Περίληψη
Η διατριβή έχει ως στόχο την μελέτη του φαινομένου της Διακειμενικότητας και συγκεκριμένα της Διακειμενικής συνεκτικότητας και τη συμβολή τους στην διδακτική της μετάφρασης. Η διαπίστωση της έλλειψης συστηματικών πειραματικών μοντέλων, και κατ’ ακολουθία εμπειρικών προσεγγίσεων του φαινομένου της διακειμενικότητας και της διακειμενικής συνεκτικότητας αποτελεί τον υποκείμενο λόγο και το κίνητρο της εν λόγω εργασίας. Η διατριβή επιχειρεί να απαντήσει πιλοτικά και στον μέγιστο δυνατό βαθμό στα εξής βασικά ερευνητικά ερωτήματα: (1) Είναι δυνατόν να συστηματοποιηθεί, σε όρους εμπειρικού πειραματικού μοντέλου, η μελέτη του φαινομένου της διακειμενικότητας στη Μετάφραση και, ειδικότερα, του φαινομένου της διακειμενικής συνεκτικότητας; (2) Μπορούν, και σε ποιο βαθμό να αξιοποιηθούν ήδη υπάρχοντα ταξινομικά/αξιολογικά μοντέλα, για τον σκοπό αυτόν; (3) Μπορούν, και σε ποιες ειδικότερες υποπεριοχές και για ποιες ειδικότερες εστιάσεις, τα ευρήματα μίας ποσοτικής εμπειρικής έρευνας του φαινομένου ν ...
Η διατριβή έχει ως στόχο την μελέτη του φαινομένου της Διακειμενικότητας και συγκεκριμένα της Διακειμενικής συνεκτικότητας και τη συμβολή τους στην διδακτική της μετάφρασης. Η διαπίστωση της έλλειψης συστηματικών πειραματικών μοντέλων, και κατ’ ακολουθία εμπειρικών προσεγγίσεων του φαινομένου της διακειμενικότητας και της διακειμενικής συνεκτικότητας αποτελεί τον υποκείμενο λόγο και το κίνητρο της εν λόγω εργασίας. Η διατριβή επιχειρεί να απαντήσει πιλοτικά και στον μέγιστο δυνατό βαθμό στα εξής βασικά ερευνητικά ερωτήματα: (1) Είναι δυνατόν να συστηματοποιηθεί, σε όρους εμπειρικού πειραματικού μοντέλου, η μελέτη του φαινομένου της διακειμενικότητας στη Μετάφραση και, ειδικότερα, του φαινομένου της διακειμενικής συνεκτικότητας; (2) Μπορούν, και σε ποιο βαθμό να αξιοποιηθούν ήδη υπάρχοντα ταξινομικά/αξιολογικά μοντέλα, για τον σκοπό αυτόν; (3) Μπορούν, και σε ποιες ειδικότερες υποπεριοχές και για ποιες ειδικότερες εστιάσεις, τα ευρήματα μίας ποσοτικής εμπειρικής έρευνας του φαινομένου να αξιοποιηθούν στη Διδακτική της Μετάφρασης; Για την μελέτη του φαινομένου συγκροτήθηκε και μελετήθηκε ένα εκπαιδευτικό παράλληλο σώμα κειμένων (Αγγλικά - Ελληνικά), από εργασίες φοιτητών του προγράμματος μεταπτυχιακών σπουδών «Επιστήμη της Μετάφρασης» του Τμήματος Ξένων Γλωσσών, Μετάφρασης και Διερμηνείας του Ιονίου Πανεπιστημίου. Αναφορικά με την συστηματοποίηση της μελέτης του φαινομένου της διακειμενικότητας, στην διατριβή προτείνεται ένα νέο μοντέλο, το οποίο διακρίνει την έννοια της διακειμενικότητας σε αναδρομική (οι δεσμοί με προηγούμενα κείμενα) και σε προδρομική (οι δεσμοί που δημιουργούνται με επόμενα κείμενα), σε άμεση (οι δεσμοί είναι εμφανείς στην επιφανειακή δομή του κειμένου) και σε έμμεση (οι διακειμενικοί δεσμοί δεν είναι άμεσα ορατοί, αλλά υπονοούνται) και, τέλος, σε ενδοκειμενική (οι δεσμοί αφορούν σημεία του ιδίου κειμένου, προηγούμενα ή επόμενα) και σε εξωκειμενική (οι δεσμοί δημιουργούνται με άλλα κείμενα, προηγούμενα ή επόμενα). Για τον εντοπισμό των διακειμενικών δεσμών προτείνεται η έννοια των διακειμενικών ενδεικτών (βάσει των διακειμενικών σημάτων (intertextual signals) των Hatim & Mason (1990: 133), ήτοι των στοιχείων του κειμένου που αποτελούν ενδείξεις ότι υφίσταται διακειμενικός δεσμός. Για την μελέτη της διακειμενικής συνεκτικότητας, δηλαδή της μεταφοράς των διακειμενικών δεσμών από το πρωτότυπο κείμενο στο μετάφρασμα, αξιοποιείται το ταξινομικό/αξιολογικό μοντέλο των Hatim & Mason (1990: 136), σύμφωνα με το οποίο, ο μεταφραστής πρέπει να διατηρήσει με φθίνουσα ιεραρχία: (1) τη σημειολογική υπόσταση της διακειμενικής αναφοράς, (2) την προθετικότητα, (3) τους γλωσσικούς μηχανισμούς που διατηρούν τη συνεκτικότητα, (4) εάν είναι δυνατόν, την πληροφοριακή