Περίληψη
Σύμφωνα με τον Μαρξ, οι κοινωνικές αλλαγές δεν χαρακτηρίζονται μονάχα από νέες υλικές παραγωγικές δυνάμεις, αλλά και από νέες σχέσεις παραγωγής, καθώς και από νέες μορφές συνείδησης, θρησκείας, φιλοσοφικών θεωρήσεων, ηθικής, κλπ. Σε αυτό το πλαίσιο, η μετάβαση της κοινωνίας από τον παραδοσιακά αγροτικά στα σύγχρονα βιομηχανικά μοτίβα παραγωγής έφερε στην προσκήνιο νέες κοινωνικές τάξεις και ανταγωνισμούς, αλλάζοντας ριζικά τις προϋπάρχουσες παραγωγικές σχέσεις, καθώς και τις κυρίαρχες νόρμες σε κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής. Από τη μια πλευρά, η ανερχόμενη καπιταλιστική τάξη απαιτούσε την εφαρμογή ριζικών αγροτικών μεταρρυθμίσεων ως προϋπόθεση για τη μετατροπή της παραδοσιακής γεωργίας σε ένα σύγχρονο εμπορευματικό σύστημα γεωργικής παραγωγής που θα μπορούσε να προσαρμοστεί καλύτερα στις απαιτήσεις της νέας οικονομίας της αγοράς. Από την άλλη πλευρά, η επικράτηση της σύγχρονης βιομηχανίας επαναπροσδιόρισε σημαντικά τον παραδοσιακό (έμφυλο) καταμερισμό της εργασίας εντός και εκτός του ...
Σύμφωνα με τον Μαρξ, οι κοινωνικές αλλαγές δεν χαρακτηρίζονται μονάχα από νέες υλικές παραγωγικές δυνάμεις, αλλά και από νέες σχέσεις παραγωγής, καθώς και από νέες μορφές συνείδησης, θρησκείας, φιλοσοφικών θεωρήσεων, ηθικής, κλπ. Σε αυτό το πλαίσιο, η μετάβαση της κοινωνίας από τον παραδοσιακά αγροτικά στα σύγχρονα βιομηχανικά μοτίβα παραγωγής έφερε στην προσκήνιο νέες κοινωνικές τάξεις και ανταγωνισμούς, αλλάζοντας ριζικά τις προϋπάρχουσες παραγωγικές σχέσεις, καθώς και τις κυρίαρχες νόρμες σε κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής. Από τη μια πλευρά, η ανερχόμενη καπιταλιστική τάξη απαιτούσε την εφαρμογή ριζικών αγροτικών μεταρρυθμίσεων ως προϋπόθεση για τη μετατροπή της παραδοσιακής γεωργίας σε ένα σύγχρονο εμπορευματικό σύστημα γεωργικής παραγωγής που θα μπορούσε να προσαρμοστεί καλύτερα στις απαιτήσεις της νέας οικονομίας της αγοράς. Από την άλλη πλευρά, η επικράτηση της σύγχρονης βιομηχανίας επαναπροσδιόρισε σημαντικά τον παραδοσιακό (έμφυλο) καταμερισμό της εργασίας εντός και εκτός του νοικοκυριού, επιτρέποντας στις γυναίκες να εισέλθουν στη μισθωτή εργασία και ενισχύοντας την γυναικεία αυτονομία και οικονομική ανεξαρτησία. Παράλληλα, η διάδοση της νέας αστικής κουλτούρας κατέστηκε τον παραδοσιακό-πατριαρχικό γάμο μια ολοένα και λιγότερο ελκυστική επιλογή για τους συντρόφους, ενισχύοντας τις πιο ισότιμες και δημοκρατικές μορφές οικογενειακής ζωής, όπως είναι η συμβίωση. Στην κατεύθυνση αυτή, εμπειρικές μελέτες που εξετάζουν την περίπτωση της νεότερης και σύγχρονης Ελλάδας δεν έχουν ακόμη πραγματοποιηθεί. Η διδακτορική μου διατριβή επιχειρεί να καλύψει αυτό το κενό στην εμπειρική βιβλιογραφία, παρέχοντας κάποιες πρώτες ενδείξεις που συνδέουν την πορείας της εκβιομηχάνισης με τη διαδικασία του κοινωνικού εκσυγχρονισμού-εκμοντερνισμού στην Ελλάδα κατά τα τέλη του 19ου - αρχές του 20ού αιώνα. Για το σκοπό αυτό, δημιουργήθηκε μια νέα βάση δεδομένων, αντλώντας διαθέσιμες πληροφορίες και στοιχεία από τις Ελληνικές Απογραφές Πληθυσμού, Γεωργίας, Φυσικής Κίνησης του Πληθυσμού και Αιτιών Θανάτου για την περίοδο 1860-1938. Η βάση αυτή εμπεριέχει ένα σύνολο κοινωνικοοικονομικών και δημογραφικών δεικτών που σχετίζονται με την δικαιότερη κατανομή της γης, το μορφωτικό επίπεδο, την συμμετοχή των γυναικών στο εργατικό συναμικό, την οικογενειακή κατάσταση, τις γεννήσεις, τους θανάτους, την προσκόλληση στην αγροτική παραγωγή, τον παραγωγικό εκσυγχρονισμό, την αστικοποίηση, τις εθνοτικές και θρησκευτικές πληθυσμιακές διαφοροποιήσεις, κλπ., καλύπτοντας σχεδόν όλες τις ελληνικές περιοχές σε επίπεδο νομών, επαρχιών και δήμων-κοινοτήτων. Το πρώτο κεφάλαιο διερευνά την ύπαρξη των πιθανών σχέσεων ανάμεσα στην δικαιότερη κατανομή των αγροτικής γης και την ανάπτυξη του εγγραμματισμού στην Ελλάδα κατά τα τέλη του 19ου αιώνα, υποστηρίζοντας την υπόθεση της συμπληρωματικότητας ανάμεσα στο βιομηχανικό κεφάλαιο και την ανάπτυξη των ανθρώπινων δεξιοτήτων. Η ανάλυση των δεδομένων σε επίπεδο δήμων για τα έτη 1870 και 1879 καταδεικνύει την ύπαρξη μιας θετικής και σημαντικής σχέσης μεταξύ της δικαιότερης κατανομής της αγροτικής γης και των επιπέδων του σχολικού εγγραμματισμού στην Ελλάδα. Αντίθετα, η