Περίληψη
Με βάση τις τρεις παραμέτρους του γνωστικού ορίζοντα κατά τη Φαινομενολογία του Πνεύματος του Hegel , που είναι α) η συνείδηση του ζώντος, δρώντος και προσλαμβάνοντος νοητικού υποκειμένου, β) ο λόγος ως εργαλείο ερμηνείας, κατανοήσεως και επιρροής επί της πραγματικότητας και γ) το Πνεύμα ως διαμορφωμένο περιεχόμενο, γραφή, όπως αυτές εκφράσθηκαν στην ιστορία σε αντίστοιχα κοινωνικοπολιτικά συστήματα, μπορούν να αναπτυχθούν τα ηθικά στάδια του δικαίου και , στη συνέχεια , να απαριθμηθούν οι λογικές και ηθικές εποχές της ιστορίας (κατάταξη όχι “par les faits” αλλά “par la raisοn“). Αυτές είναι κατά τον Hegel η ανατολική, η ελληνική, η ρωμαική, η χριστιανική και η γερμανική. Λόγω του ότι ο Hegel ερευνά το δίκαιο ως αυτόνομο φαινόμενο, δεν δίδει βάρος στην ανατολική εποχή, που εκτυλίχθηκε σε προεπιστημονικό στάδιο ( κατά τον Hegel δεν γινόταν διάκριση μεταξύ ηθικής και δικαίου), αλλά επικεντρώνεται στις τέσσερις άλλες. Αναγνωρίζει ότι στη μεν ελληνική εποχή υπήρχε ισορροπία μεταξύ ...
Με βάση τις τρεις παραμέτρους του γνωστικού ορίζοντα κατά τη Φαινομενολογία του Πνεύματος του Hegel , που είναι α) η συνείδηση του ζώντος, δρώντος και προσλαμβάνοντος νοητικού υποκειμένου, β) ο λόγος ως εργαλείο ερμηνείας, κατανοήσεως και επιρροής επί της πραγματικότητας και γ) το Πνεύμα ως διαμορφωμένο περιεχόμενο, γραφή, όπως αυτές εκφράσθηκαν στην ιστορία σε αντίστοιχα κοινωνικοπολιτικά συστήματα, μπορούν να αναπτυχθούν τα ηθικά στάδια του δικαίου και , στη συνέχεια , να απαριθμηθούν οι λογικές και ηθικές εποχές της ιστορίας (κατάταξη όχι “par les faits” αλλά “par la raisοn“). Αυτές είναι κατά τον Hegel η ανατολική, η ελληνική, η ρωμαική, η χριστιανική και η γερμανική. Λόγω του ότι ο Hegel ερευνά το δίκαιο ως αυτόνομο φαινόμενο, δεν δίδει βάρος στην ανατολική εποχή, που εκτυλίχθηκε σε προεπιστημονικό στάδιο ( κατά τον Hegel δεν γινόταν διάκριση μεταξύ ηθικής και δικαίου), αλλά επικεντρώνεται στις τέσσερις άλλες. Αναγνωρίζει ότι στη μεν ελληνική εποχή υπήρχε ισορροπία μεταξύ των τριών γνωστικών παραγόντων, στη ρωμαική εποχή παρατηρήθηκε έξαρση του λόγου που αποπειράθηκε να γεφυρώσει στο πλαίσιο μίας πραγματιστικής συναίνεσης την παρατηρούμενη για πρώτη φορά απόσταση μεταξύ εννοιών και πραγμάτων, στη χριστιανική εποχή τονίζει την ανάληψη πρωτεύοντος ρόλου από τη συνείδηση, η οποία πλέον φιλοδοξεί να καθορίσει άνωθεν , ως νομοθετική βούληση, τις βιοτικές σχέσεις, τέλος δε στη γερμανική εποχή εντάσσει την οργανική εκ παραλλήλου ανέλιξη και αλληλεπίδραση μεταξύ γνωστικού υποκειμένου και αντικειμένου, με κατάληξη την αυτοοργανούμενη διαδικασία του Πνεύματος, το οποίο διατυπούται και επαναδιατυπούται ως ολονέν και περισσότερο διαμορφούμενο και εξειδικευόμενο περιεχόμενο. Στην προβληματική της δίκης , οι συνισταμένες του γνωστικού ερμηνευτικού