Περίληψη
Σκοπός της μελέτης: Η μελέτη μας στοχεύει στη διερεύνηση του ρόλου της ανασταλτίνης Α (inhibin-Α), της σελεκτίνης P και της σελεκτίνης Ε στην υπερτασική νόσο της εγκυμοσύνης. Υλικό και Μέθοδος: Στη Β΄ Μαιευτική και Γυναικολογική Σχολή της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Αρεταίειο Νοσοκομείο και στη Γ΄ Μαιευτική και Γυναικολογική Σχολή της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Νοσοκομείο Αττικόν μελετήσαμε 81 έγκυες. Οι 33 γυναίκες παρακολουθήθηκαν στο Αρεταίειο Νοσοκομείο. Από αυτές 8 εμφάνισαν απλή υπέρταση κύησης, 16 προεκλαμψία και 9 είχαν φυσιολογική εγκυμοσύνη. Οι υπόλοιπες 48 έγκυες παρακολουθήθηκαν στο Νοσοκομείο Αττικόν. Οι 8 εμφάνισαν απλή υπέρταση κύησης, οι 4 προεκλαμψία και οι 36 είχαν φυσιολογική εγκυμοσύνη. Συνολικά, 20 έγκυες έπασχαν από προεκλαμψία, 16 από απλή υπέρταση της κύησης και 45 ήταν φυσιολογικές μάρτυρες. Στις έγκυες αυτές υπολογίστηκαν οι τιμές της ανασταλτίνης Α, της σελεκτίνης P και της σελεκτίνης Ε. Η στατιστική ανάλυση πραγματοποιήθηκε ...
Σκοπός της μελέτης: Η μελέτη μας στοχεύει στη διερεύνηση του ρόλου της ανασταλτίνης Α (inhibin-Α), της σελεκτίνης P και της σελεκτίνης Ε στην υπερτασική νόσο της εγκυμοσύνης. Υλικό και Μέθοδος: Στη Β΄ Μαιευτική και Γυναικολογική Σχολή της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Αρεταίειο Νοσοκομείο και στη Γ΄ Μαιευτική και Γυναικολογική Σχολή της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Νοσοκομείο Αττικόν μελετήσαμε 81 έγκυες. Οι 33 γυναίκες παρακολουθήθηκαν στο Αρεταίειο Νοσοκομείο. Από αυτές 8 εμφάνισαν απλή υπέρταση κύησης, 16 προεκλαμψία και 9 είχαν φυσιολογική εγκυμοσύνη. Οι υπόλοιπες 48 έγκυες παρακολουθήθηκαν στο Νοσοκομείο Αττικόν. Οι 8 εμφάνισαν απλή υπέρταση κύησης, οι 4 προεκλαμψία και οι 36 είχαν φυσιολογική εγκυμοσύνη. Συνολικά, 20 έγκυες έπασχαν από προεκλαμψία, 16 από απλή υπέρταση της κύησης και 45 ήταν φυσιολογικές μάρτυρες. Στις έγκυες αυτές υπολογίστηκαν οι τιμές της ανασταλτίνης Α, της σελεκτίνης P και της σελεκτίνης Ε. Η στατιστική ανάλυση πραγματοποιήθηκε σε δύο φάσεις. Στην 1η φάση το υλικό χωρίστηκε σε δύο ομάδες. Την πρώτη ομάδα την αποτελούσαν οι μάρτυρες (n=45) και τη δεύτερη οι υπερτασικές έγκυες (n=36). Στη 2η φάση, η ομάδα των υπερτασικών εγκύων (n=36) χωρίστηκε σε δύο κατηγορίες : στην πρώτη συμπεριλήφθηκαν έγκυες που εμφάνισαν προεκλαμψία (n=20) και στη δεύτερη έγκυες που παρουσίασαν μόνο υπέρταση (n=16). Αποτελέσματα: Από τα δικά μας αποτελέσματα προκύπτει ότι στην 1η φάση της μελέτης η ανασταλτίνη Α και η σελεκτίνη Ε δεν παρουσιάζουν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των φυσιολογικών και υπερτασικών εγκύων, σε αντίθεση με τη σελεκτίνη Ρ, οι τιμές της οποίας βρέθηκαν πολύ χαμηλές στις υπερτασικές εγκύους σε σχέση με τις φυσιολογικές. Στη 2η φάση της μελέτης, η ανασταλτίνη Α και η σελεκτίνη Ρ δεν παρουσίασαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των υπερτασικών και προεκλαμπτικών εγκύων. Όμως, οι τιμές της σελεκτίνης Ε βρέθηκαν πολύ χαμηλές στις υπερτασικές εγκύους και πολύ υψηλές στις προεκλαμπτικές. Συμπεράσματα: Δε διαπιστώθηκε ότι υφίσταται σημαντική διαφορά των τιμών της ανασταλτίνης Α μεταξύ των φυσιολογικών, των υπερτασικών και των προεκλαμπτικών εγκύων. Διαπιστώθηκε ότι υφίσταται στατιστικά σημαντική διαφορά των τιμών της σελεκτίνης P μεταξύ των φυσιολογικών και υπερτασικών εγκύων, με τις φυσιολογικές να παρουσιάζουν πολύ υψηλότερες τιμές (cut-off 137ng/mL), με αποτέλεσμα να καθίσταται δυνατός ο χαρακτηρισμός της σελεκτίνης P ως προγνωστικός δείκτης της υπερτασικής νόσου της εγκυμοσύνης. Διαπιστώθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά στην τιμή της σελεκτίνης Ε μεταξύ των υπερτασικών και προεκλαμπτικών εγκύων με τις τελευταίες να παρουσιάζουν μεγαλύτερες τιμές (cut off 23,3ng/mL), με αποτέλεσμα να χαρακτηρίζεται ως προγνωστικός δείκτης της προεκλαμψίας όχι όμως της υπέρτασης της κύησης. Συνεπώς, από τους 3 δείκτες που μελετήσαμε, δηλαδή της ανασταλτίνης Α, της σελεκτίνης Ε και της σελεκτίνης P, η σελεκτίνη P μπορεί να χαρακτηριστεί ως προγνωστικός δείκτης της υπερτασικής νόσου της εγκυμοσύνης και η σελεκτίνη Ε αποκλειστικά της προεκλαμψίας.