Περίληψη
Ο κύριος σκοπός της παρούσας διατριβής είναι η διερεύνηση των σχέσεων μεταξύ του ψυχολογικού παιδικού τραύματος και ορισμένων ψυχοκοινωνικών επιπτώσεων του κατά την ενήλικη ζωή. Επιμέρους στόχοι της συγκεκριμένης ερευνητικής εργασίας είναι η διερεύνηση του διαγενεακού ψυχικού τραύματος και η ενδεχόμενη επίδραση του στις επόμενες γενιές. Η προσέγγιση της παρούσας μελέτης είναι μεικτή και βασίζεται στον συνδιασμό ποσοτικής έρευνας και μελέτης περίπτωσης.Ο όρος παιδικό ψυχικό τραύμα αναφέρεται στο αποτέλεσμα ενός αρνητικού συμβάντος που έλαβε χώρα κατά τη βρεφική ή παιδική ηλικία και πριν την ηλικία των 18 ετών και μπορεί να περιλαμβάνει διάφορες τραυματικές εμπειρίες που βίωσε το άτομο. Οι τραυματικές εμπειρίες που διερευνήθηκαν στη παρούσα μελέτη και οι οποίες σύμφωνα με τη βιβλιογραφία είναι οι συνηθέστερες, κατατάσσονται στους εξής τέσσερις τύπους : α) ψυχικό τραύμα λόγω σωματικής τιμωρίας, β) ψυχικό τραύμα λόγω συναισθηματικής κακοποίησης, γ) ψυχικό τραύμα λόγω σεξουαλικής κακοποίηση ...
Ο κύριος σκοπός της παρούσας διατριβής είναι η διερεύνηση των σχέσεων μεταξύ του ψυχολογικού παιδικού τραύματος και ορισμένων ψυχοκοινωνικών επιπτώσεων του κατά την ενήλικη ζωή. Επιμέρους στόχοι της συγκεκριμένης ερευνητικής εργασίας είναι η διερεύνηση του διαγενεακού ψυχικού τραύματος και η ενδεχόμενη επίδραση του στις επόμενες γενιές. Η προσέγγιση της παρούσας μελέτης είναι μεικτή και βασίζεται στον συνδιασμό ποσοτικής έρευνας και μελέτης περίπτωσης.Ο όρος παιδικό ψυχικό τραύμα αναφέρεται στο αποτέλεσμα ενός αρνητικού συμβάντος που έλαβε χώρα κατά τη βρεφική ή παιδική ηλικία και πριν την ηλικία των 18 ετών και μπορεί να περιλαμβάνει διάφορες τραυματικές εμπειρίες που βίωσε το άτομο. Οι τραυματικές εμπειρίες που διερευνήθηκαν στη παρούσα μελέτη και οι οποίες σύμφωνα με τη βιβλιογραφία είναι οι συνηθέστερες, κατατάσσονται στους εξής τέσσερις τύπους : α) ψυχικό τραύμα λόγω σωματικής τιμωρίας, β) ψυχικό τραύμα λόγω συναισθηματικής κακοποίησης, γ) ψυχικό τραύμα λόγω σεξουαλικής κακοποίησης ή παρενόχλησης και δ) τραυματικές εμπειρίες που δεν εντάσσονται σε καμία από τις παραπάνω κατηγορίες και χαρακτηρίζονται ως τραυματικές εμπειρίες ποικίλης αιτιολογίας ή ως γενικό ψυχικό τραύμα. Οι δείκτες ψυχοκοινωνικής επίπτωσης οι οποίοι μελετήθηκαν στην ποσοτική έρευνα, αναφορικά πάντα με τη σχέση τους με το παιδικό τραύμα, είναι: η ποιότητα ζωής, οι αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές, οι τύποι προσκόλλησης που αναπτύσσουν τα πρώιμα τραυματισμένα άτομα, καθώς και ένα εύρος συμπτωμάτων σχετιζόμενων με το τραύμα, που αναφέρουν τα εν λόγω άτομα κατά την ενήλικη και τρέχουσα χρονική περίοδο. Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για τη διερεύνηση των άνωθεν συσχετίσεων είναι η ποσοτική έρευνα. Ένας από τους παράγοντες που ενδεχομένως θα μπορούσε να επηρεάζει την ευαλωτότητα κάποιων ατόμων απέναντι σε αγχογόνα συμβάντα είναι η διαγενεακή μεταβίβαση του τραύματος. Ο όρος «διαγενεακή μεταβίβαση του τραύματος» αφορά τη συνειδητή ή ασυνείδητη μεταφορά ψυχικών τραυμάτων και των επιπτώσεων τους από γενιά σε γενιά. Πρόκειται για ένα τραυματικό γεγονός ή κατάσταση της οποίας οι ψυχολογικές επιπτώσεις μεταδίδονται τις περισσότερες φορές με ασυνειδήτους μηχανισμούς από γενιά σε γενιά. Καθώς στην ελληνική βιβλιογραφία δεν υπάρχουν, εξ’όσων γνωρίζουμε, δημοσιευμένες ερευνητικές μελέτες για τη διερεύνηση του 12διαγενεακού τραύματος, στη συγκεκριμένη εργασία προτιμήθηκε η μελέτη περίπτωσης και πιο συγκεκριμένα η μέθοδος της συνέντευξης.Αναφορικά με τη μεθοδολογία της ποσοτικής μελέτης, το δείγμα αποτελούνταν από 324 άτομα (266 γυναίκες), προπτυχιακοί φοιτητές του Πανεπιστημίου Αθηνών – Φιλοσοφική Σχολή (ΕΚΠΑ) και του Παντείου Πανεπιστημίου με μέσο όρο ηλικίας 20 έτη. Η συλλογή των δεδομένων πραγματοποιήθηκε με τη χορήγηση ερωτηματολογίων/κλιμάκων μέτρησης του παιδικού τραύματος (Early Trauma Inventory-Self-Report-Short-Form, ETI-SR-SF), της Ποιότητας ζωής (World Health Organization Quality of Life Assessment-Short Version, WHOQOL-BREF),τον Κατάλογο Συμπεριφορών Αυτοτραυματισμού (The Self-Harm Inventory, SHI), της κλίμακας Δεσμού Ενηλίκων (The Revised Experiences in Close Relationsips Scale), της κλίμακας συμπτωμάτων σχετιζόμενων με το τραύμα (Trauma Symptom Checklist – 40, TSC-40), καθώς και ενός ερωτηματολογίου για τη μέτρηση δημογραφικών μεταβλητών που σχεδιάστηκε από την ερευνήτρια.