Περίληψη
Σημείο εκκίνησης της διατριβής είναι το αναδυόμενο κοινωνικο-οικονομικό φαινόμενο της Επιχειρηματικότητας Έντασης Γνώσης (ΕΕΓ) το οποίο έχει πρόσφατα περιγραφεί ως μια ειδική μορφή επιχειρηματικότητας με μεγάλες δυνατότητες και ισχυρή σύνδεση με την καινοτομία και την οικονομική ανάπτυξη. Έχει σχετιστεί με την ίδρυση νέων επιχειρήσεων ή την επέκταση υφιστάμενων επιχειρήσεων και βασίζεται στην δυναμική δημιουργία κι εφαρμογή νέας γνώσης. Παράλληλα, η διατριβή εστιάζει στους κλάδους χαμηλής τεχνολογίας, οι οποίο παίζουν κομβικό ρόλο στην παγκόσμια οικονομία και λειτουργούν σήμερα στο πλαίσιο μερικώς αλλά - παρόλα αυτά - διαρκώς μεταβαλλόμενων και ιδιαίτερα ασαφών και ταραγμένων αγορών. Μέχρι πρόσφατα, ήταν κοινή αντίληψη ότι η επιχειρηματικότητα που βασίζεται στη γνώση ήταν δύσκολο να υπάρξει σε παραδοσιακούς κλάδους εξαιτίας των θεμελιωδών χαρακτηριστικών αυτών όπως για παράδειγμα, η χαμηλή ή ανύπαρκτη ένταση Ε&Α και ισχυρές εμμονές των κλάδων αυτών στην πεπατημένη.Η διατριβή φιλοδοξ ...
Σημείο εκκίνησης της διατριβής είναι το αναδυόμενο κοινωνικο-οικονομικό φαινόμενο της Επιχειρηματικότητας Έντασης Γνώσης (ΕΕΓ) το οποίο έχει πρόσφατα περιγραφεί ως μια ειδική μορφή επιχειρηματικότητας με μεγάλες δυνατότητες και ισχυρή σύνδεση με την καινοτομία και την οικονομική ανάπτυξη. Έχει σχετιστεί με την ίδρυση νέων επιχειρήσεων ή την επέκταση υφιστάμενων επιχειρήσεων και βασίζεται στην δυναμική δημιουργία κι εφαρμογή νέας γνώσης. Παράλληλα, η διατριβή εστιάζει στους κλάδους χαμηλής τεχνολογίας, οι οποίο παίζουν κομβικό ρόλο στην παγκόσμια οικονομία και λειτουργούν σήμερα στο πλαίσιο μερικώς αλλά - παρόλα αυτά - διαρκώς μεταβαλλόμενων και ιδιαίτερα ασαφών και ταραγμένων αγορών. Μέχρι πρόσφατα, ήταν κοινή αντίληψη ότι η επιχειρηματικότητα που βασίζεται στη γνώση ήταν δύσκολο να υπάρξει σε παραδοσιακούς κλάδους εξαιτίας των θεμελιωδών χαρακτηριστικών αυτών όπως για παράδειγμα, η χαμηλή ή ανύπαρκτη ένταση Ε&Α και ισχυρές εμμονές των κλάδων αυτών στην πεπατημένη.Η διατριβή φιλοδοξεί ακριβώς να συμβάλει στη σφαιρική κατανόηση της ΕΕΓ ως μηχανισμού μεταφοράς πολυποίκιλης γνώσης σε καινοτόμες οικονομικές επιχειρηματικές δραστηριότητες αλλά σε κλάδους χαμηλής τεχνολογίας. Πιο συγκεκριμένα, το αντικείμενο της έρευνας είναι η Επιχείρηση χαμηλής τεχνολογίας αλλά Εντάσεως Γνώσης, ενώ το φαινόμενο υπό μελέτη είναι η αντίστοιχη επιβίωση και ανάπτυξη αυτού του συγκεκριμένου τύπου είτε πολύ νέων επιχειρήσεων ή, στο πλαίσιο υφιστάμενων επιχειρήσεων, εταιρικών εγχειρημάτων που λειτουργούν σε ώριμα και ιδιαίτερα κορεσμένα επιχειρηματικά οικοσυστήματα. Το κεντρικό ζήτημα της διατριβής είναι πώς και γιατί συγκεκριμένες επιχειρήσεις χαμηλής τεχνολογίας αλλά με ένταση γνώσης (ΧΤ-ΕΓ) επιβιώνουν από τον πρόωρο θάνατο και αναπτύσσονται μέσα σε παραδοσιακά επιχειρηματικά οικοσυστήματα. Η αφετηρία της έρευνας ήταν το γενικό ενδιαφέρον για τους μηχανισμούς και τις διαδικασίες που διέπουν την ΧΤ-ΕΕΓ. Στη συνέχεια επεκτάθηκε κι επικεντρώθηκε στους πόρους και τις ικανότητες που αναδύθηκαν ως κρίσιμα στοιχεία του φαινομένου. Η έρευνα απέδωσε πάνω από 500 σελίδες απομαγνητοφωνημένου υλικού και πάνω από 2000 σελίδες επιμέρους δεδομένων και σημειώσεων. Οι επιμέρους στόχοι της έρευνας, όπως τελικά διαμορφώθηκαν για να δομήσουν μια σφαιρική και ολοκληρωμένη εικόνα του υπό διερεύνηση θέματος, είναι οι ακόλουθοι: α) πώς δημιουργούν οι επιχειρηματίες / επιχειρηματικές ομάδες ΧΤ-ΕΓ καινοτόμες επιχειρηματικές ιδέες ΕΓ; β) πώς εντοπίζουν, αποκτούν πρόσβαση και χρησιμοποιούν τη γνώση για να παράγουν καινοτομία; γ) πώς συγκεντρώνουν τους πόρους, τη γνώση, τις δεξιότητες κι άλλες εισροές για να μεταφέρουν την ιδέα τους σε παραγωγή και προϊόντα; δ) πώς οι νεοφυείς επιχειρήσεις ΧΤ-ΕΓ ξεπερνούν τις αδυναμίες που προκύπτουν από τους συνήθως λιγοστούς πόρους, δημιουργούν ισχυρό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα κι αναπτύσσονται; Ερευνητική φιλοσοφία: Η έρευνα επιδιώκει μια ολιστική κατανόηση του φαινομένου της ΕΕΓ-ΧΤ . Για το σκοπό αυτό υιοθετήθηκε η προσέγγιση του εποικοδομητισμού έως η πλέον κατάλληλη για την διερεύνηση του φαινομένου. Η ερευνητική μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε είναι η επαγωγική προσέγγιση και πιο συγκεκριμένα η μέθοδος μελέτης πολλαπλών περιπτώσεων για παραγωγή θεωρίας. Οι περιπτώσεις αφορούν την ίδρυση Ελληνικών νεοφυών επιχειρήσεων ή περιπτώσεις εταιρικών εγχειρημάτων χαμηλής τεχνολογίας που έλαβαν χώρα την δεκαετία 1998-2007. Στην επιλογή των περιπτώσεων η ένταση γνώσης, η καινοτομικότητα, ή ύπαρξη ικανής αβεβαιότητας και η επίδειξη εξαιρετικής δραστηριότητας (όπως π.