Περίληψη
Η αναπτυξιακή διαταραχή του κινητικού συντονισμού είναι μια νευρο-αναπτυξιακή διαταραχή, η οποία επηρεάζει, αρνητικά, τις δραστηριότητες της καθημερινής ζωής των εφήβων. Κύριος σκοπός της έρευνας (μελέτη 3) ήταν να διερευνήσει την επίδραση ενός προγράμματος λειτουργικής προπόνησης με έμφαση στη σταθεροποίηση του πυρήνα, στη βελτίωση της κινητικής απόδοσης, δεικτών της φυσικής κατάστασης που σχετίζονται με την υγεία, της εβδομαδιαίας συμμετοχής σε φυσική δραστηριότητα και της ποιότητας ζωής από πλευράς υγείας, σε έφηβους/ες με και χωρίς κινητικές δυσκολίες. Δευτερεύοντες σκοποί ήταν, η ανίχνευση του ποσοστού εμφάνισης των κινητικών δυσκολιών στους εφήβους (μελέτη 1) και η σύγκριση των εφήβων με και χωρίς κινητικές δυσκολίες σε όλες τις εξαρτημένες μεταβλητές πριν την εφαρμογή της παρέμβασης (μελέτη 2). 92 έφηβοι/ες (μο ηλικίας 12,64 ετών και τα 0,65), συμμετείχαν στην έρευνα. Σύμφωνα με την κατάταξη στην κινητική δοκιμασία MABC-2 δημιουργήθηκαν 2 πειραματικές ομάδες: α) έφηβοι/ες με κιν ...
Η αναπτυξιακή διαταραχή του κινητικού συντονισμού είναι μια νευρο-αναπτυξιακή διαταραχή, η οποία επηρεάζει, αρνητικά, τις δραστηριότητες της καθημερινής ζωής των εφήβων. Κύριος σκοπός της έρευνας (μελέτη 3) ήταν να διερευνήσει την επίδραση ενός προγράμματος λειτουργικής προπόνησης με έμφαση στη σταθεροποίηση του πυρήνα, στη βελτίωση της κινητικής απόδοσης, δεικτών της φυσικής κατάστασης που σχετίζονται με την υγεία, της εβδομαδιαίας συμμετοχής σε φυσική δραστηριότητα και της ποιότητας ζωής από πλευράς υγείας, σε έφηβους/ες με και χωρίς κινητικές δυσκολίες. Δευτερεύοντες σκοποί ήταν, η ανίχνευση του ποσοστού εμφάνισης των κινητικών δυσκολιών στους εφήβους (μελέτη 1) και η σύγκριση των εφήβων με και χωρίς κινητικές δυσκολίες σε όλες τις εξαρτημένες μεταβλητές πριν την εφαρμογή της παρέμβασης (μελέτη 2). 92 έφηβοι/ες (μο ηλικίας 12,64 ετών και τα 0,65), συμμετείχαν στην έρευνα. Σύμφωνα με την κατάταξη στην κινητική δοκιμασία MABC-2 δημιουργήθηκαν 2 πειραματικές ομάδες: α) έφηβοι/ες με κινητικές δυσκολίες (Ν=8) και β) έφηβοι με τυπική ανάπτυξη (Ν=29), οι οποίες συμμετείχαν σε ένα πρόγραμμα λειτουργικής προπόνησης με έμφαση στη σταθεροποίηση του πυρήνα, διάρκειας 12 εβδομάδων (3 συνεδρίες/εβδομάδα) και 2 ομάδες ελέγχου: α) έφηβοι με κινητικές δυσκολίες (Ν=16) και β) έφηβοι με τυπική ανάπτυξη (Ν=39), αντίστοιχα. Η δύναμη καιη αντοχή των κοιλιακών μυών και των καμπτήρων του ισχίου, η ευλυγισία των οπίσθιων μηριαίων, ο δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ), η εβδομαδιαία συμμετοχή σε φυσική δραστηριότητα και η ποιότητα ζωής από πλευράς υγείας αξιολογήθηκαν πριν και μετάτην παρέμβαση εκτός από την κινητική απόδοση και την ισορροπία, οι οποίες αξιολογήθηκαν μόνο για τις ομάδες με κινητικές δυσκολίες. Για τον έλεγχο επίδρασης της διατήρησης των προσαρμογών 3 εβδομάδες μετά το τέλος της παρέμβασης, οι 2 πειραματικές ομάδες αξιολογήθηκαν στους προαναφερόμενους δείκτες της φυσικής κατάστασης, ενώ η πειραματική ομάδα των εφήβων με κινητικές δυσκολίες αξιολογήθηκε επιπλέον στην κινητική απόδοση και την ισορροπία. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι, από τους 92 έφηβους/ες του αρχικού δείγματος οι 24 εμφάνισαν κινητικές δυσκολίες (25,8%), ενώ οι 68 είχαν τυπική ανάπτυξη. Από τις δύο ομάδες φάνηκε ότι, οι έφηβοι/ες με κινητικές δυσκολίες διέφεραν στατιστικά σημαντικά, στην ικανότητα της ισορροπίας και στη δύναμη των κοιλιακών, ενώ δεν βρέθηκε καμία στατιστικά σημαντική διαφορά στην ευλυγισία, στο δείκτη μάζας σώματος, στην εβδομαδιαία φυσική δραστηριότητα και στην ποιότητα ζωής από πλευράς υγείας μεταξύ των δύο ομάδων. Το πρόγραμμα παρέμβασης επίδρασε στη βελτίωση της κινητικής απόδοσης, στην ισορροπία, στη δύναμη των κοιλιακών μυών, ενώ βελτιώθηκαν οι περισσότερες από τις διαστάσεις που αφορούσαν την ποιότητας ζωής από πλευράς υγείας, στις πειραματικές ομάδες των εφήβων με και χωρίς κινητικές δυσκολίες. Δεν υπήρξαν στατιστικά σημαντικές επιδράσεις στη φυσική δραστηριότητα, στην ευλυγισία και στονΔΜΣ. Συμπεραίνεται ότι, οι προσεγγίσεις που εστιάζουν στις υποκείμενες διεργασίες, όπως ένα πρόγραμμα λειτουργικής προπόνησης με έμφαση στη σταθεροποίηση του πυρήνα, βελτιώνουν την κινητική απόδοση, τη φυσική κατάσταση που σχετίζεται με την υγεία, καθώς και την ποιότητα ζωής από πλευράς υγείας, σε έφηβους/ες με κινητικές δυσκολίες. Επιπλέον, θετική επίδραση φάνηκε να υπάρχει στις αντίστοιχες μεταβλητές και στους εφήβους με τυπική ανάπτυξη. Συνεπώς, ένα αντίστοιχο πρόγραμμα μπορεί να εφαρμοστεί στο χώρο του σχολείο, αλλά και σε εξωσχολικές φυσικές δραστηριότητες ενθαρρύνοντας τη συμμετοχή των εφήβων με μη επαρκή κινητική απόδοση, με στόχο την απόκτηση ενός δραστήριου τρόπου ζωής δια βίου και την αποφυγή των δευτερευουσών συνεπειών που προκαλεί η ύπαρξη των κινητικών δυσκολιών, παρέχοντας μια καλύτερη ποιότητα ζωής
