Περίληψη
ΠΕΡΙΛΗΨΗΗ παρουσία των Βρετανών στην Κέρκυρα έχει αφήσει έντονα τα ίχνη της. Οι Βρετανοί, είτε κατασκευάζοντας, είτε καταστρέφοντας, άλλαξαν τη μορφή της πόλης και των οχυρώσεων, και επηρέασαν σημαντικά την εξέλιξή της εφαρμόζοντας καθοριστικές αποφάσεις οι οποίες διαμόρφωσαν την εικόνα της σύγχρονης πόλης που λίγο ή πολύ (μετά και τις σημαντικές καταστροφές του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και τις μεταπολεμικές αλλοιώσεις) διατηρείται μέχρι και τις μέρες μας. Η παρούσα εργασία επιχειρεί να μελετήσει τις παραμέτρους εκείνες, που σε πολιτικό, στρατιωτικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο επηρέασαν την εξέλιξη αυτή, και να τεκμηριώσει τα έργα που κατασκευάστηκαν στα φρούρια, στις οχυρώσεις και στις στρατιωτικές εγκαταστάσεις από τους Βρετανούς, ορισμένα από τα οποία μπερδεύουν και θεωρούνται έργα τις ενετικής περιόδου. Παρόλο που οι καθαρά στρατιωτικές σημαντικές παρεμβάσεις των Βρετανών στην Κέρκυρα περιορίζονται κυρίως στα οχυρά που κατασκεύασαν στη νησίδα Βίδο και στα έργα που εκ ...
ΠΕΡΙΛΗΨΗΗ παρουσία των Βρετανών στην Κέρκυρα έχει αφήσει έντονα τα ίχνη της. Οι Βρετανοί, είτε κατασκευάζοντας, είτε καταστρέφοντας, άλλαξαν τη μορφή της πόλης και των οχυρώσεων, και επηρέασαν σημαντικά την εξέλιξή της εφαρμόζοντας καθοριστικές αποφάσεις οι οποίες διαμόρφωσαν την εικόνα της σύγχρονης πόλης που λίγο ή πολύ (μετά και τις σημαντικές καταστροφές του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και τις μεταπολεμικές αλλοιώσεις) διατηρείται μέχρι και τις μέρες μας. Η παρούσα εργασία επιχειρεί να μελετήσει τις παραμέτρους εκείνες, που σε πολιτικό, στρατιωτικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο επηρέασαν την εξέλιξη αυτή, και να τεκμηριώσει τα έργα που κατασκευάστηκαν στα φρούρια, στις οχυρώσεις και στις στρατιωτικές εγκαταστάσεις από τους Βρετανούς, ορισμένα από τα οποία μπερδεύουν και θεωρούνται έργα τις ενετικής περιόδου. Παρόλο που οι καθαρά στρατιωτικές σημαντικές παρεμβάσεις των Βρετανών στην Κέρκυρα περιορίζονται κυρίως στα οχυρά που κατασκεύασαν στη νησίδα Βίδο και στα έργα που εκτελέστηκαν στο Νέο Φρούριο και στο οχυρό Αβράμη, οι υπόλοιπες παρεμβάσεις τους στα φρούρια και στις οχυρώσεις και στις στρατιωτικές εγκαταστάσεις δεν είναι ανάξιες λόγου. Τα έργα αυτά επηρέασαν σημαντικά την ντόπια αρχιτεκτονική και οικοδομική, και διαμόρφωσαν μία παράδοση με κύριο χαρακτηριστικό της την ποιότητα στο σχεδιασμό και στην κατασκευή των κτιρίων. Η παράδοση αυτή διατηρήθηκε και μετά την παραχώρηση των Ιονίων Νήσων στο Βασίλειο της Ελλάδας και μέχρι το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όταν οι Βρετανοί ήλθαν στην Κέρκυρα υπήρχε ήδη μία οικοδομική παράδοση που είχε διαμορφωθεί κατά τη διάρκεια της ενετικής διοίκησης. Οι τρόποι δόμησης στις αρχές του 19ου αι. στην Κέρκυρα παρέμεναν ίδιοι με εκείνους του 18ου αι. όπως αυτοί είχαν διαμορφωθεί από μία εξελικτική διαδικασία τα τελευταία τετρακόσια περίπου χρόνια, μέσα στα πλαίσια των διαθέσιμων υλικών, ντόπιων και εισαγόμενων, των δυνατοτήτων στη χρήση και στην επεξεργασία τους, αλλά και μέσα από τον τρόπο της λειτουργίας της πόλης, των κανόνων της αγοράς, του εμπορίου και της οικονομίας. Η μεγάλη αλλαγή στην ποιότητα των οικοδομών ήλθε τη βρετανική περίοδο, όταν καθιερώθηκαν νέοι πιο αυστηροί όροι δόμησης και πιο αυστηρές προδιαγραφές στην ποιότητα των υλικών. Την περίοδο αυτή γενικεύτηκε η χρήση των οπτόπλινθων διαστάσεων 23Χ11Χ6 εκ., η χρήση του σιδήρου και βελτιώθηκε σημαντικά η ποιότητα των κονιαμάτων. Καθοριστική ήταν και η συμβολή του σχετικού νομοθετικού πλαισίου που ενσωματώθηκε σε νόμο το 1827. Ο σχεδιασμός και η επίβλεψη της κατασκευής των φρουρίων, των