υπεροχή της παραδοσιακής αγροτικής παραγωγής έναντι της σύγχρονης βιομηχανίας (προσκόλληση στη γεωργία) βρέθηκε αρνητικά συσχετισμένη με τα ποσοστά του εγγραμματισμού. Τα αποτελέσματα αυτά παραμένουν σημαντικά ακόμη και όταν εισάγονται στο οικονομετρικό μοντέλο άλλοι παράγοντες, όπως είναι η οικογενειακή κατάσταση, το μέγεθος της οικογένειας, η αστικοποίηση, οι εθνοτικές διαφορές, η θρησκεία, η διαθεσιμότητα των δασκάλων και η συμμετοχή των μαθητών/τριών σε κάθε περιοχή. Στο δεύτερο κεφάλαιο αναλύεται ο αντίκτυπος της γυναικείας απασχόλησης στη συζυγική αστάθεια στην Ελλάδα κατά τις αρχές του 20ού αιώνα, χρησιμοποιώντας πληροφορίες που αντλήθηκαν από τις Ελληνικές Απογραφές Πληθυσμού για τα έτη 1907 και 1920. Τα ευρήματά μου καταδεικνύουν πως τόσο το σύνολο της γυναικείας απασχόλησης όσο και η συμμετοχή των γυναικών στα λεγόμενα σύγχρονα (μοντέρνα) επαγγέλματα (βλ. βιομηχανία, αυτοαπασχόληση, εμπόριο και δημόσιος τομέας) είχαν μια θετική και στατιστικά σημαντική σχέση με τα ποσοστά της γυναικείας διαζευκτικότητας στην Ελλάδα για το έτος 1907, ενώ αντίθετα η συμμετοχή των γυναικών στις παραδοσιακές αγροτικές δραστηριότητες (βλ. γεωργία, κτηνοτροφία και ψάρεμα-κυνήγι) βρέθηκε αρνητικά συσχετισμένη με τα διαζύγια των γυναικών και για τα δύο έτη που εξετάζονται. Ακόμη, ο γάμος σε νεαρή ηλικία για τις γυναίκες και το έμφυλο χάσμα στον εγγραμματισμό βρέθηκε πως σχετιζόταν αρνητικά με τα ποσοστά των διαζευγμένων γυναικών. Αντίθετα, η διαθεσιμότητα των άγαμων ανδρών και η αστικοποίηση είχαν θετικές (αλλά μη σημαντικές) σχέσεις με τα ποσοστά των διαζευγμένων γυναικών. Επιπρόσθετα, οι διάφορες εθνοτικές και θρησκευτικές διαφορές (βλ. αλλοδαποί, καθολικοί και μουσουλμάνοι) βρέθηκαν θετικά και στατιστικά σημαντικά συνδεδεμένες με τα επίπεδα της γυναικείας διαζευκτικότητας. Τέλος, το τρίτο κεφάλαιο μελετά τους παράγοντες που οδήγησαν στα αυξημένα ποσοστά των γεννήσεων εκτός γάμου στην Ελλάδα κατά τις αρχές του 20ού αιώνα. Χρησιμοποιώντας δεδομένα από τις Απογραφές Φυσικής Μετακίνησης του Πληθυσμού, των Αιτιών Θανάτου και της Αγροτικής Παραγωγής της Ελλάδας κατά την περίοδο 1921-1938, προκύπτει πως τόσο η αυξημένη πρόσβαση των γυναικών στο διαζύγιο και στη σύναψη νέου γάμου όσο και ο αγροτικός παραγωγικός εκσυγχρονισμός ως προς το ζωικό κεφάλαιο συνδέονταν θετικά με την εξώγαμη γεννητικότητα. Αντίθετα, οι γάμοι σε μικρή ηλικία για γυναίκες και η συγκέντρωση των έγγαμων ανδρών στις αγροτικές δραστηριότητες είχαν αρνητική σχέση με τις γεννήσεις παιδιών εκτός γάμου. Τέλος, η αστικοποίηση και τα ελληνικά νησιά (γεωγραφική ψευδομεταβλητή) συνδέονταν θετικά με την εξώγαμη τεκνοποίηση στην Ελλάδα.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
According to Marx, social changes are not always characterized only by new material productive forces, but also by new relations of production, as well as new forms of consciousness, religion, philosophy, ethics, etc. In that context, the society’s transitional passage from agrarian to modern industrial modes of production brought into the political arena new social classes and antagonisms, completely changing all pre-existing relationships, norms and values in almost every aspect of social life. One the one hand, the newly rising capitalist class invariably demanded the implementation of radical agrarian reforms as a prerequisite for transforming traditional agriculture into a modern farming system that would be better able to adjust to new market economy’s circumstances. On the other hand, industrial revolution significantly redefined the traditional view of gender roles within the household, allowing women to enter the paid labour market, diminishing sex-stereotyping, and reinforcin ...