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Developmental coordination disorder is a neurodevelopmental disorder that negatively affects activities in adolescents' daily lives. The main purpose of this research (study 3) was to investigate the effect of a core-stabilization functional training program on motor competence, health-related fitness indexes, weekly physical activity and health-related quality of life in adolescents with and without motor difficulties. Secondary objectives were to identify the incidence of motor difficulties in adolescents (study 1) and tocompare adolescents with and without motor difficulties in all dependent variables preintervention (study 2). 92 adolescents (mean age 12.64 years old and sd ±.65) participated in the study. According to MABC-2 percentiles, 2 experimental groups were formed: a) adolescents with motor difficulties (n = 8) and b) adolescents with typical development (n = 29), who participated in a 12-week (3 sessions / week) core-stabilization functional training program and 2 control ...
Developmental coordination disorder is a neurodevelopmental disorder that negatively affects activities in adolescents' daily lives. The main purpose of this research (study 3) was to investigate the effect of a core-stabilization functional training program on motor competence, health-related fitness indexes, weekly physical activity and health-related quality of life in adolescents with and without motor difficulties. Secondary objectives were to identify the incidence of motor difficulties in adolescents (study 1) and tocompare adolescents with and without motor difficulties in all dependent variables preintervention (study 2). 92 adolescents (mean age 12.64 years old and sd ±.65) participated in the study. According to MABC-2 percentiles, 2 experimental groups were formed: a) adolescents with motor difficulties (n = 8) and b) adolescents with typical development (n = 29), who participated in a 12-week (3 sessions / week) core-stabilization functional training program and 2 control groups: a) adolescents with motor difficulties (n = 16) and b) adolescents with typical development (n = 39), respectively. Strength and endurance of the abdominal muscles and hip flexors, flexibility of hamstrings, body mass index (BMI), weekly physical activity and health-related quality of life were assessed pre- and post-intervention in addition to motor performance and balance, which were assessed only for the motor difficulties group. A 3 week follow-up study checked the retention effect in motor performance and balance for the experimental motor difficulties groupand in the above mentioned physical fitness indexes in both experimental groups. The results showed that from the initial sample of 92 adolescents, 24 adolescents had motor difficulties (25.8%), while 68 had typical development. Comparing groups showed thatadolescents with motor difficulties differed statistically significantly in balance and abdominal strength, while no statistically significant differences were found in flexibility, body mass index, weekly physical activity and health-related quality of life. Theintervention program improved motor performance, balance, strength of abdominal muscles, and most of the dimensions of health-related quality of life in both experimental groups of adolescents with and without motor difficulties. There were no statisticallysignificant effects on physical activity, flexibility and BMI. It is concluded that approaches which focus on underlying processes, such as a core-stabilization functionalvi training program, improve motor performance, health-related fitness, and health-relatedquality of life in adolescents with motor difficulties. In addition, a positive effect appeared to be present in the corresponding variables, in adolescents with typical development. Therefore, such a program can be implemented in school settings, but also inextracurricular physical activities, encouraging participation for adolescents with poor motor performance, in order to acquire an active lifestyle and avoid the side effects caused by motor difficulties, providing a better health-related quality of life.
περισσότερα