στρατιωτικών κτιρίων και των στρατιωτικών εγκαταστάσεων, γινόταν κατά κανόνα από το Σώμα του Βασιλικού Μηχανικού (Corps of Royal Engineers). Το Σώμα αυτό επανδρωνόταν από αξιωματικούς του Βρετανικού Στρατού και υπαγόταν στο Υπουργείο Πολέμου (Ordnance Office). Το Βασιλικό Σώμα των Τεχνιτών (Corps of Royal Military Artificers), που στη συνέχεια μετονομάστηκε σε Βασιλικό Σώμα Σκαπανέων και Ναρκοθετών (Υπονομευτών) (Corps of Royal Sappers and Miners) επανδρωνόταν από στρατιώτες, αξιωματικούς και υπαξιωματικούς του Βρετανικού Στρατού και είχε ως αποστολή του την κατασκευή οχυρώσεων και οχυρωματικών έργων. Η διαδικασία για την εκτέλεση ενός στρατιωτικού έργου ήταν αρκετά πολύπλοκη και αργή καθώς, εκτός από την εκπόνηση των μελετών και των σχετικών προϋπολογισμών, έπρεπε να εξασφαλιστούν οι απαραίτητες εγκρίσεις από την ανώτατη πολιτική και στρατιωτική διοίκηση. Από την μελέτη των σχετικών σχεδίων προκύπτουν τα ονόματα αρκετών από τους αξιωματικούς που συμμετείχαν στα στρατιωτικά έργα που εκτελέστηκαν στην Κέρκυρα. Τα περισσότερα σχέδια που συνέταξαν οι Βρετανοί αξιωματικοί ξεχωρίζουν για την ποιότητα και την ακρίβεια της σχεδίασης, και σε ορισμένες περιπτώσεις, και για την διαφορετική αρχιτεκτονική άποψη, που ξεφεύγει από τη κλασική τυπολογία και προχωράει σε μία πιο ειλικρινή και άρα πιο σύγχρονη προσέγγιση. Πίσω από τα σχέδια αυτά πολλές φορές βρίσκονται και αποκαλύπτονται ταλαντούχοι άνθρωποι με ξεχωριστές γνώσεις και ικανότητες. Οι βρετανικές κατασκευές και παρεμβάσεις δεν μπορούν να ανταγωνιστούν την υψηλή αισθητική των κτιρίων, των πυλών και των λοιπών κατασκευών, με τις οποίες οι Ενετοί κόσμησαν την πόλη και τα φρούρια της Κέρκυρας, έργα σημαντικά, σε πολλές περιπτώσεις, του μανιερισμού και του μπαρόκ. Από την άλλη, η εξέλιξη της οχυρωματικής τέχνης κατά το 19ο αι. δεν επέτρεπε την ανέγερση μνημειακών έργων, και οι κατασκευές των οχυρώσεων είχαν ήδη σιγά σιγά αρχίσει να προσαρμόζονται στις απαιτήσεις για κάλυψη και απόκρυψη. Παρόλα αυτά οι Βρετανοί δεν σταμάτησαν να προσπαθούν να ενσωματώσουν την τέχνη και την αισθητική στα νέα έργα ενώ, είχαν τις γνώσεις και την καλλιέργεια για να εκτιμήσουν και να θαυμάσουν όσα από τα έργα των προκατόχων τους Ενετών είχαν καλλιτεχνική αξία. Στο θέμα της αισθητικής η συμβολή των Βρετανών συνίσταται στην εισαγωγή νέων κλασικών αρχιτεκτονικών προτύπων, κυρίως με την ανέγερση του ανακτόρου των Αρμοστών στη Σπιανάδα, πρότυπα που αφομοιώθηκαν ως ένα βαθμό και εξελίχθηκαν από τους ντόπιους μηχανικούς και αρχιτέκτονες και διαμόρφωσαν την εικόνα της πόλης του 19ου αι., τουλάχιστον κατά μήκος των πιο σημαντικών οδικών αξόνων.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
ABSTRACTThe British presence on Corfu has left its marks on the island in a pronounced way. Either by means of constructing or destroying, the British have changed the city's appearance and fortifications, and significantly affected its development, by implementing crucial decisions, shaping the image of the modern city, which has been more or less (following the serious damages suffered during the Second World War, as well as any postwar alterations) preserved to this day. This paper aims at the study of those aspects, which have played a significant role in this development in political, military, social and financial terms, as well as at the documentation of the construction works carried out by the British in the fortresses, fortifications and military facilities, some of which are rather confusing and tend to be mistaken for works from the Venetian period. Although the significant British interventions on Corfu, clearly of military nature, were mainly limited to the forts built on ...
