Περίληψη
Η παρούσα διδακτορική διατριβή ασχολείται με την ιστορία της Ρόδου κατά τα έτη 1912-1947, σε συνάρτηση με την ποιμαντορία του μητροπολίτη Ρόδου Απόστολου (1913-1946), καθώς επίσης και με θέματα της Εκκλησίας της Ρόδου και της Εκπαίδευσης του νησιού, κατά την ίδια πάντα χρονική περίοδο. Σκοπός της διατριβής είναι η διερεύνηση και ερμηνεία του σχετικά άγνωστου ακόμα στην ελληνική βιβλιογραφία ζητήματος του αυτοκέφαλου της Δωδεκανησιακής Εκκλησίας, ενός ζητήματος πολύπλοκου, που επιδέχεται ίσως παραπάνω της μιας ερμηνείας. Ταυτόχρονα, ως παράμετροι άμεσα εξαρτημένες από το ζήτημα αυτό, εξετάζονται και οι σχέσεις του μητροπολίτη Απόστολου με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, την ιταλική διοίκηση, αλλά και την ελληνική κυβέρνηση, τη δύσκολη αυτή περίοδο για το λαό της Ρόδου και γενικά της Δωδεκανήσου. Η διατριβή χωρίζεται σε τέσσερα μέρη και το καθένα από αυτά σε επιμέρους κεφάλαια. Στο πρώτο μέρος παρατίθενται ιστορικά στοιχεία της εποχής του Απόστολου, με χρονική αφετηρία το έτος μετάβασης από ...
Η παρούσα διδακτορική διατριβή ασχολείται με την ιστορία της Ρόδου κατά τα έτη 1912-1947, σε συνάρτηση με την ποιμαντορία του μητροπολίτη Ρόδου Απόστολου (1913-1946), καθώς επίσης και με θέματα της Εκκλησίας της Ρόδου και της Εκπαίδευσης του νησιού, κατά την ίδια πάντα χρονική περίοδο. Σκοπός της διατριβής είναι η διερεύνηση και ερμηνεία του σχετικά άγνωστου ακόμα στην ελληνική βιβλιογραφία ζητήματος του αυτοκέφαλου της Δωδεκανησιακής Εκκλησίας, ενός ζητήματος πολύπλοκου, που επιδέχεται ίσως παραπάνω της μιας ερμηνείας. Ταυτόχρονα, ως παράμετροι άμεσα εξαρτημένες από το ζήτημα αυτό, εξετάζονται και οι σχέσεις του μητροπολίτη Απόστολου με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, την ιταλική διοίκηση, αλλά και την ελληνική κυβέρνηση, τη δύσκολη αυτή περίοδο για το λαό της Ρόδου και γενικά της Δωδεκανήσου. Η διατριβή χωρίζεται σε τέσσερα μέρη και το καθένα από αυτά σε επιμέρους κεφάλαια. Στο πρώτο μέρος παρατίθενται ιστορικά στοιχεία της εποχής του Απόστολου, με χρονική αφετηρία το έτος μετάβασης από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στην Ιταλική κατοχή (1912), περνώντας στη συνέχεια στο γερμανικό καθεστώς (1943-1945), κατόπιν στην αγγλική κατοχή και φτάνοντας μέχρι την απελευθέρωση και την εθνική ολοκλήρωση (1947). Στο μέρος αυτό της διατριβής εξετάζονται όλα τα ιστορικά γεγονότα που έλαβαν χώρα στη Ρόδο κατά τα παραπάνω έτη, τόσο μέσα από πρωτογενείς πηγές, όπως έγγραφα, εφημερίδες, ιστορικά και προσωπικά αρχεία όσο και μέσα από ενδελεχή μελέτη εκτεταμένης βιβλιογραφίας. Στο δεύτερο μέρος εξιστορείται η ζωή του μητροπολίτη Απόστολου, με αφετηρία τα πρώτα χρόνια της ζωής του και με σημεία αναφοράς σημαντικά γεγονότα της πορείας του, όπως η ψήφισή του ως μητροπολίτη την 11η Ιουνίου 1913, η παραίτησή του την 8η Ιουνίου 1946, η δικαίωσή του, την 25η Οκτωβρίου 1951, με την απονομή σ’ αυτόν του τίτλου του μητροπολίτη Αμάσειας και, τέλος, ο θάνατός του, την 29η Νοεμβρίου 1957 στη Ρόδο. Στο μέρος αυτό περιγράφονται οι προσπάθειες του Απόστολου να οργανώσει τη μητρόπολή του σε όλους τους τομείς, παρά τη δυσφορία των ιταλικών αρχών. Παρουσιάζεται το ενδιαφέρον του για τα μοναστηριακά και τα σχολικά ζητήματα, για τα οποία έκανε εράνους, μεταβαίνοντας ακόμα και στο εξωτερικό. Γίνεται, επίσης, αναφορά στην επιτυχημένη εξαετή έκδοση του ηθικοδιδακτικού περιοδικού «Ορθόδοξος Διδαχή», καρπό της συνεχούς προσπάθειας του Απόστολου, μέχρι την απαγόρευσή του από την ιταλική λογοκρισία. Αναφέρεται η σθεναρή αντίστασή του στο ζήτημα των μικτών γάμων και ο πρωταγωνιστικός του