Περίληψη
Η διατριβή πραγματεύεται τη μελέτη των οθωμανικών οχυρώσεων της Πελοποννήσου κατά την περίοδο της πρώτης οθωμανικής κυριαρχίας, με αφετηρία τις εκστρατείες του Μεχμέτ Β΄ για την κατάκτηση της χερσονήσου (1458-1460) έως την ανακατάκτησή της από τους Βενετούς από το 1685 στο πλαίσιο του έκτου βενετοοθωμανικού πολέμου. Η μελέτη στοχεύει στη σύνταξη ενός συγκεντρωτικού corpus οθωμανικών οχυρώσεων με παραδείγματα από την Πελοπόννησο και άλλες οθωμανικές οχυρώσεις αναφοράς. Τα αποτελέσματα της έρευνας παρουσιάζονται σε δύο μέρη, Α. το συνθετικό μέρος (Α.1 και Α.2), όπου επιχειρείται η ερμηνεία των οθωμανικών οχυρώσεων στην Πελοπόννησο εντός του πλαισίου της οθωμανικής οχυρωτικής εν γένει και Β. το παράρτημα μονογραφιών των 20 σημαντικότερων οχυρών θέσεων της χερσονήσου με έμφαση στις οθωμανικές επεμβάσεις. Η μελέτη συνοδεύεται από πρωτότυπα κυρίως σχέδια αρχιτεκτονικών αποτυπώσεων και συγκέντρωση δημοσιευμένου αρχειακού υλικού. Στο πρώτο μέρος (κεφάλαια 1-3) γίνεται παρουσίαση του ιστορικού ...
Η διατριβή πραγματεύεται τη μελέτη των οθωμανικών οχυρώσεων της Πελοποννήσου κατά την περίοδο της πρώτης οθωμανικής κυριαρχίας, με αφετηρία τις εκστρατείες του Μεχμέτ Β΄ για την κατάκτηση της χερσονήσου (1458-1460) έως την ανακατάκτησή της από τους Βενετούς από το 1685 στο πλαίσιο του έκτου βενετοοθωμανικού πολέμου. Η μελέτη στοχεύει στη σύνταξη ενός συγκεντρωτικού corpus οθωμανικών οχυρώσεων με παραδείγματα από την Πελοπόννησο και άλλες οθωμανικές οχυρώσεις αναφοράς. Τα αποτελέσματα της έρευνας παρουσιάζονται σε δύο μέρη, Α. το συνθετικό μέρος (Α.1 και Α.2), όπου επιχειρείται η ερμηνεία των οθωμανικών οχυρώσεων στην Πελοπόννησο εντός του πλαισίου της οθωμανικής οχυρωτικής εν γένει και Β. το παράρτημα μονογραφιών των 20 σημαντικότερων οχυρών θέσεων της χερσονήσου με έμφαση στις οθωμανικές επεμβάσεις. Η μελέτη συνοδεύεται από πρωτότυπα κυρίως σχέδια αρχιτεκτονικών αποτυπώσεων και συγκέντρωση δημοσιευμένου αρχειακού υλικού. Στο πρώτο μέρος (κεφάλαια 1-3) γίνεται παρουσίαση του ιστορικού πλαισίου των βενετοοθωμανικών πολέμων, συντάσσονται πίνακες και χάρτες ευρύτερων οθωμανικών επισκευαστικών προγραμμάτων και σχολιάζονται γενικά ζητήματα ως προς την διοικητική, οικονομική και πληθυσμιακή οργάνωση της Πελοποννήσου κατά την πρώτη οθωμανική περίοδο. Αναλύονται επίσης γενικά ζητήματα της οθωμανικής στρατιωτικής οργάνωσης, στρατηγικής και σχεδιασμού της άμυνας. Στο κατεξοχήν συνθετικό μέρος της έρευνας (κεφάλαιο 4) εξετάζονται ζητήματα σχεδιασμού, τυπολογίας και κατασκευής των οθωμανικών οχυρώσεων. Οι νέες συνθέσεις της Πελοποννήσου παρουσιάζονται διασταλτικά με άλλες οθωμανικές οχυρώσεις με αναφορά σε ζητήματα λειτουργίας, παραλλαγών, καταγωγής, χρονολόγησης, εξέλιξης και διάδοσης των τύπων και συντίθενται τυπολογικά διαγράμματα υπό ενιαία κλίμακα για τις οχυρωματικές διατάξεις και τα οχυρωματικά στοιχεία. Η οθωμανική κατάκτηση της Πελοποννήσου ήταν σταδιακή και σχετιζόμενη με την αυξανόμενη εκτίμηση της Πελοποννήσου ως μεθοριακής κτήσης με ιδιαίτερη γεωστρατηγική σημασία για την άμυνα της Αυτοκρατορίας. Οι Οθωμανοί οργάνωσαν τον κατάσπαρτο σε οχυρώσεις χώρο της Πελοποννήσου, αξιολογώντας τις υφιστάμενες οχυρώσεις και την αναγκαιότητα οχυρωματικών έργων και υλοποιώντας συντεταγμένα οικοδομικά και επισκευαστικά προγράμματα στο πλαίσιο του κεντρικού σχεδιασμού της άμυνας της Αυτοκρατορίας κατά τους βενετοοθωμανικούς πολέμους. Μετά την κατάκτηση του Μεχμέτ Β΄ φαίνεται πως πραγματοποιήθηκαν