ABSTRACTThe British presence on Corfu has left its marks on the island in a pronounced way. Either by means of constructing or destroying, the British have changed the city's appearance and fortifications, and significantly affected its development, by implementing crucial decisions, shaping the image of the modern city, which has been more or less (following the serious damages suffered during the Second World War, as well as any postwar alterations) preserved to this day. This paper aims at the study of those aspects, which have played a significant role in this development in political, military, social and financial terms, as well as at the documentation of the construction works carried out by the British in the fortresses, fortifications and military facilities, some of which are rather confusing and tend to be mistaken for works from the Venetian period. Although the significant British interventions on Corfu, clearly of military nature, were mainly limited to the forts built on the Islet of Vidos, and to the construction works carried out in the New Fortress and Fort Abraham, the rest of their interventions on the fortresses, fortifications and military facilities are also worthy of attention. These works have influenced the local architecture and building techniques significantly, and have formed a tradition, the main feature of which is the building design and construction quality. This tradition was maintained also after the Ionian Islands were handed over to the Kingdom of Greece, until the Second World War. When the British arrived in Corfu, a building tradition existed already which had been established during the period of Venetian Rule. The building techniques applied in the early 19th century in Corfu were the same as those applied in the 18th century, as these were the result of an evolutionary process, covering approximately the last four hundred years, taking into account the materials available, both local and imported, the capabilities for their usage and processing, as well as of the functioning of the city, market rules, trade and the economy. A great shift in the quality of buildings took place during the British period, with the establishment of new and more stringent building rules and more stringent material quality specifications. In this period, the use of clay bricks measuring 23Χ11Χ6 cm was generalised, as well as the use of iron, and the mortar quality was significantly improved. The relevant legislatory framework, which was consolidated in a law in 1827, contributed significantly to this end. The design and supervision of the construction of fortresses, military buildings and facilities were generally carried out by the Corps of Royal Engineers. The Corps of Royal Engineers consisted of officers of the British Army and was organised under the Office of Ordnance. The Corps of Royal Military Artificers, which was subsequently renamed Corps of Royal Sappers and Miners, consisted of soldiers, officers and non-commissioned officers of the British Army, and its mission was to construct fortifications and carry out fortification works. The construction of military works was particularly complex and slow, as, apart from elaborating the necessary studies and corresponding budgets, the required authorisations had to be obtained from the higher political and military administration authorities. The study of the relevant designs reveals the names of several officers, who participated in the military works carried out in Corfu. Most of the designs drawn by British officers stand out for their design quality and accuracy, and in certain cases, for the difference of their architectural pattern, which, evading the classical typology, shifts towards a more sincere and, thus, more modern approach. These designs often reveal the involvement of talented people with remarkable knowledge and skills. The British constructions and interventions cannot compete with the high aesthetic quality of the buildings, gates and other constructions, with which the Venetians embellished the city and fortresses of Corfu, which, in several cases, represent significant Mannerism and Baroque works. On the other hand, the development of the art of fortification during the 19th century did not enable the construction of monuments, and fortification constructions have slowly begun to adapt to the concealing and covering needs. Nevertheless, the British did not stop their efforts to incorporate art and aesthetics into new works, while possessing the necessary knowledge and cultivation, in order to appreciate and admire the works executed by their Venetian predecessors, which were of artistic value. In terms of aesthetics, the British contribution consists in the introduction of architectural standards, mainly with the construction of the palace of the High Commissioners on the Esplanade (Spianata); these standards have been to a certain extent assimilated and further developed by local engineers and architects, and have shaped the image of the city during the 19th century, at least along the key road axes.
περισσότερα