Περίληψη
Η εργασία αποτελεί μία σύνθεση του συνόλου των δεδομένων, ανασκαφικών, επιγραφικών και νομισματικών που τεκμηριώνουν την ιδιαίτερη ταυτότητα της Colonia Laus Iulia Corinthiensis, από το 44 π.Χ., έτος ίδρυσης της από τον Ιούλιο Καίσαρα, έως και το τέλος του 4ου αιώνα μ.Χ. όταν η φυσιογνωμία της ρωμαϊκής πόλης άρχισε να μεταβάλλεται εξαιτίας της έκδοσης των αντιπαγανιστικών διαταγμάτων του Θεοδοσίου Α,΄ της επιδρομής των Βησιγότθων του Αλαρίχου και της καταστροφής του Ιερού της Ισθμίας.Για την κατανόηση της ιδιαίτερης αυτής ταυτότητας αναλύονται και σχολιάζονται τέσσερις ομάδες ευρημάτων: Α. Κτήρια και μνημεία που σχετίστηκαν αμέσως ή εμμέσως με τους αυτοκράτορες και τα μέλη των οικογενειών τους, τους χώρους της αυτοκρατορικής λατρείας αλλά και κτίσματα στα οποία στεγάστηκαν κοινωνικές και θρησκευτικές δραστηριότητες που συνδέθηκαν μαζί τους.Β. Γλυπτά που μπορούν να ταυτιστούν με αυτοκράτορες, πρίγκηπες, συγγενείς αυτοκρατόρων και ευνοούμενους τους, όπως λ.χ. ο Αντίνοος.Γ. Λατινικές και ...
Η εργασία αποτελεί μία σύνθεση του συνόλου των δεδομένων, ανασκαφικών, επιγραφικών και νομισματικών που τεκμηριώνουν την ιδιαίτερη ταυτότητα της Colonia Laus Iulia Corinthiensis, από το 44 π.Χ., έτος ίδρυσης της από τον Ιούλιο Καίσαρα, έως και το τέλος του 4ου αιώνα μ.Χ. όταν η φυσιογνωμία της ρωμαϊκής πόλης άρχισε να μεταβάλλεται εξαιτίας της έκδοσης των αντιπαγανιστικών διαταγμάτων του Θεοδοσίου Α,΄ της επιδρομής των Βησιγότθων του Αλαρίχου και της καταστροφής του Ιερού της Ισθμίας.Για την κατανόηση της ιδιαίτερης αυτής ταυτότητας αναλύονται και σχολιάζονται τέσσερις ομάδες ευρημάτων: Α. Κτήρια και μνημεία που σχετίστηκαν αμέσως ή εμμέσως με τους αυτοκράτορες και τα μέλη των οικογενειών τους, τους χώρους της αυτοκρατορικής λατρείας αλλά και κτίσματα στα οποία στεγάστηκαν κοινωνικές και θρησκευτικές δραστηριότητες που συνδέθηκαν μαζί τους.Β. Γλυπτά που μπορούν να ταυτιστούν με αυτοκράτορες, πρίγκηπες, συγγενείς αυτοκρατόρων και ευνοούμενους τους, όπως λ.χ. ο Αντίνοος.Γ. Λατινικές και ελληνικές επιγραφές που απαντούν σε αρχιτεκτονικά μέλη, βάσεις ανδριάντων και αταύτιστα θραύσματα με αναφορές στους ίδιους τους αυτοκράτορες και μέλη των οικογενειών τους, σε υψηλόβαθμους αξιωματούχους τους, αυτοκρατορικές λατρείες, κολλέγια και αυτοκρατορικούς αγώνες.Δ) Νομισματικές κοπές από το 43 π.Χ. έως και το 205 μ.Χ., όταν το κορινθιακό νομισματοκοπείο έπαυσε οριστικώς τη λειτουργία του. Από τους εικονογραφικούς τους τύπους αντλούνται πληροφορίες για τα αυτοκρατορικά μνημεία της πόλης, τους βίους των αυτοκρατόρων και των συγγενών τους αλλά και αυτοκρατορικές λατρείες, μεγαλύτερες και μικρότερες, που είχαν εγκαθιδρυθεί στην πόλη. Τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την ανάλυση και σύνθεση του παραπάνω υλικού είναι εντυπωσιακά, αποκαλύπτοντας το εύρος, αλλά και το βάθος της σχέσης των Ρωμαίων αυτοκρατόρων με την Κόρινθο. Η νέα πόλη οργανώθηκε με βάση τη Lex Iulia Municipalis και υπαγόταν, για μεγάλα διαστήματα, στον ius Italicum. Η πολεοδομική οργάνωση του πολιτικού και θρησκευτικού κέντρου της σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε με βάση την ιδιαίτερη αυτοκρατορική της ταυτότητα. Η ανατολική πλευρά του Forum Romanum περιελάμβανε την Ιουλία Βασιλική, που συνδέθηκε με την ταυτότητα και το όνομα της πόλης την εποχή των Ιουλίων - Κλαυδίων, αλλά και λατρευτικές εκδηλώσεις προς τιμήν της Gens Iulia, Gens Claudia, αλλά και της Gens Augusta. Το ευρισκόμενο σε επαφή και επικοινωνία μαζί της Νοτιοανατολικό Οικοδόμημα, στη νοτιοανατολική πλευρά της Αγοράς, θα πρέπει να ταυτιστεί με το aedes Αugustalium της Κορίνθου. Στο δυτικό άκρο της κεντρικής πλατείας οργανώθηκε το λεγόμενο Δυτικό Άνδηρο, οι ναοί και τα κτίσματα του οποίου φαίνεται