Περίληψη
Σκοπός: Η παχυσαρκία αποτελεί πλέον μία μάστιγα της εφηβικής ηλικίας σε όλο το δυτικό κόσμο και κυρίως στην Ελλάδα. Ο σκοπός της διατριβής αφενός να εκτιμήσει την παρούσα κατάσταση σε ένα δείγμα εφήβων αστικού πληθυσμού και αφετέρου να παρουσιάσει και να αξιολογήσει τα βραχυχρόνια (15 ημέρες) και μακροχρόνια (1 έτος) αποτελέσματα ενός σύντομου προγράμματος παρέμβασης προαγωγής/αγωγής υγείας σε εφήβους 12‐13 ετών αστικής περιοχής όσον αφορά στην πρόσληψη διατροφικών στοιχείων, στις διατροφικές συνήθειες και στο Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ). Υλικό και μέθοδος: Η πρώτη φάση της μελέτης (συγχρονική μελέτη) διήρκεσε ένα σχολικό έτος και συμπεριέλαβε 2008 εφήβους 12‐17 ετών από όλα τα γυμνάσια της περιοχής Βύρωνα Αττικής. Χρησιμοποιήθηκε ημι‐ποσοτικό ερωτηματολόγιο συχνότητας κατανάλωσης τροφών (FFQ) ενώ συλλέχθηκαν ανθρωπομετρικά και σχετικά με επιλογές διαβίωσης δεδομένα. Η φάση της παρέμβασης διήρκεσε 12 εβδομάδες και υλοποιήθηκε από καθηγητές οικιακής οικονομίας σε συνδυασμό με ιατρούς γεν ...
Σκοπός: Η παχυσαρκία αποτελεί πλέον μία μάστιγα της εφηβικής ηλικίας σε όλο το δυτικό κόσμο και κυρίως στην Ελλάδα. Ο σκοπός της διατριβής αφενός να εκτιμήσει την παρούσα κατάσταση σε ένα δείγμα εφήβων αστικού πληθυσμού και αφετέρου να παρουσιάσει και να αξιολογήσει τα βραχυχρόνια (15 ημέρες) και μακροχρόνια (1 έτος) αποτελέσματα ενός σύντομου προγράμματος παρέμβασης προαγωγής/αγωγής υγείας σε εφήβους 12‐13 ετών αστικής περιοχής όσον αφορά στην πρόσληψη διατροφικών στοιχείων, στις διατροφικές συνήθειες και στο Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ). Υλικό και μέθοδος: Η πρώτη φάση της μελέτης (συγχρονική μελέτη) διήρκεσε ένα σχολικό έτος και συμπεριέλαβε 2008 εφήβους 12‐17 ετών από όλα τα γυμνάσια της περιοχής Βύρωνα Αττικής. Χρησιμοποιήθηκε ημι‐ποσοτικό ερωτηματολόγιο συχνότητας κατανάλωσης τροφών (FFQ) ενώ συλλέχθηκαν ανθρωπομετρικά και σχετικά με επιλογές διαβίωσης δεδομένα. Η φάση της παρέμβασης διήρκεσε 12 εβδομάδες και υλοποιήθηκε από καθηγητές οικιακής οικονομίας σε συνδυασμό με ιατρούς γενικής ιατρικής και παράλληλα με ειδικά οργανωμένα για τους γονείς σεμινάρια. Ο στόχος ήταν η βελτίωση της διατροφής των παιδιών και της ειδικής συμπεριφοράς τους. Η παρέμβαση πραγματοποιήθηκε μεταξύ Σεπτεμβρίου 2007 και Ιανουαρίου 2008. Οι συμμετέχοντες τυχαιοποιήθηκαν σε δύο ομάδες μελέτης: την ομάδα παρέμβασης (ΟΠ) και την ομάδα ελέγχου (ΟΕ), και εξετάστηκαν πριν από την παρέμβαση σε μια ποικιλία γνώσεων σε θέματα υγείας, διατροφής, της συμπεριφοράς και σε ανθρωπομετρικούς δείκτες. Οι ίδιες μετρήσεις συλλέχθηκαν 15 ημέρες και 1 έτος μετά την παρέμβαση. Το δείγμα αποτελείτο από 268 εφήβους 12‐13 ετών από τα γυμνάσια της περιοχής Βύρωνα Αττικής. Αποτελέσματα: Τα αποτελέσματα της συγχρονικής μελέτης έδειξαν πως η κατανάλωση δημητριακών στο πρωινό συσχετίζονταν αντίστροφα με το ΔΜΣ, ενώ ο αριθμός των γευμάτων και η κατανάλωση πρωινού συσχετίζονταν αντίστροφα με το ΔΜΣ στα αγόρια και στα κορίτσια αντίστοιχα. Συνολικά, το 23,6% των αγοριών και το 14,9% των κοριτσιών ήταν υπέρβαρα ή παχύσαρκα. Τα αποτελέσματα της μελέτης παρέμβασης