έργα ενίσχυσης στις σημαντικές μεσαιωνικές θέσεις (Ακροκόρινθος, Μυστράς, Άργος, Λεοντάρι, πιθανώς Πάτρα), όπου διακρίνεται κυρίως η προσπάθεια ενίσχυσης οχυρωματικών ζωνών με διατάξεις παθητικής άμυνας έναντι των εχθρικών βολών και διατάξεις πύργων με στοιχεία πυροβολικού και πύργων ανοικτής πλάτης. Πραγματοποιήθηκαν επίσης οι απαραίτητες εργασίες εγκαθίδρυσης της οθωμανικής εξουσίας, κάποιες με ιδιαίτερα συμβολικό χαρακτήρα, όπως η κατασκευή του μεγάλου πύργου του Άργους (1467) ως έμβλημα οθωμανικής υπεροχής απέναντι από το βενετικό Ναύπλιο. Η Πελοπόννησος κατέστη κέντρο ιδιαίτερου στρατηγικού ενδιαφέροντος για την οθωμανική μεθόριο ιδιαίτερα από την περίοδο του Βαγιαζήτ Β΄, μετά και την κατάκτηση της περιοχής Ναυπάκτου και των σημαντικών ναυτικών βάσεων της Μεσσηνίας (Μεθώνης, Κορώνης, Ναβαρίνου) που απέκτησαν υπερτοπικό χαρακτήρα στην άμυνα της Αυτοκρατορίας. Τα έργα της περιόδου παρουσιάζουν πρωτοτυπία στην σύνθεση όπως αποδεικνύει η κατασκευή των δίδυμων «τριγωνικών φρουρίων» Ρίου-Αντιρρίου (1499) και γόνιμη αναζήτηση στην διαμόρφωση οχυρωματικών διατάξεων πύργων πυροβολικού και πύργων πυροβολικού ανοικτής οροφής, μεταβατικών δηλαδή διατάξεων πυροβολικού που κατασκευάζονται σε όλες σχεδόν τις κομβικές παράκτιες οχυρώσεις της περιόδου.Κατά τον 16ο αιώνα οι εντεινόμενες πιέσεις των δυτικών δυνάμεων στην Πελοπόννησο, ειδικά με τις επιθέσεις του Ντόρια το 1532 στην Μεσσηνία και την Αχαΐα οδήγησαν σε προγράμματα ενίσχυσης των κάστρων της δυτικής κυρίως Πελοποννήσου, όπως το μεγάλο επισκευαστικό πρόγραμμα ενίσχυσης του Ρίου (1537-1539), η κατασκευή του οχυρού συγκροτήματος της Λιβαδειάς στην Κορώνη(1534). Μετά την κατάκτηση του Ναυπλίου και της Μονεμβασιάς το 1540 από τον Σουλεϊμάν, συνεχίστηκαν τα προγράμματα οχυρωματικής ενίσχυσης και οι νέες θέσεις μετατράπηκαν σε σημαντικές ναυτικές βάσεις του οθωμανικού στόλου. Εν αναμονή κάποιας μεγάλης ευρωπαϊκής επίθεσης, η οποία έλαβε τελικά χώρα στην περιοχή της Ναυπάκτου το 1571, οι Οθωμανοί ενίσχυσαν τις παράκτιες οχυρώσεις της Κορώνης, Μεθώνης, του Παλαιού Ναβαρίνου καθώς και της Αγίας Μαύρας (1567) ενώ οικοδόμησαν επίσης ένα νέο φρούριο στη Μάνη, στο Πόρτο Κάγιο (1569) για τον έλεγχο του τοπικού πληθυσμού. Μετά την ήττα των Οθωμανών στη Ναύπακτο, η ανασύνταξη των δυνάμεων τους ήταν άμεση και η κινητοποίηση στην Πελοπόννησο πρέπει να ήταν μεγάλης κλίμακας, με την ενίσχυση του κόλπου του Ναυαρίνου και την κατασκευή του αστερόσχημου οχυρού του Νιόκαστρου (1574-1579) κατά τα πρότυπα του προμαχωνικού συστήματος, και την επισκευή των δίδυμων φρουρίων του Κορινθιακού, της Αγίας Μαύρας και πιθανώς του Ακροκορίνθου. Προς τα μέσα του 16ου αιώνα φαίνεται πως εξακολούθησαν να κατασκευάζονται ευρέως στις οθωμανικές οχυρώσεις μεγάλοι πύργοι, πύργοι πυροβολικού και πύργοι πυροβολικού ανοικτής οροφής, η εξέλιξη του σχεδιασμού των οποίων αποτελεί ενέργεια παράλληλη με τις ευρωπαϊκές προσπάθειες της μεταβατικής περιόδου που οδήγησαν από τους torrioni στην καθιέρωση του πενταγωνικού προμαχώνα μέχρι το 1540. Την ίδια περίοδο αρχίζει η κατασκευή οθωμανικών προμαχώνων, με την έννοια της δημιουργίας σε προωθημένη θέση των οχυρώσεων συμπαγών διατάξεων πλευρικής άμυνας με ανοικτή πλατεία βολής και ευρείες επάλξεις για εγκατάσταση ανοικτών κανονιοθυρίδων, με ποικίλες παραλλαγές.