According to Marx, social changes are not always characterized only by new material productive forces, but also by new relations of production, as well as new forms of consciousness, religion, philosophy, ethics, etc. In that context, the society’s transitional passage from agrarian to modern industrial modes of production brought into the political arena new social classes and antagonisms, completely changing all pre-existing relationships, norms and values in almost every aspect of social life. One the one hand, the newly rising capitalist class invariably demanded the implementation of radical agrarian reforms as a prerequisite for transforming traditional agriculture into a modern farming system that would be better able to adjust to new market economy’s circumstances. On the other hand, industrial revolution significantly redefined the traditional view of gender roles within the household, allowing women to enter the paid labour market, diminishing sex-stereotyping, and reinforcing women’s autonomy and independence. Similarly, the spread of a new bourgeois ideology made traditional marriage an even less attractive option among spouses, thus enhancing more egalitarian family forms, such as cohabitation. Within this framework, empirical studies referring to the case of early modern Greece are still less well established. My doctoral thesis attempts to fill this gap in the empirical literature by providing some of the first evidence linking industrialization to modernization process in the late nineteenth and early twentieth-centuries Greece. For this purpose, a totally new dataset has been constructed using available information from the Population, Agricultural, Natural Movement of Population, and Causes of Death Censuses of Greece over the period 1860-1938. This dataset contains various socioeconomic and demographic indicators, such as land ownership distribution, educational level, gender division of labour, marital status, births, deaths, stuck in agriculture, modernization, urbanization, ethic differences and religious affiliation, covering almost all Greek areas at the provincial, regional and municipal levels. More specifically, the First Chapter of my thesis, entitled "People’s Access to Land, Stuck in Agriculture and Literacy Development: Empirical Evidence from the Late Nineteenth-Century Greece", explores the possible relationships between more equal patterns of land ownership and literacy development in the late nineteenth-century Greece, providing some evidence in favor of the so-called capital-skill complementarity hypothesis. After analyzing municipal-level data from the 1870 and 1879 Greek Population Censuses, my empirical results indicate a positive and significant association between people’s access to land and literacy levels in the late nineteenth-century Greece. On the contrary, the supremacy of traditional agriculture over modern industry (stuck in agriculture) has been found to negatively affect literacy rates. These results remain robust even after controlling for various other factors, such as marital status, family size, urbanization, ethnic differences, religion, teacher availability and student attainment. However, some noticeable differences in literacy levels have been observed between males and females. The Second Chapter, entitled "Women’s Labour Force Participation and In- creasing Divorce Rates: Evidence from the Early-Twentieth-Century Greece", analyses the impact of female employment on marital instability in the early twentieth- century Greece, using information obtained from the 1907 and 1920 Greek Population Censuses. My findings suggest that women’s total employment and female participation in modern occupations (manufacturing, self-employment, trade-commerce, and the public sector) have been shown to have a positive and statistically significant effect on female divorce rates, but only in 1907, while women’s employment in traditional agricultural activities (agriculture, livestock production, and fishing-hunting) was found to have no significant influence on female divorces for the whole period from 1907 to 1920. Additionally, early-age marriage for women and gender gap in literacy have been found to negatively affect female divorce rates, whereas availability of single men and urbanization have had positive but non-significant effects on female divorces. Moreover, ethnic and religious differences (non-Greeks, Catholics, and Muslims) were all found to have positive and significant impacts on marriage dissolutions. Finally, the Third Chapter of my thesis, entitled "Births Outside Marriage and Modernization in the Early Twentieth-Century Greece: Evidence from