Περίληψη
Ο Μάρκος Βαλέριος Μαρτιάλης γεννήθηκε περίπου το 40 μ.Χ. στην πόλη Bilbilis της ρωμαϊκής επαρχίας Hispania Tarraconensis και γύρω στο 64 μ.Χ. μετέβη στη Ρώμη, όπου διακρίθηκε στο είδος του επιγράμματος ακολουθώντας καλλιτεχνική σταδιοδρομία στην αυλή του τελευταίου εκπροσώπου της Φλαβίας Δυναστείας, Δομιτιανού. Ο ποιητής συγκεκριμένα αξιοποίησε στο έργο του την ελληνική μυθολογική παράδοση που του προσέφερε πλούσιο υλικό προκειμένου να επεξεργαστεί διάφορους μύθους και να τους προσαρμόσει κατάλληλα στο είδος του επιγράμματος και στη σύγχρονή του πραγματικότητα (τέλη του 1ου μ.Χ. αιώνα). Βασικός σκοπός αυτής της διατριβής είναι η ανάλυση και η προβολή της πολύπλευρης χρήσης των μυθολογικών παραδειγμάτων στην ποίηση του Μαρτιάλη, η ανάδειξη των διακειμενικών σχέσεων μεταξύ του έργου του και παλαιότερων ομοτέχνων του (Κάτουλλος, Οράτιος, Οβίδιος κ.ά.), η ένταξη των μυθολογικών αναφορών σε θεματικές κατηγορίες, η όσο το δυνατόν πληρέστερη ανάλυση των σχετικών θεματικών, καθώς και η ανάδειξ ...
Ο Μάρκος Βαλέριος Μαρτιάλης γεννήθηκε περίπου το 40 μ.Χ. στην πόλη Bilbilis της ρωμαϊκής επαρχίας Hispania Tarraconensis και γύρω στο 64 μ.Χ. μετέβη στη Ρώμη, όπου διακρίθηκε στο είδος του επιγράμματος ακολουθώντας καλλιτεχνική σταδιοδρομία στην αυλή του τελευταίου εκπροσώπου της Φλαβίας Δυναστείας, Δομιτιανού. Ο ποιητής συγκεκριμένα αξιοποίησε στο έργο του την ελληνική μυθολογική παράδοση που του προσέφερε πλούσιο υλικό προκειμένου να επεξεργαστεί διάφορους μύθους και να τους προσαρμόσει κατάλληλα στο είδος του επιγράμματος και στη σύγχρονή του πραγματικότητα (τέλη του 1ου μ.Χ. αιώνα). Βασικός σκοπός αυτής της διατριβής είναι η ανάλυση και η προβολή της πολύπλευρης χρήσης των μυθολογικών παραδειγμάτων στην ποίηση του Μαρτιάλη, η ανάδειξη των διακειμενικών σχέσεων μεταξύ του έργου του και παλαιότερων ομοτέχνων του (Κάτουλλος, Οράτιος, Οβίδιος κ.ά.), η ένταξη των μυθολογικών αναφορών σε θεματικές κατηγορίες, η όσο το δυνατόν πληρέστερη ανάλυση των σχετικών θεματικών, καθώς και η ανάδειξη της αντίληψης του Μαρτιάλη για τη δυνατότητα της σύνδεσης του μύθου («παρελθόντος») με το παρόν μέσω της «μεταφοράς» ενός exemplum στην καθημερινότητα, στοιχείο που καθιστά το έργο του ιδιαίτερα ενδιαφέρον, επίκαιρο και πρωτότυπο. Στο πρώτο κεφάλαιο της διατριβής εξετάζεται η προσπάθεια του Μαρτιάλη να εξυμνήσει τον Δομιτιανό ως ηγεμόνα, καθώς και να προβάλει τις πολιτικές και στρατιωτικές του αρετές μέσω της σύγκρισής του με τον πατέρα των θεών και των ανθρώπων, τον Δία. Συγκεκριμένα, ο ποιητής προχωρά στη σύγκριση του αυτοκράτορα με τον βασιλιά του Ολύμπου, παρουσιάζοντάς τον πρώτο ως ισάξιο του δεύτερου και ως εκπρόσωπό του στον επίγειο κόσμο μέσω της προβολής του κεραυνού ως συμβόλου νομιμοποίησης καθώς και της περιγραφής πολεμικών θριάμβων που παρομοιάζονται με τη νίκη του Δία επί των Γιγάντων. Στο ίδιο κεφάλαιο επιπρόσθετα ο ποιητής εμπλουτίζει το εγκώμιο του Δομιτιανού με αναφορές στον Ηρακλή τονίζοντας με θαυμασμό ότι τα εντυπωσιακά θεάματα που λαμβάνουν χώρα στο Κολοσσαίο χάρη στον αυτοκράτορα μπορούν να συγκριθούν σε λαμπρότητα με τους άθλους του ημίθεου. Ιδιαίτερη σημασία δίδεται από τον Μαρτιάλη επίσης στο ζήτημα της μελλοντικής αποθέωσης του αυτοκράτορα που προβάλλεται ως αντάξια ανταμοιβή του από τους θεούς για τις τιμές που εκείνος τους έχει προσφέρει, κατά το πρότυπο του Ηρακλή. Τέλος, ο ποιητής προχωρά στη σύγκριση του ηγεμόνα με άλλους θεούς, όπως τον