Περίληψη
Η ΥΣΤΕΡΟΡΩΜΑΪΚΗ ΕΠΙΣΚΕΥΗ ΤΟΥ ΠΑΡΘΕΝΩΝΑ ΚΑΙ ΤΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΘΕΝΤΑ ΣΕ ΑΥΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΑ ΣΤΩΙΚΑ ΚΤΗΡΙΑΕΛΕΝΗ ΛΑΜΠΡΙΝΟΥΠαρ᾽ όλον ότι η ιστορία του Παρθενώνα έχει αποτελέσει το αντικείμενο πολυάριθμων μελετών, εξακολουθεί να έχει επεισόδια που δεν έχουν ακόμη αποσαφηνιστεί, και συνδέονται με σκοτεινές σελίδες της ιστορίας της Αθήνας. Η γνώση μας για την πόλη και την ιστορία της, μετά τον 5ο αιώνα π.Χ. βασίζεται στα περιορισμένα ανασκαφικά δεδομένα και τις λακωνικές περιγραφές των αρχαίων συγγραφέων. Σε λίγες περιπτώσεις, η ανασκαφική επιβεβαιώνει την ιστορική μαρτυρία, αλλά ειδικά στην περίπτωση της Αθήνας, με τη πολυτάραχη ιστορία, τη συνεχή κατοίκηση, με επακόλουθο την αναμόχλευση του υπεδάφους της και, εντέλει, την πλήρη οικοδόμηση του ιστορικού κέντρου της, οι γνώσεις μας παρουσιάζουν μεγάλα κενά, σε σχέση με την ιστορική της τοπογραφία και κατ΄ επέκταση την ίδια την ιστορία της. Οι γραπτές αναφορές για τις αλλαγές του Παρθενώνα, κατά την ύστερη αρχαιότητα, τη βυζαντινή και μεσαιωνική περ ...
Η ΥΣΤΕΡΟΡΩΜΑΪΚΗ ΕΠΙΣΚΕΥΗ ΤΟΥ ΠΑΡΘΕΝΩΝΑ ΚΑΙ ΤΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΘΕΝΤΑ ΣΕ ΑΥΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΑ ΣΤΩΙΚΑ ΚΤΗΡΙΑΕΛΕΝΗ ΛΑΜΠΡΙΝΟΥΠαρ᾽ όλον ότι η ιστορία του Παρθενώνα έχει αποτελέσει το αντικείμενο πολυάριθμων μελετών, εξακολουθεί να έχει επεισόδια που δεν έχουν ακόμη αποσαφηνιστεί, και συνδέονται με σκοτεινές σελίδες της ιστορίας της Αθήνας. Η γνώση μας για την πόλη και την ιστορία της, μετά τον 5ο αιώνα π.Χ. βασίζεται στα περιορισμένα ανασκαφικά δεδομένα και τις λακωνικές περιγραφές των αρχαίων συγγραφέων. Σε λίγες περιπτώσεις, η ανασκαφική επιβεβαιώνει την ιστορική μαρτυρία, αλλά ειδικά στην περίπτωση της Αθήνας, με τη πολυτάραχη ιστορία, τη συνεχή κατοίκηση, με επακόλουθο την αναμόχλευση του υπεδάφους της και, εντέλει, την πλήρη οικοδόμηση του ιστορικού κέντρου της, οι γνώσεις μας παρουσιάζουν μεγάλα κενά, σε σχέση με την ιστορική της τοπογραφία και κατ΄ επέκταση την ίδια την ιστορία της. Οι γραπτές αναφορές για τις αλλαγές του Παρθενώνα, κατά την ύστερη αρχαιότητα, τη βυζαντινή και μεσαιωνική περίοδο, είναι ελάχιστες και αποσπασματικές. Μοναδικό τεκμήριο της ιστορίας του παραμένει το ίδιο το κτήριο, το οποίο υπέφερε, εκτός από την καταστρεπτική ανατίναξη του 17ου αιώνα, και από μία, αρκετά επιβαρυντική, επέμβαση αναστήλωσης κατά τον 20ό αιώνα. Αποτέλεσμα της ανατίναξης ήταν η εξαφάνιση ολόκληρων τμημάτων του κτηρίου, και της αναστήλωσης, η εξαφάνιση αρχαιολογικών τεκμηρίων