the Natural Movement of Population, Causes of Death, and Agricultural Censuses, 1921-1938", gives some insights into the factors that have contributed to the increased rates of births outside marriage in the early twentieth-century Greece. Using data from the Natural Movement of Population, Causes of Death, and Agricultural Censuses of Greece during the period 1921-1938, my results imply that women’s access to divorce and remarriage, as well as agricultural modernity, were both positively associated with childbearing outside marriage in the early twentieth-century Greece. On the contrary, early-age marriage for women and married men’s stuck in agriculture have been found to adversely affect non-marital births. Lastly, urban Greek areas and the Greek Islands appeared to be positively associated with illegitimate births.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Secondo Marx, i cambiamenti sociali sono sempre stati caratterizzati non solo da nuove forze produttive materiali ma anche da nuove relazioni di produzione e da nuove forme di coscienza, religione, filosofia, etica. La transizione da una società basato su un modo di produzione prettamente agricolo ad una società in cui il modo di produzione prevalente è quello industriale, produce l’entrata nell’arena politica di nuove classi sociali e quindi di nuovi antagonismi. Questo evolversi della società e dell’economia contribuisce al cambiamento delle relazioni, delle norme e dei valori sociali preesistenti così da coinvolgere gran parte degli aspetti della vita sociale. Durante la transizione, la neonata classe capitalistica, da un lato, richiedeva l’attuazione di una radicale riforma agraria come prerequisito al processo che avrebbe consentito la trasformazione dell’agricoltura tradizionale in un moderno sistema agricolo. Di conseguenza, la riforma agraria avrebbe consentito la sopravvi ...
Secondo Marx, i cambiamenti sociali sono sempre stati caratterizzati non solo da nuove forze produttive materiali ma anche da nuove relazioni di produzione e da nuove forme di coscienza, religione, filosofia, etica. La transizione da una società basato su un modo di produzione prettamente agricolo ad una società in cui il modo di produzione prevalente è quello industriale, produce l’entrata nell’arena politica di nuove classi sociali e quindi di nuovi antagonismi. Questo evolversi della società e dell’economia contribuisce al cambiamento delle relazioni, delle norme e dei valori sociali preesistenti così da coinvolgere gran parte degli aspetti della vita sociale. Durante la transizione, la neonata classe capitalistica, da un lato, richiedeva l’attuazione di una radicale riforma agraria come prerequisito al processo che avrebbe consentito la trasformazione dell’agricoltura tradizionale in un moderno sistema agricolo. Di conseguenza, la riforma agraria avrebbe consentito la sopravvivenza del sistema agricolo in un sistema di economia di mercato. La rivoluzione industriale, d’altra parte, ridefiniva sensibilmente la visione tradizionale sui ruoli di genere all’interno della famiglia. Tale processo contribuì all’aumento della partecipazione delle donne al mondo del lavoro non domestico e diminuì gli stereotipi sessuali, rafforzando l’autonomia e l’indipendenza femminile. In modo analogo, la diffusione della nuova ideo- logia borghese fece sì che il matrimonio tradizionale costituisse l’opzione meno attrattiva tra le giovani donne. Di conseguenza, si svilupparono forme famigliari più egalitarie, come la convivenza. L’interazione fra la transizione da una società contadina ad una società industriale moderna, da una parte, e l’evoluzione e la trasformazione delle relazioni sociali estranee alla sfera economica nella Grecia contemporanea, è stata scarsamente studiata da un punto di vista storico-quantitativo. Alla luce di ciò, la mia tesi di dottorato è un tentativo di riempire questo vuoto nella letteratura empirica mettendo in relazione il processo di industrializzazione con il processo di modernizzazione che attraversò la società greca a cavallo tra la fine del diciannovesimo secolo e l’inizio del ventesimo secolo. A tal fine, è stato necessario costruire un nuovo