Άρη, τον Απόλλωνα, τον Διόνυσο και την Αθηνά, προκειμένου να τονιστεί η συμβολή του στην αναγέννηση του κράτους και στην ευημερία των υπηκόων. Στο δεύτερο κεφάλαιο της διατριβής ο έπαινος του Δομιτιανού σχετίζεται με τα μεγαλειώδη θεάματα που εκείνος προσέφερε απλόχερα προς τέρψη του λαού στην αρένα του Κολοσσαίου. Ο Μαρτιάλης αναδεικνύει μία επιπρόσθετη διάσταση των δρώμενων, καθώς παρουσιάζει τον αυτοκράτορα να είναι σε θέση με τις «θεϊκές» του δυνάμεις να συνδέσει τον μύθο (παρελθόν) με την πραγματικότητα (παρόν), επιβεβαιώνοντας έτσι την ισχύ του. Το ύφος του ποιητή σε αρκετές περιπτώσεις είναι έντονα επικριτικό σε βάρος των καταδίκων, καθώς περιγράφει με ωμό ρεαλισμό και με μαύρο χιούμορ τη θανάτωσή τους στην αρένα, ενώ επίσης διανθίζει την περιγραφή του προσθέτοντας τις έννοιες του μιάσματος (nefas), της ασέβειας (impietas) και του εγκλήματος (scelus), οι οποίες ανήκουν στον πυρήνα της ρωμαϊκής νομοθεσίας, θεματοφύλακας και εγγυητής της οποίας είναι ο ίδιος ο αυτοκράτορας.Στο τρίτο κεφάλαιο της διατριβής γίνεται αναφορά στο εγκώμιο του Δομιτιανού από τον Μαρτιάλη και στον ερωτικό τομέα, καθώς παρουσιάζεται μια σειρά μυθολογικών παραδειγμάτων με αφετηρία την ερωτική σχέση μεταξύ του Δία και του Γανυμήδη, την οποία ο ποιητής παραβάλλει αντίστοιχα με εκείνη μεταξύ του Δομιτιανού και του Εαρινού. Η ένταξη του μύθου του Γανυμήδη ως απόλυτου exemplum ομορφιάς στην ποίηση του Μαρτιάλη σχετίζεται όχι μόνο με τις ομοφυλοφιλικές σχέσεις του αυτοκράτορα με πρόσωπα της Αυλής του, αλλά και τις αμφιφυλοφιλικές ερωτικές προτιμήσεις των ανώτερων τάξεων της ρωμαϊκής κοινωνίας, στις οποίες ο Μαρτιάλης αναφέρεται σκωπτικά και δηκτικά, καθώς παρομοιάζει την ομοφυλοφιλία με «νόσο» και θεϊκή τιμωρία. Στο ίδιο κεφάλαιο γίνεται επίσης αναφορά στον θεό Πρίαπο, σύμβολο του ερωτικού οίστρου και της γονιμότητας που είχε ως κύριο χαρακτηριστικό του έναν υπερμεγέθη φαλλό. Βέβαια, παρά την προβολή της στιβαρότητας και της σεξουαλικής ορμής του Πρίαπου ο ποιητής ταυτόχρονα δεν παραλείπει να προβάλει και τη φθαρτή διάστασή του ξοάνου, το οποίο δεν μπορεί να προσφέρει καμία ουσιαστική προστασία στον κήπο από εξωτερικές απειλές. Η κριτική του Μαρτιάλη ως προς τα ερωτικά ήθη επεκτείνεται και στη λατρεία της Κυβέλης εστιάζοντας στο έθιμο του ευνουχισμό των ιερέων της, των «Γαλατών» (Galli), επίθετο με το οποίο υποδηλώνεται ο θηλυπρεπής άνδρας που διακατέχεται από παρά φύση σεξουαλικές ορμές.Παρά την έμφαση που ο Μαρτιάλης δίνει στις σαρκικές απολαύσεις και στον έρωτα, ο ίδιος ταυτόχρονα εμφανίζεται ρεαλιστής ως την προσωρινή θέση του ανθρώπου στον κόσμο, όπως αναλύεται στο τέταρτο κεφάλαιο της διατριβής. Ο ποιητής δεν παραλείπει να αναφέρει ότι ο θάνατος είναι ανά πάσα στιγμή παρών τονίζοντας ότι ο θάνατος είναι κοινή μοίρα όλων των θνητών ανεξάρτητα από την κοινωνική τους θέση. Ταυτόχρονα βέβαια, υπογραμμίζει με έμφαση τη διαχρονική σημασία αξιών (δόξα, αγάπη και αδελφική αφοσίωση) που συμβάλλουν στη διατήρηση των νεκρών στη συλλογική μνήμη, άρα έμμεσα και στην αθανασία κατά το πρότυπο των επικών ηρώων (Διόσκουροι, Αχιλλέας και Πάτροκλος). Σε άλλες περιπτώσεις βέβαια ο Μαρτιάλης προβάλλει σκωπτικά το μοτίβο του θανάτου, καθώς παρομοιάζει ειρωνικά την άσχημη εξωτερική εμφάνιση κάποιων γνωστών του με το αποτροπιαστικό θέαμα ενός νεκρού σώματος, ενώ παράλληλα ειρωνεύεται τη μάταιη αναζήτηση της μακροζωίας που συνδέεται με γνωστές μορφές από την επική παράδοση (Νέστορας, Πρίαμος, Πηλέας). Η