ορίζοντα, ανάλογες με τους όρους συνείδηση- λόγος- πνεύμα είναι ο νόμος ή αφηρημένο δίκαιο ως διανεμητική κανονιστικότητα, η ηθικότητα ως επιλογή μεταξύ ηθικών αξιών -αποφασιοκρατία και το έθος ως θεσμικότητα. Μπορεί κανείς να προχωρήσει στην επαλήθευση αυτής της επαγωγικής σκέψης, αναλύοντας την τριμερή παραπάνω διάκριση στα επιμέρους ηθικο-λογικά στάδια της δίκης, όπου το καθένα τονίζει μία ή περισσότερες από τις παραπάνω γνωστικές συνιστώσες. Aναλυτικότερα διακρίνονται τα εξής ηθικά και λογικά στάδια δικαίου στην ιστορία:α) Ελληνική ή διαλεκτική εποχή ως απόλυτη ταυτότητα ατομικότητας και ουσίας. Η συνείδηση δια του λόγου κατανοεί εις βάθος τη φύση και οι τρεις αυτοί θεωρητικοί παράγοντες βρίσκονται σε αγαστή σύμπνοια και ισορροπία μεταξύ τους. Στο δίκαιο, το αντικείμενο της συνείδησης συγκροτείται από τα ήθη και τα έθιμα, που εδράζονται στους προστάτες εφέστιους θεούς και τις αρχετυπικές παραδόσεις τους, και το δικαίωμα ως ενδιάμεση σύζευξη μεταξύ υλικής νεμήσεως και θεσμικής οργάνωσης επιβάλλεται αυτομάτως δια του ανταποδοτικού μηχανισμού της Δίκης. Η αντιστοιχία πράγματος και νοήσεως ( adaequatiο rei et intellectus) κλονίζεται από την ανακάλυψη των ασύμμετρων αριθμών και μόνο η αέναη προσέγγιση (Perennieren der Annaherung) προς την αλήθεια του αντικειμένου είναι πλέον εφικτή. Στη δίκη, για τους 'Ελληνες το δίκαιο εμφανίζεται η απόδοση του ιδίου εκάστω και η δίκη παρουσιάζεται ως δεσμευτική νομική συνομιλία μεταξύ των διαδίκων. Η άποψη αυτή απηχεί τη λογοκρατική και νοησιαρχική θεώρηση του κόσμου, κατά την οποία οι επαναλαμβανόμενες και συνήθεις βιοτικές σχέσεις μεταξύ των ατόμων ιδεοποιούνται και κωδικοποιούνται σε κεφαλαιώδη νομικά σχήματα, τύπους και υποδείγματα εφαρμογής. Δια της θεατρικής αναπαραστάσεως και της αποκαλυπτικής δυνάμεως του λόγου, οι μορφές των διαδίκων παύουν να είναι αφηρημένες και καθίστανται ουσιώδεις, και μέσω της πολυσυλλεκτικής συνεργασίας και της στατιστικά ανακύπτουσας συνισταμένης των πνευμάτων , την οποία εγγυώνται τα πολυπληθή δικαστήρια, αναδεικνύεται μία αλήθεια όχι συμβατική-τυπική ή υποκειμενική, αλλά ανταποκρινόμενη προς τα πράγματα και ουσιαστική, με σθένη όχι κενά ή πληρούμενα κατά το δοκούν, αλλά πλήρη νοήματος διακριβωμένου από τη συλλογική συνείδηση. Τα ζητήματα της ορθότητας και της επαληθευσιμότητας των δικαστικών αποφάσεων, που αποτελούν τη λυδία λίθο, στην οποία ελέγχεται και δυστυχώς συνήθως νοσεί κάθε εξελιγμένο νομικό σύστημα, δεν δίχαζαν τότε το κοινό στον ίδιο βαθμό με σήμερα, δεδομένου ότι η απονομή της δικαιοσύνης τελούσε υπό την προστασία των εφέστιων θεών και υπό τη σκέπη των θεσμών, που ετύγχαναν γενικής αποδοχής ως σύνθεση υλικού πλαισίου και ενδότερης επινοίας και προσέδιδαν μία ενότητα περιεχομένου στις δικαστικές κρίσεις. β) Ρεπουμπλικανική ή πραγματιστική