ΣΤΟΧΟΣ. Τα δύο σχήματα, τα οποία
παρέχουν γνωσιακή εξήγηση για το λόγο που μια συγκεκριμένη ομάδα σημασιών
συνδέθηκε με την πρόθεση εἰς σε συγχρονικό και διαχρονικό επίπεδο,
ενεργοποιούνται τόσο για τις έννοιες που περιλαμβάνονται στο πεδίο του Χ,ΡΟΥ
όσο και για τις αφηρημένες έννοιες. Ουσιαστικά και τα δύο σχήματα αποτελούν τα
πεδία πηγές για μεταφορικές αντιστοιχίσεις. Η μεταφορά είναι ένας από τους
βασικούς συνδετικούς κρίκους που ενώνει τις δύο βασικές σημασίες της εἰς με τις
άλλες χρήσεις και σημασίες της πρόθεσης. Ο άλλος σημαντικός κρίκος είναι η
μετωνυμία. Πέρα από τη μεταφορά και τη μετωνυμία, η σύνδεση των σημασιών της
εἰς επιτυγχάνεται και μέσα από διαδικασίες που σχετίζονται με το βαθμό εμπλοκής
του υποκειμένου της σύλληψης στην ερμηνεία ενός αντικειμένου ή μιας σκηνής. Ήδη
από τον Όμηρο η εἰς αξιοποιείται για να δηλωθεί ένα γεγονός κατά το οποίο μια
κίνηση εκτελείται μόνο νοητικά από το υποκείμενο της σύλληψης. Επιπλέον, η
καλωδίωση των σημασιών της εἰς γίνεται εφικτή όχι μόνο μέσω των μηχανισμών της
μεταφοράς, της μετωνυμίας και των διαδικασιών ερμηνείας αλλά και μέσα από τη
συνθετική πολυσημία, η οποία αφορά την απόδοση ενός σημασιολογικού
χαρακτηριστικού όχι μόνο σε ένα συστατικό του εκφωνήματος αλλά σε περισσότερα.
Περαιτέρω, στη μελέτη αυτή επιχειρείται η διάκριση ανάμεσα σε σημασίες και
κειμενικά συναγόμενες ερμηνείες της πρόθεσης υιοθετώντας τα μεθοδολογικά
κριτήρια της διεπόμενης από αρχές πολυσημίας των Tyler & Evans (2003). ,στόσο,
η ανάλυση δεν βασίζεται μόνο σε αυτά τα μεθοδολογικά εργαλεία, αλλά προτείνεται
ένα πρόσθετο κριτήριο το οποίο λειτουργεί συμπληρωματικά και καλύπτει τις
περιπτώσεις εκείνες που δεν εξηγούνται από τα προταθέντα από τους Tyler και
Evans κριτήρια. Το συμπληρωματικό αυτό κριτήριο αξιοποιεί τις θεωρητικές έννοιες
του πεδίου και της μεταφοράς και εκμεταλλεύεται τη γνωσιακή παραδοχή της
έμφασης στη χρήση.
Μία ακόμη επιδίωξη της μελέτης αυτής είναι η συνεισφορά στην τυπολογική
έρευνα γύρω από τις διαχρονικές αλλαγές. Ειδικότερα, εντοπίζονται ορισμένες
τυπολογικές μεταβάσεις που λαμβάνουν χώρα στην ιστορική εξέλιξη της ελληνικής
και με αυτό τον τρόπο τα αποτελέσματα της έρευνας εντάσσονται σε ένα γενικότερο
προβληματισμό. Για παράδειγμα, εξετάζεται η μεταβολή στην κωδικοποίηση του
σημασιολογικού ρόλου του ΑΠΟΔΕΚΤΗ (recipient). Η εξέταση αυτή αποκαλύπτει ότι
σε διαφορετικά διαχρονικά στάδια η ελληνική έχει ομοιότητες με διαφορετικές
γλώσσες.
Τέλος, περιγράφεται η διαδικασία σημασιολογικής επέκτασης που οδηγεί από
την ΚΙΝΗΣΙΑΚΗ σημασία σε τρεις διακριτές αφηρημένες σημασίες, τον
ΕΥΕΡΓΕΤΟΥΜΕΝΟ, τον ΑΠΟΔΕΚΤΗ και το ΔΕΚΤΗ. Παρουσιάζονται εμπειρικές ενδείξεις
από τη διαχρονία της ελληνικής που υποστηρίζουν την ανεξάρτητη επέκταση των
τριών σημασιών (όλες παράγονται από την ΚΙΝΗΣΙΑΚΗ χωρίς τη μεσολάβηση άλλης
σημασίας) και η θέση αυτή ενισχύεται μέσα από διαγλωσσικά δεδομένα. Το σχετικό
εύρημα είναι ότι η τυπολογική και η διαχρονική μαρτυρία στο συνδυασμό τους
αποδεικνύονται εξαιρετικά χρήσιμες για την αποφυγή υπεργενικεύσεων όσον αφορά
την κατεύθυνση της αλλαγής.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
This dissertation deals with the diachronic analysis of the Ancient Greek allative
preposition eis within the theoretical framework of cognitive linguistics. The empirical
basis of the dissertation is the history of Greek. The data used in the study stem
from a tailor-made special-purpose historical corpus constructed by myself and
cover five different stages of Greek, from Homeric to late Medieval Greek. These
data have been collected from primary sources and from searchable electronic
corpora. The methodology used is both qualitative and quantitative.