ότι στέγαζαν λατρείες αυτοκρατόρων, όπως του Divus Augustus και του Κομμόδου, αλλά και αυτοκρατορικών θεοτήτων, όπως της Venus, του Apollo Augustus, τoυ Neptunus Augustus και της Tutela Augusta. O μεγάλος Ναός Ε στα δυτικά πιθανώς είχε αφιερωθεί στον Iuppiter Capitolinus και αργότερα φιλοξένησε και τη λατρεία του Αδριανού ο οποίος λατρεύτηκε στην Κόρινθο ως Ολύμπιος και Πανελλήνιος. Ανατολικότερα ο ρωμαϊκός Ναός C δεν αποκλείεται να φιλοξένησε τη λατρεία της θεοποιημένης Λιβίας και αργότερα άλλων αυτοκρατειρών όπως η Σαβίνα. Αλλά και ο Ναός του Απόλλωνα φιλοξένησε τη λατρεία του Αυγούστου ο οποίος ταυτίστηκε με τον Ολύμπιο θεό. Η πρακτική συνεχίστηκε επί Τιβερίου όταν ο ναός ανακαινίστηκε και πιθανώς αφιερώθηκε στη Gens Iulia, αργότερα δε στη λατρεία και άλλων αυτοκρατόρων όπως του Κλαυδίου και του Αδριανού. Σε γενικές γραμμές οι αυτοκράτορες και οι σύζυγοί τους ταυτίστηκαν με τους πατρώους θεούς και ήρωες της πόλης: την Αφροδίτη, τον Ποσειδώνα, τον Απόλλωνα, τον Βελλεροφόντη, την Ήρα, την Αθηνά. Την εποχή του Δομιτιανού, μετά από έναν καταστρεπτικό σεισμό που μετέβαλε τη φυσιογνωμία αλλά τη διοικητική θέση της Colonia στην Provincia Achaeae, ανεγέρθηκε η Νότια Βασιλική, ένα κτήριο «δίδυμο» της Ιουλίας Βασιλικής, στη νότια είσοδο της πόλης, που αποτυπώσε τη νέα ταυτότητα της Colonia Iulia Flavia Augusta Corinthiensis και τη νέα σχέση της με τη Gens Flavia. Μετά τον θάνατο του Δομιτιανού το κτήριο συνδέθηκε τόσο με τη νέα δυναστεία που ίδρυσε ο Νέρβας, όσο και με τη νέα ταυτότητα της Κορίνθου. Άλλες ρωμαϊκές λατρείες που τεκμηριώνονται με βάση επιγραφικά κείμενα και νομισματικούς εικονογραφικούς τύπους είναι οι λατρείες της Salus Publica, της Providentia Augusta, του Saturnus, της Nemesis Augusta, του Mars Augustus, των Lares (Compitales), του Genius Coloniae και του Genius Augusti, καθώς και της προσωποποιημένης Colonia Laus Iulia Corinthiensis. Εκτός από τη λατρεία της Victoria Augusta καθιερώθηκε στην πόλη και η λατρεία της Victoria Britannica, την εποχή του Κλαυδίου, ομοίως προς τη Ρώμη και τη Βρετανία. Εβδομήντα έξι (76) ή και περισσότερα γλυπτά και ενεπίγραφες βάσεις μπορούν να αποδοθούν σε ανδριάντες αυτοκρατόρων και μελών των οικογενειών τους. Τα στοιχεία που προκύπτουν από τη μελέτη τους είναι εξαιρετικά ενδιαφέροντα. Η Κόρινθος παρακολουθεί τις καλλιτεχνικές τάσεις της πρωτεύουσας, εισάγοντας ή παράγοντας υψηλής ποιότητας ανδριάντες. Ανιδρυμένοι σε χώρους λατρείας, σε κτήρια ενώσεων που συνδέονταν με τον αυτοκράτορα ή σε δημόσιους χώρους όπως το Θέατρο, το Ωδείο και το Ιερό της Ισθμίας, οι ανδριάντες αυτοί, σε συνδυασμό με τα επιγραφικά κείμενα βάσεων αποκαλύπτουν τις προθέσεις των Κορινθίων να τιμήσουν τους ηγεμόνες με κάθε ευκαιρία και αφορμή τόσο όσο αυτοί βρίσκονταν εν ζωή όσο και μετά θάνατο. Η διαχρονική επανάχρηση ορισμένων εξ αυτών, αλλά και η διασπορά τους στην πόλη τεκμηριώνουν όχι μόνο ότι η αυτοκρατορική αρχή ήταν πανταχού παρούσα, αλλά και ότι για κάθε δυναστεία είχε επιλεγεί διαφορετική πολεοδομική ζώνη γύρω στο Forum Romanum. Μέσω των πολυάριθμων νομισματικών κοπών της η Κόρινθος παρακολουθεί και συμμετέχει σε κάθε μείζον πολιτικό γεγονός στην αυτοκρατορία: στην άνοδο των αυτοκρατόρων στον θρόνο, την υιοθεσία διαδόχων, τις απονομές τίτλων και αξιωμάτων, τις στρατιωτικές νίκες, τις πολιτικές συμφωνίες, ακόμη και γεγονότα με ισχυρό κοινωνικό αντίκτυπο. Η πληθώρα των εικονογραφικών τύπων της Κορίνθου δεν απαντά σε κανένα άλλο νομισματοκοπείο της Επαρχίας της Αχαΐας. Οι νομισματικές κοπές έφεραν λογότυπα αποκλειστικά γραμμένα στα λατινικά• άλλωστε η λατινική γλώσσα, τουλάχιστον στις αυτοκρατορικές επιγραφές, υπήρξε κυρίαρχη από τον 1ο αιώνα π.Χ. έως τον 1ο αιώνα μ.Χ., και πολύ δημοφιλής έως τον 4ο αιώνα μ.