εποχή. Στην περίοδο αυτή, η φύση γίνεται αντιληπτή ως ρέον γίγνεσθαι που συμπαρασύρει τις καθιερωμένες αξίες, με αποτέλεσμα να προκύπτει μία εποχή αποσπασματικής πολυγνωσίας αλλά και θρυμματισμένης συνείδησης. Η έννοια της αληθείας αντικαθίσταται από τις "εγγυημένες βεβαιωτικότητες" ως προσωρινές και λειτουργικές λύσεις σε συγκεκριμένα προβλήματα. Οι διαφορετικές ηθικές αντιλήψεις εξομοιώνονται σε αξία και η τυπική νομική ισότητα των προσώπων και των απόψεών τους οδηγεί στην ανάγκη εξισορρόπησης των ποικίλων προτεινόμενων ηθικών αρχών, που θα καταστήσει δυνατή τη λήψη της εκάστοτε απόφασης. Οι δογματικές υπολήψεις των προσώπων ελέγχονται από τον κοινό νου, κατά πόσον πληρούν τα προαπαιτούμενα της ηθικότητας, έτσι ώστε η πλέον σκόπιμη και κοινωφελής να προτιμηθεί τόσο στην κρινόμενη περίπτωση, όσο και ως πρόκριμα για μεταγενέστερες περιπτώσεις. Η ανωτέρω εποχή χαρακτηρίζεται από τη νομολογιακή διαπλάση του δικαίου ( πραιτορικόν 'Ηδικτο στη Ρώμη της Δημοκρατίας, σύγχρονα αγγλοσαξωνικά κράτη). Στους Ρωμαίους και τους Αγγλοσάξονες, το δίκαιο παρουσιάζεται ως η τέχνη του ίσου και του επιεικούς και η δίκη παρίσταται ως διαπλαστική έννομη κατάσταση. Εδώ το βασικό στοιχείο είναι η ρευστή διαμόρφωση καταστάσεων, η νομολογιακή διάπλαση, η τάση προς την εννοιοποίηση και όχι η ίδια η έννοια. Χαρακτηριστικά της δικαιικής αυτής εποχής, είναι η προσπάθεια επίτευξης κοινωνικής συναινέσεως δια συνεχούς διαλόγου, η σχετικοποίηση της στατικότητας του ουσιαστικού περιεχομένου του δικαίου με ανάληψη αντιθέτων ρόλων που προκαλούν τη ζύμωση και μετεξέλιξή του, η λειτουργία του δημοσίου fοrum ως αντιπαράθεση και στάθμιση συμφερόντων- το στάδιο της ηθικότητας, της αξιολόγησης των ποικίλων ηθικών στάσεων των παραγόντων της δίκης και της κρίσης, δηλαδή της εξαγωγής της βελτίστης εκ των αντικρουόμενων απόψεων. Οι διάδικοι εμφανίζονται στο δικαστήριο ως εκπρόσωποι αντίστοιχων ηθικών αρχών , απαιτώντας για το λόγο αυτό να κρίνονται από ομοίους τους , δια τούτο το "factum" ως θέμα όλων αξιολογείται από ενόρκους , ενώ η υπαγωγή στο "ius" επιτελείται από δικαστές. 'Ετσι καταδεικνύεται, με παραπομπές τόσο σε κείμενα του Hegel, όσο και σε άλλες ενδιαφέρουσες μελέτες, ότι οι συνθήκες που επικρατούσαν στη ρωμαική εποχή εξακολουθούν ισχύουσες και στην οικογένεια των αγγλοσαξωνικών οργανωτικών σχηματισμών και εννόμων τάξεων. Συγκεκριμένα, η τυπική ισότητα των προσώπων ως "persοnae" με τη διπλή σημασία του προσώπου και της μάσκας υπό το κύρος του φιλελεύθερου νόμου, η μεγίστη σημασία του προφορικού λόγου ως πρακτικού λόγου ("speech acts") ως μέσου επικοινωνίας προς αμοιβαία αποδοχή λειτουργικών λύσεων και προσωρινής, έστω, συναίνεσης, που αφορά το πρακτέο, η αρχιτεκτονική του μεγάλου που έρχεται να ενισχύσει με αυθεντία και επίδειξη δύναμης την εγκυρότητα των