ιλαρή διάθεση του ποιητή επιτείνεται με αναφορές σε μυθολογικά παραδείγματα ζώων από την επική παράδοση (σκύλος του Οδυσσέα) και από ποιητές της λατινικής λογοτεχνίας, όπως τον Κάτουλλο (σπουργίτι της Λεσβίας), καθώς και τον Οβίδιο (παπαγάλος της Κορίννας). Συμπερασματικά, ο Μαρτιάλης επιλέγει να απομυθοποιεί τα επικά πρότυπα της μακροζωίας παρωδώντας την ευπιστία των ανθρώπων σε καταστάσεις που υπερβαίνουν τους φυσικούς νόμους και αποσκοπώντας στη διακωμώδηση του θανάτου ως κατάστασης. Στο πέμπτο κεφάλαιο της διατριβής ο Μαρτιάλης περνά στον χώρο της αιτιολογικής ποίησης και στην ανάδειξη της πολιτιστικής «ταυτότητας» διαφόρων πόλεων της αυτοκρατορίας που συνδέονται με γνωστούς μυθολογικούς κύκλους (Αργοναυτικός, Θηβαϊκός, Τρωικός). Ξεκινώντας από την προβολή της κυρίαρχης θέσης της Ρώμης στον παγκοσμιοποιημένο της κόσμο ο Μαρτιάλης κάνει μνεία στη θεϊκή καταγωγή του λαού της (Άρης και Αφροδίτη) και στις γιορτές των Σατουρναλίων (Κρονίων) που του προσφέρουν την ευκαιρία να χρησιμοποιήσει «πικάντικο» χιούμορ φέρνοντας στο προσκήνιο αιτιολογικούς μύθους. Το εύθυμο κλίμα που επικρατούσε εκείνες τις ημέρες επέτρεπε στον ποιητή μεγαλύτερα περιθώρια ελευθεροστομίας σχετικά με τον έρωτα, καθώς περιγράφει δώρα που ανταλλάσονταν ανάμεσα στους καλεσμένους, καθώς και διάφορα θεάματα που χαρακτηρίζονταν από έντονο ερωτισμό. Η προσφορά δώρων καθώς και η παράθεση φαγητών κατά τη διάρκεια των εορταστικών εκδηλώσεων (πορφύρα Τύρου, αγριόχοιρος, χελιδόνια, φασιανός) τροφοδοτεί περαιτέρω τη φαντασία του ποιητή, ο οποίος ανακαλεί με χιουριστικό τρόπο γνωστά μυθολογικά exempla, (Προμηθέα, Καλυδώνιο κάπρο, Τηρέα και Πρόκνη, Αργοναυτική εκστρατεία). Ο ποιητής δεν προβάλλει τα «εξωτικά» πιάτα ως απλά εδέσματα, αλλά ως δείγματα άγνωστων πολιτισμών, συνδέοντάς τα περιπαικτικά με «σοβαρούς» μύθους της μυθολογικής παράδοσης και παράλληλα παρωδώντας γνωστά μυθολογικά exempla, όπως τις ερωτικές περιπέτειες του Δία με διάφορες θνητές γυναίκες (Ιώ, Δανάη, Λήδα). Στο έκτο κεφάλαιο της διατριβής επιχειρείται η ανάδειξη της καλλιτεχνικής αντίληψης του Μαρτιάλη, ο οποίος με τη μορφή προγραμματικής δήλωσης εκφράζει ανοικτά την αντίθεσή του προς τα παλαιά επικά πρότυπα, τασσόμενος ταυτόχρονα υπέρ της λιτότητας ως προς την έκφραση και τη μικρή έκταση των έργων. Στο πλαίσιο αυτού του καλλιτεχνικού προτύπου εντάσσεται και η διαφορετική ηθική αξιολόγηση των ηρώων, οι οποίοι δεν παρουσιάζονταν πλέον τόσο εντυπωσιακοί, όπως προκύπτει έμμεσα μέσω της πιο ρεαλιστικής προσέγγισης της προσωπικότητας του Ηρακλή από τον Μαρτιάλη στα Apophoreta. Επιπρόσθετα, στο στόχαστρο της κριτικής του ποιητή τίθενται κάποια καθιερωμένα επικά μοτίβα, όπως η μονομαχία ανάμεσα σε δύο ήρωες που ανακαλεί χιουμοριστικά στη φαντασία του τον γενναίο Έκτορα, αλλά ταυτόχρονα και τον γιο του, τον μικρό Αστυάνακτα. Ο Μαρτιάλης προβάλλει σε κάποιες περιπτώσεις αντιθετικά κάποια μυθολογικά παραδείγματα ως προς τα θέματα της νεότητας και των γηρατειών (Αστυάνακτας - Πρίαμος, Εκάβη - Ανδρομάχη), της ερωτικής αντιζηλίας (Βρισηίδα - Πάτροκλος) και της συζυγικής πίστης (Πηνελόπη, Ανδρομάχη - Ελένη), παρουσιάζοντας έτσι μία πιο «ανθρώπινη» πλευρά των ηρώων της επικής παράδοσης. Επίσης, ο ποιητής δανείζεται μοτίβα από την Οδύσσεια για να αναφερθεί σε χιουμοριστικά σε θέματα, όπως η τέχνη κακής ποιότητας (Σειρήνες), η φυσική δυσμορφία (Κύκλωπες), η αντίθεση ανάμεσα στην πενία και τον πλούτο (Ίρος-Κροίσος) και η ερωτική (γαμήλια) πρόταση (Φαίακες-Ναυσικά). Όπως μπορεί κάποιος να παρατηρήσει, ο Μαρτιάλης γενικότερα προβάλλει τα σχετικά μυθολογικά παραδείγματα προκειμένου να τονίσει σκωπτικά ότι στη σύγχρονή του κοινωνία έχουν εκλείψει παντελώς οι ηθικές αξίες και επικρατεί ο άκρατος υλισμός, η ανηθικότητα και η αδιαφορία για τον συνάνθρωπο. Σε άλλες περιπτώσεις ο Μαρτιάλης αναφέρεται σε exempla της επικής παράδοσης προκειμένου να εκφράσει τις καλλιτεχνικές του αντιλήψεις και την πρόθεσή του να ασχοληθεί με τη σύνθεση ποιημάτων μικρής έκτασης απομακρυνόμενος από τα ομηρικά πρότυπα. Βέβαια, η παρωδία των ηρώων και των προτύπων που αυτοί εκφράζουν θα μπορούσε να θεωρηθεί περισσότερο ως ένα λογοτεχνικό παιχνίδι και όχι ως συλλήβδην απόρριψη της επικής παράδοσης, όπως φαίνεται μέσα από σχετικές μνείες του ποιητή στην καλλιτεχνική αξία και τη διαχρονική σημασία των ομηρικών επών και της Αινειάδας. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, ο Μαρτιάλης διαχωρίζει σαφώς τον εαυτό του από τους δημιουργούς έργων μεγάλης έκτασης, θεωρώντας ότι αυτοί περιορίζονται στην άκριτη και δουλική μίμηση των αξεπέραστων επικών προτύπων ματαιοπονώντας έτσι άσκοπα σαν τον Σίσυφο και τον Τάνταλο, οι οποίοι καταδικάστηκαν από τους θεούς σε αιώνια βασανιστήρια. Συμπερασματικά, ο Μαρτιάλης συνδυάζει τη ρεαλιστική ερμηνεία του κόσμου που τίθεται στο πλαίσιο της αλεξανδρινής-ελεγειακής ποίησης με αρμονία, αλλά και με διδακτική διάθεση στο πλαίσιο του επιγράμματος που απαιτούσε σαφήνεια και συντομία στην έκφραση, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο κάτι καινοτόμο και πρωτοποριακό. Ο ποιητής επέλεξε συνειδητά να απομακρυνθεί από τα πρότυπα της επικής παράδοσης ερμηνεύοντας τα σχετικά μυθολογικά exempla με ορθολογικά κριτήρια, ακολουθώντας την τάση που είχε αρχίσει να διαγράφεται ήδη από την περίοδο της ύστερης res publica και του πρώιμου Principatus (poetae novi, ελεγειακοί ποιητές) και υπό την επιρροή της παράδοσης της ελληνιστικής ποίησης (Καλλίμαχος, Φιλητάς, Παρθένιος). Τα στοιχεία, όμως, που διαφοροποίησαν τον Μαρτιάλη από τους παλαιότερους ομοτέχνους του ήταν η συστηματική χρήση και η εφαρμογή γνωστών μυθολογικών παραδειγμάτων σε ένα ευρύ φάσμα καταστάσεων, η αρμονική προσαρμογή τους στην εκάστοτε περίπτωση (ad hoc), η αμεσότητα του ύφους του προς το αναγνωστικό κοινό, η ικανότητά του να επιτυγχάνει τη σύνδεση του μυθολογικού παρελθόντος με το παρόν, καθώς και η προβολή «εναλλακτικών» πτυχών τους, μέσω των οποίων εκφράζει την κριτική του για τα ήθη της εποχής του και την ποιητική του persona.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Martial was born around 40 CE in the city of Bilbilis, in the Roman province of Hispania Tarraconensis and approximately at 64 CE he went to Rome, where he distinguished himself in the genre of epigram following an artistic career in the court of the emperor Domitian. The poet used in particular the Greek mythological tradition that offered him rich material in order to process various myths and adapt them appropriately to the genre of epigram and his contemporary era (end of the 1st century CE).The main purpose of this dissertation is the analysis and presentation of the multifaceted use of mythological examples in Martial’s poetry, the emergence of intertextual relations between his work and previus poets (Catullus, Horace, Ovid, etc.), the integration of mythological references to thematic categories, the fullest possible analysis of the relevant themes, as well as the unfolding of Martial’s concept of connecting the myth ("past") to the present through the application of a mythical ...