Κατά την περίοδο του Κρητικού Πολέμου (1645-1669), τα λιμάνια της Πελοποννήσου αποτέλεσαν εστίες συγκέντρωσης των οθωμανικών δυνάμεων για τις επιχειρήσεις στην Κρήτη και στο Αιγαίο. Αναμφίβολα η κατασκευή του θαλάσσιου τείχους της Μονεμβασιάς και η καταβίβαση της γραμμής επίθεσης στην Κάτω Πόλη συνδέεται με τον αναβαθμισμένο ρόλο της ως ενδιάμεσο κέντρο της άμυνας στην περίοδο αυτή, παρά τον συντηρητικό χαρακτήρα των οχυρωματικών επεμβάσεων. Οι τελευταίες οχυρωματικές ενέργειες των Οθωμανών ανήκουν στο διάστημα μετά την πτώση του Χάνδακα και εντάσσονται στις ενέργειες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για την αποτροπή συνεργασίας των αντίπαλων δυτικών δυνάμεων με τους ντόπιους επαναστάτες στην περιοχή της Μάνης με την κατασκευή νέου φρουρίου της Κελεφάς το 1670 και τη ριζική ανακατασκευή των φρουρίων Ζαρνάτας, και Πασσαβά. Η απομάκρυνση από το αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο της επίσημης οχυρωματικής αρχιτεκτονικής και οι συντηρητικές λύσεις είναι εμφανείς στα έργα αυτά, στοιχείο που μάλλον οφείλεται περισσότερο στην ανάγκη γρήγορης οικοδόμησης και στη φύσει τους ως φρουρίων ελέγχου. Κρίνοντας από το εύρος των οχυρωματικών έργων στο πεδίο μελέτης, γίνεται αντιληπτό ότι ειδικά κατά την μεταβατική περίοδο του πυροβολικού η οθωμανική οχυρωματική αρχιτεκτονική στην Πελοπόννησο και εν γένει στην Αυτοκρατορία ήταν διαρκώς ανανεούμενη, με πολλά παραδείγματα εφαρμογών καινοτόμων οχυρωματικών λύσεων. Η γένεση των οχυρωματικών διατάξεων και οι επιρροές στον σχεδιασμό προέκυψαν από ένα χωνευτήρι επιρροών της αρχιτεκτονικής των κατακτημένων περιοχών και των περιοχών με τις οποίες οι Οθωμανοί ήρθαν σε επαφή, ως αποτέλεσμα μιας μακράς εξελικτικής διαδικασίας. Η εξέλιξη του σχεδιασμού των οθωμανικών οχυρώσεων δεν ακολούθησε παντού γραμμική πορεία, με αρκετές όψιμες εφαρμογές παλαιότερων προτύπων, στοιχείο που δεν οφείλεται ωστόσο στην άγνοια των εξελίξεων του προμαχωνικού συστήματος από τους Οθωμανούς αλλά κυρίως σε λόγους οικονομίας του πολέμου και στρατηγικής αναγκαιότητας. Παρά τις κατά τόπους εφαρμογές προμαχωνικών διατάξεων στις οθωμανικές οχυρώσεις από το τέλος του 16ου και κατά τον 17ο αιώνα, οι οποίες δεν έχουν ακόμα εκτιμηθεί στο σύνολό τους από τη σύγχρονη έρευνα, φαίνεται ότι η οθωμανική οχυρωτική ακολούθησε μια σχετικά αυτόνομη πορεία εξέλιξης ως αρχιτεκτονική με τους δικούς της εσωτερικούς κανόνες.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The dissertation deals with the ottoman fortifications in the Peloponnese (Morea) during the first period of ottoman rule, starting with the expeditions of Mehmed II (1458-1460) for the conquest of the peninsula until its re-conquest by the Venetians from 1685 in the frame of the Guerra di Morea. The study basically consists a corpus of ottoman fortifications with case studies amongst Peloponnese and other, known from the literature, ottoman fortifications. In the first part of the study (A.1 and A.2) the ottoman fortifications of Peloponnese are analyzed within the general context of ottoman fortified architecture. The second part (B.) includes the presentation of 20 monographs of the most important fortifications of the peninsula by emphasizing the ottoman interventions. The study is accompanied with plans produced by original measured surveys of the fortifications and collection of published archives. The first part (chaptets 1-3) presents the historical context of Ottoman-Venetian ...
