Περίληψη
Η δέσμευση περιουσιακών στοιχείων αποτελεί το δεύτερο στάδιο των διαδικασιών ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων και συνιστά έναν θεσμό «ετερόφωτο», το αντικείμενο του οποίου προσδιορίζεται από την δήμευση, για την διασφάλιση της οποίας επιβάλλεται. Ώστε, απαιτείται η ανάλυση των αντικειμενικών και των υποκειμενικών ορίων της εκάστοτε επιβαλλόμενης δήμευσης, προκειμένου να ετεροπροσδιορισθεί το αντικειμενικό και υποκειμενικό πεδίο του θεσμού της δέσμευσης.Η παρούσα διδακτορική διατριβή αναλύει την ανεγκληματική προσέγγιση ότι «το έγκλημα δεν ανταμείβει», στο πλαίσιο της οποίας αναπτύχθηκε ο θεσμός της δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων. Εν συνεχεία, παρουσιάζεται το διεθνές κανονιστικό πλαίσιο της ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί από στις διεθνείς συμβάσεις των Ηνωμένων Εθνών κατά της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών (Βιέννη, 1988), κατά του Διεθνικού Οργανωμένου Εγκλήματος (Παλέρμο, 2000), Διαφθοράς (Μέριδα, 2003) και του Συμβουλίου ...
Η δέσμευση περιουσιακών στοιχείων αποτελεί το δεύτερο στάδιο των διαδικασιών ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων και συνιστά έναν θεσμό «ετερόφωτο», το αντικείμενο του οποίου προσδιορίζεται από την δήμευση, για την διασφάλιση της οποίας επιβάλλεται. Ώστε, απαιτείται η ανάλυση των αντικειμενικών και των υποκειμενικών ορίων της εκάστοτε επιβαλλόμενης δήμευσης, προκειμένου να ετεροπροσδιορισθεί το αντικειμενικό και υποκειμενικό πεδίο του θεσμού της δέσμευσης.Η παρούσα διδακτορική διατριβή αναλύει την ανεγκληματική προσέγγιση ότι «το έγκλημα δεν ανταμείβει», στο πλαίσιο της οποίας αναπτύχθηκε ο θεσμός της δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων. Εν συνεχεία, παρουσιάζεται το διεθνές κανονιστικό πλαίσιο της ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί από στις διεθνείς συμβάσεις των Ηνωμένων Εθνών κατά της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών (Βιέννη, 1988), κατά του Διεθνικού Οργανωμένου Εγκλήματος (Παλέρμο, 2000), Διαφθοράς (Μέριδα, 2003) και του Συμβουλίου της Ευρώπης για το Ξέπλυμα, την Έρευνα, την Κατάσχεση και τη Δήμευση των προϊόντων του Εγκλήματος (Στρασβούργο, 1990), της Σύμβασης για την Διαφθορά (Στρασβούργο, 1999) και της Σύμβασης για τη Νομιμοποίηση, Ανίχνευση, Κατάσχεση και Δήμευση των Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και για τη Χρηματοδότηση της Τρομοκρατίας (Βαρσοβία, 2005). Ειδικότερα, αναλύονται οι σχετικές με την δέσμευση και δήμευση διατάξεις των ανωτέρω διεθνών συμβάσεων, ενώ γίνεται λόγος και για την δράση της Ομάδας Χρηματοοικονομικής Δράσης (FATF) και τις Συστάσεις της που είναι σχετικές με την δέσμευση περιουσιακών στοιχείων.Περαιτέρω, προσεγγίζονται τα σχετικά ζητήματα σε ενωσιακό επίπεδο. Ειδικότερα, αφού γίνεται μία συνοπτική περιγραφή των έξι Οδηγιών που έχουν εκδοθεί έως σήμερα για την καταπολέμηση του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος, εν συνεχεία παρουσιάζονται όλες οι ενωσιακές πρωτοβουλίες σχετικά με την ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων, ξεκινώντας από το Σχέδιο Δράσης για την καταπολέμηση του Οργανωμένου Εγκλήματος του 1997 και καταλήγοντας στο Πρόγραμμα Μέτρων της 15-1-2001 για την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης των ποινικών αποφάσεων του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδική μνεία γίνεται στα Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Τάμπερε, σύμφωνα με τα οποία το φαινόμενο της νομιμοποίησης εσόδων «βρίσκεται στην καρδιά» του οργανωμένου εγκλήματος και πρέπει να «εκριζωθεί», όπου και αν εμφανίζεται. Τέλος, αναφορά γίνεται και στην καθιέρωση της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης των ποινικών αποφάσεων εντός του ΧΕΑΔ (Χώρος Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης) και πώς αυτή χρησιμοποιήθηκε για την επίτευξη των ενωσιακών στόχων.