χ. ηγεσίας στην αγορά) θεωρήθηκαν θεμελιώδη κριτήρια. Το τελικό δείγμα αποτελείται από 30 περιπτώσεις πλούσιες σε δεδομένα (δεκατρείς νεοφυείς και δεκαεπτά περιπτώσεις εταιρικών εγχειρημάτων) που ανήκουν σε τρεις παραδοσιακούς κλάδους και πιο συγκεκριμένα στον κλάδο του ξύλου–επίπλου, των τροφίμων και ποτών και τέλος της κλωστοϋφαντουργίας κι ένδυσης. Τα δεδομένα συγκεντρώθηκαν με 42 ημι-δομημένες συνεντεύξεις με βασικά στελέχη των επιλεγμένων επιχειρήσεων κατά τη διάρκεια της έρευνας. Επιπρόσθετα, χρησιμοποιήθηκε κι ένας αξιόλογος αριθμός άλλων πηγών όπως εγγράφων (αναφορές στον τύπο, ετήσιες εκθέσεις, υλικό από τις εταιρικές ιστοσελίδες, κλαδικές αναφορές κ.α.) κι εσωτερικά έγγραφα των επιχειρήσεων (οικονομοτεχνικές μελέτες, πρακτικά συνελεύσεων κ.α.). Στις περισσότερες περιπτώσεις, μελετήθηκε λεπτομερώς η ιστορία των επιχειρήσεων πριν και μετά το υπό εξέταση εγχείρημα (π.χ. νέες καινοτομίες, νέα εγχειρήματα, συγχωνεύσεις κλπ), για την καλύτερη και σφαιρικότερη κατανόηση του φαινομένου. Στην ίδια γραμμή, μελετήθηκε και η εξέλιξη των εγχειρημάτων μετά την ημέρα της συνέντευξης κι ως την τελική παράδοση του συγγράμματος για την καλύτερη αξιολόγηση της απόδοσης κι επίδοσης των επιλεγμένων περιπτώσεων. Στο σκοπό αυτό συνέβαλε επιπλέον η ιδιαίτερα βαθιά και μακροχρόνια οικονομική κρίση που μαστίζει την Ελλάδα ως ένα επιπλέον ( και μη προ-αποφασισμένο φυσικά) σημαντικό κριτήριο. Η ανάλυση υπέδειξε την ανάγκη ανάπτυξης νέας θεωρίας στο γενικότερο πλαίσιο του φαινομένου της επιχειρηματικότητας έντασης γνώσης σε παραδοσιακούς κλάδους. Σύμφωνα με το προταθέν θεωρητικό πλαίσιο, η ΕΕΓ-ΧΤ σχετίζεται με ένα ολοκληρωμένο σύνολο συγκεκριμένων δυναμικών επιχειρηματικών ικανοτήτων (ΔΕΙ). Πιο συγκεκριμένα, προτείνεται α) νέα θεωρία σχετικά με τη φύση, τις διαστάσεις και την εννοιολογική ανάλυση των ΔΕΙν και β) μια πιθανή οικολογία μεταξύ των δυναμικών επιχειρηματικών ικανοτήτων, των δυναμικών ικανοτήτων, των τεχνολογικών ικανοτήτων και της μακροπρόθεσμης επιβίωσης κι ανάπτυξης. Το προτεινόμενο πλαίσιο αντικατοπτρίζει απόψεις του ευρύτερου άξονα της επιστημονικής βιβλιογραφίας που σχετίζεται με την επιχειρηματικότητα, τις τεχνολογίες παραγωγής και το στρατηγικό μάνατζμεντ εστιάζοντας στην περιοχή της επιχειρηματικότητας χαμηλής τεχνολογίας αλλά έντασης γνώσης και χρησιμοποιώντας τη θεωρία των ικανοτήτων. Οι προτεινόμενες μετρήσιμες και πρότυπες ικανότητες είναι απλές, ιδιοσυγκρασιακές, με επαναληπτικό χαρακτήρα και φαίνεται να σχετίζονται με την επιβίωση του νέου εγχειρήματος, επηρεάζοντας της αρχικές βασικές επιλογές, την ανάπτυξη, την καινοτομικότητα και το αρχικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Οι δυναμικές επιχειρηματικές ικανότητες ορίζονται ως οι ικανότητες εκείνες που επιτρέπουν την εμπλοκή σε μη-συνήθεις δραστηριότητες, σε αυτοσχεδιασμό και σε ένα ευέλικτο και φαινομενικά αντιφατικό ως προς την κοινή γνώμη (παράδοξο) τρόπο συλλογής και δημιουργίας πόρων γνώσης και συνδυασμών αυτών, με στόχο την πραγμάτωση υπερβατολογικών επιχειρηματικών ιδεών με τη μορφή νέων εγχειρημάτων για την ενσωμάτωση αυτών στο σύγχρονο πολύπλοκο επιχειρηματικό περιβάλλον. Στο πλαίσιο της διατριβής οι ΔΕΙς θεωρούνται ικανότητες ανώτερης βαθμίδας που επηρεάζουν τον εντοπισμό, την επιλογή και τους τρόπους επιλογής των πόρων και δεξιοτήτων αλλά και την χρήση a priori γνώσης για τη συλλογή κι αξιοποίηση πόρων γνώσης από ποικίλες περιοχές, δημιουργώντας αλλαγές σε επιχειρηματικά οικοσυστήματα και ισχυρά αρχικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Οι επιχειρηματίες και οι διευθυντές είναι οι βασικοί υπεύθυνοι της ανάπτυξης των ΔΕΙς. Σύντομα όμως, οι ΔΕΙς ενσωματώνονται σε οργανωσιακές ρουτίνες ως «πρόγονοι» κάποιων διαστάσεων των δυναμικών ικανοτήτων και παραμένουν σε αυτή τη μορφή έως το επόμενο εγχείρημα του οργανισμού. Σύμφωνα με τα ευρήματα, οι ΔΕΙς δεν είναι στατικές. Καθώς αυξάνει η εμπειρία, η νέα πληροφόρηση χρησιμοποιείται για την τροποποίηση, την προσθήκη ή την αλλαγή προηγούμενων μοτίβων και διαδικασιών κι έτσι αναμορφώνονται και οι ικανότητες όπως οι τρόποι αναζήτησης της γνώσης, οι τεχνολογικές ικανότητες, οι μέθοδοι παραγωγής κ.