θεσμών, προκειμένου να αποφευχθεί η αμφισβήτησή τους, η προερχόμενη από την προιούσα διάσταση εννοιών και πραγμάτων, καθώς και η συνταύτιση, διαπλοκή και σύγχυση ιδιωτικού και δημοσίου συμφέροντος στα δημόσια αξιώματα που προσδίδει στη "res publica" το συμβολισμό του Iανού είναι μερικά μόνο από τα χαρακτηριστικά που υπογραμμίζουν τη σχέση μεταξύ της τότε "pax rοmana" και της νυν προσφυώς αποκαλούμενης "αμερικανικής ειρήνης". γ) Εβραιοχριστιανική ή θετικιστική εποχή. Η περίοδος αυτή σηματοδοτεί το πέρασμα από την αρνητικότητα της πνευματικής διασποράς στην απέραντη θετικότητα, όπου η συνείδηση αντιλαμβάνεται τη δύναμη θέσεως κανόνων που διαθέτει και διαπλάθει την πραγματικότητα με τα βουλεύματά της. Προοδευτικά, η βούληση του παντοδύναμου Θεού αντικαθίσταται από αυτή του νομοθέτη. Τούτη όμως η ανεξέλεγτη ελευθερία της βουλήσεως να εκπορεύει διαμορφωτικές του περιβάλλοντος εκροές, χωρίς εξισορροπητικά στοιχεία εμποιεί τον τρόμο. Στο δίκαιο, κυριαρχεί η προσήλωση στο γράμμα του νόμου και η δικαιοσύνη υποβιβάζεται σε κοινωνική ειρήνη ( Βυζάντιο, Rezeptiοn des rοemischen Rechts, Γαλλική Επανάσταση). Για τους θετικιστές, το δίκαιο είναι εξαναγκαστική ρύθμιση βιοτικών σχέσεων και η δίκη εξουσιαστική έννομη σχέση. Εδώ το βάρος δίνεται στην ύπαρξη δικαιωμάτων και υποχρεώσεων ή ακόμη στην εναπόθεση βαρών ή απαλλαγή από αυτά, δεδομένων των πολύπλοκων σχέσεων μεταξύ συμβαλλομένων ή διαδίκων. Η πολυσήμαντη και βασανιστική ερμηνεία της νομοθετικής βούλησης μέσα από τη σχετική και άκρως αμφιλεγόμενη αξία των λέξεων αποτελεί τον λεσβίας οικοδομίας μολύβδινο κανόνα, που μπορεί να καμφθεί για να προσαρμοσθεί στην εκάστοτε ιδιομορφία της κρινομένης περιπτώσεως. Μία τέτοια εποικοδομητική ερμηνεία συνίσταται στο μη προς την πράξιν του δράστου, αλλά προς την προαίρεσιν κρίνειν, στο μη προς τον λόγον, αλλά προς την διάνοιαν του νομοθέτου σκοπείν, ανάγοντας έτσι ως " ταυτόν άρα δίκαιον και επιεικές" και αναγορεύοντας την επιείκεια σε επανόρθωμα νομίμου δικαίου. Στο στάδιο αυτό διενεργείται εν περιλήψει η σχετικοποίηση θετικού δικαίου με αρχές φυσικού δικαίου ή πολιτισμικές αξίες. Παρακολουθείται επίσης διεξοδικώς η περιπέτεια της νομοθετικής βουλήσεως από άνωθεν κυριαρχική απεύθυνση και διατύπωση θείων εντολών, όπως ήταν στο βυζαντινό και το ευρωπαικό κανονικό δίκαιο, στη σχετικοποίησή της δια του σχολιασμού, της διαβούλευσης και της τέχνης των γλωσσατόρων , την υπαγωγή της στη βάσανο των ερμηνευτικών συστημάτων του "mοs gallicus" και του "mοs italicus", έως την τελική εκκοσμίκευσή της με τη γαλλική επανάσταση. δ) Γερμανική ή Συστημική Εποχή. Κατά την περίοδο αυτή, λαμβάνει χώρα επιστροφή στους θεσμούς (ήθη- έθος), οι οποίοι συγκροτούνται πλέον ως συστήματα γύρω από μία καταστατική ιδέα ( Lassaller Prοzess der Kοmmunikatiοn) και επικοινωνούν μεταξύ τους