Περίληψη
Η διατριβή επικεντρώνεται στον φιλοσοφικό στοχασμό του Jean-François Lyotard με σημείο αναφοράς το Discours, figure (1971) και το Économie Libidinale (1974), τα οποία απαρτίζουν το Α΄ και Β΄ Μέρος της διατριβής αντίστοιχα. Στοχεύοντας στην αποκατάσταση της ιστορικής σχέσης του κοινωνικού υποκειμένου με τον κόσμο και, κατ’ επέκταση, στον μετασχηματισμό του, ο Lyotard προτείνει στο Discours, figure μια εναλλακτική στρατηγική προσέγγισης των κοινωνικών φαινομένων διαμέσου της πρακτικής της αποδόμησης. Στο Économie Libidinale, την εφαρμόζει στο πεδίο της Πολιτικής Οικονομίας, εκβάλλοντας στη φιλοσοφία του συμβάντος. Στη βάση αυτή, η διατριβή επιχειρεί να εντοπίσει τις απαρχές εννοιών και συλλογισμών που διατηρούνται στο λυοταρικό corpus, ενώ παράλληλα επικεντρώνεται στον ιδιότυπο πολιτικό στοχασμό του. Υπό το πρίσμα του μηδενισμού, ο Lyotard αποδομεί τις αντιθέσεις του λόγου και της γλώσσας, απολήγοντας σε μια απορητική επανεγγραφή της σχέσης του υποκειμένου με τον κόσμο. Στρέφεται στην κο ...
Η διατριβή επικεντρώνεται στον φιλοσοφικό στοχασμό του Jean-François Lyotard με σημείο αναφοράς το Discours, figure (1971) και το Économie Libidinale (1974), τα οποία απαρτίζουν το Α΄ και Β΄ Μέρος της διατριβής αντίστοιχα. Στοχεύοντας στην αποκατάσταση της ιστορικής σχέσης του κοινωνικού υποκειμένου με τον κόσμο και, κατ’ επέκταση, στον μετασχηματισμό του, ο Lyotard προτείνει στο Discours, figure μια εναλλακτική στρατηγική προσέγγισης των κοινωνικών φαινομένων διαμέσου της πρακτικής της αποδόμησης. Στο Économie Libidinale, την εφαρμόζει στο πεδίο της Πολιτικής Οικονομίας, εκβάλλοντας στη φιλοσοφία του συμβάντος. Στη βάση αυτή, η διατριβή επιχειρεί να εντοπίσει τις απαρχές εννοιών και συλλογισμών που διατηρούνται στο λυοταρικό corpus, ενώ παράλληλα επικεντρώνεται στον ιδιότυπο πολιτικό στοχασμό του. Υπό το πρίσμα του μηδενισμού, ο Lyotard αποδομεί τις αντιθέσεις του λόγου και της γλώσσας, απολήγοντας σε μια απορητική επανεγγραφή της σχέσης του υποκειμένου με τον κόσμο. Στρέφεται στην κοινωνική πρακτική προκειμένου να ενσωματώσει στον Λόγο το Άλλο του (ά-σκεπτο) μέσα από μια διπλή (σιωπηλή) άρνηση. Εισάγοντας το μη-φιλοσοφείν στο φιλοσοφείν, αναδεικνύει το «κενό», το «τίποτα» ή το Μηδέν, που ενεργοποιεί τον φιλοσοφικό στοχασμό. Στον ενδιάμεσο αυτό χώρο υποκείμενο και αντικείμενο, εσωτερικό και εξωτερικό, συνείδηση και ασυνείδητο, συμπλέκονται με τρόπο άμεσο καθώς η απουσία ή έλλειψη του αντικειμένου της επιθυμίας υποδηλώνει μια κατ’ αντίφαση συνέχεια σκέψεων και πράξεων. Οι συμβάσεις της γλώσσας αδυνατούν, ωστόσο, να αποδώσουν την ασυμμετρία ή διαφορά που υφίσταται ανάμεσα στην εμπειρία της συνείδησης και αυτή της διαίσθησης. Η τέχνη και η λογοτεχνία αναλαμβάνουν να φέρουν στο φως το Άλλο του σημασιοδοτημένου αντικειμένου, υπενθυμίζοντας το ενδεχόμενο της νίκης και της ήττας, του εκπολιτισμού και της βαρβαρότητας, της ζωής και του θανάτου. Η μεταφορά αυτής της στρατηγικής στον χώρο της πολιτικής, υποδηλώνει την ύπαρξη ενός λογικού και ψυχικού περιεχομένου, που καθιστά την πολιτική ένα πράγμα ρευστό, προσωρινό και απροσδιόριστο. Η μη-εκπλήρωση της επιθυμίας, που προκύπτει από την ενσωμάτωση των δυνάμεων του θανάτου ή μη-καπιταλιστικών πρακτικών στον λόγο, προκαλεί μια λιβιδινική ένταση που διασφαλίζει τη δυνητικότητα ενός πράγματος. Αλλιώς: η απελευθέρωση του φόβου αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο εμφάνισης ενός συμβάντος που είναι η ίδια η μεταμόρφωση της σκέψης. Εάν πρέπει να τροποποιηθεί κάτι, αυτό δεν είναι η πραγματικότητα, αλλά ο τρόπος σκέψης. Διερευνώντας τις συνθήκες διαμόρφωσης μιας πραγματικής κριτικής, ο Lyotard κάνει μεταφορά του αντικειμένου έξω από το σύστημα, ενώ παράλληλα μετατοπίζει τα όρια του συστήματος, φέρνοντας στην επιφάνεια το πολιτικό ασυνείδητο. Στρέφεται στην (ενεργό) παθητική πολιτική, που προκύπτει από την παθητικότητα του σώματος του ομιλούντος υποκειμένου, αναβάλλοντας διαρκώς την απόδοση ενός οριστικού και καθολικού νοήματος. Μέσα από ένα avant-garde στιλ γραφής, ο Lyotard αποσκοπεί στην αποθυματοποίηση του κοινωνικού υποκειμένου και στην ανάληψη της ευθύνης μιας επιλογής μπροστά στον τρόμο του Μηδενός, αποδίδοντας στα πράγματα, όχι ανταλλακτική ή γραφική αξία, αλλά αισθητική.