α. Αυτή τους η συμπεριφορά οδηγεί στην υπόθεση πως οι ΔΕΙς μπορούν να καλλιεργηθούν εκούσια, να αναπτυχθούν και να διαμορφωθούν από τους βασικούς αρμόδιους για τη λήψη αποφάσεων. Τα ευρήματα από την ανάλυση όλων των περιπτώσεων υπέδειξαν μια πληθώρα διαδικασιών και ικανοτήτων, από τις οποίες αναδύθηκαν οι τρεις προτεινόμενες Δυναμικές Επιχειρηματικές Ικανότητες με τις διαστάσεις τους και πιο συγκεκριμένα: α) η ικανότητα του bricolage η οποία επιτρέπει τους επιχειρηματίες να εξερευνούν και να εκμεταλλεύονται τις νέες ευκαιρίες σε αντίθεση με ασύμφορους και κοστοβόρους (ή και χρονοβόρους) παραδοσιακούς τρόπους. Οι διαστάσεις της προκύπτουν κύρια από τη σχετική θεωρία και είναι η δόμηση ενός «ρεπερτορίου» και η δικτύωση τύπου «ομόκεντρου κύκλου» με τις υπο-διαστάσεις τους, β) η ικανότητα αυτοσχεδιασμού που επιτρέπει τους επιχειρηματίες ΕΕΓ-ΧΤ να δημιουργούν και να εκτελούν απευθείας νέα σχέδια με τη χρήση πόρων που είναι διαθέσιμοι εκείνη τη στιγμή που αναδύονται οι ευκαιρίες ή μορφές μη αναμενόμενης γνώσης και πληροφόρησης. Οι βασικές διαστάσεις της ικανότητας αυτής αναπτύχθηκαν με βάση τη σχετική θεωρία και βιβλιογραφία και είναι η ικανότητα ροής της πληροφορίας και οι ικανότητες σκόπιμα προκλητικής («προβοκατόρικης») οργάνωσης με τις υπο-διαστάσεις τους και γ) η υπερβατολογική ικανότητα, μια πρωτότυπη έννοια στην συγκεκριμένη επιστημονική περιοχή. Πρόκειται για μια καθαρή δυναμική επιχειρηματική ικανότητα στρατηγικής φύσης που εμπεριέχει την ικανότητα ανάπτυξης υπερβατολογικών συνθηκών και την υπερβατολογική σύνθεση (υπο-διαστάσεις). Η δημιουργία της ικανότητας αυτής στηρίζεται στην «Κριτική του Καθαρού Λόγου» του Καντ σε συνδυασμό με σκέψεις και απόψεις πολλών θεωρητικών περί επιχειρηματικότητας και δημιουργίας της γνώσης στην πορεία εξέλιξης αυτών των επιστημονικών περιοχών. Η ικανότητα αυτή θεωρήθηκε ως θεμελιώδης στην επεξήγηση του «πώς» δομούνται οι καινοτόμες επιχειρηματικές ιδέες έντασης γνώσης προτείνοντας την ύπαρξη διακριτών διαδικασιών παραγωγής a priori γνώσης. Οι υπερβατολογικές ικανότητες είναι οι βασικές ικανότητες σχηματισμού ανορθόδοξων ιδεών μέσω της χάραξης νέων οδών προς την καινοτομία και τη γνώση ενώ είναι υπεύθυνες για τον συντονισμό κι οργάνωση των άλλων δύο ΔΕΙν για την πραγμάτωση αυτών των ιδεών. Οι επιχειρηματίες / επιχειρηματικές ομάδες δημιουργούν εκ προμελέτης γνήσιες νέες έννοιες που βασίζονται σε γνωστικές ικανότητες οι οποίες οφείλονται στις υπερβατολογικές ικανότητες. Αυτές καθορίζουν τις πηγές, την έκταση και την αντικειμενική αξία της γνώσης και διευκολύνουν τη χάραξη «οδών» μέσα στο χάος του «αρχάριου» φιλόδοξου επιχειρηματία. Η εμπειρική ανάλυση υπέδειξε ότι μια τέτοια ενεργοποίηση μηχανισμών που απαιτούνται για να οδηγήσουν σε ανεξερεύνητα μονοπάτια γνώσης και για να παράγουν καινοτόμες επιχειρηματικές ιδέες αποτελεί και τη βασική διαφορά ανάμεσα στο εξεταζόμενο φαινόμενο και την απλή επιχειρηματικότητα χαμηλής τεχνολογίας. Ο καρποί της υπερβατολογικής ικανότητας φαίνεται να μπορούν να επιτρέπουν σε έναν νεοεισερχόμενο να γίνει αποδεκτός σε ένα περιβάλλον ήδη ώριμο και φαινομενικά υπερκορεσμένο, να δελεάσει πελάτες, να παράξει αξία και να πείσει τους πελάτες να πληρώσουν γι αυτή. Η ανάλυση των δεδομένων επίσης υποδεικνύει ότι οι ΔΕΙς φαίνεται να υποστηρίζουν και να προωθούν την ανάπτυξη τεχνολογιών παραγωγής που δημιουργούν υπεραξία και συνεπώς την ανάπτυξη των τεχνολογικών ικανοτήτων των νέων επιχειρηματικών εγχειρημάτων, οι οποίες με τη σειρά τους εστιάζουν «στην αποτελεσματική χρήση της τεχνολογικής γνώσης στην παραγωγή, επένδυση και καινοτομία» (Westphal, et al., 1985, σελ. 171). Οι κατάλληλες τεχνολογίες παραγωγής συμβάλλουν στην ενίσχυση των ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων, την επιβίωση, ανάπτυξη και καινοτομία των επιχειρήσεων ΕΓ-ΧΤ. Μάλιστα, η ανάλυση φαίνεται να αμφισβητεί και την καθεστηκυία αντίληψη ότι οι επιχειρήσεις χαμηλής τεχνολογίας ακολουθούν την πεπατημένη, όπως για παράδειγμα ότι «δανείζονται» τεχνολογία για να εισέλθουν σε υφιστάμενες αγορές αναζητώντας ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στη χαμηλή τιμή, την αύξηση της παραγωγικότητας και τους καλύτερους όρους παράδοσης. Ένα ακόμη σημαντικό θέμα που πραγματεύεται η παρούσα διατριβή αφορά στην επαλήθευση της ύπαρξης των δυναμικών ικανοτήτων σε νέες επιχειρήσεις ΧΤ-ΕΓ. Η αντίληψη της αγοράς