Περίληψη
Υπόβαθρο: Ορισμένοι έφηβοι που εμφανίζουν ψυχικά προβλήματα, διατηρούν την ικανότητατους να συμμετέχουν πλήρως στις από κοινού ιατρικές αποφάσεις, αναφορικά με την εμπλοκήτους στην ψυχοθεραπεία, προάγοντας μια αποτελεσματική θεραπευτική διαδικασία. Εντούτοιςμεγάλα ποσοστά απόσυρσης από την θεραπευτική σχέση, μπορεί να παρατηρηθούν.Σκοπός: η συγκεκριμένη έρευνα αποσκοπεί να διαφωτίσει εμπόδια ή διευκολυντικούςπαράγοντες στην εμπλοκή εφήβων ικανών για συναίνεση, στην θεραπευτική σχέση. Διερευνάταιεπίσης και το επιδημιολογικό προφίλ των εφήβων που βρίσκονται ήδη σε θεραπεία με ειδικόψυχικής υγείας ενώ διατηρούν την ικανότητα τους να εμπλέκονται επαρκώς στην από κοινούιατρική απόφαση.Μέθοδοι: χρησιμοποιήθηκαν ημι-δομημένες συνεντεύξεις για λήψη ποσοτικώνχαρακτηριστικών από εφήβους και για τον σκοπό αυτό χορηγήθηκαν δυο δοκιμασίεςσταθμισμένες στον Ελληνικό πληθυσμό που χρησιμοποιήθηκαν ως κάποια από τα κριτήριασυμμετοχής και αποκλεισμού στην έρευνα. 50 έφηβοι που παρακολουθούνταν στα εξωτερ ...
Υπόβαθρο: Ορισμένοι έφηβοι που εμφανίζουν ψυχικά προβλήματα, διατηρούν την ικανότητατους να συμμετέχουν πλήρως στις από κοινού ιατρικές αποφάσεις, αναφορικά με την εμπλοκήτους στην ψυχοθεραπεία, προάγοντας μια αποτελεσματική θεραπευτική διαδικασία. Εντούτοιςμεγάλα ποσοστά απόσυρσης από την θεραπευτική σχέση, μπορεί να παρατηρηθούν.Σκοπός: η συγκεκριμένη έρευνα αποσκοπεί να διαφωτίσει εμπόδια ή διευκολυντικούςπαράγοντες στην εμπλοκή εφήβων ικανών για συναίνεση, στην θεραπευτική σχέση. Διερευνάταιεπίσης και το επιδημιολογικό προφίλ των εφήβων που βρίσκονται ήδη σε θεραπεία με ειδικόψυχικής υγείας ενώ διατηρούν την ικανότητα τους να εμπλέκονται επαρκώς στην από κοινούιατρική απόφαση.Μέθοδοι: χρησιμοποιήθηκαν ημι-δομημένες συνεντεύξεις για λήψη ποσοτικώνχαρακτηριστικών από εφήβους και για τον σκοπό αυτό χορηγήθηκαν δυο δοκιμασίεςσταθμισμένες στον Ελληνικό πληθυσμό που χρησιμοποιήθηκαν ως κάποια από τα κριτήριασυμμετοχής και αποκλεισμού στην έρευνα. 50 έφηβοι που παρακολουθούνταν στα εξωτερικάιατρεία Παιδοψυχιατρικής κλινικής σε νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης, χρησιμοποιήθηκαν ωςδείγμα. Χορηγήθηκαν η ψυχομετρική δοκιμασία WISC-III και το ερωτηματολόγιοαυτοαναφοράς για την κατάθλιψη BDI-ΙΙ, σε συνδυασμό με ατομικές συνεντεύξεις πουδιερευνούσαν την πρακτική σοφία και τους παράγοντες που επηρεάζουν τις αποφάσεις τωνεφήβων για ψυχοθεραπεία και αποτελούσαν το αντικείμενο της ποιοτικής μελέτης. Οιδιαγνώσεις κατηγοριοποιήθηκαν βάσει του ταξινομικού εγχειριδίου ICD-10 το οποίο βρίσκεταισε ισχύ από το 1992 και αναμένεται η νέα του έκδοση, ICD-11 τον Ιανουάριο του 2022.Αποτελέσματα: οι θετικές αντιλήψεις και συμπεριφορές απέναντι στην θεραπεία, αναφέρθηκανως ισχυροί (κύριοι) παράγοντες που διευκολύνουν την δέσμευση του εφήβου στηνψυχοθεραπεία ενώ οι αρνητικές εμπειρίες από την θεραπεία, αναφέρθηκαν ως ισχυρά εμπόδιαγια αυτήν. Επιπλέον και σημαντικότερο, μια «καλή» σχέση ανάμεσα στον θεραπευόμενο καιστον θεραπευτή αναφέρθηκαν ως ισχυρός ενθαρρυντικός παράγοντας για την ψυχοθεραπεία ενώμια «κακή» σχέση με τον θεραπευτή, αναφέρθηκε ως ισχυρό εμπόδιο στην σχέση. Επίσης,στόχοι όπως η υποχώρηση των συμπτωμάτων, και η προαγωγή της ευζωίας και των κοινωνικώνδεξιοτήτων και σχέσεων (ειδικά με συνομηλίκους), αναφέρθηκε ως ισχυρός παράγονταςδέσμευσης στην θεραπευτική σχέση. Αξιοσημείωτο ήταν ότι η πρόωρη υποχώρηση τωνσυμπτωμάτων αναδύθηκε από την έρευνα ως παράγοντας που δυσκολεύει την εγκατάστασηθεραπευτικής σχέσης. Ανάμεσα στους ήσσονες παράγοντες αναφορικά με την ψυχοθεραπεία,αποτελούσαν η ικανότητα να κατακτήσουν προσωπικούς στόχους και στόχους ζωής, ναπροάγουν την αυτοεκτίμηση και να αναπτύξει μια θετική εικόνα σώματος.