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The thesis focuses on the philosophical reflection of Jean-François Lyotard, with reference to Discours, figure (1971) and Économie Libidinale (1974), constituting part A and B of the thesis respectively. Aiming at the restoration of the historical relation of the social subject to the world and its transformation, Lyotard proposes in Discours, figure an alternative strategy of approaching social phenomena through the practice of deconstruction. In Économie Libidinale, he applies it to the field of Political Economy, arriving at the philosophy of the event. On this basis, the thesis attempts to trace the origins of concepts and syllogisms preserved in the Lyotarian corpus, while focusing on his idiosyncratic political thought. In the light of nihilism, Lyotard deconstructs the oppositions of discourse and language, arriving at an aporetical rewriting of the subject’s relation to the world. He turns to social practice in order to incorporate into discourse its Other (unthought) through ...
The thesis focuses on the philosophical reflection of Jean-François Lyotard, with reference to Discours, figure (1971) and Économie Libidinale (1974), constituting part A and B of the thesis respectively. Aiming at the restoration of the historical relation of the social subject to the world and its transformation, Lyotard proposes in Discours, figure an alternative strategy of approaching social phenomena through the practice of deconstruction. In Économie Libidinale, he applies it to the field of Political Economy, arriving at the philosophy of the event. On this basis, the thesis attempts to trace the origins of concepts and syllogisms preserved in the Lyotarian corpus, while focusing on his idiosyncratic political thought. In the light of nihilism, Lyotard deconstructs the oppositions of discourse and language, arriving at an aporetical rewriting of the subject’s relation to the world. He turns to social practice in order to incorporate into discourse its Other (unthought) through a double (silent) negation. By introducing non-philosophy into philosophy, he highlights the ‘void’, the ‘nothing’ or the Zero, which activates the philosophical reflection. In this intermediate space, subject and object, internal and external, consciousness and unconsciousness, are directly intertwined, since the absence or lack of the object of desire suggests a contradictory continuity of thoughts and actions. The conventions of language, however, fail to convey the asymmetry or difference that exists between the experience of consciousness and that of intuition. Art and literature undertake to show the Other of the signified object, recalling the possibility of victory and defeat, civilization and barbarism, life and death. The transposition of this strategy in the field of politics suggests the existence of a logical and psychic content that makes politics a fluid, temporary and intermediate thing. The non-fulfilment of desire, resulting from the incorporation of the forces of death or non-capitalistic practices into the discourse, produces a libidinal tension that ensures the potentiality of a thing. Actually, the release of fear leaves open the possibility of the occurrence of an event that is the very transformation of thought. If something has to be transformed, that is not reality, but the way of thinking. By exploring the conditions of a real critique, Lyotard brings the political unconscious to the surface, transferring the object outside of the system, while at the same time displacing the boundaries of the system. Turning to (active) passive politics, resulting from the passivity of the body of the speaking subject, he postpones the formation of a definite and universal meaning. Through an avant-garde style of writing, Lyotard aims to devictimize the social subject and bring the responsibility of a choice compared to the terror of facing the Zero, attributing to things, not an exchange or graphic value, but an aesthetic one.
περισσότερα