Περίληψη
Ο κύριος σκοπός της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι να διερευνήσει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά και τις πρακτικές των επιχειρήσεων που τις βοηθούν να ανταπεξέρχονται σε αντίξοες οικονομικές συνθήκες, να επιβιώνουν ή ακόμη και να παρουσιάζουν εξαιρετικές επιδόσεις σε περιόδους κρίσης. Χρησιμοποιώντας ως βάση την βιβλιογραφία που ασχολείται με την ποιοτική επιχειρηματικότητα, την καινοτομία και την ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων, η διατριβή αυτή εξετάζει τη σημασία των κύριων ποιοτικών χαρακτηριστικών, πρακτικών, στρατηγικών και δράσεων των επιχειρήσεων κατά τη διάρκεια δυσμενών οικονομικών συνθηκών που οφείλονται σε διαφορετικούς τύπους κρίσεων. Για το σκοπό αυτό, η παρούσα διατριβή περιλαμβάνει τρία δοκίμια που συνίστανται σε τρεις διαφορετικές αλλά -από πολλές απόψεις- αλληλένδετες εμπειρικές αναλύσεις βάσει δεδομένων σε επίπεδο επιχείρησης, τα οποία προέρχονται από δύο έρευνες πεδίου στην Ελλάδα. Η πρώτη έρευνα διεξήχθη σε δύο φάσεις κατά την κορύφωση της ελληνικής οικονομικής κρ ...
Ο κύριος σκοπός της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι να διερευνήσει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά και τις πρακτικές των επιχειρήσεων που τις βοηθούν να ανταπεξέρχονται σε αντίξοες οικονομικές συνθήκες, να επιβιώνουν ή ακόμη και να παρουσιάζουν εξαιρετικές επιδόσεις σε περιόδους κρίσης. Χρησιμοποιώντας ως βάση την βιβλιογραφία που ασχολείται με την ποιοτική επιχειρηματικότητα, την καινοτομία και την ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων, η διατριβή αυτή εξετάζει τη σημασία των κύριων ποιοτικών χαρακτηριστικών, πρακτικών, στρατηγικών και δράσεων των επιχειρήσεων κατά τη διάρκεια δυσμενών οικονομικών συνθηκών που οφείλονται σε διαφορετικούς τύπους κρίσεων. Για το σκοπό αυτό, η παρούσα διατριβή περιλαμβάνει τρία δοκίμια που συνίστανται σε τρεις διαφορετικές αλλά -από πολλές απόψεις- αλληλένδετες εμπειρικές αναλύσεις βάσει δεδομένων σε επίπεδο επιχείρησης, τα οποία προέρχονται από δύο έρευνες πεδίου στην Ελλάδα. Η πρώτη έρευνα διεξήχθη σε δύο φάσεις κατά την κορύφωση της ελληνικής οικονομικής κρίσης, δηλαδή το 2011 και το 2013, ενώ η δεύτερη έρευνα πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημικής κρίσης Covid-19, δηλαδή από τον Μάιο έως τον Ιούλιο του 2020. Τα υποδείγματα και οι οικονομετρικές τεχνικές που χρησιμοποιήθηκαν στις εμπειρικές αναλύσεις βασίστηκαν σε σχετικές εμπειρικές μελέτες, λαμβάνοντας υπόψη το θεωρητικό υπόβαθρο των υπό εξέταση ζητημάτων, μαζί με τη φύση και τις ιδιαιτερότητες των διαθέσιμων δεδομένων. Τα ευρήματα της συνολικής διδακτορικής έρευνας παρέχουν νέες γνώσεις σχετικά με κρίσιμες πτυχές, παράγοντες και διαδικασίες που σχετίζονται με την επιχειρηματικότητα υψηλής ανάπτυξης, την καινοτομία και την ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων, καλύπτοντας σχετικά κενά στη βιβλιογραφία και παρέχοντας χρήσιμα συμπεράσματα τόσο σε επίπεδο λήψης επιχειρηματικών αποφάσεων όσο και σε επίπεδο διαμόρφωσης πολιτικής. Η διδακτορική διατριβή είναι δομημένη στη βάση έξι κεφαλαίων. Το Κεφάλαιο 1 περιγράφει το θέμα και τη συμβολή της παρούσας έρευνας στη βιβλιογραφία, δίνοντας έμφαση στο πλαίσιο της κρίσης, καθώς και στα ποιοτικά χαρακτηριστικά και τους παράγοντες που σχετίζονται με την επιχειρηματικότητα υψηλής ανάπτυξης, τις επιδόσεις καινοτομίας και την ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων. Στο Κεφάλαιο 2 παρουσιάζεται το θεωρητικό υπόβαθρο της εμπειρικής έρευνας, παρέχοντας μια επισκόπηση των σχετικών θεωριών, συμπεριλαμβανομένης των θεωρητικών προσεγγίσεων των πόρων των επιχειρήσεων, του ανθρώπινου κεφαλαίου και της υλοποίησης. Εστιάζοντας στις επιχειρήσεις υψηλής ανάπτυξης (ΕΥΑ), το Κεφάλαιο 3 διερευνά τις πρακτικές του ανθρώπινου δυναμικού που είναι πιθανό να υιοθετήσουν αυτού του είδους οι επιχειρήσεις σε περίοδο κρίσης, καθώς και το κατά πόσον και με ποιο τρόπο οι πρακτικές αυτές μπορεί να διαφέρουν μεταξύ μεγάλων και μικρών ΕΥΑ. Το κύριο συμπέρασμα της ανάλυσης υποδηλώνει ότι σε περιόδους κρίσης, οι σχετικά