με τους κανόνες της κυβερνητικής. Οικογένεια, αστική κοινωνία, επαγγελματικές οργανώσεις- συνδικάτα και κράτος διαρθρώνονται σε σχέση στενής αλληλεξάρτησης που δίδει την εντύπωση ζώντος οργανισμού με αυτόνομη εξέλιξη. Η αυτοοργάνωση των επικοινωνούντων συστημάτων δεν αφήνει πλέον χώρο για ριζική διαμόρφωση της πραγματικότητας, αλλά μόνο για κριτική σκέψη (γερμανική συστημική θεωρία, κριτική σχολή). Για τη συστημική γερμανική αντίληψη το δίκαιο είναι εξισορροπητική λειτουργία της κοινωνικής ζωής και η δίκη είναι νομιμοποίηση κοινωνικών συμμπεριφορών μέσω διαδικασίας. Στην παραπάνω εποχή, προεξάρχει η συγκέντρωση κρίσιμων στοιχείων και δεδομένων, τα οποία μεταδίδονται σύμφωνα με τις αρχές της κυβερνητικής και καταλήγουν στην επίτευξη επικοινωνίας μεταξύ διαφορετικών οργανικών συστημάτων. Συναπαρτίζεται βαθμιαία ένα μωσαικό, αποτελούμενο από πλείστα ετερόκλητα μεμονωμένα στοιχεία, νομικά και πραγματικά, με τρόπο ώστε να διατρανώνεται η ανοικτότητα του δικαιοδοτικού συστήματος .Εν μέσω δε και κατόπιν αμέτρητων, εν πολλοίς ανεπιγνώστων ενδιάμεσων κρίσεων εκ μέρους των δικαστών, που τείνουν να καλύψουν τα κενά μεταξύ των δεοντικών και οντικών στοιχείων, τα τιθέμενα δομικά υλικά ή πρόσκαιρα συμπαρατιθέμενες ψηφίδες καταλήγουν νομοτελειακά και αναγκαία να καταστούν συμπληρωματικοί αρμοί μίας αυτοτελούς και αυτόνομης "ετέρων μίξεως και συναρμογής". Προς απρόσκοπτη λειτουργία του ανωτέρω δικαιοδοτικού συστήματος εξαίρεται η επιλογή, αξιοποίηση και κατάλληλη διοχέτευση της πληροφορίας , ο συνδυασμός διοικήσεως και πληροφορικής και η εύρυθμη επικοινωνία μεταξύ των οργανικών μονάδων και παραγόντων της Δικαιοσύνης. (Στο πλήρες κείμενο της διατριβής συμπεριλαμβάνεται αγγλική και γερμανική μετάφραση.)
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
THE RELATIONSHIP BETWEEN CONSCIOUSNESS, LOGOS AND SCRIPTURE AND THE CORRESPONDING RELATIONSHIP BETWEEN LAW, SUBJECTIVE RIGHTS UND JUSTICE This treatise analyses not historically (par les faits), but logically (par la raison) the three parameters of the cognitive horizon consciousness, logic and scripture, which are translated in the domain of law as: Law, subjective rights, justice. A.GREEK OR DIALEKTIC ERA The absolute identity of individuality and essence: Here, for the first time both the observation- registration of the human needs as well as their meeting and addressing through Logos, whereas these three parameters of the cognitive horizon and the being coordinate harmonically. The consciousness conceives through the Logos the deep meaning of nature and the three normal parameters balance with another. Under the aegis of the Greek spirit the nature reflects itself on the surface of the Logos as essence and casts up as conception on the shore of knowledge. In the realm of law, th ...