The dissertation deals with the ottoman fortifications in the Peloponnese (Morea) during the first period of ottoman rule, starting with the expeditions of Mehmed II (1458-1460) for the conquest of the peninsula until its re-conquest by the Venetians from 1685 in the frame of the Guerra di Morea. The study basically consists a corpus of ottoman fortifications with case studies amongst Peloponnese and other, known from the literature, ottoman fortifications. In the first part of the study (A.1 and A.2) the ottoman fortifications of Peloponnese are analyzed within the general context of ottoman fortified architecture. The second part (B.) includes the presentation of 20 monographs of the most important fortifications of the peninsula by emphasizing the ottoman interventions. The study is accompanied with plans produced by original measured surveys of the fortifications and collection of published archives. The first part (chaptets 1-3) presents the historical context of Ottoman-Venetian Wars, and tables and maps of broader ottoman fortification projects based on ottoman archives. General issues of the administration, economy and population of Peloponnese during the first ottoman period as well as issues of ottoman military organization, strategy and military design are discussed. The main synthetic chapter 4, investigates the design, typology and construction of the ottoman fortifications. The ottoman fortifications of Peloponnese are presented in regard to other fortifications of reference, while issues of function, variants within the type, origins, chronology, evolution and dissemination of types are being investigated, followed by the composition of typological diagrams of the defensive devices and elements. During the gradual conquest of the peninsula, there was a proportional increase of the strategic significance of the Peloponnese as a frontier of the Ottoman Empire. The Ottomans evaluated the existing medieval fortifications and the necessity of new defensive works and implemented centrally designed fortification projects in the context of the Ottoman-Venetian Wars. Following Mehmed’s II conquest of the Peloponnese, it seems that reinforcement projects were executed in several important medieval castles (Acrocorinth, Mistra, Argos, Leontari, Patras). In these cases, the attempt of strengthening of broad fortification zones with elements of passive-defense and towers with artillery devices can generally be identified. At the same time necessary actions of establishment of the ottoman power, some of great symbolic character took place, such as the building of the big independently-fortified tower of Argos (1467), an emblem of ottoman superiority across venetian Naufplion. Peloponnese became a center of great interest for the defense of the Empire, especially during the period of Sultan Bayezid II, and after the ottoman conquest of Lepanto and the great Messenian port cities (Modon, Coron, Navarino), which gained supralocal character for the defense of the Empire. Massive fortification projects were implemented during this period, projects which present innovation in architectural design as seen in the design of the twin fortresses of Rio and Antirrio (1499), and fruitful search of new defensive models of tower bastions and open-air artillery towers. The application of these transitional artillery devices was generalized between the several ottoman coastal fortifications of the era. During the 16th century the increasing involvement of the Western powers in the Peloponnese, and especially Andrea Doria’s attacks in 1532 in Messenia and Achaia regions, led