Ο ενεργητικός και υποστηρικτικός ρόλος της οικογένειας λειτουργεί ως διευκολυντής για τηνθεραπεία. Οι φίλοι αναφέρθηκαν να έχουν έναν ουδέτερο ως ήπια υποστηρικτικό ρόλο στηνθεραπεία. Το στίγμα που συνοδεύει την ψυχική ασθένεια φαίνεται να λειτουργεί διττά: και ωςδιευκολυντής και ως εμπόδιο στην θεραπεία.Το μεγαλύτερο ποσοστό των διαγνώσεων αφορούσε σε νευρωτικού τύπου διαταραχές (44.9%).Η απαισιοδοξία (32,7%), η μείωση της ενεργητικότητας(28,6%) και η δυσκολία στηνσυγκέντρωση(32,7%) όπως και οι διαταραχές του ύπνου(22,4%), εμφανιστήκαν στις απαντήσειςτου BDI με αυξημένη συχνότητα και αποτέλεσαν , ειδικά οι διαταραχές ύπνου, κίνητρο γιααναζήτηση βοήθειας.Στο μεγαλύτερο μέρος τα ευρήματα μας συμφωνούν με αποτελέσματα διεθνών μεαξιοσημείωτη διαφοροποίηση το ελάχιστο ενδιαφέρον για το σεξ στην ομάδα μελέτης μας, κάτιπου διαφοροποιείται από τα ευρήματα τόσο στον Ελληνικό όσο και στον διεθνή χώρο όπου ταευρήματα τους καταδεικνύουν αυξημένο ενδιαφέρον και πειραματισμούς γύρω από το σεξ.Συμπεράσματα: Οι διευκολυντικοί παράγοντες ή τα εμπόδια για την θεραπευτική σχέση,συμφωνούν με τα διεθνή δεδομένα εντούτοις οι συγγραφείς της συγκεκριμένης έρευναςδιέκριναν κάποιες λεπτές αποχρώσες ενδείξεις με κλινικό ενδιαφέρον. Για παράδειγμα , οιέφηβοι μπορεί να τερματίσουν πρόωρα την θεραπεία αν υποχωρήσουν νωρίς τα συμπτώματα.Ξεκαθαρίζοντας τον ρόλο της θεραπείας στην κατάκτηση προσωπικών στόχων ή στην βελτίωσητης ευζωίας της δικής τους και της οικογένειας τους, μπορεί να μειώσει το ποσοστό προώρουτερματισμού της θεραπείας και να λειτουργήσει ευοδωτικά στην θεραπευτική σχέση.Ταυτοποιήσαμε κάποιες ιδιαίτερες αποχρώσεις αναφορικά με το σεξ και τις διαταραχές ύπνου.Περισσότερη έρευνα πρέπει να διεξαχθεί για την διερεύνηση των πιθανών συσχετίσεωνανάμεσα στην έλλειψη ενδιαφέροντος για σεξ και στις διαταραχές ύπνου και στο γεγονός ότι οιέφηβοι του δείγματος μας ήταν ικανοί να πάρουν αποφάσεις και να εμπλακούν σεψυχοθεραπεία. Η σαφήνεια, ειλικρίνεια και εμπιστοσύνη φάνηκε ότι προάγουν ευκολότερα τηνεμπλοκή (engagement) στην ψυχοθεραπεία.Λέξεις – κλειδιά: εφηβεία, εμπλοκή, από κοινού ιατρικές αποφάσεις.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Background: A subset of adolescents with mental disorders maintain their ability to be fullyengaged in shared clinical decision making process in the context of their psychiatric treatmentengagement, thereby promoting an effective therapeutic process. However, there are high ratesof drop-out in mental health settings.Aim: This study aims to identify perceived barriers to or facilitators of mental health careengagement among adolescents with decision-making competence in Greece. Moreover, theauthor explored the epidemiological profile of adolescents who are already engaged in mentalhealth treatment while maintaining their ability to be fully engaged in shared decision makingprocess.Methods: A qualitative study was conducted using semi-structured interviews of adolescentswith a wide range of mental health problems. In addition, two psychometric assessmentmeasures were used to define who to include or exclude from the study sample. A sample offifty participants recruited from Child and Ad ...