THE RELATIONSHIP BETWEEN CONSCIOUSNESS, LOGOS AND SCRIPTURE AND THE CORRESPONDING RELATIONSHIP BETWEEN LAW, SUBJECTIVE RIGHTS UND JUSTICE This treatise analyses not historically (par les faits), but logically (par la raison) the three parameters of the cognitive horizon consciousness, logic and scripture, which are translated in the domain of law as: Law, subjective rights, justice. A.GREEK OR DIALEKTIC ERA The absolute identity of individuality and essence: Here, for the first time both the observation- registration of the human needs as well as their meeting and addressing through Logos, whereas these three parameters of the cognitive horizon and the being coordinate harmonically. The consciousness conceives through the Logos the deep meaning of nature and the three normal parameters balance with another. Under the aegis of the Greek spirit the nature reflects itself on the surface of the Logos as essence and casts up as conception on the shore of knowledge. In the realm of law, the object of consciousness is formed on the grounds of customs and manners, which rely on the domestic Penates, the Lares, the gods of hearth and home and their original traditions. Justice and natural law reside as an institutional net within society, connect themselves with the law as „de lege lata” and shape the subjective rights as a speculative necessary legal consequence and a dialectic synthesis of the preceding premises. The subjective right as mediation between material possession or real-estate on the one hand and institutional organization on the other is achieved automatically through the restitution-mechanism of „Dike”. The adequacy between thing and understanding (adaequatio rei et intellectus) is thrown off balance due to the discovery of the asymmetric numbers, where only the perennation of the approach to the truth is feasible. B.REPUBLICAN OR PRAGMATIC ERA In accordance with the above a shift of balance is observed that overthrows the pre-stabilized harmony. This discrepancy is registered initially in the function of coordinates concerning nature, the immovability of which was declared by philosopher Seneca for the last time. Nature is perceived henceforth as an unstoppable becoming, which carries away in its flow all established values. The result is a time of fragmental knowledge and fractured -smashed- shattered consciousness. As reaction to it logic and science begin to expand their actions to cope with the continuously changing reality and to include new figures into their analysis. Now their only ambition is the formulation of temporary, not eternal partial truths, of reliable circumstantial meaningful perceptive ascertainments or certainties of limited passing duration, that are valid under specific conditions according to the clause „rebus sic standibus“. The conception of truth is substituted by tried and tested certitudes as temporary, fleeting, non-definitive answers to existing problems. The various moral points of view are considered as equivalent, while the formal judiciary equality of the persons and their opinions leads to a comparison, valuation and confrontation of the proposed principles, crucial for the pending required decision. Under these conditions, justice as management of the system of needs in association with the variety and the peculiarity of the invoked rights entails the law as an inditement of casuistic precedents, whilst a very special role is reserved for the judiciary case law (edict of praetors in democratic Rome, Anglo-Saxons’ states of the present). The dogmatic convictions or clear insights of the persons are controlled by the commonsense to the extent that they meet the requirements of morality, so the most logical and purposeful solution is prioritized both in the present case and as precedent in view of other cases. B.JEWISH- CHRISTIAN OR POSITIVISTIC ERA To restitute the precarious balance the opposite size of the function of coordinates, i.e. consciousness, wakes up, realizes the intervening and creating power slumbering in it and attempts to follow the pulse of the evolving nature, coping through successive sovereign decisions with the new needs. This is the transition into the infinite positivity through the negation of the spiritual dispersal (Israel), where the consciousness becomes aware of its enforcing power to influence reality by its decisions and commands. Progressively, the will of the almighty god is substituted by the will of the legislator. This unlimited freedom of the will, which shapes the environment with its emanations, creative influences, even whims without any fail-safes or guarantees causes to people unimaginable fear and blank sheer pure terror.Here, the law and the rights proclaimed by it don’t recognize any other source (adherence and devotion to the word of the lawgiver) and confine justice to a mediocre and non-dynamic role, namely the assurance of the legal and social peace (Byzantium, reception of Roman law, French revolution).C.GERMAN OR SYSTEMATIC ERAAccording to dialectic necessity the lying between both cognitive parameters Logos begins to take initiative and assume proper activities to compensate the precipitous collapse of nature and the garrulous measureless consciousness and to facilitate again their harmonic peaceful coexistence this time in the frame of an automatic, adaptive, everchanging relationship. A return to the institutions (customs and manners) is completed, which introduce henceforth systems relying on constitutional ideas (Lassall’s process of communication) and communicate with each other on the grounds of cybernetic principles and diminishment of differences. In accordance with it, the communication among law, rights and general legal settlement is conducted across mechanisms of information exchange and cybernetic interaction of the pertinent factors. Family, civil society, corporations, labor-unions and state depend tightly on each other and constitute an autonomous organism, perceived in organic development. The „autopoiesis” of the communicating systems allows no leeway for radical reality formation, but only for critical thought (critical school, German systematic theory). (The full text of the PhD includes translation in english and german.)
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
DAS VERHÄLTNIS ZWISCHEN BEWUSSTSEIN, LOGOS UND SCHRIFT UND DAS ENTSPRECHENDE VERHÄLTNIS ZWISCHEN GESETZ, SUBJEKTIVEN RECHTEN UND GERECHTIGKEIT
Die vorliegende Abhandlung analysiert die drei Parameter des kognitiven Horizonts Bewusstsein, Logik und Geist, die im Bereich des Rechts als Gesetz, subjektive Rechte und Gerechtigkeit in den Vordergrund treten.