Εν συνεχεία, παρατίθεται ανάλυση και αξιολόγηση της πρώτης γενεάς των μέτρων ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων, ήτοι της απόφασης-πλαίσιο του Συμβουλίου 2001/500/ΔΕΥ της 26-6-2001 για το ξέπλυμα χρήματος, τον προσδιορισμό, τον εντοπισμό, τη δέσμευση, την κατάσχεση και τη δήμευση των οργάνων και των προϊόντων του εγκλήματος, της απόφασης-πλαίσιο του Συμβουλίου 2003/577/ΔΕΥ της 22-7-2003 σχετικά με την εκτέλεση των αποφάσεων δέσμευσης περιουσιακών ή αποδεικτικών στοιχείων στην ΕΕ, της απόφασης-πλαίσιο 2005/212/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 24-2-2005 για τη δήμευση των προϊόντων, οργάνων και περιουσιακών στοιχείων του εγκλήματος και της απόφασης-πλαίσιο 2006/783/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 6-10-2006 σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης στις αποφάσεις δήμευσης. Επίσης, γίνεται αναφορά στην ενσωμάτωσή τους στην ελληνική έννομη τάξη με τον Ν. 4478/2017.Στην δεύτερη γενεά ενωσιακών μέτρων εντάσσεται η Οδηγία 2014/42/ΕΕ για την δέσμευση και τη δήμευση των οργάνων και των προϊόντων του εγκλήματος, η οποία αναλύεται διεξοδικώς στην διατριβή. Ορισμένα ζητήματα που χρήζουν αναφοράς είναι α) το αντικείμενο και το πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας, β) οι θεσμοθετούμενες με την Οδηγία μορφές δήμευσης, και δη η δήμευση κατόπιν οριστικής καταδίκης (άμεση δήμευση και δήμευση ίσης αξίας), η άνευ καταδίκης δήμευση, η εκτεταμένη δήμευση και η δήμευση εις χείρας τρίτου, γ) τα δικαιώματα των θιγομένων προσώπων και δ) ο θεσμός της δέσμευσης, όπως εισάγεται από την Οδηγία.Η έκδοση της ανωτέρω Οδηγίας, συνοδεύτηκε από τον Κανονισμό (ΕΕ) 2018/1805 σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση αποφάσεων δέσμευσης και δήμευσης, ανάλυση των διατάξεων του οποίου παρατίθεται στην διατριβή. Μεταξύ άλλων, στην διατριβή αναλύονται α) οι διεργασίες που οδήγησαν στην έκδοση του Κανονισμού, β) η νομική βάση του Κανονισμού και το πεδίο εφαρμογής του, γ) η διαδικασία διαβίβασης των αποφάσεων δέσμευσης και δήμευσης και δη οι προϋποθέσεις διαβίβασης των εν λόγω αποφάσεων προς αναγνώριση και εκτέλεση σε άλλο κράτος μέλος, όπου ακολουθείται κατ’ αρχήν η «απλουστευμένη διαδικασία» της διαβίβασης του πιστοποιητικού, δ) η διαδικασία αναγνώρισης και εκτέλεσης των αποφάσεων δέσμευσης και δήμευσης, ήτοι τα επιμέρους στάδια της αναγνώρισης και της εκτέλεσης των αποφάσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού, ε) οι λόγοι μη αναγνώρισης και μη εκτέλεσης των αποφάσεων δέσμευσης και δήμευσης, στ) ζητήματα σχετικά με τα δικαιώματα των θιγομένων προσώπων, ζ) οι διατάξεις σχετικά με την αποκατάσταση και αποζημίωση των θυμάτων και την διάθεση δημευμένων περιουσιακών στοιχείων, η) η εφαρμογή του Κανονισμού στην ελληνική έννομη τάξη.Τέλος, στην παρούσα διατριβή αναλύονται οι διατάξεις δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων που εντοπίζονται στον Ν. 4557/2018 για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων και στον ΚΠΔ.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Freezing of assets is the second step of the asset recovery process. In order to determine the scope and the limits of the freezing provisions, it is required to analyse the relevant confiscation measures for which freezing is imposed.This PhD thesis begins by analysing the crime prevention approach that “crime does not pay” in the context of which freezing mechanisms were first developed. To this end, the UN and CoE international instruments are analysed, such as the UN international convention against illicit traffic in narcotic drugs and psychotropic substances (Vienna, 1988), the Convention against transnational organised crime (Palermo, 2000), the Convention against corruption (Merida, 2003), as well as the Council of Europe International Convention on Laundering, Search, Seizure and Confiscation of the Proceeds from Crime (Strasburg, 1990), the Convention against Corruption (Strasburg, 1999), the Convention on Laundering, Search, Seizure and Confiscation of the Proceeds from Crim ...