για τη διάγνωση της πρότερης ιστορίας του. Μια καταστροφή του κτηρίου από αρχαία πυρκαγιά και η μετέπειτα επισκευή του ναού ώστε να επαναλειτουργήσει, επισημάνθηκε από τους σύγχρονους μελετητές για πρώτη φορά στα μέσα του 19ου αιώνα. Έκτοτε, πολλές θεωρίες βασίστηκαν στα ελάχιστα αρχαιολογικά και ιστορικά δεδομένα, χωρίς καμία να λύσει το ζήτημα πλήρως ικανοποιητικά. Μια μελέτη με θέμα την άγνωστη αυτή αρχαία επισκευή του Παρθενώνα βασίζεται καταρχήν στο ενδιαφέρον για τις αλλαγές του ίδιου του κτηρίου στις σκοτεινές σελίδες της ιστορίας του, αλλά και στο ενδιαφέρον που παρουσιάζει η γενικότερη περιοχή των Αθηνών κατά τις συγκεκριμένες περιόδους. Η παρούσα μελέτη στοχεύει στην αναψηλάφηση του θέματος της αρχαίας επισκευής του κτηρίου, αλλά συγχρόνως προσπαθεί να απαντήσει ικανοποιητικά στο ενδιαφέρον και ακόμα άλυτο ζήτημα, για το ποια ήταν τα κτήρια - «δότες» των αρχιτεκτονικών μελών που αναχρησιμοποιήθηκαν για να επισκευαστεί το εσωτερικό του Παρθενώνα. Χρησιμοποιείται ο όρος κτήρια - «δότες», ως νεολογισμός, δάνειο από τη σύγχρονη πραγματικότητα, διότι η γράφουσα θεωρεί ότι αποδίδει με γλαφυρό μεν, αλλά εύστοχο τρόπο, τη διαδικασία της αφαίρεσης - «θυσίας» των μελών ενός αχρηστευμένου πλέον κτηρίου και της αναχρησιμοποίησής τους, έτσι ώστε, να «επαναφέρουν στη ζωή» το κτήριο της Παρθένου.Στην περίπτωση του Παρθενώνα, το αρχιτεκτονικό υλικό σε δεύτερη χρήση, προέρχεται, κυρίως, από ένα κοσμικό σύμπλεγμα κτηρίων, το οποίο αποδομήθηκε ολοκληρωτικά για να τροφοδοτήσει δύο κτήρια, τον Παρθενώνα και το Ασκληπιείο. Η χρονολόγηση της επιχείρησης αυτής, έχει απασχολήσει τους μελετητές από τον 19ο αιώνα και πιθανότατα συνέβη σε μία πρώιμη εποχή, σε σχέση με την καθιέρωση της τακτικής αυτής, στην υστερορωμαϊκή εποχή. Η οικοδομική αυτή μέθοδος, των «σπολίων», γίνεται καθεστώς αμέσως μετά, κατά την παλαιοχριστιανική περίοδο. Στην περίπτωση της επισκευής του Παρθενώνα, η ιδιαίτερη οργάνωση και η αποκλειστικότητα του υλικού από το κτήριο - «δότη» στο σηκό του ναού προϋποθέτουν μια μεγάλη επιχείρηση αποδόμησης, μεταφοράς, και ανασυναρμολόγησης, με την άδεια και προφανώς τη χρηματοδότηση της αυτοκρατορικής αρχής. Η προσφορά του ιερατείου του ναού ίσως περιορίστηκε στην αναχρησιμοποίηση των αναθημάτων της θεάς για την επισκευή συγκεκριμένων σημείων του ναού (περίθυρα, εσωτερικού ορθοστάτες, λίθοι ανωδομής). Η γράφουσα θεωρεί πιθανόν ο χορηγός της επισκευής του Παρθενώνα να ήταν ο αθηναίος Ανθύπατος Κλαύδιος Λεοντικός Ιλλύριος, ο οποίος ήταν συγκλητικός και υπηρέτησε ως ανθύπατος Αχαΐας μετά το 270 και πριν το 284 μ.Χ.