Background: A subset of adolescents with mental disorders maintain their ability to be fullyengaged in shared clinical decision making process in the context of their psychiatric treatmentengagement, thereby promoting an effective therapeutic process. However, there are high ratesof drop-out in mental health settings.Aim: This study aims to identify perceived barriers to or facilitators of mental health careengagement among adolescents with decision-making competence in Greece. Moreover, theauthor explored the epidemiological profile of adolescents who are already engaged in mentalhealth treatment while maintaining their ability to be fully engaged in shared decision makingprocess.Methods: A qualitative study was conducted using semi-structured interviews of adolescentswith a wide range of mental health problems. In addition, two psychometric assessmentmeasures were used to define who to include or exclude from the study sample. A sample offifty participants recruited from Child and Adolescent Psychiatry outpatient setting of a tertiaryhospital of Thessaloniki, the second largest city in Greece. An intelligence test (WechslerIntelligence Scale for Children, WISC III) and a self-report measure of depression (BeckDepression Inventory, BDI II), in combination with a clinical assessment of participants’practical wisdom. The mental disorders were defined and diagnosed using the ICD-10 (1992)(International Classification of Diseases), which is under a process of revision and the newedition of IDC-11 is expected to be put in effect in January 2022. At present, the last edition ofICD-10 is in use since 1992.Results: Positive attitudes and experiences with therapy were reported as strong ("major")facilitators of therapy engagement for adolescents with mental disorders, whereas negativeexperiences with therapy were reported as strong barriers to it. Furthermore, and mostimportantly, a "good" adolescent-therapist relationship was reported as a strong facilitator,whereas negative experiences of participants with their therapist were reported as strong barriers.Moreover, goals such as getting rid of symptoms, improving personal well-being, and improvingsocial skills and relationships (especially with peers) emerged as strong facilitators of therapyengagement. Importantly, the early remission of symptoms emerged from the study as a strongbarrier to therapy engagement for participants. Among the weaker ("minor") perceivedfacilitators were goals such as confessing to a trustworthy person, becoming able to achievepersonal expectations and life goals, enhancing independence and self-esteem, and developing apositive self-image. The (active or supportive) role of family emerged as a facilitator. The stigmarelated to mental health emerged as both a ("minor") facilitator of and barrier to therapyengagement for participants. Friends were reported as having a role ranging from neutral tomildly supportive. The largest percentage of adolescents (44,9%) were found to suffer from Wealso found pessimism (32,7%), reduction of energy (28,6%) and difficulty in concentration(32,7%) in high frequency. 22,4% of adolescents complained of sleep disorders. For the mostpart, the findings of our study were consistent with prior studies. However, a limited interest insex was noted, a fact coming in contrast with international and Greek data, where interest andexperimentation around sex seems to preoccupy an essential percentage of adolescents.Furthermore, sleep disorders, either as a symptom of an underlying disease, or as an independentclinical condition, seem to preoccupy adolescents and this may be a motive for their treatmentengagement.Conclusion: A number of more or less strong barriers and facilitators were identified that, forthe most part, were consistent with prior literature. However, the authors identified somenuances that are of clinical importance. For instance, adolescents are most likely to terminate thetreatment prematurely if they experience early symptom remission. Highlighting the role oftherapy in achieving their goals or improving their families' well-being might be used bytherapists to reduce the attrition rate. As to the clinical characteristics of adolescents undergoingpsychotherapy, for the most part, the findings enhanced prior studies which, however, did notexclusively include decision competent adolescents with mental disorders who were engaged inpsychotherapy (for at least two months). Interestingly, however, we identified some nuancesrelated to interest in sex and sleep disorders. Further research is recommended for theinvestigation of possible correlations between the lack of interest in sex or sleep disorders andthe fact that the adolescents of our sample were decision making competent and engaged inpsychotherapy. Clarity, honesty and trust seems to play an important role to psychotherapy andimproves consent.Key words: adolescence, engagement, shared clinical decision
περισσότερα