και της τεχνολογίας, η ανάπτυξη νέων προϊόντων, η δικτύωση και οι ικανότητες συνεργασίας φαίνεται να αποτελούν τις πλέον αξιόλογες δυναμικές ικανότητες σε πολλούς βιομηχανικούς κλάδους στις εξεταζόμενες περιοχές. Επιπλέον, τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι οι δυναμικές επιχειρηματικές ικανότητες παίζουν σημαντικό ρόλο στη δημιουργία και ανάπτυξη των δυναμικών ικανοτήτων επηρεάζοντας έτσι έμμεσα την καινοτομικότητα κι ανάπτυξη των νέων επιχειρήσεων ΧΤ-ΕΓ. Οι μορφές με τις οποίες συνδέονται οι ΔΕΙς και οι ΔΙς δεν φαίνεται να εξαρτώνται από τον κλάδο κι αυτό ενισχύει την προτεινόμενη γενίκευση των παρατηρούμενων τρόπων με τους οποίους οι ΔΕΙς ενσωματώνονται ή αποτελούν «προγόνους» συγκεκριμένων διαστάσεων των δυναμικών ικανοτήτων. Παρόλα αυτά, συχνά οι δυναμικές ικανότητες υφιστάμενων επιτυχημένων οργανισμών πιθανά να εμποδίζουν την απόδοση των ΔΕΙς σε περιπτώσεις εταιρικών εγχειρημάτων και πιο συγκεκριμένα, όσο πιο ισχυρή είναι η εξάρτηση από την πεπατημένη (π.χ. λόγω επιτυχιών του παρελθόντος), τόσο μικρότερη είναι η επιτυχία των δυναμικών επιχειρηματικών ικανοτήτων. Η συμβολή της διατριβής είναι τόσο θεωρητική όσο κι εμπειρική. Σύμφωνα με όσα γνωρίζουμε, η διατριβή ανήκει στις πρώτες ερευνητικές προσπάθειες εντοπισμού μοναδικών χαρακτηριστικών του φαινομένου της Επιχειρηματικότητας Έντασης Γνώσης και ιδιαίτερα όσο αφορά στην εστίαση στην μάλλον παραμελημένη έως σήμερα περιοχή των παραδοσιακών βιομηχανικών κλάδων. Η έρευνα των παραγόντων επιτυχίας κι αποτυχίας σε επίπεδο επιχειρηματικού εγχειρήματος παραμένει ελάχιστη τόσο γενικά όσο και στην συγκεκριμένη περιοχή της χαμηλής τεχνολογίας. Στον χώρο αυτό, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν κάποιες επιστημονικές εργασίες σχετικά με το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και τις ικανότητες, η συζήτηση παραμένει περιορισμένη κύρια σε θέματα της θεωρία καινοτομίας στους κλάδους χαμηλής τεχνολογίας. Πιθανά, η κύρια συμβολή της μελέτης να έγκειται στην επιχειρούμενη εννοιολογική δόμηση και την προτεινόμενη λειτουργικότητα των δυναμικών επιχειρηματικών ικανοτήτων καταδεικνύοντας το γεγονός ότι δεν πρόκειται για ασαφείς και αόριστες αφηρημένες έννοιες που καθοδηγούνται μόνον από το ταλέντο κα την διαίσθηση. Στην πραγματικότητα, φαίνεται πως οι ΔΕΙς και οι υπο-διαστάσεις τους αποτελούν ένα σετ ιδιοσυγκρασιακών στη λεπτομέρειά τους ικανοτήτων που όμως είναι αναγνωρίσιμες και μετρήσιμες και γι αυτό ακριβώς το λόγο διαχειρίσιμες. Τα αποτελέσματα της διατριβής μπορεί επίσης να θεωρηθεί ότι συμβάλλουν θεωρητικά κι εμπειρικά στη θεωρία των δυναμικών ικανοτήτων εφόσον ρίχνουν φως στις απαρχές και τον τρόπο δημιουργίας των δυναμικών ικανοτήτων απαντώντας σε ερωτήματα όπως εκείνο της ύπαρξής τους από τη δημιουργία μιας επιχείρησης. Παράλληλα, απαντούν σε ερωτήματα σχετικά με την εφαρμογή τους σε περιπτώσεις χαμηλής τεχνολογίας ή σε περιβάλλοντα με μέτριο δυναμισμό. Η σχέση ΔΙ-ΔΕΙ, όπως περιγράφεται στην παρούσα μελέτη, μπορεί επίσης να εξηγήσει ικανοποιητικά την ετερογένεια των νέων επιχειρηματικών εγχειρημάτων ΧΤ-ΕΓ όσο αφορά στην επιβίωση και ανάπτυξη. Επίσης, είναι γνωστή η εκπληκτική έλλειψη έρευνας σχετικά με το πώς μια επιχείρηση χαμηλής τεχνολογίας χτίζει το λειτουργικό της περιβάλλον παρά το γεγονός ότι είναι ευρέως αποδεκτή η αξία της φυσική της δημιουργίας (της υλοποίησης των παραγωγικών μέσων π.χ.). Όμοια, είναι ελάχιστος ο αριθμός των εργασιών που έχουν ασχοληθεί με το ρόλο των τεχνολογιών παραγωγής στο πλαίσιο της ΕΕΓ-ΧΤ και ιδιαίτερα σε επίπεδο κλάδου. Η παρούσα θέση είναι ανάμεσα στις πρώτες προσπάθειες που καταδεικνύουν ότι οι δυναμικές επιχειρηματικές ικανότητες μπορούν να δράσουν καταλυτικά στην απόκτηση τεχνολογικών ικανοτήτων τέτοιων επιχειρήσεων. Η διατριβή προσφέρει πολύτιμη τροφή για σκέψη σε ερευνητές, θεωρητικούς και όλους όσους ασχολούνται με την επιχειρηματικότητα, το στρατηγικό μάνατζμεντ και πολλά συναφή ερευνητικά πεδία. Στο πλαίσιο της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, οι αγορές των παραδοσιακών κλάδων έχουν μετατραπεί σε ιδιαίτερα εχθρικά, ασταθή και ευμετάβολα περιβάλλοντα. Πέραν της θεωρητικής της αξίας, επιχειρηματίες, στελέχη επιχειρήσεων και φορείς χάραξης πολιτικής μπορούν να βρουν ενδιαφέροντα στοιχεία στις προτάσεις που περιέχονται στην παρούσα διατριβή. Επιπλέον, ενώ τα ευρήματα που παρουσιάζονται σε αυτή έχουν προταθεί κύρια για τις παραδοσιακές βιομηχανίες, αξίζει να ερευνηθεί η δυνατότητα εφαρμογής τους και σε βιομηχανίες μεσαίας και υψηλής τεχνολογίας.