Martial was born around 40 CE in the city of Bilbilis, in the Roman province of Hispania Tarraconensis and approximately at 64 CE he went to Rome, where he distinguished himself in the genre of epigram following an artistic career in the court of the emperor Domitian. The poet used in particular the Greek mythological tradition that offered him rich material in order to process various myths and adapt them appropriately to the genre of epigram and his contemporary era (end of the 1st century CE).The main purpose of this dissertation is the analysis and presentation of the multifaceted use of mythological examples in Martial’s poetry, the emergence of intertextual relations between his work and previus poets (Catullus, Horace, Ovid, etc.), the integration of mythological references to thematic categories, the fullest possible analysis of the relevant themes, as well as the unfolding of Martial’s concept of connecting the myth ("past") to the present through the application of a mythical example into everyday life, features that make his work particularly interesting, up-to-date and original.The first chapter examines Martial’s attempt to glorify Domitian as a ruler, as well as to showcase his political and military virtues by comparing him to the father of gods and men, Zeus. Specifically, the poet compares the emperor to the king of Olympus, in order to present him as his equal and his representative on earth through the presentation of lightning as a symbol of legitimacy and also by the comparison of Domitian’s war triumphs over barbaric tribes to Jupiter’s victory over the Giants. In the same chapter, the poet also enriches the praise of Domitian with references to Hercules, emphasizing with admiration that the impressive spectacles that take place in the Colosseum thanks to the emperor can be compared in splendor to the feats of the Greek demigod. The poet focuses on the emperor’s future apotheosis, a worthy reward from the gods for the honors he has offered them, according to Hercules’ example. Finally, Martial compares the ruler to other gods, such as Mars, Apollo, Dionysus and Minerva in order to emphasize his contribution to the rebirth of the state and the prosperity of his subjects.In the second chapter, Domitian's praise is related to the magnificent spectacles that he generously offers to entertain the people in the arena of the Colosseum. Martial highlights an additional dimension of the spectacles, as he presents the emperor being able to connect the myth (past) with reality (present) using his "divine" powers, thus confirming his power. The poet's style in many cases is strongly critical of the convicts, as he describes with raw realism and black humor their executions in the arena. Martial further embellishes the spectacles with the cloak of myth, adding the concepts of miasma (nefas), disrespect (impietas) and crime (scelus), which belong to the core of Roman law and are under Domitian’s protection and guarantee. In the third chapter, the praise of Domitian by Martial focuses in the field of love. A series of mythological examples is presented starting with the love relationship between Zeus and Ganymede, which the poet compares respectively to the relationship