Χ., ενώ και το επίσημο, λατινικό όνομα της πόλης παρέμεινε, σε μεγάλο βαθμό, αμετάβλητο. Οι πανελλήνιοι αγώνες των Ισθμίων που είχαν αναβιώσει πανηγυρικά τον 1ο αιώνα π.Χ. πλαισιώθηκαν από τα Καισάρεια, που αφιερώθηκαν στον Αύγουστο, ενώ θεσμοθετήθηκαν ξεχωριστοί αγώνες για κάθε έναν από τους εν ζωή αυτοκράτορες, με πλήθος αγωνισμάτων, αθλητικών, μουσικών και ποιητικών. Στην πόλη δραστηριοποιήθηκαν κοινωνικές και λατρευτικές ενώσεις με καθαρά ρωμαϊκό - αυτοκρατορικό χαρακτήρα, όπως οι Augustales και το κολλέγιο των Lares Domus Divinae. Ορισμένες από τις έδρες των κορινθιακών κολλεγίων, όπως των δύο πρώτων, μπορούν να ταυτιστούν πλέον με δύο ανεσκαμμένα κτίσματα του Forum Romanum, το Νοτιοανατολικό Οικοδόμημα και το Ρωμαϊκό Κτίσμα με Κελάρι.Ακόμη και στους ταραγμένους καιρούς των εμφυλίων πολέμων η Κόρινθος φρόντιζε να δηλώνει αμέσως και με υπερηφάνια τη στήριξή της στη Ρώμη, τη Σύγκλητο και τους νέους ηγεμόνες. Η αφοσίωσή της αυτή δεν πέρασε απαρατήρητη, καθώς ευεργετήθηκε από πολλούς αυτοκράτορες, ενώ στηρίχθηκε εμπράκτως σε δύσκολες περιόδους της ιστορίας της, ιδίως μετά από καταστρεπτικούς σεισμούς, λιμούς και πανδημίες. Λόγω της στρατηγικής της θέσης στα θαλάσσια ταξίδα από την ιταλική χερσόνησο προς την Ανατολή πιθανότατα υποδέχθηκε πολλούς ηγεμόνες, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται ο Μάρκος Αντώνιος, ο Αύγουστος, ο Νέρων, ο Δομιτιανός, ο Τραϊνός, ο Αδριανός, ο Λούκιος Βήρος, ο Μάρκος Αυρήλιος και ο Κόμμοδος. Πέραν αυτών την πόλη επισκέπτονταν υψηλόβαθμοι Ρωμαίοι αξιωματούχοι, όπως proconsules, μέλη των Sodales Augustales και των Fratres Arvales, αλλά και υψηλόβαθμοι ιερείς της Ρώμης, όπως ο ιερέας του Ιανού. Όλα τα παραπάνω δεδομένα, αν και αποσπασματικά λόγω της εκτεταμένης καταστροφής της πόλης στα μεσαιωνικά χρόνια, της διασποράς και της εκτεταμένης επανάχρησης του αρχαιολογικού υλικού, συνθέτουν την ιδιαίτερη ταυτότητα της Colonia Laus Iulia Corinthiensis στον πυρήνα της οποίας βρισκόταν ο θεσμός του αυτοκράτορα.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The study on the "Imperial Identity of Corinth as a Roman colony from the 1st century B.C. until the 4th century A.D." examines all archaeological, epigraphic and numismatic finds in Corinth that are evident of the special identity of the Colonia Laus Iulia Corinthiensis, from 44 B.C. when it was founded by Julius Caesar, until the end of the 4th century A.D. when the face of the Roman city started changing due to the Theodosian edicts, the raid of the Bisigoths of Alarich in 396 A.D. and the destruction of the Isthmian Sanctuary.The essence of that identity can be traced in a variety of finds, categorised into four groups: A. Buildings and monuments associated with emperors and their family members, such as temples and basilicas dedicated to the imperial cult, as well as edifices which housed relevant religious and honorary activities.B. Statues that are identified or may be identified with Roman emperors, princes, consorts, relatives, even favourites of rulers, such as Antinous.C. La ...
The study on the "Imperial Identity of Corinth as a Roman colony from the 1st century B.C. until the 4th century A.D." examines all archaeological, epigraphic and numismatic finds in Corinth that are evident of the special identity of the Colonia Laus Iulia Corinthiensis, from 44 B.C. when it was founded by Julius Caesar, until the end of the 4th century A.D. when the face of the Roman city started changing due to the Theodosian edicts, the raid of the Bisigoths of Alarich in 396 A.D. and the destruction of the Isthmian Sanctuary.The essence of that identity can be traced in a variety of finds, categorised into four groups: A. Buildings and monuments associated with emperors and