A. GRIECHISCHES ODER DIALEKTISCHES REICH
Die absolute Identität von Einzelheit-Individualität und Wesen. Hier tritt zum ersten Mal das Erkennen der natürlichen Bedürfnisse, sowie ihre Genugtuung und Zurechtstellung durch den Logos auf, wobei diese drei Parameter des kognitiven Horizonts und des Seins sich zum allgemeinen Wohlgefallen koordinieren. Das Bewusstsein begreift durch den Logos den tiefen Sinn der Natur und aller guten Dinge drei befinden sich im gegenseitigen Gleichgewicht. Unter der Obhut (Ägis) des griechischen Geistes spiegelt sich die Natur auf den Logos als Wesen wider und mündet als Begriff in das Wissen au ...
DAS VERHÄLTNIS ZWISCHEN BEWUSSTSEIN, LOGOS UND SCHRIFT UND DAS ENTSPRECHENDE VERHÄLTNIS ZWISCHEN GESETZ, SUBJEKTIVEN RECHTEN UND GERECHTIGKEIT
Die vorliegende Abhandlung analysiert die drei Parameter des kognitiven Horizonts Bewusstsein, Logik und Geist, die im Bereich des Rechts als Gesetz, subjektive Rechte und Gerechtigkeit in den Vordergrund treten.
A. GRIECHISCHES ODER DIALEKTISCHES REICH
Die absolute Identität von Einzelheit-Individualität und Wesen. Hier tritt zum ersten Mal das Erkennen der natürlichen Bedürfnisse, sowie ihre Genugtuung und Zurechtstellung durch den Logos auf, wobei diese drei Parameter des kognitiven Horizonts und des Seins sich zum allgemeinen Wohlgefallen koordinieren. Das Bewusstsein begreift durch den Logos den tiefen Sinn der Natur und aller guten Dinge drei befinden sich im gegenseitigen Gleichgewicht. Unter der Obhut (Ägis) des griechischen Geistes spiegelt sich die Natur auf den Logos als Wesen wider und mündet als Begriff in das Wissen aus.
Im Recht bildet sich der Bewusstseinsgegenstand aufgrund der Sitten und Bräuche, die auf den Penaten und Hausherdgöttern und ihren ursprünglichen Traditionen beruhen. Die Gerechtigkeit und das Naturrecht lassen sich als Institutionsnetz im Rahmen der Gesellschaft nieder, verbinden sich mit dem Gesetz als „de lege lata“ und erzeugen die subjektiven Rechte (Befugnisse) als reflektionsmäßige zwangsgemäße Rechtsfolge und dialektische Synthese der vorangegangenen Prämissen. Das subjektive Recht als Vermittlung zwischen materiellem Besitz bzw. Grundprinzip und institutioneller Organisation wird automatisch durch den Restitutionsmechanismus der „Dike“ geltend gemacht.
Die Adäquanz zwischen Ding und Verstand (adaequatio rei et intellectus) wird jedoch durch die Entdeckung der asymmetrischen Zahlen erschüttert, wobei nunmehr nur das Perennieren der Annäherung zur Wahrheit möglich ist.
B. REPUBLIKANISCHES ODER PRAGMATISCHES REICH
Im Anschluss daran wird eine Gleichgewichtsverlegung bemerkt, die die prästabilierte Harmonie widerlegt. Diese Diskrepanz wird zunächst auf der Funktionskoordinationsgerade beobachtet, die die Natur betrifft, deren Unbeweglichkeit letztes Mal vom Philosophen Seneca angekündigt wurde. Die Natur wird nunmehr als ein unaufhaltsames Werden wahrnehmbar, das in seinem Fluss alle etablierten Werte mitreißt. Das Ergebnis ist eine Zeit fragmentarischen Wissens und zerschmetterten -zerbröckelten- zertrümmerten Bewusstseins. Als Reaktion darauf schicken sich die Logik und die Wissenschaft an, ihre Tätigkeit auszudehnen, um der ständig veränderten Realität gerecht zu werden und die neuen Gestalten in ihre Analyse einzubeziehen. Jetzt ist ihre einzige Ambition die Formulierung von vergänglichen und nicht ewigen Wahrheiten, von bewährten Sinn- und Wahrnehmungsgewissheiten mit eingeschränkter, vorübergehender Dauer, die nur unter bestimmten Bedingungen und unter Vorbehalt der Klausel „rebus sic standibus“ gelten. Der Begriff der Wahrheit wird durch bewährte Gewissheiten ersetzt, die vorübergehende, keineswegs endgültige Antworten auf spezifische Probleme darstellen. Die verschiedenen moralischen Ansichten werden wertungsgemäß gleichgestellt, während die formelle juristische Gleichheit der Personen und ihrer Ansichten zu einer Gegenüberstellung und Abwägung der vorgeschlagenen Grundsätze-Prinzipien führt, die das jeweils erforderliche Urteil ermöglichen soll.