ρόλος στα αιματηρά Δωδεκανησιακά συλλαλητήρια το Πάσχα του 1919, υπέρ της ένωσης με την Ελλάδα. Περιγράφεται, ακόμα, η εξορία του από τους Ιταλούς, λόγω της εθνικής του δράσης, πρώτα στην Πάτμο και στη συνέχεια στην Κωνσταντινούπολη, όπου και παρέμεινε για τρία χρόνια. Παρουσιάζονται, επίσης, αρχεία και φάκελοι αλληλογραφίας του Απόστολου με τους Ιταλούς, τα οποία εμφανίστηκαν επί αγγλικής κατοχής, δηλαδή, μετά τη λήξη της ιταλικής (1943) και της γερμανικής (1945) κατοχής των Δωδεκανήσων. Οι πηγές αυτές παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον, διότι μας βοηθούν να κατανοήσουμε το σημαντικό ρόλο που διαδραμάτισε ο μητροπολίτης Ρόδου Απόστολου, όσον αφορά στην υπόθεση του αυτοκέφαλου της Δωδεκανησιακής Εκκλησίας. Τέλος, γίνεται αναφορά στα τελευταία χρόνια της ζωής του στο προάστιο Τριάντα της Ρόδου. Στο τρίτο μέρος παρουσιάζεται η σχέση του μητροπολίτη Απόστολου με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, μέσα από τη στάση του στο θέμα της δημιουργίας αυτοκέφαλης Δωδεκανησιακής Εκκλησίας, υπόθεση που απασχόλησε επί μακρόν το μητροπολίτη Ρόδου Απόστολο, όπως καταδεικνύουν και οι επιστολές του προς τον τότε Γενικό Διοικητή της Ρόδου, Ιταλό Mario Lago και οι οποίες δημοσιεύονται για πρώτη φορά. Πρόκειται για επιστολές με τις οποίες ο μητροπολίτης Ρόδου Απόστολος διαπραγματευόταν την επιστροφή του στη Ρόδο από την Κωνσταντινούπολη, τόπο εξορίας του, και έχουν ως κύριο θέμα το ζήτημα του αυτοκέφαλου της Δωδεκανησιακής Εκκλησίας. Αναμφισβήτητα, πρόκειται για ένα αρκετά αμφιλεγόμενο ζήτημα, για το οποίο δύσκολα μπορούν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα, παρά τη μακροχρόνια και αμερόληπτη έρευνα στην οποία βασίζεται η παρούσα διδακτορική διατριβή. Στο τέταρτο και τελευταίο μέρος της διατριβής παρουσιάζεται ο ρόλος του Ρόδου Απόστολου στη διαμόρφωση της Εκπαίδευσης στη Δωδεκάνησο, κατά την περίοδο της Ιταλοκρατίας. Αρχικά, εξετάζεται η ιταλική παρέμβαση στην Εκπαίδευση, ιδίως κατά τα τελευταία χρόνια της ιταλικής κυριαρχίας στη Δωδεκάνησο, η οποία συνίστατο στην κατάργηση των ελληνικών σχολείων στα νησιά αυτά και στην ταυτόχρονη υποχρεωτική φοίτηση των μαθητών μόνο στα ιταλικά εκπαιδευτήρια. Στη συνέχεια, εξετάζεται ο ρόλος του Απόστολου ενάντια στην προσπάθεια εξιταλισμού του πληθυσμού της Δωδεκανήσου, μέσα από τη συστηματική οργάνωση κατηχητικών σχολείων, με απώτερο σκοπό τη διατήρηση του ελληνικού φρονήματος των μαθητών. Είναι γνωστό ότι οι πρωτογενείς πηγές, στις οποίες βασίζεται και η παρούσα διατριβή, είναι πάντα ανοιχτές σε μία καθαρά υποκειμενική ερμηνεία των γεγονότων και των πράξεων των ατόμων που συμμετέχουν σ’ αυτά ή τα προκαλούν. Εξάλλου, σημείο τριβής στο χώρο της επιστήμης υπήρξε πάντοτε η άποψη κατά πόσο μία έρευνα μπορεί να είναι αντικειμενική, απαλλαγμένη από υποκειμενικές κρίσεις και συμπεράσματα, τα οποία φαίνεται να διαφοροποιούνται, ανάλογα με την οπτική γωνία του ατόμου που «διαβάζει» τις πηγές, τις απόψεις του, το κοινωνικό του περιβάλλον και, εν τέλει, τη συνολική του στάση προς τη ζωή. Χρειάζεται, λοιπόν, μεγάλη προσοχή για να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα σ’ αυτό το τόσο δύσκολο ζήτημα του αυτοκέφαλου της Δωδεκανησιακής Εκκλησίας. Ίσως μερικοί να κατηγορήσουν το μητροπολίτη Απόστολο για τη στάση που κράτησε στο ζήτημα αυτό. Ίσως μάλιστα να ήταν αυτός που πρότεινε σαν λύση το αυτοκέφαλο στην ιταλική διοίκηση, για τους δικούς του λόγους. Σίγουρα, όμως ήταν αυτός που πραγματικά διέσωσε ένα τμήμα της πατρίδας μας και το παρέδωσε, μετά από 33 χρόνια δουλειάς, ελληνικότερο και ορθοδοξότερο απ’ ό,τι το παρέλαβε.
περισσότερα