Περίληψη
Στόχος της παρούσας εργασίας είναι να εξετάσει τον τρόπο με τον οποίο τοποθετήθηκε το ΠΑΣΟΚ σε σχέση με το ελληνικό καπιταλιστικό κράτος τόσο στο θεωρητικό επίπεδο όσο και στο επίπεδο της πολιτικής του πράξης, κατά το χρονικό διάστημα 1974-1989. Η σχέση του ΠΑΣΟΚ με το ελληνικό καπιταλιστικό κράτος έχει διακριτά αποτελέσματα τόσο σε ό,τι αφορά το χαρακτήρα αυτού του κόμματος (τι είδους κόμμα ήταν ή είναι) όσο και σε ό,τι αφορά το χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλιστικού κράτους (ως γνωστόν, η έννοια «καπιταλιστικό» διαφέρει από κράτος σε κράτος). Το κράτος είναι κομβική έννοια της πολιτικής, γι' αυτό και η πολύ μεγάλη βιβλιογραφία γύρω από τις θεωρίες για το κράτος. Έτσι, στο Κεφάλαιο Ι της εργασίας επιχειρείται μια κριτική αποτίμηση των μεταπολεμικών μαρξιστικών θεωριών με στόχο να καταδειχθεί η «ανωτερότητα» της γκραμσιανής παράδοσης, όπως εδραιώθηκε από τον Ν. Πουλαντζά και συστηματοποιήθηκε από τον Β. Jessop, σε σχέση με άλλες περισσότερο «μηχανιστικές» θεωρίες, όπως αυτή του κρατικο ...
Στόχος της παρούσας εργασίας είναι να εξετάσει τον τρόπο με τον οποίο τοποθετήθηκε το ΠΑΣΟΚ σε σχέση με το ελληνικό καπιταλιστικό κράτος τόσο στο θεωρητικό επίπεδο όσο και στο επίπεδο της πολιτικής του πράξης, κατά το χρονικό διάστημα 1974-1989. Η σχέση του ΠΑΣΟΚ με το ελληνικό καπιταλιστικό κράτος έχει διακριτά αποτελέσματα τόσο σε ό,τι αφορά το χαρακτήρα αυτού του κόμματος (τι είδους κόμμα ήταν ή είναι) όσο και σε ό,τι αφορά το χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλιστικού κράτους (ως γνωστόν, η έννοια «καπιταλιστικό» διαφέρει από κράτος σε κράτος). Το κράτος είναι κομβική έννοια της πολιτικής, γι' αυτό και η πολύ μεγάλη βιβλιογραφία γύρω από τις θεωρίες για το κράτος. Έτσι, στο Κεφάλαιο Ι της εργασίας επιχειρείται μια κριτική αποτίμηση των μεταπολεμικών μαρξιστικών θεωριών με στόχο να καταδειχθεί η «ανωτερότητα» της γκραμσιανής παράδοσης, όπως εδραιώθηκε από τον Ν. Πουλαντζά και συστηματοποιήθηκε από τον Β. Jessop, σε σχέση με άλλες περισσότερο «μηχανιστικές» θεωρίες, όπως αυτή του κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού (ΚΜΚ) ή/και τη σχολή της «Λογικής του Κεφαλαίου». Η εξέταση του θέματος γίνεται με αυτήν τη νεογκραμσιανή μέθοδο», της οποίας τις θεωρητικές προτάσεις δικαιώνουν τα ιστορικά-εμπειρικά αποτελέσματα, όπως παρατίθενται στο Κεφάλαιο II και στο Κεφάλαιο III της. Στο Κεφάλαιο Ι της εργασίας γίνεται επίσης κριτική στις μάλλον κυρίαρχες τοποθετήσεις της ελληνικής πολιτικής επιστήμης, κοινωνιολογίας και οικονομικής θεωρίας, όπου, με την υιοθέτηση του σχήματος «κέντρο-περιφέρεια» και «εξαρτημένο κράτος» καταρχήν και στη συνέχεια με την