υπόσταση, και(5) εάν είναι δυνατόν, την εξωγλωσσική υπόσταση. Για την μελέτη των ανωτέρω και την διερεύνηση της διατήρησης, μεταβολής, απαλοιφής της διακειμενικής συνεκτικότητας αξιοποιήθηκαν προγράμματα επεξεργασίας σωμάτων κειμένων (ΣΚ), όπως είναι το GATE, στο οποίο πραγματοποιήθηκε η επισημείωση του ΣΚ. Ο απώτερος στόχος της εν λόγω διατριβής είναι η αξιοποίησή τους στην διδακτική της μετάφρασης. Ως εκ τούτου προτάθηκαν ασκήσεις πάνω στην χρήση των ΣΚ με συγκεκριμένη εστίαση στην διακειμενικότητα και την διακειμενική συνεκτικότητα στην αίθουσα διδασκαλίας, ενώ μνεία γίνεται επίσης στην αξιολόγηση της μεταφραστικής προσπάθειας (διαμορφωτική - formative και τελική – summative assessment), καθώς και του μαθήματος.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The thesis examines the phenomenon of intertextual coherence and its contribution to the didactics of translation. More specifically, it attempts to answer the following questions: (1) Is it possible to systematise through an empirical experimental model, the phenomenon of intertextuality and in particular intertextual coherence in translation? (2) Is it possible and to what extend can already existing models be employed? (3) Is it possible and in which subareas and focus points can the findings of a quantitative empirical research be used in translation didactics? A learner parallel (English - Greek) corpus of pragmatic texts is compiled to this aim from postgraduate translation students' assignments (Ionian University-DFLTI). In the framework of systematisation, a new model is proposed classifying intertextuality into retrospective (previous texts) and prospective (future texts), direct (readily visible links) and indirect (covert links) and, finally, intratextual (within the text) a ...
The thesis examines the phenomenon of intertextual coherence and its contribution to the didactics of translation. More specifically, it attempts to answer the following questions: (1) Is it possible to systematise through an empirical experimental model, the phenomenon of intertextuality and in particular intertextual coherence in translation? (2) Is it possible and to what extend can already existing models be employed? (3) Is it possible and in which subareas and focus points can the findings of a quantitative empirical research be used in translation didactics? A learner parallel (English - Greek) corpus of pragmatic texts is compiled to this aim from postgraduate translation students' assignments (Ionian University-DFLTI). In the framework of systematisation, a new model is proposed classifying intertextuality into retrospective (previous texts) and prospective (future texts), direct (readily visible links) and indirect (covert links) and, finally, intratextual (within the text) and extratextual (not in the same text) intertextuality. The notion of intertextual indices is also introduced, based mainly on Hatim & Mason's intertextual signals (1990: 133) to signify those parts of the text that indicate the existence of intertextual links. The corpus is annotated in GATE. To assess the students' success in translating intertextual coherence, Hatim & Mason's model is employed (1990:136), which suggests that the translator must in order of importance: (1) retain the semiotic status, (2) retain intentionality, (3) retain the linguistic devices that uphold coherence, (4) preserve, if possible, the informational status, and (5) preserve, if possible, the extra-linguistic status. A model is then proposed on employing corpus linguistics in translation didactics through exercises, focusing mainly on intertextuality and intertextual coherence, whereas assessment (formative and summative) is also taken into account.
περισσότερα