αξιολογήθηκαν τόσο σε βραχυχρόνιο όσο και σε μακροχρόνιο επίπεδο. Βραχυχρόνια αποτελέσματα: Η ομάδα παρέμβασης ανέφερε σημαντική μείωση στην ημερήσια πρόσληψη ενέργειας (7534,2±1405,9 με 8447,7±1294,9 Kj/ημέρα, p<0,001) και σημαντική διαφορά στα ολικά λιπαρά, κορεσμένα λιπαρά και πρωτεΐνες, 30,6±3,9 με35,2±4,6, 8,2±1,7 με 12,5±1,9%, 18,3±1,3 με 15,3±1,3 % της ενεργειακής πρόσληψης, αντίστοιχα, p<0,001). Επίσης, παρατηρήθηκε σημαντική μείωση στην κατανάλωση κόκκινου κρέατος και σημαντική αύξηση στην κατανάλωση πουλερικών, έτοιμων δημητριακών πρωινού και φρούτων. Δεν παρατηρήθηκε σημαντική αλλαγή στην ΟΠ. Μακροχρόνια αποτελέσματα: Η ομάδα παρέμβασης ανέφερε σημαντική μείωση στην ημερήσια πρόσληψη ενέργειας (7638,6±1274,6 με 8447,7±1294,9Kj/ημέρα, p<0,001) και σημαντική διαφορά στα ολικά λιπαρά, κορεσμένα λιπαρά και πρωτεΐνες, 31,2±4,7 με 35,2±4,6, 10,1±1,9 με 12,5±1,9%, 16,5±1,8 με15,3±1,3 % της ενεργειακής πρόσληψης, αντίστοιχα, p<0,001). Επίσης, παρατηρήθηκε σημαντική μείωση στην κατανάλωση κόκκινου κρέατος και μη σπιτικών γευμάτων καθώς επίσης και σημαντική αύξηση στην κατανάλωση πουλερικών, έτοιμων δημητριακών πρωινού και φρούτων. Επίσης, μειώθηκε ο μέσος ΔΜΣ 20,43±1,77 με 21,27±2,02. Δεν παρατηρήθηκε σημαντική αλλαγή στην ΟΠ. Επίσης, μειώθηκε ο μέσος ΔΜΣ 20,43±1,77 από 21,27±2,02kg/m2 (p<0,001) Συμπεράσματα: Το πρόβλημα της εφηβικής παχυσαρκίας επιπολάζει και σε αστικό πληθυσμό ενώ πρόκειται για φαινόμενο πολυπαραγοντικής αιτιολογίας. Ωστόσο, ύστερα από την εφαρμογή επιδημιολογικών και βιοστατιστικών μεθόδων, τα αποτελέσματα της εκπαιδευτικής παρέμβασης, ενός προγράμματος προληπτικής ιατρικής, έδειξαν πως οι έφηβοι που συμμετείχαν σε αυτή μείωσαν την προσλαμβανόμενη ενέργεια, βελτίωσαν τις διατροφικές τους συνήθειες και μείωσαν το ΔΜΣ τους. Τα αποτελέσματα αυτά είναι ενθαρρυντικά και μπορεί να προτείνουν ένα επιτυχημένο μέτρο για την πρόληψη της παχυσαρκίας κατά την εφηβεία εντός σχολικού περιβάλλοντος με τη συνεργασία των κατ’ εξοχήν ιατρών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, των ιατρών Γενικής Ιατρικής.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Background/Aim: The prevalence of obesity during adolescence is remarkably high in all western world, including Greece. The aim of this study was to evaluate the dietary habits and some lifestyle characteristics of Greek adolescents 12–17 years of age in relation to the prevalence of overweight/obesity and to assess the short‐term (15‐d) and long‐term (12‐month) effects of a school‐based health promotion and nutrition education intervention on diet, nutrition intake and BMI. Material/Methods: The first phase of the study (cross‐sectional data) took place during 2004–2005. 2008 school‐aged adolescents (1021 male and 987 female) were selected from all public schools located in the Vyronas region of Athens. Height and weight were measured and the body mass index (BMI) was calculated. Cut‐off points for BMI defining obesity and overweight for gender and age were calculated in accordance with international standards. A semi quantitative Food Frequency Questionnaire was applied and multiple ...
