Περίληψη
Η παρούσα διατριβή προσεγγίζει το θέμα της «ναυσιπλοΐας» αναζητώντας τις απαρχές της, τις πρώτες, δηλαδή, στοιχειώδεις προσπάθειες διάσχισης της θάλασσας, όπως αυτές μαρτυρούνται στα αρχαιολογικά κατάλοιπα της ΒΑ Μεσογείου. Κορμός της έρευνας είναι η μελέτη των λίθινων συνόλων που συλλέχθηκαν από τα νησιά και τις νησίδες του Εσωτερικού Αρχιπελάγους του Ιονίου (ΕΑΙ). Με το ΕΑΙ ως μελέτη περίπτωσης και λαμβάνοντας υπ' όψιν τις μεταβολές ως προς την παλαιογεωγραφία της περιοχής και τα διαθέσιμα παλαιοντολογικά και παλαιοανθρωπολογικά δεδομένα της ΒΑ Μεσογείου, σκοπός είναι (α) να διερευνηθεί η υπόθεση σχετικά με τις θαλάσσιες μετακινήσεις κατά το Πλειστόκαινο σε μια περίκλειστη θάλασσα όπως αυτή του ΕΑΙ, β) να επανεκτιμηθεί η συμβολή των ήδη δημοσιευμένων συνόλων από τα υπόλοιπα νησιά της λεκάνης του Αιγαίου, γ) να προσδιοριστούν τόσο οι υδάτινες όσο και οι χερσαίες ρότες που σήμερα βρίσκονται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, δ) να ενσωματωθούν τα νέα δεδομένα στην ευρύτερη συζήτηση τ ...
Η παρούσα διατριβή προσεγγίζει το θέμα της «ναυσιπλοΐας» αναζητώντας τις απαρχές της, τις πρώτες, δηλαδή, στοιχειώδεις προσπάθειες διάσχισης της θάλασσας, όπως αυτές μαρτυρούνται στα αρχαιολογικά κατάλοιπα της ΒΑ Μεσογείου. Κορμός της έρευνας είναι η μελέτη των λίθινων συνόλων που συλλέχθηκαν από τα νησιά και τις νησίδες του Εσωτερικού Αρχιπελάγους του Ιονίου (ΕΑΙ). Με το ΕΑΙ ως μελέτη περίπτωσης και λαμβάνοντας υπ' όψιν τις μεταβολές ως προς την παλαιογεωγραφία της περιοχής και τα διαθέσιμα παλαιοντολογικά και παλαιοανθρωπολογικά δεδομένα της ΒΑ Μεσογείου, σκοπός είναι (α) να διερευνηθεί η υπόθεση σχετικά με τις θαλάσσιες μετακινήσεις κατά το Πλειστόκαινο σε μια περίκλειστη θάλασσα όπως αυτή του ΕΑΙ, β) να επανεκτιμηθεί η συμβολή των ήδη δημοσιευμένων συνόλων από τα υπόλοιπα νησιά της λεκάνης του Αιγαίου, γ) να προσδιοριστούν τόσο οι υδάτινες όσο και οι χερσαίες ρότες που σήμερα βρίσκονται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, δ) να ενσωματωθούν τα νέα δεδομένα στην ευρύτερη συζήτηση των τεχνικών, συμπεριφορικών και γνωστικών ικανοτήτων των ειδών που έζησαν στην περιοχή κατά το Πλειστόκαινο, και ε) να διατυπωθούν προτάσεις για μελλοντικές προοπτικές και επιδιώξεις της έρευνας. Το ΕΑΙ αποτελεί ιδανική μελέτη περίπτωσης για τη διερεύνηση τόσο των χερσαίων όσο και των θαλάσσιων διαδρομών που ενδεχομένως να έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια του Πλειστόκαινου, δεδομένου ότι η σημερινή διαμόρφωσή των ακτών του διαφέρει σημαντικά από εκείνη που θα είχαν στη διάθεσή τους οι ανθρώπινες κοινότητες της Παλαιολιθικής Εποχής. Σύμφωνα με τις τελευταίες προτάσεις ανασύστασης των παλαιοακτογραμμών, ενώ τα περισσότερα υπό μελέτη νησιά αποτελούσαν χερσαίες προεκτάσεις της Λευκάδας και των απέναντι Ακαρνανικών ακτών, κατά τις περιόδους χαμηλής θαλάσσιας στάθμης (MIS 2, MIS 4 και MIS 6), η Κεφαλονιά, η Ζάκυνθος, η Ιθάκη, η Ατόκος και το Αρκούδι δεν ενώνονταν με την απέναντι χέρσο. Συνεπώς τα λίθινα ευρήματα που αποδίδονται στη Μέση Παλαιολιθική αποτελούν ενδείξεις θαλάσσιων και όχι χερσαίων διαδρομών. Πρόκειται για αποτέλεσμα μιας σειράς μελετών που συνδυάζουν