between Domitian and Earinus. The inclusion of the myth of Ganymede as an absolute exemplum of beauty in Martial's poetry is related not only to the emperor's homosexual relations with persons of his court, but also to the bisexual erotic preferences of the upper classes of Roman society, to which Martial refers sharply, as he equates homosexuality to disease and divine punishment. The same chapter also refers to the god Priapus, a symbol of erotic beauty and fertility whose main characteristic was an oversized phallus. It is clear though, that despite the projection of the solidity and the sexual impulse of Priapus, Martial does not fail to show at the same time the perishable nature of the god’s wooden statue that can not provide any kind of protection to the garden from external threats. Martial’s critique of the Roman erotic morals extends to the worship of Cybele, focusing on the custom of castration of its priests, the "Gauls" (Galli), an adjective that implies a feminine man who is possessed by unnatural sexual urges.Despite Martial’s emphasis on carnal pleasures and love, in the fourth chapter he appears realistic concerning the futility of human nature. The poet does not omit to mention that death is present at all times, emphasizing that it is a common fate of all mortals regardless of their social status. At the same time, he emphasizes the timeless importance of certain values (glory, love and brotherly devotion) that contribute to the preservation of the dead in the collective memory, and therefore to immortality, according to the epic heroes (Dioscuri, Achilles and Patroclus). In other cases, of course, Martial parodes the motif of death, as he ironically likens the ugly appearance of some of his acquaintances to the disgusting spectacle of a corpse, while he also ridicules the futile search for the longevity associated with famous epic heroes (Nestor, Priam, Peleus). The poet's cheerful mood is intensified by references to mythological examples of animals from the epic tradition (Odysseus' dog) and previous Latin poets, such as Catullus ("Lesbian sparrow") and Ovid ("parrot"). In conclusion, Martial chooses to demystify the epic models of longevity by paradoxizing people's confidence in situations that go beyond the laws of nature and to ridicule death.In the fifth chapter, Martial moves on to the field of aetiological poetry and highlights the cultural "identity" of various cities of the empire associated with well-known mythological circles (Argonautic, Theban and Trojan). Martial features Rome's dominant position in its globalized world, and then proceeds to highlight the divine origin of its people and the feasts of Saturnalia, which offer him the opportunity to use "spicy" humor, bringing causal myths to the fore. The cheerful atmosphere that prevailed in those days allowed the poet to speak openly about love, as he describes gifts that are exchanged between the guests, as well as various sensuous spectacles. The offering of gifts as well as the display of food during the festive events (purple robe from Tyre, wild boar, swallows, pheasant) further fuels the imagination of the poet, who recalls humorοusly famous mythological examples, (Prometheus, Caledonian boar, Tireas and Procne, Argonautic campaign). The poet presents the "exotic" dishes not only as simple delicacies, but also as samples of unknown cultures, parodying