Background/Aim: The prevalence of obesity during adolescence is remarkably high in all western world, including Greece. The aim of this study was to evaluate the dietary habits and some lifestyle characteristics of Greek adolescents 12–17 years of age in relation to the prevalence of overweight/obesity and to assess the short‐term (15‐d) and long‐term (12‐month) effects of a school‐based health promotion and nutrition education intervention on diet, nutrition intake and BMI. Material/Methods: The first phase of the study (cross‐sectional data) took place during 2004–2005. 2008 school‐aged adolescents (1021 male and 987 female) were selected from all public schools located in the Vyronas region of Athens. Height and weight were measured and the body mass index (BMI) was calculated. Cut‐off points for BMI defining obesity and overweight for gender and age were calculated in accordance with international standards. A semi quantitative Food Frequency Questionnaire was applied and multiple logistic regression was used to investigate the association between dietary habits/lifestyle characteristics and overweight/obesity in adolescents. The second phase of the study (intervention) took place between September 2007and February 2008. The sample consisted of 191 students of high schools of Vyronas, Athens aged 12–13 years. The 12‐week teacher‐implemented intervention in combination with seminars organized for parents was aimed at improving children’s diet and nutrition knowledge. The participants were randomized to two study groups, the intervention group (IG) and control group(CG), and were examined prior to the intervention on a variety of health knowledge, dietary, behavioral and anthropometric indices. The same measurements were collected 15 d and 1 year after the intervention. Results: Cross‐sectional results showed that eating cereals for breakfast and the number of meals per day (including snacks) were inversely associated with BMIin males. Furthermore, eating breakfast more than five times per week and eating cereals for breakfast were inversely associated with BMI in females. Overall, 4.4% of males and 1.7% of females were obese and 19.2% of males and 13.2% of females were overweight. The results of the intervention program showed that 12 months after the intervention, the program was effective in reducing various indices in the IG compared with baseline findings (BMI:20.43±1,77 vs. 21.27±2,02 kg/m2, p<0.001; daily energy intake: 7638.6±1274.6vs. 8447.7±1294.9 Kj/day, p<0.001), total fat intake: 31.2±4.7 vs. 35.2±4.6% of daily energy, p<0.001). Except for BMI, decreases in the aforementioned indices were also observed 15 days after the intervention. In addition, students of the IG reduced their weekly consumption of red meat and non‐home‐made meals and increased their frequency of fruit and breakfast cereal consumption. Conclusions: Obesity during adolescence is prevalent in an urban Greek setting and multiple factors seem to be associated with it. However, after the implementation of epidemiological and biostatistical methods, the results of this educational intervention, a preventive medicine program, showed that the adolescents who participated in it, reduced their energy intake, altered their dietary habits towards healthier ones and reduced their BMI. These beneficial effects of this school‐based nutrition education intervention with the collaboration of the Primary Health Care doctors, (General Practitioners/Familyphysicians) may highlight the potential of such programs in the prevention of obesity.
περισσότερα