Περίληψη
Στην παρούσα διδακτορική διατριβή διερευνάται η συγχρονική οργάνωση της ονοματικής κλιτικής μορφολογίας στον νου του φυσικού ομιλητή και η διαχρονική δυνατότητα αναδιάρθρωσης των κλιτικών παραδειγμάτων, είτε κάτω από την επίδραση ενδογλωσσικών παραγόντων είτε εξαιτίας της γλωσσικής επαφής. Η διατριβή οργανώνεται σε δύο τμήματα. Στο πρώτο τμήμα (κεφάλαια 1-4), επιχειρείται μία θεωρητική οριοθέτηση της διαδικασίας της κλίσης τόσο συγχρονικά όσο και διαχρονικά. Στο πλαίσιο αυτό, παρέχονται επιχειρήματα ότι η κλίση αποτελεί τομέα της μορφολογίας. Επιπλέον, σε αντίθεση με την διχοτομική αντίληψη που επικρατεί στην βιβλιογραφία, σύμφωνα με την οποία η κλίση έχει χαρακτήρα είτε συνταγματικό είτε παραδειγματικό, η διατριβή προτείνει ότι η κλιτική μορφολογία έχει διττή φύση, και ότι η κλίση λειτουργεί παράλληλα άλλοτε συνταγματικά και άλλοτε παραδειγματικά. Χαρακτηριστική περίπτωση τον παραδειγματικών σχέσεων οι οποίες αναπτύσσονται στην κλίση είναι τα κλιτικά παραδείγματα και οι κλιτικές τάξει ...
Στην παρούσα διδακτορική διατριβή διερευνάται η συγχρονική οργάνωση της ονοματικής κλιτικής μορφολογίας στον νου του φυσικού ομιλητή και η διαχρονική δυνατότητα αναδιάρθρωσης των κλιτικών παραδειγμάτων, είτε κάτω από την επίδραση ενδογλωσσικών παραγόντων είτε εξαιτίας της γλωσσικής επαφής. Η διατριβή οργανώνεται σε δύο τμήματα. Στο πρώτο τμήμα (κεφάλαια 1-4), επιχειρείται μία θεωρητική οριοθέτηση της διαδικασίας της κλίσης τόσο συγχρονικά όσο και διαχρονικά. Στο πλαίσιο αυτό, παρέχονται επιχειρήματα ότι η κλίση αποτελεί τομέα της μορφολογίας. Επιπλέον, σε αντίθεση με την διχοτομική αντίληψη που επικρατεί στην βιβλιογραφία, σύμφωνα με την οποία η κλίση έχει χαρακτήρα είτε συνταγματικό είτε παραδειγματικό, η διατριβή προτείνει ότι η κλιτική μορφολογία έχει διττή φύση, και ότι η κλίση λειτουργεί παράλληλα άλλοτε συνταγματικά και άλλοτε παραδειγματικά. Χαρακτηριστική περίπτωση τον παραδειγματικών σχέσεων οι οποίες αναπτύσσονται στην κλίση είναι τα κλιτικά παραδείγματα και οι κλιτικές τάξεις. Οι τελευταίες είναι δυνατόν είτε να συμμορφώνονται με μία κανονική κατάσταση, όπως περιγράφεται από το μοντέλο της Κανονικής Τυπολογίας (Canonical Τypology· Corbett 2005, 2006, 2007, 2008, 2009, 2011), είτε να αποκλίνουν από αυτήν, δημιουργώντας μορφολογικά φαινόμενα όπως η αλλομορφία, ο συγκρητισμός, η ετερόκλιση, η ελλειπτικότητα, και η υπεραφθονία. Σε διαχρονικό επίπεδο, επιχειρείται να μοντελοποιηθούν τα αίτια και οι μηχανισμοί με τους οποίους οι κλιτικές τάξεις είναι δυνατόν να μεταβάλλονται στον άξονα του χρόνου. Στο δεύτερο τμήμα της διατριβής (κεφάλαια 5-8), το θεωρητικό μοντέλο που διαμορφώθηκε στα προηγούμενα κεφάλαια εφαρμόζεται για την μελέτη της ονοματικής κλιτικής μορφολογίας της Κατωιταλικής. Η διατριβή φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα νέο, πλήρες και δια-διαλεκτικά εφαρμόσιμο πρότυπο ως προς την συγχρονική και διαχρονική ανάλυση της ονοματικής κλιτικής μορφολογίας. Σε αντίθεση με τις προηγούμενες κατηγοριοποιήσεις, οι προταθείσες κλιτικές τάξεις δεν προκύπτουν από την άνωθεν επιβολή μοντέλων τα οποία έχουν δημιουργηθεί για άλλες γλωσσικές ποικιλίες. Στην διατριβή, οι κλιτικές τάξεις του συστήματος προκύπτουν μέσα από την ανάδειξη των κάθε φορά διαθέσιμων ομάδων κλιτικών επιθημάτων και των μεταξύ τους δυνατών συνδυασμών. Η επιλογή αυτή έχει ως αποτέλεσμα (α) την περιγραφή ενός συστήματος κοντά στην διαίσθηση του φυσικού ομιλητή, (β) το οποίο διαθέτει περιγραφική και (γ) ερμηνευτική επάρκεια. Η θέση ότι η μορφολογία αποτελεί αυτόνομο τομέα της γραμματικής ενισχύεται μέσα από την καταγραφή, την ανάλυση και την ερμηνεία φαινομένων μορφομικού χαρακτήρα. Επίσης, μέσα από τα δεδομένα της διατριβής, υποστηρίζεται ότι, τα πραγματικά γλωσσικά συστήματα αποκλίνουν από τον ιδεατό γλωσσικό κόσμο τον οποίο περιγράφει το τυπολογικό μοντέλο της κανονικής μορφολογίας. Εντούτοις, το μοντέλο αναδεικνύεται ως ένα εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο για την καλύτερη κατανόηση φαινομένων τα οποία επιδρούν τόσο στην συγχρονική οργάνωση των κλιτικών παραδειγμάτων όσο και στην διαχρονική εξέλιξή τους. Τέλος, ως προς το επίπεδο της διαχρονικής μεταβολής των κλιτικών τάξεων, σε αντίθεση με την αντίληψη ότι η ένταση της επαφής είναι δυνατόν να αποτελεί αποκλειστικό παράγοντα καθορισμού της γλωσσικής αλλαγής (Thomason 2001, 2010), παρέχονται επιχειρήματα ότι για την γλωσσική αλλαγή τα ενδογλωσσικά χαρακτηριστικά είναι εξαιρετικά σημαντικά και πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από κοινού με τους εξωγλωσσικούς παράγοντες.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