μεγάλες ΕΥΑ τείνουν να απασχολούν άτομα με χαμηλό εκπαιδευτικό επίπεδο και στη συνέχεια να επενδύουν στην κατάρτισή τους προκειμένου να ενισχύσουν τις γνώσεις και τις δεξιότητές τους. Αντίθετα, οι μικρού μεγέθους ΕΥΑ φαίνεται να επιλέγουν άτομα που ήδη διαθέτουν υψηλό εκπαιδευτικό επίπεδο, ώστε να μην είναι αναγκαία η παροχή υπηρεσιών κατάρτισης σε μετέπειτα στάδιο. Το Κεφάλαιο 4 εξετάζει την επίδραση της στρατηγικής διεθνοποιημένης (ή γεωγραφικής) διασποράς στη καινοτομία των επιχειρήσεων, καθώς και τον πιθανό ρυθμιστικό ρόλο που ενδεχομένως διαδραματίζουν οι εταιρικές στρατηγικές της διαφοροποίησης των προϊόντων και της κάθετης ολοκλήρωσης στη διαμόρφωση της σχέσης μεταξύ της στρατηγικής διεθνοποιημένης διασποράς και της καινοτομίας των επιχειρήσεων. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η επέκταση των επιχειρήσεων σε ξένες γεωγραφικές αγορές επηρεάζει θετικά -τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό- την πιθανότητα καινοτομίας, αναδεικνύοντας μια σχέση ανεστραμμένου U μεταξύ της διεθνοποιημένης διασποράς και της καινοτομίας προϊόντος. Επιπλέον, τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι η εφαρμογή στρατηγικών κάθετης ολοκλήρωσης και διακλαδικής επέκτασης αυξάνει την πιθανότητα καινοτομίας, αλλά όταν αυτές οι εταιρικές στρατηγικές συνδυάζονται με τη στρατηγική διεθνοποιημένης διασποράς φαίνεται να αναδύονται κάποιες υποκατάστατες επιδράσεις στις προσπάθειες καινοτομίας των επιχειρήσεων. Το Κεφάλαιο 5 εξετάζει μια σειρά από παράγοντες που μπορεί να σχετίζονται θετικά με την ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων κατά τη διάρκεια της πανδημικής κρίσης του Covid-19 αντλώντας στοιχεία από τη θεωρητική προσέγγιση της υλοποίησης. Επίσης, το κεφάλαιο αυτό διερευνά κατά πόσον τα γεγονότα υψηλής ανάπτυξης πριν από την έναρξη της κρίσης συμβάλλουν στην ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων κατά τη διάρκεια της κρίσης, και κατά πόσον οι υψηλές αποδόσεις του παρελθόντος αλληλεπιδρούν με την εξαγωγική δραστηριότητα των επιχειρήσεων. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι επιχειρήσεις που εφαρμόζουν στρατηγικές κινήσεις που χαρακτηρίζονται από ευελιξία και ανεκτή απώλεια επιδεικνύουν αυξημένη πιθανότητα να καταστούν ανθεκτικές κατά τη διάρκεια μιας σοβαρής κρίσης, όπως η πανδημία Covid-19. Επιπλέον, τα εμπειρικά ευρήματα υποδεικνύουν ότι οι υψηλές επιδόσεις ανάπτυξης σε περιόδους πριν από το ξέσπασμα της υγειονομικής κρίσης σχετίζονται θετικά με την ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων. Επιπροσθέτως, τα αποτελέσματα αναδεικνύουν μια συμπληρωματική σχέση μεταξύ της ανεκτής απώλειας στις εξαγωγικές δραστηριότητες κατά τη διάρκεια της κρίσης και των επεισοδίων υψηλής ανάπτυξης των επιχειρήσεων πριν από το ξέσπασμα της κρίσης. Τέλος, το Κεφάλαιο 6 αποτελεί τον επίλογο της διδακτορικής διατριβής, συνοψίζοντας τα βασικά ευρήματα των αναλύσεων και παρέχοντας ορισμένες κατευθύνσεις χρήσιμες για την διαμόρφωση πολιτικής και τη διενέργεια μελλοντικής έρευνας.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The main purpose of this PhD thesis is to investigate the qualitative characteristics and practices of firms that help them to withstand adverse economic conditions, survive or even exhibit exceptional performance in times of crisis. Drawing on the literature dealing with high-quality entrepreneurship, firm innovation and firm resilience, the significance of key quality attributes, practices, strategies and actions of firms is examined during extraordinary circumstances due to different types of crises. To understand firm processes and mechanisms conducive to enhanced performance in terms of high growth, innovation output, and resilience in times of crisis, the potential role and interplays of critical factors related to the management and development of human resources, internationalization and other corporate strategies are thoroughly explored. To this end, the present dissertation builds on three essays constituting three distinct but -in several respects- interconnected empirical a ...