Οι συμμετέχουσες στη μελέτη περίπτωσης αποτελούνταν από 2 άγαμες γυναίκες ηλικίας 20 ετών που φοιτούσαν στο τμήμα Ψυχολογίας του Παντείου Πανεπιστήμιου. Οι συμμετέχουσες στην συνέντευξη επιλέχθησαν μέσα από το ευρύτερο αρχικό δείγμα. Το κριτήριο επιλογής τους ήταν να έχουν αναφέρει τουλάχιστον ένα συμβάν σεξουαλικής κακοποίησης και να έχουν συμφωνήσει να συμμετέχουν στην διαδικασία της συνέντευξης. Οι δύο συμμετέχουσες κλήθηκαν σε ημιδομημένη συνέντευξη που περιλάμβανε θεματικούς άξονες με ανοικτές ερωτήσεις, ενώ επιπρόσθετα χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος του γενεογράμματος, προκειμένου να συγκεντρωθούν πληροφορίες για τα μέλη της οικογένειας και τις μεταξύ τους σχέσεις, που αφορούν τουλάχιστον τρείς γενιές.Τα κύρια ευρήματα της παρούσας μελέτης εντοπίζονται: α) σε σημαντικές αρνητικές συσχετίσεις και των τεσσάρων τύπων παιδικού τραύματος (τραύμα ποικίλης αιτιολογίας, τραύμα σωματικής κακοποίησης, τραύμα συναισθηματικής κακοποίησης και τραύμα σεξουαλικής κακοποίησης) με όλες τις διαστάσεις της ποιότητας ζωής (σωματική υγεία, ψυχολογική υγεία, κοινωνικές σχέσεις και περιβάλλον) β) σε σημαντικές θετικές συσχετίσεις των τεσσάρων τύπων παιδικού τραύματος με ψυχοπαθολογικά προβλήματα κατά τη τρέχουσα χρονική περίοδο (άγχος, κατάθλιψη, αποσυνδετικού τύπου συμπτώματα και σεξουαλικά προβλήματα), γ) σε σημαντική 13θετική συσχέτιση μεταξύ των τεσσάρων τύπων παιδικού τραύματος και του τύπου προσκόλλησης που χαρακτηρίζεται από άγχος και δ) σε σημαντική θετική συσχέτιση μεταξύ των τεσσάρων τύπων παιδικού τραύματος και των αυτοκαταστροφικών συμπεριφορών. Σχετικά με τις διαφορές ανάμεσα στα φύλα, οι άνδρες αναφέρουν σημαντικά περισσότερες τραυματικές εμπειρίες λόγω σωματικής τιμωρίας. Επιπλέον, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι το παιδικό τραύμα και οι διάφορες μορφές του είναι ένα πολύ συχνό φαινόμενο στον ελληνικό φοιτητικό πληθυσμό, δεδομένου ότι το 96% των συμμετεχόντων ανέφερε τουλάχιστον μια τραυματική εμπειρία, ενώ πολύ υψηλά ποσοστά βρέθηκαν και στους διάφορους τύπους τραύματος.Συνοπτικά τα ευρήματα της μελέτης, αν και δεν μπορούν να γενικευτούν, υποδεικνύουν ότι οι τραυματικές εμπειρίες που λαμβάνουν χώρα πριν την ηλικία των 18 δύναται να έχουν αρνητικές επιπτώσεις σε σημαντικούς τομείς της ψυχοκοινωνικής προσαρμογής κατά την ενήλικη ζωή. Ιδιαίτερο κομμάτι καταλαμβάνουν οι συνέπειες των τραυμάτων και ο τρόπος μεταδοσής τους στις επόμενες γενιές. Ο έγκαιρος εντοπισμός και η εκτίμηση των συναισθηματικών, αλλά και των γενικότερων αναγκών των ατόμων που έχουν βιώσει κάποιο τραυματικό γεγονός, μπορεί να αποτελέσει οδηγό για τον σχεδιασμό κατάλληλων ψυχοθεραπευτικών παρεμβάσεων, γεγονός που αποτελεί τον απώτερο σκοπό του εν λόγω πονήματος.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The main purpose of this dissertation is to investigate the relationship between childhood trauma and certain psychosocial impacts in adulthood. The specific objectives of this research are the investigation of intergenerational psychological trauma and its possible effect on future generations. The method of this study is mixed and it is based on the combination of quantitative research and case study. The term psychological trauma in children refers to the result of a negative event that occurred before the age of 18 and it may include various traumatic events that the individual has experienced. The traumatic experiences investigated in the present study, which according to the literature they are the most common, are the following: a) psychological trauma because of corporal punishment; b) psychological trauma because of emotional abuse; c) psychological trauma due to sexual abuse or harassment; d) traumatic experiences that do not fit into any of the above categories and they are ...