Η αποσυναρμολόγηση του αρχικού κτηρίου - «δότη», από το οποίο προήλθε το οικοδομικό υλικό που χρησιμοποιήθηκε στην ανάταξη του εσωτερικού του Σηκού του Παρθενώνα, και η ελάχιστη χρήση «σπολίων» άλλων κατασκευών υποδηλώνει ότι τα αρχικά κτήρια δεν ήταν πλέον σε χρήση. Τα κτήρια, είτε αχρηστεύτηκαν από κάποια καταστροφή, και δεν κρίθηκε αναγκαίο να επισκευαστούν, είτε αχρηστεύτηκαν λόγω της πιθανής κατάργησης του θεσμού που εξυπηρετούσαν. Βεβαίως, και οι δύο αυτοί παράγοντες θα μπορούσαν να συντρέχουν. Είναι φανερό ότι η πόλη δεν είχε πλέον την ανάγκη, ή τη δυνατότητα, να επισκευάσει και να συντηρεί τα κτήρια αυτά, ενώ, αντίθετα, η ανάγκη να επαναλειτουργήσει ο ναός της Παρθένου φαίνεται να ήταν αδήριτη και επείγουσα. Η χρονική συγκυρία δεδομένων και ζητουμένων είναι εξαιρετικά κρίσιμη για την αναγνώριση των κτηρίων, από τα οποία προήλθε το οικοδομικό υλικό που χρησιμοποιήθηκε για την επισκευή του Παρθενώνα στην ύστερη αρχαιότητα. Όσον αφορά το κυρίως κτήριο - «δότη», δύο υποθέσεις εργασίας αναπτύσσονται στη μελέτη. Η αρχιτεκτονική μορφή του κτηρίου αποδεικνύεται, μετά την αρχιτεκτονική διερεύνηση των καταλοίπων, ότι ανήκει σε στωική κατασκευή του 3ου αιώνα π.Χ. πιθανότατα μορφής περιστυλίου. Περίκλειστες κατασκευές ήταν συνήθως οι παλαίστρες των γυμνασίων, αλλά και οι κήποι των φιλοσοφικών σχολών. Οι δύο αυτές περιπτώσεις κτηρίων διερευνώνται σε σχέση με δύο συγκεκριμένα κτήρια στην Αθήνα των μέσων του 3ου αιώνα π.Χ.: το Διογένειο-Πτολεμαίο σύμπλεγμα και τον κήπο του Λακύδη, ή Λακύδειον.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The Late Roman Repair of the Parthenon and Its Evidence for Hellenistic Stoic Buildings in AthensLena LambrinouThe Parthenon, although a universally familiar building of 5th century BC Classical Greece, is still to a great extent an unknown building. Its destruction in the 17th century and the subsequent plundering of its architectural members provoked the loss of important information concerning the arrangement and appearance of the building’s interior, as well as the history behind its successive, internal, post-Classical changes. Textual descriptions by medieval visitors and physical evidence on the building itself provide only a fragmentary image of the building’s missing interior and roof structure. Architectural and archaeological study show that the Parthenon was severely damaged at least once during antiquity and subsequently was repaired by the Romans. Previous theories on the date of the Parthenon’s destruction have suggested moving this pivotal event in the building’s histor ...