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Aim of the study: To report plasma concentrations of the adhesion cell molecules P-selectin and E-selectin and glicoprotein inhibin-A during pregnancy and to determine the effect of subsequent development of hypertension and preeclampsia. Material and method: 81 pregnant women were enrolled in this study; 20 of them, who sudsequently developed preeclampsia, were compared with 16 who developed gestational hypertension and 45 normotensive women with normal obstetric outcome. The determination of plasma soluble P-selectin, E-selectin and inhibin-A levels was performed using a commercial sandwich immunoassay kit. We measured the inhibin-A level, the P selectin level and the E selectin level in all 81 pregnant women. The statistical analysis followed the subsequent methodology. Firstly, the women were distinguished in two groups. a) The normotensive women with normal obstetric outcome were enrolled in the 1st group (n=45) and b) all the hypertensive women in the 2nd group (n=36). Secondly, ...
Aim of the study: To report plasma concentrations of the adhesion cell molecules P-selectin and E-selectin and glicoprotein inhibin-A during pregnancy and to determine the effect of subsequent development of hypertension and preeclampsia. Material and method: 81 pregnant women were enrolled in this study; 20 of them, who sudsequently developed preeclampsia, were compared with 16 who developed gestational hypertension and 45 normotensive women with normal obstetric outcome. The determination of plasma soluble P-selectin, E-selectin and inhibin-A levels was performed using a commercial sandwich immunoassay kit. We measured the inhibin-A level, the P selectin level and the E selectin level in all 81 pregnant women. The statistical analysis followed the subsequent methodology. Firstly, the women were distinguished in two groups. a) The normotensive women with normal obstetric outcome were enrolled in the 1st group (n=45) and b) all the hypertensive women in the 2nd group (n=36). Secondly, the group of hypertensive women (n=36) was divided in two subgroups: women who developed preeclampsia were enrolled in the 1st subgroup (n=20) and women who developed gestational hypertension were enrolled in the 2nd subgroup (n=16). Results: According to the findings, inhibin-A and E-selectin concentrations did not have any statistically important difference between normotensive and hypertensive pregnant women. On the contrary, there was a significant difference in P-selectin concentration between normotensive and hypertensive pregnant women (P-selectin concentration was very low in hypertensive pregnant women). In addition, in the second stage of the statistical analysis, inhibin-A and P-selectin concentrations did not have any statistically important difference between preeclamptic and gestational hypertensive women. On the contrary, there was a significant difference in E-selectin concentration between preeclamptic and gestational hypertensive women (E-selectin concentration was very low in hypertensive pregnant women). Conclusions: P-selectin may be used as a marker for hypertensive disorders of pregnancy and E-selectin as a marker for preeclampsia.
περισσότερα