dataset sulla base dei dati forniti dal Censimento su Popolazione, Movimento Naturale e Agricolo della Popolazione, e Cause di Morte in Grecia nel periodo 1860-1938. Il dataset, che comprende vari indicatori socioeconomici e demografici come distribuzione della proprietà fondiaria, livelli d’istruzione, divisione del lavoro per genere, stato civile, nascite, morti, indici di modernizzazione e di urbanizzazione, diversità etniche e affiliazioni religiose, permette una copertura quasi totale del Paese a livello regionale, provinciale e municipale. Il Primo Capitolo della tesi, dal titolo "People’s Access to Land, Stuck in Agriculture and Literacy Development: Empirical Evidence from the Late Nineteenth-Century Greece", esplora il rapporto tra alfabetizzazione e proprietà fondiaria, la cui composizione diventava sempre meno diseguale, nella Grecia del tardo diciannovesimo secolo. L’analisi a livello municipale del Censimento sulla Popolazione in Grecia tra il 1870 e il 1879 supporta e evidenzia empiricamente l’ipotesi c.d. della complementarietà tra capitale e talenti (capital-skill complementarity hypothesis). L’analisi empirica dimostra, da un lato, una relazione positiva e statisticamente significativa tra l’accesso alla terra e livelli di alfabetizzazione, mentre, dall’altro, evidenzia una relazione negativa tra preminenza dell’agricoltura tradizionale sull’industria moderna (stuck in agriculture) e livelli di alfabetizzazione. I risultati sono statisticamente robusti anche considerando altre variabili come lo stato civile, la dimensione famigliare, l’urbanizzazione, le diversità etniche, le confessioni, la disponibilità di insegnanti e i livelli di studio. Inoltre, i dati confermano il ruolo della la disparità di genere nei livelli di alfabetizzazione. Il Secondo Capitolo, intitolato "Women’s Labour Force Participation and In- creasing Divorce Rates: Evidence from the Early-Twentieth-Century Greece", analizza l’impatto dell’occupazione femminile sull’instabilità coniugale, attraverso i dati forniti dal Censimento sulla Popolazione in Grecia nel periodo 1907-1920. I risultati sono eterogenei. Per esempio, nel 1907, si osserva che entrambe l’occupazione femminile totale e la partecipazione femminile tra gli impieghi moderni (settore manifatturiero, lavoro autonomo, commercio e impiego pubblico) hanno un effetto positivo e statisticamente significativo sui tassi di divorzio femminile. Tra il 1907 e il 1920, invece, la partecipazione femminile tra le occupazioni nelle attività agricole (agricoltura, allevamento, caccia e pesca) non ha alcun effetto significativo sui tassi di divorzio femminile. Inoltre, si rivela una relazione negativa tra matrimoni precoci per le donne e disparità di genere nei tassi di alfabetizzazione, da una parte, e divorzi femminili, dall’altra. Mentre, la disponibilità di uomini single e l’indice di urbanizzazione hanno un effetto positivo ma non statisticamente significativo sui divorzi. Le diversità etniche e religiose (non-greci, cattolici e musulmani) infine, hanno un impatto positivo e statisticamente significativo sullo scioglimento dei matrimoni. Infine, il Terzo Capitolo, dal titolo "Births Outside Marriage and Modernization in the Early Twentieth-Century Greece: Evidence from the Natural Movement of Population, Causes of Death, and Agricultural Censuses, 1921-1938" aiuta a gettare luce sui fattori che hanno contribuito all’incremento dei tassi di nascite fuori dal matrimonio nella Grecia di inizio ventesimo secolo. L’analisi dei dati forniti dal Censimento su Popolazione, Movimento Naturale e Agricolo della Popolazione, e Cause di Morte in Grecia nel periodo che va dal 1921 al 1938, dimostra che sia l’accesso delle donne all’istituto del divorzio sia la possibilità di sposarsi in secondo nozze, nonché l’adozione di tecniche agricole più moderne, sono positivamente associati alle nascite fuori dal matrimonio. I matrimoni precoci e l’occupazione agricola degli uomini sposati, invece, hanno un impatto negativo sulle nascite fuori dal matrimonio. Infine, su scala geografica, si osserva che le nascite illegittime sono perlopiù osservate nelle aree urbane e alle isole greche.
περισσότερα