their family members, such as temples and basilicas dedicated to the imperial cult, as well as edifices which housed relevant religious and honorary activities.B. Statues that are identified or may be identified with Roman emperors, princes, consorts, relatives, even favourites of rulers, such as Antinous.C. Latin and Greek texts inscribed on architectural parts, as well as statue bases and stone fragments bearing inscriptions. All texs contain references to rulers and their family members, high-ranking magistrates, imperial cults, colleges, as well as imperial, athletic, poetic and musical games dedicated to emperors.D. Coins minted from 43 B.C. until 205 A.D., when the Corinthian mint ended its operation. Their iconography includes imperial monuments, significant events and occasions of the lives of emperors and members of the imperial family, as well as imperial deities and cults established in Corinth. Analysis and synthesis of the aforementioned data lead to critical conclusions regarding the relations between the Roman imperial court and the city of Corinth. The new colony was founded, organised and operated, for a long period of time, on the basis of the Lex Iulia Municipalis and the ius Italicum. Its political and religious centre was planned and constructed according to Roman architectural and political principles. At the eastern part of the Forum Romanum the Julian Basilica was erected, an edifice that reflected the identity and name of the city in the Julio-Claudian era and housed imperial cult. Next to the basilica, at the south eastern corner of the Forum, stood the so-called Southeast Building, identified with the aedes Αugustalium of the Colonia. On the West Terrace, at the western side of the main square, a number of small temples and monuments housed cults of imperial deities such as Venus, Apollo Augustus and Neptunus Augustus. The iconic Roman Temple E, also known as Octavia's Temple, was likely dedicated to the cult of Iuppiter Capitolinus and later on housed the cults of Olympian or Panhellenic Hadrian. The Roman Temple C, that stood to the east of Temple E, was probably dedicated to the cults of selected members of the imperial family, such as Livia and Sabina. Furthermore, the Archaic Temple of Apollo to the north of the Roman Forum, possibly housed cult of Augustus as Apollo. During Tiberius' reign the temple was renovated and rededicated to the Gens Iulia and later on to his successors. It seems that all Roman emperors of the Julio-Claudian dynasty as well as their consorts were identified with the patron deities of the city of Corinth, such as Aphrodite, Poseidon, Apollo, Hera and Athena, and renowned heroes such as Bellerephon. In the Flavian era a catastrophic earthquake ruined the city, while Vespasian probably deprived her of all financial and political privileges, including the status of the capital of the Province of Achaea. Thanks to his son Domitian, Corinth was soon reconstructed and its economy flourished again. To honour him and his family, the Corinthians renamed the city as Colonia Iulia Flavia Augusta Corinthiensis and built the South Basilca, an edifice identical to the Julian Basilica dedicated to Gens Flavia, marking the new identiity of the city. After Domitian's death the building was re-dedicated to the new imperial dynasty of Nerva, stressing the new identity of Corinth. Moreover, epigraphic texts and numismatic finds record renowned Roman cults established in the city. It seems that the cults of Salus Publica, Providentia Augusta, Saturnus, Nemesis Augusta, Mars Augustus, Lares (Compitales), Genius Coloniae and Genius Augusti, the personified Colonia Laus Iulia Corinthiensis, Victoria Augusta as