επιτόπια και εργαστηριακή έρευνα μαζί με βιβλιογραφική ανασκόπηση για την κατανόηση του παλαιοπεριβαλλοντικού, παλαιογεωγραφικού, παλαιοντολογικού, παλαιοανθρωπολογικού και αρχαιολογικού πλαισίου. Η επανεξέταση του ήδη δημοσιευθέντος υλικού από θέσεις της Ζακύνθου και της Κεφαλονιάς, σε συνδυασμό με τη μελέτη νέων ευρημάτων από την Επιφανειακή έρευνα στη Λειβαθώ (Κεφαλονιά), επιτρέπουν την ολιστική εξέταση του ζητήματος του ενδεχόμενου διάπλου στο Ιόνιο Πέλαγος κατά το Πλειστόκαινο. Επιπλέον, η λεπτομερής επανεξέταση των δημοσιευμένων συλλογών λίθινων τεχνέργων από τα νησιά του Αιγαίου (Αλόννησος, Κυρά Παναγία, Άγιος Ευστράτιος, Νάξος, Κρήτη και Γαύδος) επιτρέπει μια σχολαστική και κριτική προσέγγιση του θέματος και μια επανεκτίμηση των δυνατοτήτων και των διαθέσιμων εργαλείων της έρευνας, σε ό, τι αφορά τις θαλάσσιες μετακινήσεις σε τοπικό επίπεδο (ΒΑ Μεσόγειος) αλλά με σημαντικές προεκτάσεις για την έρευνα σε παγκόσμια κλίμακα. Η μελέτη αυτή αναγνωρίζει προβλήματα τεκμηρίωσης και δημοσίευσης των δεδομένων και ερμηνευτικών περιορισμών, εντοπίζει παραλείψεις και προτείνει εναλλακτικές ερμηνείες. Μέσα από τη σύνθεση νέων και παλαιότερων δεδομένων, αναζητούνται τα Πλειστοκαινικά υδάτινα, παράκτια και καταβυθισμένα τοπία δράσης και προτείνονται οι πιθανές χερσαίες και θαλάσσιες ρότες. Με βάση τα νέα στοιχεία από τη ΒΑ Μεσόγειο αλλά και από άλλες περιοχές της Ευρασίας, η συζήτηση επικεντρώνεται στην έννοια της «καινοτομίας» ως «προσαρμογής», ως απόκρισης σε διαφόρων ειδών φυσικές ή ανθρωπογενείς πιέσεις. Αναμφισβήτητα, χρειάζεται πολλή δουλειά ακόμα για τη διερεύνηση και τεκμηρίωση των πρώιμων θαλάσσιων μετακινήσεων, όχι μόνο στη ΒΑ Μεσόγειο αλλά παγκοσμίως. Αυτό που τελικά γίνεται σαφές είναι πως οι μελλοντικές αρχαιολογικές μελέτες που θα αποσκοπούν στο να κατανοήσουν τις πρώτες απόπειρες του ανθρώπινου είδους να διασχίσει τη θάλασσα οφείλουν να οργανωθούν στο πλαίσιο διεπιστημονικών ερευνών που δεν θα σταματούν στις σημερινές ακτές αλλά θα συνεχίζουν και κάτω από τη στάθμη της θάλασσας για τον εντοπισμό των ανθρωπογενών Πλειστοκαινικών τοπίων της υφαλοκρηπίδας.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The thesis at hand approaches the subject of ‘seafaring’ by looking for its origins, i.e. the earliest, rudimentary attempts to confront the sea, as these may be preserved in the archaeological record of the NE Mediterranean. It focuses on a small archipelago, situated in the enclosed Inner Ionian Sea, consisting of Meganissi, Kythros and several larger or smaller isles and islets. With the IISA as a case study and by taking into account the differences in the palaeogeography of the region, corroborated by the contextual evidence in terms of palaeoanthropological and palaeontological remains from this part of the Mediterranean, the aim is (a) to test the hypothesis for Pleistocene sea-crossings in an enclosed sea, such as the one encountered at the IISA, (b) to critically reassess the available archaeological indications for the Pleistocene sea-crossings, (c) to identify both the marine but also the terrestrial routes which are today submerged, (d) to incorporate the new data in the br ...