Η προσέγγιση των δυναμικών επιχειρηματικών ικανοτήτων, ο συσχετισμός τους με τις δυναμικές ικανότητες αλλά και με τις τεχνολογίες παραγωγής σε περιπτώσεις χαμηλής τεχνολογίας βρίσκεται στην γένεσή της. Παρόλα αυτά, δίνει τη δυνατότητα περαιτέρω εμπειρικής και θεωρητικής διερεύνησης. Οι αναδυόμενες θεωρίες έχουν πάντα ανάγκη μακρών περιόδων εξέλιξης και διερεύνησης. Όπως τονίζει ο Williamson (1999) «οι μεγάλες ιδέες συχνά απαιτούν πολύ χρόνο για να αποκτήσουν ακόμη και έναν ορισμό».Σημείωση: Η παρούσα ερευνητική εργασία παρακινήθηκε από την εκκίνηση του ερευνητικού έργου AEGIS FP7 (Ιανουάριος 2009 - Σεπτέμβριος 2012), η οποία εστίαζε στη διερεύνηση του φαινομένου της Επιχειρηματικότητας Έντασης Γνώσης από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The starting point of this thesis is the emerging key socio-economic phenomenon of knowledge-intensive entrepreneurship (KIE). KIE has been recently described as a special type of high potential entrepreneurship strongly connected to innovation and economic growth enhancing the competitiveness of firms and countries. It has been related to the establishment of new ventures or the expansion of existing ones based on the dynamic creation and application of new knowledge. On the other hand, low-technology industries constitute an important part of the global economy, operating within moderately but still ever-changing and highly ambiguous and turbulent markets. Until very recently, the common belief was that entrepreneurship based on knowledge was difficult to be found in traditional sectors due to the very basic features of these industries such as low or non-existent R&D intensity and strong path dependencies. The thesis purports to contribute to the comprehensive understanding of knowl ...
The starting point of this thesis is the emerging key socio-economic phenomenon of knowledge-intensive entrepreneurship (KIE). KIE has been recently described as a special type of high potential entrepreneurship strongly connected to innovation and economic growth enhancing the competitiveness of firms and countries. It has been related to the establishment of new ventures or the expansion of existing ones based on the dynamic creation and application of new knowledge. On the other hand, low-technology industries constitute an important part of the global economy, operating within moderately but still ever-changing and highly ambiguous and turbulent markets. Until very recently, the common belief was that entrepreneurship based on knowledge was difficult to be found in traditional sectors due to the very basic features of these industries such as low or non-existent R&D intensity and strong path dependencies. The thesis purports to contribute to the comprehensive understanding of knowledge-intensive entrepreneurship as a mechanism for the transfer of multifaceted knowledge into innovative economic entrepreneurial activities, in low-tech sectors. More precisely, the object of the research is the low-tech but knowledge-intensive venture while the phenomenon under study is the corresponding survival and growth of this particular type of either very young firms or, in the context of existing organizations, in the form of corporate venturing within mature and highly saturated business ecosystems.The research question of the dissertation is how and why certain low-tech but knowledge-intensive (LT-KI) ventures survive early death and prosper within traditional business ecosystems. The research started with a broad interest in LT-KIE mechanisms and processes and honed down the resources and capabilities that emerged as important. It yielded over 500 pages of transcripts and over 2000 pages of secondary data and notes. The individual research objectives, eventually framed in order to build an integrated and comprehensive picture of the subject under question, are the following: a) how do LT-KI entrepreneurs/teams create innovative KI business concepts?; b) how do they locate, access and use knowledge in order to produce innovation?; c) how do they accumulate the bundle of resources, knowledge, skills and other inputs to transform the idea into production lines and