ανάλυση του ελληνικού πολιτικού συστήματος με όρους «πελατειακών σχέσεων» και «λαϊκισμού», εξάγεται το συμπέρασμα ότι οι τοποθετήσεις αυτές πάσχουν από μονομέρεια, διότι προσπαθούν με κάθε ευκαιρία να δείξουν ότι η ελληνική περίπτωση διαφέρει (και μάλιστα με αρνητικό τρόπο) από το «δυτικό παράδειγμα». Στο Κεφάλαιο II της εργασίας υποστηρίζεται ότι κομβικό σημείο στην κατανόηση του χαρακτήρα κάθε πολιτικού κόμματος, άρα και του ΠΑΣΟΚ και του ευρύτερου πολιτικού συστήματος εν γένει, αποτελούν οι «σχέσεις εκπροσώπησης» κοινωνικών δυνάμεων και πολιτικού κόμματος. Η βασική τομή στη σύγχρονη νεοελληνική ιστορία είναι η ΕΑΜική επανάσταση. Το αποτέλεσμα της ήταν η πόλωση σε δύο αντιτιθέμενα κοινωνικά μπλοκ, το αστικό και το λαϊκό, και η πολιτική έκφραση αυτής της κοινωνικής πόλωσης είναι ο δικομματισμός. Για ιδιαίτερους λόγους, που έχουν να κάνουν με τη δομή του αυταρχικού μετεμφυλιακούκράτους, το λαϊκό μπλοκ εκφράστηκε πρωτίστως από το Κέντρο. Μετά τη Μεταπολίτευση όμως, το λαϊκό μπλοκ εκφράστηκε πρωτίστως από το ΠΑΣΟΚ. Η κατά βάση εμπειρική έρευνα (αποτελέσματα εκλογών με βάση ταξικές παραμέτρους, όπως εργατικές ή αστικές συνοικίες, εκλογές επαγγελματικοί και συνδικαλιστικών οργανώσεων) αποδεικνύει ότι το ΠΑΣΟΚ εκπροσώπησε στη Μεταπολίτευση τον κύριο όγκο της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών τάξεων και στρωμάτων (αγρότες, μικροαστικά στρώματα) και η ανάγνωση των επίσημων κειμένων του και οι πολιτικές του τοποθετήσεις στα μεγάλα θέματα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το ΠΑΣΟΚ υπήρξε ένα κόμμα της Αριστεράς. Στο Κεφάλαιο III της εργασίας, αφού παρατίθενται οι θέσεις του ΠΑΣΟΚ για τη στρατηγική της Αλλαγής και τα νομοθετήματα του όταν αυτό έγινε κυβέρνηση, υποστηρίζεται ότι το ΠΑΣΟΚ, παρ' όλο που σε κάποια κείμενα του κατηγορούσε τον Ευρωκομμουνισμό, εφάρμοσε στο πρόγραμμα του, αλλά και κατά μεγάλο μέρος στην πράξη του ως κυβέρνηση κυρίως στην πρώτη τετραετία, μια «ευρωκομμουνιστική»-«πουλαντζιανή» (με θεωρητικούς όρους) στρατηγική, με την έννοια ότι προσπάθησε να ισχυροποιήσει αισθητά τη θέση του λαϊκού μπλοκ στο συνολικό συσχετισμό δυνάμεων, ακόμα και να αλλάξει τη δομή του ελληνικού καπιταλιστικού κράτους προς μία δημοκρατική κατεύθυνση, αφού επέκτεινε τα πολιτικά δικαιώματα και τις ελευθερίες πέρα από το εθνικό κοινοβούλιο, στην τοπική αυτοδιοίκηση, στο συνδικαλισμό, στην παιδεία, στο δίκαιο, κτλ. και βέβαια προσπάθησε να εδραιώσει ένα κοινωνικό κράτος (θεσμοθέτηση Εθνικού Συστήματος Υγείας και σειρά - άλλων πολιτικών στήριξης του λαϊκού εισοδήματος). Υποστηρίζεται ότι, πράγματι, το ελληνικό καπιταλιστικό κράτος συμπύκνωσε αυτήν την αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων υπέρ του λαϊκού μπλοκ και αυτό δημιούργησε σοβαρά προβλήματα αναπαραγωγής του ελληνικού κεφαλαίου. Η εξέταση των βασικών οικονομικών δεικτών σε σχέση και με τις πολιτικές του ελληνικού καπιταλιστικού κράτους επί ΠΑΣΟΚ μέχρι το μέσο της δεκαετίας του '80 (Κεφάλαιο III, Β, α), δείχνει ξεκάθαρα την τραγική κατάσταση στην οποία περιήλθε το ελληνικό κεφάλαιο και, επειδή γίνεται λόγος για τις θεωρίες για το κράτος, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι σε αυτήν την περίπτωση βρεθήκαμε πολύ κοντά στα όρια της «σχετικής αυτονομίας» του καπιταλιστικού κράτους. Έτσι, η εφαρμογή της σταθεροποιητικής πολιτικής των ετών 1986-87 (Κεφάλαιο III, Β, β), στόχο είχε την εξομάλυνση των σχέσεων κράτους (ΠΑΣΟΚ)-κεφαλαίου, εφόσον δεν ήταν δυνατόν να συνεχισθεί η διευρυμένη αναπαραγωγή του κεφαλαίου με τους πολιτικούς και οικονομικούς όρους που διαμορφώθηκαν στην πρώτη τετραετία του ΠΑΣΟΚ. Πράγματι, τα αποτελέσματα της σταθεροποιητικής πολιτικής κρίνονται θετικά όσον αφορά τους δείκτες της οικονομίας, οι οποίοι άρχισαν να βελτιώνονται. Έκτοτε αρχίζει και η ανασύνταξη των αστικών δυνάμεων στην Ελλάδα και η βαθμιαία εξασθένιση της δύναμης του λαϊκού μπλοκ. Η εφαρμογή, πάντως, της σταθεροποιητικής πολιτικής από ένα κόμμα το οποίο εξέφραζε ακόμα με ριζοσπαστικό τρόπο τις λαϊκές δυνάμεις δεν μπορούσε να οδηγήσει σε μια «νεοφιλελεύθερη» εκδοχή της πολιτικής λιτότητας, διότι αυτό θα οδηγούσε σε σοβαρή κρίση εκπροσώπησης (ενδείξεις της οποίας είχαν αρχίσει να διαφαίνονται). Πράγματι, η πολιτική λιτότητας που εφάρμοσε το ΠΑΣΟΚ ήταν μια κατά βάση - περιοριστική πολιτική αμοιβών, που δεν αφορούσε ένα ευρύτερο μέτωπο αντιπαράθεσης με τις εργαζόμενες τάξεις (πολιτική, ιδεολογία, εργασιακές σχέσεις, εκπαίδευση, κοινωνικό κράτος κτλ.) και επιπλέον η πολιτική αυτή εγκαταλείφθηκε στα δύο επόμενα χρόνια διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, με εκ νέου εφαρμογή μιας επεκτατικής οικονομικής πολιτικής. Σε αυτά τα δύο τελευταία χρόνια της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, το κυρίαρχο θέμα της πολιτικής σκηνής ήταν τα σκάνδαλα. Τα σκάνδαλα δεν είναι βέβαια ένα συγκυριακό φαινόμενο στο σύγχρονο αυταρχικό κρατισμό με τη στενή διαπλοκή του μονοπωλιακού κεφαλαίου και του κράτους, αλλά στην Ελλάδα αυτό που οδήγησε στην επιφάνεια την ύπαρξη τους ήταν η προσπάθεια του κράτους να υποστηρίξει ένα κεφαλαιακό υποκείμενο σε βάρος των άλλων και μάλιστα στον ευαίσθητο χώρο των MME. Γενικότερα, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι το ΠΑΣΟΚ έχασε τις εκλογές εξαιτίας των σκανδάλων, με την έννοια ότι η πλήρης αφομοίωση του κόμματος στο κράτος και η προκλητική