Freezing of assets is the second step of the asset recovery process. In order to determine the scope and the limits of the freezing provisions, it is required to analyse the relevant confiscation measures for which freezing is imposed.This PhD thesis begins by analysing the crime prevention approach that “crime does not pay” in the context of which freezing mechanisms were first developed. To this end, the UN and CoE international instruments are analysed, such as the UN international convention against illicit traffic in narcotic drugs and psychotropic substances (Vienna, 1988), the Convention against transnational organised crime (Palermo, 2000), the Convention against corruption (Merida, 2003), as well as the Council of Europe International Convention on Laundering, Search, Seizure and Confiscation of the Proceeds from Crime (Strasburg, 1990), the Convention against Corruption (Strasburg, 1999), the Convention on Laundering, Search, Seizure and Confiscation of the Proceeds from Crime and on the Financing of Terrorism (Warsaw, 2005). In particular, the relevant chapter is focused on the freezing and confiscation provisions of said international conventions. Furthermore, the abovementioned measures are also analyzed on EU level. In particular, following a brief description of the six anti-money laundering Directives, this PhD thesis presents all the European initiatives in the field of asset recovery, from the Action Plan against Organised Crime of 1997 to the Programme of measures to implement the principle of mutual recognition of decisions in criminal matters of 2001. Special mention is also made on the Conclusions of the European Council of Tampere, according to which “Money laundering is at the very heart of organised crime. It should be rooted out wherever it occurs”. Finally, reference is also made to the establishment of the principle of mutual recognition of criminal decisions within the Area of Freedom, Security and Justice and how this was used to achieve the Union's goals.The next chapter of the PhD focuses on the first generation of the European asset recovery measures, such as the Framework-Decision 2001/500/JHA on money laundering, the identification, tracing, freezing, seizing and confiscation of instrumentalities and the proceeds of crime, the Framework-Decision 2003/577/JHA on the execution in the European Union of orders freezing property or evidence, the Framework-Decision 2005/212/JHA on Confiscation of Crime-Related Proceeds, Instrumentalities and Property and Framework-Decision 2006/783/JHA on the application of the principle of mutual recognition to confiscation orders. Moreover, Greek Law 4478/2017, which transposed the abovementioned framework decisions, is analysed.The second generation of the European asset recovery instruments begins with Directive 2014/42/EU on the freezing and confiscation of instrumentalities and proceeds of crime in the European Union. The said directive is thoroughly examined in the relevant chapter of this thesis. In particular, some aspects include a) the subject matter and the scope of the Directive, b) the confiscation provisions, which include direct and value confiscation, confiscation without conviction, extended confiscation and third-party confiscation, c) the rights of the affected persons and d) the provisions in relation to the freezing of assets. The above Directive was accompanied by Regulation (EU) 2018/1805 regarding the mutual recognition of freezing and confiscation orders, an analysis of the provisions of which is provided in the present thesis. Amongst other matters, this thesis examines a) the legislative procedure that led to the final version of the Regulation, b) its legal basis and scope, c) the procedure of transmission of freezing and confiscation orders, d) the procedure of recognition and enforcement of said orders, e) the grounds of non-recognition and non-execution, f) the rights of the affected persons, g) the restitution of frozen property to the victim and the disposal of confiscated assets and h) the implementation of the Regulation in Greece.Finally, this thesis analyzes the asset freezing provisions found in Law 4557/2018 against money laundering and in the Code of Criminal Procedure Criminal Code.
περισσότερα