Περίληψη
Το πρόβλημα της εξατομίκευσης και των 'καθόλου', αποτελεί την διαχρονικότερη και πιο θεμελιώδη διαμάχη στην ιστορία της φιλοσοφίας. Την αντιπαράθεση ανάμεσα στον ρεαλισμό και τον νομιναλισμό. Μια διαμάχη που αναζητά την απόλυτη αρχή στο οντολογικό και γνωσιολογικό επίπεδο, και στην οποία ο κλασικός ρεαλισμός δεχόμενος apriori το 'καθόλου', εξασφάλιζε την ύπαρξη του κοινού στοιχείου και την αλήθεια της πραγματικότητας. Το πρόβλημα στην σχολαστική περίοδο ήταν, το πότε κάτι θα αποσυνδέονταν από την ουσία, ώστε να προκύψει η εξατομίκευση. Αυτό αναδείχθηκε από τον Σκώτο, που έθεσε ως κριτήριο της εξατομίκευσης την ιδιωτική αιτία. Το διακύβευμα για τον Σκώτο ήταν η αποσύνδεση από το κοινό στοιχείο, χωρίς όμως να οδηγηθεί στον νομιναλισμό. Αυτό σε πρώτη φάση είναι κάτι που δεν μπορεί να γίνει όσο το 'καθόλου' είναι υπαρκτό, διότι η μετάβαση από το γενικό στο ‘ένα’ συγκρούεται με την έννοια της αιτιότητας. Στο νομιναλιστικό μοντέλο από την άλλη η εξατομίκευση είναι ισχυρότερη από ποτέ λόγω τη ...
Το πρόβλημα της εξατομίκευσης και των 'καθόλου', αποτελεί την διαχρονικότερη και πιο θεμελιώδη διαμάχη στην ιστορία της φιλοσοφίας. Την αντιπαράθεση ανάμεσα στον ρεαλισμό και τον νομιναλισμό. Μια διαμάχη που αναζητά την απόλυτη αρχή στο οντολογικό και γνωσιολογικό επίπεδο, και στην οποία ο κλασικός ρεαλισμός δεχόμενος apriori το 'καθόλου', εξασφάλιζε την ύπαρξη του κοινού στοιχείου και την αλήθεια της πραγματικότητας. Το πρόβλημα στην σχολαστική περίοδο ήταν, το πότε κάτι θα αποσυνδέονταν από την ουσία, ώστε να προκύψει η εξατομίκευση. Αυτό αναδείχθηκε από τον Σκώτο, που έθεσε ως κριτήριο της εξατομίκευσης την ιδιωτική αιτία. Το διακύβευμα για τον Σκώτο ήταν η αποσύνδεση από το κοινό στοιχείο, χωρίς όμως να οδηγηθεί στον νομιναλισμό. Αυτό σε πρώτη φάση είναι κάτι που δεν μπορεί να γίνει όσο το 'καθόλου' είναι υπαρκτό, διότι η μετάβαση από το γενικό στο ‘ένα’ συγκρούεται με την έννοια της αιτιότητας. Στο νομιναλιστικό μοντέλο από την άλλη η εξατομίκευση είναι ισχυρότερη από ποτέ λόγω της κατάργησης των 'καθόλου', και που ουσιαστικά αυτά είναι που χρίζουν απόδειξης. Στον βαθμό όμως που ο νομιναλισμός σώζει την ατομικότητα θυσιάζοντας τα 'καθόλου', επί της ουσίας όχι μόνο καταργεί την εξατομίκευση (πέρασμα από το γενικό στο ατομικό), αλλά καταρρέει η πραγματικότητα της διάνοιας και η δυνατότητα της μεταφυσικής. Το πρόβλημα είναι ότι ενόσω το 'καθόλου' είναι αναγκαίο εμποδίζει την εξατομίκευση στην έσχατη πραγμάτωσή της, αλλά και εξατομίκευση χωρίς 'καθόλου' είναι μη υπαρκτή ως πραγμάτωση. Δεν μπορεί να υπάρχει αυτοσυνείδηση χωρίς ύπαρξη 'καθόλου'. Ο νομιναλισμός αποθεώνει την ατομικότητα σε έναν κόσμο μη υπαρκτό, αλλά μόνο υποκειμενικά ερμηνευμένο. Ανάμεσα σε αυτά τα δύο μοντέλα επεμβαίνει ο Σκώτος, ο οποίος μέσω της αναλογίας στην εννοιολογική ενικότητα της κοινής φύσης και της αριθμητικής του επιμέρους, προβάλλει ένα σύστημα στο οποίο η 'αυτότητα' εγκαθιδρύει την εξατομίκευση με νομιναλιστικούς όρους ισχύος και την ίδια στιγμή διατηρεί την σύνδεση με το κοινό στοιχείο. Αυτό συντελείται με την λεγόμενη ‘τυπική διάκριση’ που λαμβάνει χώρα μέσα σε κάθε οντότητα, είτε εννοιολογική είτε υπαρκτή. Αυτό προϋποθέτει το 'καθόλου' φυσικά, όπου σε κάθε τέτοια διάκριση υπάρχει σε κάθε σύνθετο μια 'αυτότητα' ως κάτι το απόλυτα ενικό. Στην περίπτωση της ουσίας – είδους στον άνθρωπο είναι η λογικότητα, ενώ σε έναν συγκεκριμένο άνθρωπο όπως τον Σωκράτη είναι η σωκρατοσύνη. Η 'αυτότητα' λογίζεται ως η ειδοποιός διαφορά που κάνει κάτι να είναι αυτό που είναι. Στην περίπτωση του είδους η λογικότητα εξακολουθεί να είναι γενική αιτία, ενώ στον επιμέρους Σωκράτη η σωκρατοσύνη δεν διαιρείται περαιτέρω, διότι είναι ειδοποιός διαφορά σε κάτι που έχει ήδη διαφοροποιηθεί με κριτήριο τον εαυτό του. Με αυτόν τον τρόπο ο Σκώτος προσδίδει στην εξατομίκευση μια θετική αρχή, εν αντιθέσει με άλλα συστήματα της εποχής του· στα οποία είτε έχουμε αφαιρετικές λειτουργίες όπως η αρχή της διαιρετότητας, είτε η αρχή μπορεί να είναι η ποσότητα, η μορφή, η ύλη και η ύπαρξη. Το μειονέκτημα αυτών είναι ότι έχουν εφαρμογή για όλες τις επιμεροποιήσεις, οπότε μειώνεται η εξατομικευτική τους ισχύ και προσφέροντας τελικά μόνο την διαφορετικότητα. Σε τελική ανάλυση η εργασία αυτή παρουσιάζει μια διαλεκτική, ανάμεσα στην σχέση του πολλαπλού με το επιμέρους που δεν αντιτίθενται μεταξύ τους, αλλά η σύζευξή τους στο οντολογικό επίπεδο θα διαφωτίσει την σχέση του νοητού με το πραγματικό. Μια προσπάθεια αυτοπροσδιορισμού του υποκειμένου, όπου η προκύπτουσα αυτοσυνείδηση στον βαθμό που δεν θα αποτελεί απλώς μια ερμηνεία, θα μας οδηγήσει στην απόδειξη του 'καθόλου'.