products?; and d) how do just established LT-KI ventures overcome resource base weaknesses, create strong initial competitive advantages and evolve?Research philosophy: this research seeks to gain a holistic understanding of the LT-KIE phenomenon which is viewed as a situated phenomenon. Following this rationale, the constructivist approach is considered by the researcher as a paradigm which fits perfectly with the nature of the phenomenon under investigation. Research method: the inductive research approach was used and more precisely the theory-building multiple-case study method. Cases should regard Greek newly founded and corporate low-tech ventures created within the 1998-2007 decade while knowledge intensiveness, innovativeness, significant uncertainty and exceptional activity (such as market leadership) were the main selection criteria. Thirty information-rich cases (thirteen start-ups and seventeen cases of corporate venturing) of three traditional industries and namely the wood and furniture, the textiles and clothing and the food and beverages sectors were carefully selected, explicitly observed and analyzed. Data were collected through 42 semi-structured interviews with key informants in the venture organizations throughout the investigation period. In addition, public documents (press releases, annual reports, web pages, industry reports) and internal documentation (business plans, minutes of meetings) were used to support and complement the main data. In most cases, their historical background before and after the venture creation (e.g. new innovations, new spin offs, mergers and acquisitions etc.) has been studied in detail to provide a better understanding of the phenomenon explored. In the same vein, the evolution of the ventures after the day of the interview has been taken into consideration, in order to assess the performance of the selected cases. The occurrence of the severe Greek long-lasting crisis provided a further (unexpected) significant criterion for that purpose. The cross-case theory-building analysis indicated the need of developing further new theory on the LT-KIE phenomenon, and allowed for the addition of new theoretical and empirical insights on the issue; the conceptual framework delineated proposes that KIE in low-tech sectors can be related to a comprehensive set of specific dynamic entrepreneurial capabilities (DECs), and more precisely, a) emerging theory on the nature, the dimensions and specific conceptualizations of the DECs; and b) suggestions of a potential ecology between DECs, dynamic capabilities, technological capabilities and long-term survival and growth. The suggested framework reflects views at the broad nexus of the entrepreneurship, production management and strategic management literature, focusing on the area of low-tech and knowledge-intensive entrepreneurship and using a capability approach lens. The suggested measurable and patterned DECs are simple, idiosyncratic and iterative and they appear to be related with the new ventures’ survival, affecting initial core choices, growth, innovativeness and initial competitive advantage. DECs are actually defined as the dynamic entrepreneurial capabilities to engage in non-routine activities, improvisation and a flexible and seemingly contradictory to common belief (paradox) way of collecting and establishing knowledge assets and asset combinations in order to realize transcendent business ideas and address complex entrepreneurial environment through new LT-KI ventures. They have been treated as higher-order capabilities that influence the location, selection and the ways of selection of resources and skills and use a priori knowledge in order to capture existing knowledge from various domains, denoting changes in business ecosystems and creating initial competitive advantages. Entrepreneurs and managers are the key agents of DEC development; however, DECs are soon embedded in organizational routines, becoming precursors of DC dimensions, and remain in this form till the very next venturing of the organization. A significant role of DECs is to activate the ‘entrepreneurial’ and cognitive component of the dynamic capabilities and provide their flexible shaping and use. According to our findings, DECs do not appear to be static. As experiences occur, the