well-known mythological examples, such as the love affairs of Zeus with various mortal women (Io, Danae, and Leda).The sixth chapter highlights Martial’s artistic perception, openly expressing his opposition to the standards of epic tradition and advocating austerity to the expression and the size of the works. This artistic model also includes a different moral evaluation of the heroes, who do not seem as impressive as before, showcased by a more realistic approach of Hercules’ personality in the Apophoreta. In addition, Martial’s critique focuses on epic motifs, such as the duel between two heroes, as he recalls at the same time the brave Hector and the infant Astyanax.Martial in some cases refers to certain mythological examples in order to denote the contrast between youth and old age (Astyanax - Priam, Hecuba - Andromache), love rivals (Briseis - Patroklos) and marital fidelity and adultery (Penelope, Andromache - Helen) presenting a more realistic side of the epic heroes. He also borrows motifs from Odyssey in order to refer humorously to subjects such as poor quality art (Sirens), physical deformity (Cyclops), the contrast between poverty and wealth (Mount Croesus) and the wedding proposal (Faiakes-Nausicaa). As one can observe, Martial generally uses relevant mythological examples in order to emphasize jestingly that moral values have completely disappeared in his contemporary society while materialism, immorality and indifference to fellow human beings prevail.In other cases, Martial refers to an example of the epic tradition in order to express his artistic ideals and his intention to compose short poems, moving away from the Homeric models. Of course, the parody of the heroes and their values could be considered more as a literary game and not as a rejection of the epic tradition as a whole, as it can be derived through the poet's relevant references to the importance and timelessness of the epic poems. In any case, however, Martial distinguishes himself clearly from the creators of big poems, considering that they imitate indiscriminately the unsurpassed Homeric models and thus waste in vain like Sisyphus and Tantalus, who were condemned by the gods in eternal torment.In conclusion, Martial combines the realistic interpretation of the world that is set in the context of Alexandrian-elegiac poetry with harmony, but also with a didactic mood in the context of the epigram that required clarity and brevity in expression, thus creating something innovative and pioneering. The poet consciously chose to deviate from the standards of the epic tradition by interpreting the relevant mythological specimens with rational criteria, following the tendency that had begun from the period of the late res publica and the early Principatus (poetae novi, elegiac poets) and the influence of Hellenistic poetry (Callimachus, Philitas, Parthenius). However, the elements that differentiated Martial from his colleagues were the systematic use and application of well-known mythological examples in a wide range of situations, their harmonious adaptation in each case (ad hoc), the immediacy of his style to the reading public, his ability to achieve the connection of the mythological past with the present, as well as the featuring of their "alternative" aspects, through which he expresses his critique of the morals of his time as well as his poetic persona.
περισσότερα