Περίληψη
Ο προσδιορισμός της μερικής τάσης του οξυγόνου και του διοξειδίου του άνθρακα στις πνευμονικές κυψελίδες μέχρι πρόσφατα γινόταν με την βοήθεια των αναπνευστικών τύπων και με βάση τις τιμές των αερίων του αρτηριακού αίματος. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν υπήρξαν επώδυνες και τα αποτελέσματα προσεγγιστικά. Η Πανεπιστημιακή Πνευμονολογική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών, υπό τον Καθηγητή κ. I. Ιορδάνογλου, ανέπτυξε πρόσφατα μια καινούρια μέθοδο η οποία είναι μη επεμβατική και χρησιμοποιεί τον αναπνεόμενο αέρα προκειμένου να υπολογίσει τις μερικές τάσεις του Ο2 και του CΟ2 στις κυψελίδες. Η παρούσα διδακτορική διατριβή αποτελεί συνέχεια των ερευνών της Πνευμονολογικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών επί των κυψελιδικών αερίων. Σκοπό έχει τη μελέτη των μερικών τάσεων του Ο2 και CΟ2 στις πνευμονικές κυψελίδες κατά την κύηση χρησιμοποιώντας την νέα αυτή μέθοδο, και την διερεύνηση των αποτελεσμάτων της αντιασθματικής αγωγής στα αναπνευστικά αέρια των ασθματικών εγκύων. Μελετήθηκαν δέκα υγ ...
Ο προσδιορισμός της μερικής τάσης του οξυγόνου και του διοξειδίου του άνθρακα στις πνευμονικές κυψελίδες μέχρι πρόσφατα γινόταν με την βοήθεια των αναπνευστικών τύπων και με βάση τις τιμές των αερίων του αρτηριακού αίματος. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν υπήρξαν επώδυνες και τα αποτελέσματα προσεγγιστικά. Η Πανεπιστημιακή Πνευμονολογική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών, υπό τον Καθηγητή κ. I. Ιορδάνογλου, ανέπτυξε πρόσφατα μια καινούρια μέθοδο η οποία είναι μη επεμβατική και χρησιμοποιεί τον αναπνεόμενο αέρα προκειμένου να υπολογίσει τις μερικές τάσεις του Ο2 και του CΟ2 στις κυψελίδες. Η παρούσα διδακτορική διατριβή αποτελεί συνέχεια των ερευνών της Πνευμονολογικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών επί των κυψελιδικών αερίων. Σκοπό έχει τη μελέτη των μερικών τάσεων του Ο2 και CΟ2 στις πνευμονικές κυψελίδες κατά την κύηση χρησιμοποιώντας την νέα αυτή μέθοδο, και την διερεύνηση των αποτελεσμάτων της αντιασθματικής αγωγής στα αναπνευστικά αέρια των ασθματικών εγκύων. Μελετήθηκαν δέκα υγιείς γυναίκες κατά την διάρκεια της κύησης και εκτός κύησης και δέκα ασθματικές γυναίκες κατά την κύηση. Οι γυναίκες που συμμετείχαν στην έρευνα προέρχονταν από τα εξωτερικά ιατρεία του νοσοκομείου Αλεξάνδρα και τον φιλικό περίγυρο, ήταν πλήρως ενήμερες για τους σκοπούς της έρευνας και συμμετείχαν εθελοντικά. Οι υγιείς δεν κάπνιζαν, δεν λάμβαναν καμία αγωγή που να επηρεάζει το αναπνευστικό σύστημα και δεν είχαν καμία αναπνευστική πάθηση. Οι ασθματικές δεν είχαν κανέναν επιπλέον παράγοντα που να επηρεάζει την κατάσταση του αναπνευστικού συστήματος τους, και σε περίπτωση που λάμβαναν φαρμακευτική αγωγή αυτή δεν διακόπηκε προκειμένου να μην επιβαρυνθεί η κατάστασή τους. Σε κάθε περίπτωση πραγματοποιήθηκε μέτρηση των κυψελιδικών αερίων με την μέθοδο Ιορδάνογλου, καθώς και προσδιορισμός των αερίων αρτηριακού αίματος, απλή σπιρομέτρηση και μέτρηση των αναπνευστικών όγκων. Κατόπιν της καταγραφής