This doctoral dissertation investigates the synchronic organization of nominal inflection in the native speakers’ mind and the diachronic restructuring of inflectional paradigms either under the light of language contact or the linguistic system’s internal causes. The dissertation is organized into two parts. In the first part (chapters 1-4), a theoretical definition of inflection is delimited both synchronically and diachronically. In this context, it is argued that inflection is an autonomous field of morphology. Moreover, contrary to the dichotomous perception of inflection that prevails in the literature, according to which inflection is either syntagmatic or paradigmatic, this dissertation suggests that inflectional morphology has a dual nature, as it works both at a syntagmatic and paradigmatic level. The most typical case of the paradigmatic status of inflection is inflectional classes. The latter can either conform to a canonical state, as described by the model of Canonical Ty ...
This doctoral dissertation investigates the synchronic organization of nominal inflection in the native speakers’ mind and the diachronic restructuring of inflectional paradigms either under the light of language contact or the linguistic system’s internal causes. The dissertation is organized into two parts. In the first part (chapters 1-4), a theoretical definition of inflection is delimited both synchronically and diachronically. In this context, it is argued that inflection is an autonomous field of morphology. Moreover, contrary to the dichotomous perception of inflection that prevails in the literature, according to which inflection is either syntagmatic or paradigmatic, this dissertation suggests that inflectional morphology has a dual nature, as it works both at a syntagmatic and paradigmatic level. The most typical case of the paradigmatic status of inflection is inflectional classes. The latter can either conform to a canonical state, as described by the model of Canonical Typology (Corbett 2005, 2006, 2007, 2008, 2009, 2011) or deviate from it, thus creating morphological phenomena, such as allomorphy, syncretism, heteroclisis, defectiveness, and overabundance. Also, at a diachronic level, attempts are made to model the causes and mechanisms by which inflectional examples can change over time. In the second part of this dissertation (chapters 5-8), the previous chapters’ theoretical model is applied to studying the nominal inflectional morphology of Griko and Greko, the Greek varieties spoken in South Italy. The dissertation aspires to be a new, complete, and inter-dialectically applicable model for the synchronic and diachronic analysis of nominal inflection. In contrast to the previous categorizations, the proposed inflectional classes are not a result of a top-down application of models that have previously been proposed for the description of other (Modern Greek) dialects; instead, they arise from the emergence of the available sets of inflectional suffixes, and the possible and realized combinations between them. This choice results in the description of a system that (a) is close to the intuition of the native speaker, (b) has descriptive competence, and (c) interpretive competence. The postulation that morphology is an autonomous field of grammar is reinforced by recording, analyzing, and interpreting morphomic phenomena. It is also argued that, in the real world, languages deviate from the ideal world described by the typological model of Canonical Morphology. However, Canonical Morphology seems to be a useful tool for a deeper understanding of phenomena that affect both the synchronic organization of inflectional paradigms and their evolution over time. Finally, regarding the change of inflectional classes over time, contrary to the widely accepted idea that the intensity of contact can determine language change (Thomason 2001, 2010), this dissertation provides arguments in favor of the claim that the internal characteristics of the language are vital parameters of language change, and they should be considered carefully together with extralinguistic factors.
περισσότερα