The Late Roman Repair of the Parthenon and Its Evidence for Hellenistic Stoic Buildings in AthensLena LambrinouThe Parthenon, although a universally familiar building of 5th century BC Classical Greece, is still to a great extent an unknown building. Its destruction in the 17th century and the subsequent plundering of its architectural members provoked the loss of important information concerning the arrangement and appearance of the building’s interior, as well as the history behind its successive, internal, post-Classical changes. Textual descriptions by medieval visitors and physical evidence on the building itself provide only a fragmentary image of the building’s missing interior and roof structure. Architectural and archaeological study show that the Parthenon was severely damaged at least once during antiquity and subsequently was repaired by the Romans. Previous theories on the date of the Parthenon’s destruction have suggested moving this pivotal event in the building’s history from the 2nd century to the beginning of the 5th century AD. These incidents of severe destruction and repair could have resulted from accidents, but are thought more likely to have been sparked by invading barbarians or Christian fanatics. The resulting, new internal form of the building in the late Roman period represents a middle phase between the original structure and the Parthenon’s later, Christian conversion into a cathedral. Alterations to the Parthenon and differing aims for its use over the years successively transformed the building’s interior with little change to its exterior. The details and methodology of the Roman alterations are revealed more fully than before through the author’s doctoral research and resulting dissertation, including the reuse of architectural members (spolia) from a “stoic” Hellenistic building complex in Athens. The present study examines the spolia used in the repair of the Parthenon, which number about 130 pieces, in order to define the chronology of the original building and to allow a reconstruction of the temple's internal intervention. The study concludes that the original building dated to the second half of the 3rd century BC. The identity of this complex could have been a gymnasium-palaistra--probably the so-called Ptolemaion, attached to the sacred courtyard of a locally celebrated hero, Diogenes, the Macedonian commander of Athens, who agreed to liberate the city in 229 BC from Macedonian occupation. An alternative proposal offered in this study identifies the original building-"donor" of the Parthenon's repair as the Garden of Lakydes, a present made by Attalos I to Lakydes, the director of Academy, after 240 BC. This garden was probably another peristyle in the Academy, like the famous Garden of Epikouros. The use of spolia is a constructional method characteristic of the late Roman Empire, which called for the disassembly of a unused or less important building to reassemble another more significant one. In the case of the Parthenon, the architectural members transferred to the Acropolis possibly from the Diogeneion - Ptolemaion complex were reused for the renovation of the building’s interior colonnade--a feature of esthetic value as well as of practical necessity for the construction of a new roof. The method of the repair shows a pagan society in despair, which had lost its connection with the central imperial support system, as well as its social powers, and the wealth necessary to be able to undertake major rebuilding projects for its pagan shrines. The Parthenon was not rebuilt, however, but simply repaired with a minimum of expense. Secondary material from these pagan stoic buildings was apparently employed due to the Athenian society’s incapacity for quarrying new marble--an expensive, labor-intensive enterprise. Nevertheless, this pagan Athenian community still had the authority and sufficient means to dismantle an entire building complex and transfer it to the Acropolis for the purpose of repairing the temple of the goddess Athena. The use of spolia in the Parthenon and the extensive use of plaster to reconstruct missing parts of the columns and capitals show an intention to redress the temple’s losses without replacing entire members. This ad hoc tactic was far removed from the original Greek ideal stemming from the creation of a temple as a sacred offering to the god—which called for a spirit of purity, honesty and virtually no regard for expense--during the Classical, Hellenistic or even Augustan eras. The renovation of a destroyed building during these earlier periods was usually achieved through the construction of a completely new one or at least the replacement in full of damaged members. The Athenians’ treatment of the Parthenon in late antiquity reflects a society already in decline by the end of the 3rd century AD, which was struggling to preserve the past glory of its predominant goddess Athena. Traces of this decline are apparent in the method of repairs made to the Parthenon after the severe destruction of the building in the late 3rd century or the beginning of the 4th century AD. It is most probable that this destruction should be connected with the invasion of the Herulians in AD 267. The most obvious reason for this connection is that the architect of the Parthenon's repair seems to have had the opportunity to choose the most suitable structure as material for this repair. Such a variety of choice was likely related to a previous major destruction of the city's buildings, which probably occurred after the invasion of the Herulians when they left Athens in ruins. The Parthenon's repair thus was likely carried out soon after the construction of the Late Roman Wall of the city, in the last decades of the 3rd century AD. In attempting to understand who may have been behind the Parthenon's repair, we can note a potentially significant historical development at the end of the 3rd century AD, when an Athenian, Leonticus Illyrius, became a Roman senator and a proconsul in Athens. He was an official who oversaw the building of at least two sections of the Late Roman Wall around the center of the city. If the Parthenon was destroyed by the Herulians, this proconsul could have been the sponsor of the temple's repair, especially since he would have had a personal interest in helping his city to recover. Roman authorities were responsible for all of the city's constructions, as well as for any kind of building disassembly, transportation and reuse. In the case of this particular repair, the number of architectural members transferred probably reached about 500 individual pieces. Thus, the building complex of origin must have been a massive one, but also one not in use at the time. The style of the repair is also revealing. The architect aimed to maintain the uniformity of the Parthenon's existing style while reproducing the original Doric order in the building's interior. This reflects his careful planning and meticulous research in order to find the most suitable building-"donor".
περισσότερα