well as Victoria Britannica, were popular in Corinth and practiced by their own sacerdotes. It is worth noting that apart from Rome, Italy and cities in Britain, Corinth was probably the only city of the Empire that established the cult of Victoria Britannica in the Claudian era. Seventy six (76) or more statues and inscribed statue bases should be associated with emperors and members of the imperial family. Their study documents that as the Corinthians were well aware of statuary styles introduced in Rome, initially imported and later on sculpted in their own workshops high quality artworks. The imperial statues were placed in temples and basilicas, college scholae, public spaces and buildings such as the Theatre, the Odeum and the Isthmian Sanctuary. The Corinthians dedicated imperial statues on several occasions related to the lives of their rulers or the welfare of the Empire. Although fragments of statues and inscriptions were found scattered, it is very likely that a separate section of the city-centre was chosen for each imperial dynasty and its statuary.The iconography of the Corinthian coins documents that the Colonia was well informed and depicted every major event in the Empire: ascension of new rulers to the imperial throne, adoption of successors, new offices and titles offered to them , political agreements, military victories, as wella as incidents with critical social impact. The plethora of iconographic types used in the Corinthian coinage is unique among the cities of the Province of Achaea. All inscriptions were written in Latin, the official language of the colony, that was dominant in the 1st century B.C. and the 1st century A.D. and remained popular until the late 4th century A.D. The revival of the Panhellenic Isthmian games in the 1st century B.C. coincided with the institution of the Caesarean games, dedicated to Augustus. After the death of Augustus the city introduced special games in honour of every living Emperor, that included a variety of athletic, music and poetic contests. Roman collegia such as the Augustales and the collegium Lares Domus Divinae were established by the Italian freedmen who colonised to Corinth. These renowned social and cult unions not only secured the Roman identity of the city but also enhanced the Emperor's reputation and promoted the imperial cult. Two excavated buildings at the city-centre, the Southeast Building and the Roman Cellar Building, should be identified as seats (scholae) of the Roman colleges.Even in turbulent times such as in periods of civil wars, Corinth remained devoted to Rome, the Senate and every new ruler that ascended to the imperial throne. Due to her devotion, she was beneficed and supported by many Emperors, especially after earthquakes, famines and pandemics. Furhtermore, thanks to is strategic position, an intersection of sea and land routes, many Emperors visited the city and were honoured by the Corinthians. Texts and finds record or even imply visits by Marc Antony, Augustus, Nero, Domitian, Trajan, Hadrian, Lucius Verus, Marcus Aurelius and Commodus, as well as high-ranking magistrates of the Empire and members of superior colleges such as the Sodales Augustales and the Fratres Arvales.This special relation with the imperial court as well as the memory of the founder Julius Caesar, were the main reasons for the development and promotion of an imperial identity that was never abandoned, even when the city revived its Greek past and participated in the Panhellion as an old Greek city. The imperial identity of the Colonia remained dominant from the 1st century A.D. until the 2nd century A.D. and was proudly maintained until the late 4th century A.D.
περισσότερα