Unter diesen Umständen erzeugt die Gerechtigkeit als Behandlung des Systems der Bedürfnisse in Verbindung mit der Mannigfaltigkeit und der Eigentümlichkeit der aufgerufenen Rechte das Gesetz als ein Ganzes von kasuistischen Präzedenzen, indem der Rechtsprechung eine besondere Stellung vorbehalten wird (Edikt der Prätoren im demokratischen Rom, angelsächsische Staate der Gegenwart). Die dogmatischen Ansichten oder reine Einsichten der Personen werden vom Gemeinsinn kontrolliert, inwiefern sie den Erfordernissen der Moralität Genüge tun, sodass die am meisten logische und zweckmäßigste Lösung sowie im vorliegenden Fall, als auch als Präzedenz für künftige Fälle den Vorrang nimmt.
C. JUDENCHRISTLICHES ODER POSITIVISTISCHES REICH
Um das prekäre Gleichgewicht wiederherzustellen, erwacht die entgegengesetzte Größe der Funktionskoordination, nämlich das Bewusstsein, erkennt die eingreifende und gestaltende Macht, die in ihm schlummert, und versucht, den Puls der sich ewig entwickelnden Natur zu befolgen, indem es mit aufeinanderfolgenden souveränen Beschlüssen den jeweils sukzessiven neuen Bedürfnissen Rechnung trägt. Dies ist der Übergang durch die Negation der geistigen Zerstreuung (Israel) in die unendliche Positivität, wo das Bewusstsein wird seiner Rechtssetzungsmacht gewahr, die Realität mit seinen Beschlüssen zu gestalten. Fortschrittlich wird der Willen des allmächtigen Gottes durch denjenigen des Gesetzgebers ersetzt. Diese uneingeschränkte Freiheit des Willens, die die Umwelt mit seinen Emanationen, Kreativabflüssen und sogar Affektiertheiten ohne Gleichgewichtsgewährleistungen gestaltet, jagt den Leuten eine unvorstellbare Angst und blanken Terror ein.
Hier erkennen das Gesetz und die in ihm abgefassten Rechte keine andere Rechtsquelle an (Anschluss und Anknüpfung ans Gesetzeswort) und beschränken die Gerechtigkeit auf eine bescheidene und wenig dynamische Rolle, die Sicherung des Rechtsfriedens (Byzanz, Rezeption des römischen Rechts, französische Revolution).
D. GERMANISCHES ODER SYSTEMATISCHES REICH
Gemäß dialektischer Zwangsmäßigkeit schickt sich der zwischen beiden Kognitivparametern liegende Logos an, tätig zu werden und die Oberhand zu gewinnen, um für den raschen Zusammenbruch der Natur und das geschwätzige maßlose Bewusstsein zu kompensieren und ihre harmonische Verknüpfung diesmal im Rahmen eines automatisch sich anpassenden, wechselbaren Verhältnisses wieder zu ermöglichen.
Es wird eine Rückkehr zu den Institutionen (Sitten und Bräuche) vollzogen, die jetzt Systeme auf konstitutionellen Ideen beruhend konstituieren (Lassaller Prozess der Kommunikation) und miteinander aufgrund der kybernetischen Grundsätze und Differenzminimierung kommunizieren. Infolgedessen wird die Kommunikation zwischen Gesetz, Rechten und allgemeinen Rechtszustand aufgrund von Informationstauschmechanismen und kybernetischer Wechselwirkung der Größen vorgenommen. Familie, bürgerliche Gesellschaft, Korporationen, Gewerkschaften und Staat hängen sich eng voneinander ab und bilden einen selbständigen Organismus, der sich in organischer Entwicklung befindet. Die Autopoiesis der kommunizierenden Systeme lässt nunmehr keinen Raum für radikale Realitätsgestaltung übrig, sondern nur für kritisches Denken (kritische Schule, deutsche Systemtheorie). (The full text of the PhD includes translation in english and german.)
περισσότερα