new information is used to modify, add to, or change previously existing patterns and processes and thus reform capabilities and behaviors such as ways of knowledge seeking, technological competences and production methods, and business model formation. This behavior gave us the faith to believe that DECs can be deliberately cultivated, developed and influenced by the core decision-makers of the LT-KI entrepreneurial act.Across all thirty case studies, findings pointed to a rich fabric of processes and competencies, which formed the three DECs with a number of dimensions each and namely: a) bricolage capability enables entrepreneurs both explore and exploit new opportunities that might otherwise be too expensive to investigate by more traditional means. Its dimensions derive from the relevant bricolage theory and are repertoire building and concentric cycle networking with their sub-dimensions; b) improvisation capability allows LT-KI entrepreneurs create and execute new plans “on the fly”, using resources available at the moment when opportunities or unexpected pieces of knowledge and information emerge. Core dimensions are developed on the basis of the relevant improvisation theory and they are information flowing and the provocative organization competencies with their sub-dimensions; c) Transcendental Capability is a totally novel concept, a purely dynamic entrepreneurial capability of strategic nature, that implies the development of transcendental conditions and transcendental synthesis. This DEC is based mainly on the Kantian “Critique of Pure Reason” and several thoughts and views of entrepreneurship and knowledge-creation theorists. It explains ‘how’ innovative knowledge-intensive concepts are built suggesting that they are results of a priori knowledge generation processes. It regards mainly the process of intangible assets’ creation, such as novel knowledge and know-how which according to Teece (2011) constitute the new, hard to “build” and difficult to manage “natural resources”. Transcendental capabilities (TCs) are the key drivers of shaping unorthodox ideas, curving the directions towards novelty and knowledge seeking and orchestrating the other two DECs to realize these ideas. Entrepreneurs form by anticipation genuine concepts based on cognitive capabilities derived from TCs; these determine the origins, the extent, and the objective validity of knowledge, facilitating a path carving within the KI “beginner’s” chaos. The empirical analysis indicated that such an enactment of mechanisms needed to allow unexplored knowledge paths and produce innovative business ideas constitutes the specific difference between LT-KIE and plain LT entrepreneurship. The fruits of TCs seem to be able to permit a newcomer be accepted in an already established and seemingly saturated market environment, entice customers, deliver value to them and persuade them to pay for value. The data analysis also suggests that DECs seem to support and enhance the value-creating development of production technologies and consequently, the development of the new LT-KI ventures’ technological capabilities; these, in turn, focus on efforts to “make effective use of technological knowledge in production, investment and innovation” (Westphal, et al., 1985, p. 171). Appropriate production technologies assist the integration of competitive advantages supporting the new firm’s survival, growth and innovative performance. The analysis actually seems to challenge the established opinion of common entrepreneurial processes in low-tech sectors according to which low-tech firms follow well-trodden paths, complying with market and manufacturing status quo; i.e. they act as “technology borrowers” using existing technologies to satisfy and penetrate existing markets, seeking advantages in low prices, productivity increase, and better delivery terms. Another important issue of the thesis regarded the verification of the existence of dynamic capabilities (DCs) in the LT-KI new firms: market and technological sensing, new product development, networking and collaboration capabilities appear to be the most significant DCs entailing processes to acquire knowledge and understand technology developments in a variety of industrial sectors and relevant scientific fields for all three sectors