The thesis at hand approaches the subject of ‘seafaring’ by looking for its origins, i.e. the earliest, rudimentary attempts to confront the sea, as these may be preserved in the archaeological record of the NE Mediterranean. It focuses on a small archipelago, situated in the enclosed Inner Ionian Sea, consisting of Meganissi, Kythros and several larger or smaller isles and islets. With the IISA as a case study and by taking into account the differences in the palaeogeography of the region, corroborated by the contextual evidence in terms of palaeoanthropological and palaeontological remains from this part of the Mediterranean, the aim is (a) to test the hypothesis for Pleistocene sea-crossings in an enclosed sea, such as the one encountered at the IISA, (b) to critically reassess the available archaeological indications for the Pleistocene sea-crossings, (c) to identify both the marine but also the terrestrial routes which are today submerged, (d) to incorporate the new data in the broader discussion of the technical, behavioural and cognitive capacities of the species involved and (e) to propose the way forward in terms of research agendas for the future. The area of the Inner Ionian Sea Archipelago (IISA) is an ideal case study for the investigation of both terrestrial and marine crossings that might have occurred during the Pleistocene since its present coastal configuration differed significantly from the one encountered by Palaeolithic hominins. According to the latest palaeoshoreline reconstructions, while most of the islands under scrutiny were connected to Lefkas and the opposite Akarnanian coasts, during the low sea-level stands of MIS 2, MIS 4 and MIS 6, the islands of Kefalonia, Zakynthos, Ithaki, Atokos and Arkoudi were indeed separated from the mainland, thus, any lithic finds attributed to the Middle Palaeolithic are indications of marine rather than terrestrial crossings.This research is the result of a series of studies combining fieldwork and laboratory methods. Literature review was conducted in order to appreciate the palaoenvironmental, palaeogeographic, palaeontological, palaeoanthropological and archaeological context. A re-examination of the already published material from sites on Zakynthos and Kefalonia, together with the study of new assemblages from the Livatho Valley Survey, allow for a comprehensive scrutiny of the issue of Pleistocene sea-crossings in the Ionian Sea. Furthermore, the detailed re-examination of the published lithic collections from the Aegean islands of Alonnissos, Kyra Panagia, Ayios Efstratios, Naxos, Crete and Gavdos allows for a meticulous and exhaustive approach of the subject matter and an appreciation of the state-of-the-art in terms of Pleistocene sea-crossings in a local scale (the NE Mediterranean) but with significant repercussions for the discipline in a global scale. The critical review of the already published datasets recognizes problems of data documentation and interpretative limitations, identifies omissions and proposes alternative interpretations. Through the synthesis of new and old data, the seascapes, coastscapes and submerged Pleistocene landscapes are presented, and the possible terrestrial and marine routes are proposed. The debate focuses on the notion of ‘innovation’ as ‘adaptation’, as a response to various types of natural or anthropogenic stress, on the basis of the new data from the NE Mediterranean but also from several other cases in Eurasia. Irrefutably, there is still much work to be done towards the identification and documentation of the archaeological evidence for the earliest sea-crossings not only in the NE Mediterranean but worldwide. What becomes apparent, though, is that future archaeological investigations aiming to explore the earliest attempts of the human lineage to confront and navigate the sea may need to be sustained in the sea.
περισσότερα