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The problem of individuation and universals, constitutes the most classic and fundamental debate in the history of philosophy. The contradistinction between realism versus nominalism. A conflict whose object is the absolute principle in the ontological and cognitive level. On that conflict the classic realism is being accepted per se the universals through them was provided the existence of the common element and the reality itself. The problem in the scholastic period was, the conditions would allow disconnection from essence. Essence represents the common element which is together unified with the singular, so in order to resulted the individuation has to be separated from essence. This procedure was expressed from Scotus, where the principle of individuation was the private cause. The stake for Scotus was the disconnection from the common element, without that to lead us in the nominalism. This procedure is unable to be achieved in the extent that universals exist, because the trans ...
The problem of individuation and universals, constitutes the most classic and fundamental debate in the history of philosophy. The contradistinction between realism versus nominalism. A conflict whose object is the absolute principle in the ontological and cognitive level. On that conflict the classic realism is being accepted per se the universals through them was provided the existence of the common element and the reality itself. The problem in the scholastic period was, the conditions would allow disconnection from essence. Essence represents the common element which is together unified with the singular, so in order to resulted the individuation has to be separated from essence. This procedure was expressed from Scotus, where the principle of individuation was the private cause. The stake for Scotus was the disconnection from the common element, without that to lead us in the nominalism. This procedure is unable to be achieved in the extent that universals exist, because the transition from general to unity is being hurtled with the concept of causality. From the other side in the nominalistic model the individuation is more powerful than ever, because of the rejection of universals and in this case the only issue it could be the proof of universals. In the extent that nominalism secure singularity sacrificing the universals, in essence not only rejects the individuation as a procedure, but the mental reality is being collapsed together with the transcendental parameter. While the universals prevents the integration of individuation in the ultimate implementation, at the same time the individuation without the universals is a process out of meaning. Consciousness cannot be held without the universals. Nominalism may glorify singularity in a world that the subject cannot prove itself, and that world would be interpreted only subjectively. Scotus interferes between those two models, and he is using an analogy among the conceptual singularity of common nature and numerical unity. He displays a system where ‘thisness’ set up individuation as powerful as the individuation would be in nominalism, but at the same time the concept of ‘thisness’ is being related with the common element (essence) which is conceptual singular. This procedure is called ‘formal distinction’ and is taking place inside of every being either is conceptual either existential. This distinction presupposes the existence of universals, since universality represents the common element which is being compressed with the equivalent ‘thisness’. In case of essence – species we may say that ‘thisness’ of humanity is reason and when we have a specific creature like Socrates, that ‘thisness’ is socrataeity. ‘Thisness’ is being counted as the specific or individual difference that makes something the what it is. In case of species reasoness remains a general cause, instead with the individual Socrates where socrateity may not be divided further. That is because individual difference has been differentiated with respect to itself. By this process Scotus imparts a positive principle in individuation, unlike with other systems of his age. The other systems prefer subtractive functions like the principle of severability. Similarly that principle may be quantity, form, matter or existence. The common disadvantage of them is their applicability to all the cases (a common cause for each individuation), therefore is being reduced their individuating power by producing only differentiation and not individuation. As a final conclusion, this dissertation presents the relation between the multiple and unity not as opposed concepts, but through their connection in the ontological level will be highlighted the correlation between the intelligible and the real. It is about for a self-determination of the subject, and the resulting self-consciousness (in the extent that will not constitute just an interpretation), will lead us to proof of universals.
περισσότερα