άνοδος των διαχειριστικών στρωμάτων του κράτους, σε συνδυασμό με την κρατικοκεντρική, αναποτελεσματική και σκανδαλώδη εφαρμοσθείσα πολιτική, απονομιμοποίησε το ΠΑΣΟΚ στις ευρύτερες προοδευτικές δυνάμεις, σε μεγάλα τμήματα των νέων μικροαστικών στρωμάτων, στη νεολαία και στη διανόηση. Πάντως, παρ' όλη την επίθεση από τα άλλα πολιτικά κόμματα, τον Τύπο και τη Δικαιοσύνη που δέχθηκε το ΠΑΣΟΚ με αιχμή τα σκάνδαλα, αυτό παρέμενε το μεγαλύτερο (ποσοστιαία) σοσιαλιστικό κόμμα της Ευρώπης. Αυτό δεν οφειλόταν στην αδιαμεσολάβητη σχέση του λαϊκιστή ηγέτη με τις μάζες (μάλλον αρνητικά επέδρασε η παραμονή του Α. Παπανδρέου στην ηγεσία του σε μια περίοδο όπου ο κύκλος της Μεταπολίτευσης είχε πλέον κλείσει), αλλά στο ειδικό βάρος της σχέσης εκπροσώπησης των λαϊκών - κοινωνικών δυνάμεων στο ΠΑΣΟΚ και στη σύγχρονη δομή, οργάνωση και μαζικότητα του ΠΑΣΟΚ. Σημαντικό γεγονός για τη δομή της κρατικής εξουσίας ήταν και η αναθεώρηση του συντάγματος το 1986 (Κεφάλαιο III, Γ). Από έναν «περίπου τριπολισμό» (Πρόεδρος Δημοκρατίας, Πρωθυπουργός-Κυβέρνηση, ΠΑΣΟΚ ως ένα κυβερνητικό κόμμα νέου τύπου) που επικράτησε την πρώτη τετραετία, και από την Προεδρευόμενη Δημοκρατία, περνάμε σε ένα περίπου μονοπολικό σχήμα, σε μια «πρωθυπουργική δημοκρατία», ενισχύεται δηλαδή η εκτελεστική εξουσία και κυρίως ο πρωθυπουργός. Εδώ εμφανίζεται η εξής αντίφαση: ενώ η κατάργηση των «υπερεξουσιών» του Προέδρου ήταν μόνιμη επιδίωξη του ΠΑΣΟΚ, των άλλων κομμάτων της Αριστεράς και των «προοδευτικών» συνταγματολόγων αφού κατά τη γνώμη τους αυτές οι εξουσίες του Προέδρου απηχούσαν μια παλιότερη δυσπιστία του μπλοκ εξουσίας σε μια πιο άμεση έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας στους θεσμούς του κράτους, στις συνθήκες του «αυταρχικού κρατισμού» και της ισχυροποίησης της πρωθυπουργοκεντρικής εκτελεστικής εξουσίας - ένας πόλος που θα μπορούσε να μετριάσει τις υπερεξουσίες του πρωθυπουργού ίσως λειτουργούσε θετικά για τη δημοκρατία στην Ελλάδα. Πάντως, συμπέρασμα της παρούσας εργασίας είναι ότι η περίπτωση της ΠΑΣΟΚικής διακυβέρνησης δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως παράδειγμα «αυταρχικού κρατισμού», αφού παρ' όλη την ισχυροποίηση της εκτελεστικής εξουσίας, οι δημοκρατικές ελευθερίες και τα κοινωνικά δικαιώματα μάλλον διευρύνθηκαν και αναπτύχθηκαν. Ίσως θα μπορούσε να χαρακτηριστεί περίοδος «δημοκρατικού κρατισμού». Το συμπέρασμα αυτό βγαίνει από την εξέταση του θέματος στο μακρό-επίπεδο (δεν εξετάζουμε δηλαδή σε βάθος επιμέρους τομείς, όσο τη γενικότερη κατεύθυνση της πολιτικής του ΠΑΣΟΚ) και σε σύγκριση με την πρόσφατη ελληνική ιστορία αλλά και με τις διεθνείς εξελίξεις στη δεκαετία του '80.
περισσότερα