examined. Findings indicated that DECs have a role to play in the creation and development of DCs impacting thus in an indirect way a new LT-KI firm’s innovativeness and growth. The potential links among DECs and DCs do not seem to be sector-specific indicating generalizability in the way DECs get embedded or become antecedents of certain DC micro-foundations. However, DCs in established organizations may hinder the performance of DECs in cases of LT-KI corporate venturing and more specifically, the more the path dependency, the less the DECs’ effectiveness.The thesis’ contribution is both theoretical and empirical. According to our best of knowledge, it is among the very first research efforts to unearth several unique insights on the KIE phenomenon, shifting focus and advancing knowledge on the rather neglected area of low-tech industries. Research on firm-level success and failure at the stage of LT-KI venturing remains scarce; while there is some talk on competitive advantage and capabilities, this discussion remains caged mainly within the borders of the LT- innovation theory. Perhaps the major contribution of the study regards DECs’ conceptualization and operationalization, as it provides a multidimensional measure of DECs, indicating that they are more than just vague and fuzzy abstractions guided only by human talent and intuition; in fact, it appears that the DEC construct and its underlying dimensions are a set of idiosyncratic in their details but identifiable, measurable and, therefore, managerially amenable options that can be used to address the changing low-tech environment during the gestation, start-up and early development stages. It can be also considered a significant theoretical and empirical contribution to the Dynamic capabilities theory since it throws some light on the origins of DCs and the debate on their existence at the outset of new firms, confirming, in parallel, their applicability in low-tech industries or otherwise areas of moderate environmental dynamism. Up to date, a very small stream of empirical research has been slowly emerging, trying to capture the DCs impact in low and medium-tech sectors. The described DEC-DC evolution in the LT-KI venture context may help also to explain heterogeneity of new LT-KI ventures’ survival and development. Last but not least, there is a surprising shortage of studies that investigate how low-tech ventures build up their operational environment, although it is widely accepted that the commitment to physical creation is a significant transition point in venture creation, in general. Similarly, there are only a handful of studies that probe the role of production technologies within a low-tech but knowledge-intensive context mainly at a sectoral basis. The present thesis is among the first to suggest that DECs can act as a catalyst and endue new ventures with technological capabilities, explaining the foundations of the technological capabilities of such firms.The thesis offers some valuable insights and food for thought for researchers, theorists and postgraduate students in entrepreneurship, strategic management and several other fields. Besides the theoretical value, entrepreneurs, company representatives and policy-makers may find some interest in the proposed insights in the low-tech field that has been so far neglected. Almost with the dawn of the new millennium and the evident globalization of the international economy, the market environment of the low-tech sectors has become highly volatile and instable. The findings of this dissertation are applicable in a wider context regarding the low-tech, traditional industries; examination of their applicability to high and medium-tech industries is strongly suggested. The DEC-approach together with the proposed interactions among DECs – DCs and production technologies is in its infancy but it does have the potential to be further empirically and theoretically researched. Emerging and evolving theories develop slowly, over long periods of time. As Williamson (1999) observes, ‘big ideas often take a long time to take on definition’.NOTE: This research was spurred by the beginning of the AEGIS FP7 multi-partner research project (January 2009 - September 2012) at the National Technical University of Athens which focused on KIE.
περισσότερα