The main purpose of this PhD thesis is to investigate the qualitative characteristics and practices of firms that help them to withstand adverse economic conditions, survive or even exhibit exceptional performance in times of crisis. Drawing on the literature dealing with high-quality entrepreneurship, firm innovation and firm resilience, the significance of key quality attributes, practices, strategies and actions of firms is examined during extraordinary circumstances due to different types of crises. To understand firm processes and mechanisms conducive to enhanced performance in terms of high growth, innovation output, and resilience in times of crisis, the potential role and interplays of critical factors related to the management and development of human resources, internationalization and other corporate strategies are thoroughly explored. To this end, the present dissertation builds on three essays constituting three distinct but -in several respects- interconnected empirical analyses based on firm-level data which are derived from two field surveys in Greece. The first survey was conducted in two phases in the peak of the Greek economic crisis, that is in 2011 and 2013, while the second survey was performed during the Covid-19 pandemic crisis, i.e., from May to July 2020. The model specifications and the econometric techniques used in the empirical analyses were based on relevant empirical studies, taking into account the theoretical background of the issues under examination along with the nature and specificities of the available data. The findings of the overall PhD research shed light on critical aspects, factors and processes related to high-growth entrepreneurship, firm innovation and resilience, filling relevant gaps in the literature and providing useful managerial and policy implications. The PhD dissertation is structured around six chapters. Chapter 1 describes the topic and the contribution of the current research to the literature, emphasizing the crisis context and the quality characteristics and factors related to high-growth entrepreneurship, firms’ innovation performance and resilience. Chapter 2 presents the theoretical underpinnings of the empirical research, providing an overview of related theories, including the resource-based theory of the firm, the human-capital theory, and the effectuation approach. Focusing on high growth firms (HGFs), Chapter 3 explores the human resource practices that this kind of firm is likely to adopt in a crisis period, and whether and how these practices may differ between large and small HGFs. The main finding from the analysis suggests that in times of crisis, large-sized HGFs tend to employ individuals with rather low educational level and then invest in their training in order to enhance their knowledge and skills. On the contrary, small-sized HGFs seem to opt for individuals who have advanced educational attainment at the first place, so that to avoid subsequent training. Chapter 4 examines the impact of the international (or geographical) diversification strategy on firm innovation, as well as the potential moderating role played by corporate strategies of product diversification and vertical integration in shaping the relationship between international diversification and firm innovation. The results show that firms' expansion to foreign geographic markets positively influences -at least to some extent- the likelihood to innovate by supporting an inverted-U relationship between international diversification and product innovation. Furthermore, they suggest that the implementation of vertical integration and product diversification strategies increases the probability to innovate, but when these corporate strategies are combined with the international diversification strategy, some substitution effects appear on firms’ innovation efforts. Chapter 5 examines potential resilience drivers during the Covid-19 pandemic crisis under the lens of effectuation. It also explores whether high growth events before the onset of the crisis contribute to business resilience during the crisis, and whether past growth dynamics interact with firms' exporting activity. The results show that firms that implement strategic actions characterized by flexibility and affordable loss increase their likelihood to become resilient during a severe crisis, such as the Covid-19 pandemic. Furthermore, empirical findings indicate that high growth performance in periods prior to the Covid-19 crisis outbreak is positively related to firm resilience. Importantly, the results also reveal a complementary relationship between the affordable loss in exporting activities during the crisis and the high growth episodes of firms before the crisis outbreak. Finally, Chapter 6 concludes the PhD dissertation, summarizing the key findings of the analyses and providing some policy implications and future research directions.
περισσότερα