The main purpose of this dissertation is to investigate the relationship between childhood trauma and certain psychosocial impacts in adulthood. The specific objectives of this research are the investigation of intergenerational psychological trauma and its possible effect on future generations. The method of this study is mixed and it is based on the combination of quantitative research and case study. The term psychological trauma in children refers to the result of a negative event that occurred before the age of 18 and it may include various traumatic events that the individual has experienced. The traumatic experiences investigated in the present study, which according to the literature they are the most common, are the following: a) psychological trauma because of corporal punishment; b) psychological trauma because of emotional abuse; c) psychological trauma due to sexual abuse or harassment; d) traumatic experiences that do not fit into any of the above categories and they are characterized as traumatic experiences of varying sources or as a general psychological trauma. The indicators of psychosocial effects that have been studied in the quantitative research, regarding their relationship to childhood trauma, are: quality of life, self-destructive behaviors, types of attachment developed by people traumatized in early childhood, and a range of other symptoms reported by the individuals during the current period. The method used to investigate the above correlations is quantitative research.One of the factors that could potentially affect the vulnerability of some individuals to stressful events is the intergenerational transmission of trauma. The term "intergenerational transmission of trauma " refers to conscious or unconscious transmission of trauma and its effects from generation to generation. It refers to a traumatic event that effects are transmitted, most of the time by unconscious mechanisms, from generation to generation. To the best of our knowledge, there is not published research on the investigation of intergenerational trauma in the Greek literature; therefore, case study and more specifically the method of interviewing was preferred in the current investigation.Regarding the methodology of the quantitative study, the sample consisted of 324 individuals (266 women), undergraduate students of the University of Athens - Faculty of Philosophy (University of Athens) and Panteion University Athens; the average age was 20 years old. Data collection was performed by the provision of Early Trauma Inventory-Self-Report-Short-Form, ETI-SR-SF, Quality of Life Assessment, WHOQOL-BREF), The Self-Harm Inventory (SHI), The Revised Experiences in Close Relationships Scale, Traumatic Symptom Checklist - 40, TSC-40 ), as well as a questionnaire for the measurement of demographic variables designed by the researcher.The sample of the case study consisted of 2 single women of 20 years old, students at the Psychology Department of Panteion University Athens. The two interviewed participants were selected from a broader sample. The criterion of their selection was to have reported at least one event of sexual abuse and to have agreed to participate in the interview process. The two participants were invited to a semi-structured interview containing thematic areas with open questions, while the genealogy method was used to gather information about family members and the relationships between them for at least three generations.The main findings of the present study are: a) significant negative correlations of all four types of childhood trauma (trauma of various sources, trauma of physical abuse, trauma of emotional abuse and trauma of sexual abuse) with all dimensions of quality of life (physical health, psychological health, social relations and social environment) b) significant positive correlations of the four types of childhood trauma with psychopathological problems during the current period (stress, depression, symptoms of dissociative disorders and sexual problems) c) a significant positive correlation between the four types of childhood trauma and the anxious attachment stlye; and d) a significant positive correlation between the four types of childhood trauma and self-destructive behavior. Regarding the differences based on gender, men reported significantly more traumatic experiences of corporal punishment. Moreover, the results show that childhood trauma and its various forms are very common among the Greek student population, as 96% of the participants reported at least one traumatic experience, while there were very high rates regarding the different types of trauma as well.In summary, the findings of the study, although they are not to be generalized, suggest that traumatic experiences, occurring before the age of 18, may have negative16effects on important aspects of psychosocial adaptation in adulthood. The consequences of trauma and the way they are transmitted to the next generation are particularly important. A future purpose based on this study is the early detection and assessment of the emotional as well as the general needs of people having experienced a traumatic event which will lead planning of appropriate psychotherapeutic interventions.
περισσότερα