to big reinforcement projects, mainly in the western part of the peninsula, such as those in Rio (1537-1539) and Koroni (1534). After the conquest of Nauplion and Monemvasia in 1540 by Suleiman the Magnificent, the restoration projects continued and these new port-cities became important naval bases of the Ottoman Fleet. The Ottomans reinforced coastal fortifications of Koroni, Modon, Old Navarino and Agia Mavra (1567) in anticipation of an attack, which finally took place in 1571 in Lepanto, and built a new fortress in Porto Kagio (Manya) (1569) for the control of local population. After the defeat in Lepanto, the Ottomans quickly reestablished their power, and the mobilization while refortifying the Peloponnese, should have been of great scale. They reinforced the gulf of Navarino by building a new star-fort -the New Navarino- and they renovated the twin-forts of Rio-Antirrio, Agia Mavra fortress and possibly Acrocorinth. Towards mid-16th century, the Ottomans seem to continue widely constructing big independently-fortified towers, tower-bastions and open-air artillery towers, a process parallel to the process of european design of the transitional period of artillery that led from the torrioni to the establishment of the pentagonal bastion until 1540. At the same period, Ottomans started designing variations of bastion types, by means of solid fortified provisions with an open artillery-platform at the top for the placement of heavy artillery at the wide parapets. During the Cretan War (1645-1669), some ports of the Peloponnese became naval centers for the military operations in Crete and the Aegean. The building of the coastal fortification circuit of Monemvasia is related to the great role that the city played as an intermediate node for military operations, despite its conservative character. The last ottoman fortification works were executed after the fall of Candia, when the Ottoman Empire attempted to control the local rebellions in the region of Mani by building the new fortress of Kelefa in 1670 and rebuilding the fortresses of Zarnata and Passava. In these cases, the distancing from the vocabulary of the official fortified architecture is obvious, and the design is conservative, mainly because of the nature of the forts as population control centers and the necessity of fast construction. The variety of ottoman fortification works examined shows that especially during the transitional period of the artillery, the ottoman fortified architecture in the Peloponnese and in the Empire in general was constantly evolving and presented several innovative fortification solutions. The formation of the fortification and design models derived from a blend of architectural influences of the areas that Ottomans conquered and contacted with. The evolution of ottoman fortifications did not always follow a linear path. Late implementations of older defensive elements can be recognized, which were certainly not related to the ignorance of bastioned-system principles by the Ottomans, but mainly due to financial and strategic choices of the war. Despite the implementation of bastioned-system principles in some cases of ottoman fortifications from the end of 16th century and during 17th century, which are not fully appreciated yet, it seems that ottoman art of war and architecture followed a relatively autonomous evolution as an architecture with its own internal rules.
περισσότερα