των αποτελεσμάτων, έγινε στατιστική ανάλυση και σύγκριση των αποτελεσμάτων. Συγκρίναμε τις τιμές που ελήφθησαν στις υγιείς γυναίκες κατά την κύηση με τις τιμές εκτός κύησης, τις τιμές των υγιών εγκύων με αυτές των ασθματικών εγκύων, καθώς και τις δικές μας τιμές με αυτές της βιβλιογραφίας. Συγκρίνοντας τα αποτελέσματα των μετρήσεων που έγιναν σε υγιείς γυναίκες κατά την διάρκεια της κύησης και εκτός κύησης, προκύπτει ότι η μέση κυψελιδική μερική τάση του διοξειδίου του άνθρακα (PACΟ2) εκτός κύησης είναι 35,28 mmHg (S.D.1,618) ενώ κατά την κύηση μειώνεται σε 26,05 mmHg (S.D.4,67). Οι αντίστοιχες τιμές για το αρτηριακό CΟ2 (PaCΟ2) είναι 37,91 mmHg (S.D.1,426) και 30,91 mmHg (S.D.1,977). Και τα δύο μεγέθη μειώνονται στατιστικά σημαντικά (p<0,01) κατά την κύηση. Η αρτηριοκυψελιδική διαφορά κατά την κύηση γίνεται μεγαλύτερη από ότι είναι εκτός κύησης και συγκεκριμένα από -2,63 mmHg (S.D.1,532) γίνεται -4,86 mmHg (S.D.3,257), (p=0,016), δηλαδή το κυψελιδικό CO2 κατά την κύηση μειώνεται περισσότερο από ότι το αρτηριακό. Το οξυγόνο κατά την κύηση αυξάνεται από 92,19 mmHg (S.D.4,211) σε 100,89 mmHg (S.D.4,728) στο αρτηριακό αίμα, διαφορά στατιστικά σημαντική (p<0,01), και το κυψελιδικό αυξάνεται από 95,75 mmHg (S.D.8,976) σε 101,67 mmHg (S.D.8,931) (p=0,148). Στις ασθματικές έγκυες το ΡΑCΟ2 είναι 26,13 mmHg (S.D.3,072) και δεν διαφέρει σημαντικά από των υγιών εγκύων. Το PAC02 είναι 29,11 mmHg (S.D.2,275), τιμή που είναι μικρότερη από την αντίστοιχη των υγιών (p=0,075). Η αρτηριοκυψελιδική διαφορά στις ασθματικές εγκύους είναι -2,98mmHg (S.D.3,819) και είναι σχετικά μικρότερη από των υγιών (ρ=0,059). Το ΡΑO2 είναι 103,63 mmHg (S.D. 13,397), τιμή που δεν διαφέρει σημαντικά από των υγιών εγκύων. Το ΡAO2 είναι 93,01 mmHg (S.D.8,29) και είναι χαμηλότερο από ότι των υγιών σε στατιστικά σημαντικό βαθμό (p=0,018). Η αρτηριοκυψελιδική διαφορά είναι 10,62mmHg (S.D. 13,325) και είναι μεγαλύτερη από των υγιών εγκύων (p=0,059). Κατά την κύηση αυξάνεται το αρτηριακό και το κυψελιδικό O2 ενώ το αρτηριακό και το κυψελιδικό CO2 μειώνονται, προφανώς λόγω του υπεραερισμού που συνοδεύει την κύηση. Ενώ όλες οι εργασίες της βιβλιογραφίας βασίζονταν στην προσέγγιση ότι η μερική πίεση του CO2 είναι ίδια στο αρτηριακό αίμα και στις κυψελίδες, ο προσδιορισμός των κυψελιδικών αερίων με την μέθοδο Ιορδάνογλου έδειξε ότι το κυψελιδικό CO2 είναι χαμηλότερο από το αρτηριακό και μάλιστα κατά την κύηση το κυψελιδικό μειώνεται περισσότερο από ότι το αρτηριακό. Η αρτηριοκυψελιδική διαφορά του O2 δεν βρέθηκε να μεταβάλλεται σημαντικά με την κύηση. Τα αποτελέσματα των μετρήσεών μας είναι συγκρίσιμα με της βιβλιογραφίας, αλλά η μέθοδος που χρησιμοποιήσαμε διαφέρει στο θεωρητικό της υπόβαθρο και είναι ανώδυνη. Στις ασθματικές εγκύους υπό αγωγή, βρέθηκε ότι το CO2 στις κυψελίδες δεν διέφερε σημαντικά από των υγιών ενώ στο αρτηριακό αίμα ήταν χαμηλότερο σε στατιστικά μη σημαντικό βαθμό. Το κυψελιδικό τους οξυγόνο δεν διέφερε από των υγιών ενώ το αρτηριακό τους οξυγόνο, αν και ικανοποιητικό, ήταν σημαντικά χαμηλότερο.
περισσότερα