In the analysis, I establish the prototypical sense of eis based on the
methodological criteria proposed by Geeraerts (1997), Langacker (1987) and Tyler
& Evans (2003). It is shown that one should rely on different kinds of evidence so as
to achieve the highest degree of accuracy in identifying the primary sense. The
dissertation illustrates how different vectors (i.e., criteria) point to different directions
(i.e., prototyp ...
This dissertation deals with the diachronic analysis of the Ancient Greek allative
preposition eis within the theoretical framework of cognitive linguistics. The empirical
basis of the dissertation is the history of Greek. The data used in the study stem
from a tailor-made special-purpose historical corpus constructed by myself and
cover five different stages of Greek, from Homeric to late Medieval Greek. These
data have been collected from primary sources and from searchable electronic
corpora. The methodology used is both qualitative and quantitative.
In the analysis, I establish the prototypical sense of eis based on the
methodological criteria proposed by Geeraerts (1997), Langacker (1987) and Tyler
& Evans (2003). It is shown that one should rely on different kinds of evidence so as
to achieve the highest degree of accuracy in identifying the primary sense. The
dissertation illustrates how different vectors (i.e., criteria) point to different directions
(i.e., prototypical senses). In fact, I find evidence for two competing senses for eis,
the illative (whereby eis designates the motion of a trajector towards the interior of a
bounded landmark) and the allative (whereby eis denotes the motion of a trajector
towards a landmark, the boundaries of the landmark being irrelevant). In the
description of the meaning assigned to the preposition, I adopt the distributed spatial
semantics approach (Sinha & Kuteva 1995), which puts forward that spatial
relational meaning is carried not only by the preposition, but also by other elements
in the syntagm. However, as far as the notion of motion is concerned, it is argued
that the distribution of the meaning across various elements, albeit possible, it is not
necessary: evidence from a particular construction suggests that dynamic
prepositions can encode motion without necessarily depending on the sentential
context. Thus, this study lends further support to the idea that dynamic prepositions
may incorporate a schematic motion event as part of their meaning.
My focus is also on the various senses that are expressed by eis and the
cognitive links that connect these senses. The qualitative analysis of the data
reveals that various factors, such as metaphor, metonymy and subjectification have
to be taken into consideration in order to fully describe the changes that took place
at the semantic level across the various diachronic stages. Interestingly, it is shown
that the multiple senses of the preposition are obtained not only via the
aforementioned mechanisms, but also through the interaction between the semantic
load of the preposition and the semantics of the co-occurring elements.
Moreover, eis is analyzed by endorsing the Principled Polysemy Approach to
meaning (Tyler & Evans 2003), which offers certain criteria for deducing what
counts as distinct sense so as to avoid attributing to the preposition what instead
belongs to the context. Taking this model one step further, I propose one additional
criterion of polysemy which accounts for all these instances that are found to be
problematic in Tyler & Evans’s model. This criterion builds on the notions of domain
and metaphor and takes advantage of the assumption made by cognitive linguists
that language structure emerges from language use.
A further goal of the dissertation is to contribute to the incorporation of the
typological perspective in the study of diachronic changes. In doing so, the findings
of the study are embedded in a more general context. In particular, a few typological
transitions are detected which took place in the course of language change. For
example, I examine the typological transition with respect to the encoding of the
semantic role RECIPIENT in the history of Greek. This examination reveals that Greek
follows different patterns at different diachronic stages regarding the distinction
between the ALLATIVE and the RECIPIENT, which has the effect that at different stages
Greek is similar to different languages.
Finally, I describe the semantic change process leading from ALLATIVE to
three abstract senses, i.e. the BENEFICIARY, the RECIPIENT and the ADDRESSEE. I
present evidence from the Greek diachrony supporting the independent
development of the three senses (all arise out of the ALLATIVE without the mediation
of an intermediate sense) and further corroborate these findings through crosslinguistic
and typological data. The relevant finding is that typological and diachronic
evidence when combined may prove very useful so as to avoid overgeneralizations
regarding the pathways of semantic change.
περισσότερα