Περίληψη
Η έξαρση της εκκλησιαστικής οικοδομικής δραστηριότητας και η συνακόλουθη ανάπτυξη της μνημειακής ζωγραφικής που διαπιστώνεται κατά τη μεταβυζαντινή περίοδο στο χώρο της σημερινής επαρχίας Αγιάς αποτελεί απότοκο της θρησκευτικής παράδοσης της περιοχής και του προνομιακού φορολογικού καθεστώτος που αυτή απέκτησε στο πρώτο μισό του 16ου αιώνα.Στην παρούσα μελέτη εξετάζεται η μνημειακή ζωγραφική που αναπτύχθηκε στην περιοχή κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα. Στόχος της εργασίας είναι η παρουσίαση των στοιχείων εξέλιξης της ζωγραφικής αυτής, η σκιαγράφηση των καλλιτεχνικών ρευμάτων και των ιδιωμάτων που συνυπάρχουν στην περιοχή, κατά την παραπάνω περίοδο, και η ανίχνευση των πηγών τους. Τα δεκατρία από τα δεκαπέντε ζωγραφικά σύνολα που παρουσιάζονται καλύπτουν τις έξι πρώτες δεκαετίες του 17ου αιώνα, με τα ακριβώς χρονολογημένα να τοποθετούνται μεταξύ του 1608/9 και του 1656. Κεντρικό μνημείο της μελέτης συνιστά ο διάκοσμος της Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου στο Μεγαλόβρυσο (Παναγία Νε(ι)βόλιανη), ...
Η έξαρση της εκκλησιαστικής οικοδομικής δραστηριότητας και η συνακόλουθη ανάπτυξη της μνημειακής ζωγραφικής που διαπιστώνεται κατά τη μεταβυζαντινή περίοδο στο χώρο της σημερινής επαρχίας Αγιάς αποτελεί απότοκο της θρησκευτικής παράδοσης της περιοχής και του προνομιακού φορολογικού καθεστώτος που αυτή απέκτησε στο πρώτο μισό του 16ου αιώνα.Στην παρούσα μελέτη εξετάζεται η μνημειακή ζωγραφική που αναπτύχθηκε στην περιοχή κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα. Στόχος της εργασίας είναι η παρουσίαση των στοιχείων εξέλιξης της ζωγραφικής αυτής, η σκιαγράφηση των καλλιτεχνικών ρευμάτων και των ιδιωμάτων που συνυπάρχουν στην περιοχή, κατά την παραπάνω περίοδο, και η ανίχνευση των πηγών τους. Τα δεκατρία από τα δεκαπέντε ζωγραφικά σύνολα που παρουσιάζονται καλύπτουν τις έξι πρώτες δεκαετίες του 17ου αιώνα, με τα ακριβώς χρονολογημένα να τοποθετούνται μεταξύ του 1608/9 και του 1656. Κεντρικό μνημείο της μελέτης συνιστά ο διάκοσμος της Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου στο Μεγαλόβρυσο (Παναγία Νε(ι)βόλιανη), ο οποίος επιλέχθηκε με κριτήρια την κατάσταση διατήρησής του, την έκτασή του, που επιτρέπει την αντιπαραβολή των θεμάτων του με τα αντίστοιχα των άλλων μνημείων και τη δυνατότητα εντοπισμού του ζωγραφικού συνεργείου που τον δημιούργησε. Με δεδομένο ότι το σύνολο των έργων της περιοχής είναι ανυπόγραφο, το τελευταίο κριτήριο βάρυνε ιδιαίτερα καθώς θα επέτρεπε συσχετισμούς με άλλα συνεργεία που έδρασαν σε αυτή. Το μνημείο, η αρχική φάση του οποίου ανάγεται στο 13ο αιώνα, ανακαινίστηκε και ιστορήθηκε το 1638/39.Η μελέτη καταμερίζεται σε τέσσερα κεφάλαια. Στο πρώτο αποπειράται η σκιαγράφηση του δημοσιονομικού, οικονομικού και κατά συνέπεια οικιστικού και κοινωνικού πλαισίου, στο οποίο εντάσσεται η καλλιτεχνική δραστηριότητα της περιοχής. Στο δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζονται τα μνημεία της. Η σύντομη αναφορά στα ζωγραφικά σύνολα του 16ου αιώνα της πρώτης ενότητας, κρίνεται απαραίτητη για τον προσδιορισμό της ζωγραφικής παράδοσης της περιοχής και των επιρροών που αυτή δέχθηκε και άσκησε. Στη δεύτερη ενότητα του ίδιου κεφαλαίου περιγράφεται και αναλύεται, με συντομία, το εικονογραφικό πρόγραμμα των διακόσμων του 17ου αιώνα. Μέσα από εικονογραφικές, τεχνοτροπικές, επιγραφικές και παλαιογραφικές ιδιαιτερότητες που μελετώνται ανιχνεύονται ή και προσδιορίζονται οι καταβολές των συνεργείων που έδρασαν στην περιοχή. Το τρίτο κεφάλαιο αποτελεί το μεγαλύτερο τμήμα της εργασίας καθώς εστιάζει στο κεντρικό μνημείο της. Επιμερίζεται σε πέντε ενότητες, από τις οποίες δύο πρώτες αφορούν στην σύντομη παρουσίαση της αρχιτεκτονικής και της κτητορικής επιγραφής του μνημείου, και στην περιγραφή του εικονογραφικού προγράμματος των τοιχογραφιών του. Στην τρίτη ενότητα επιχειρείται η εικονογραφική πραγμάτευση των εικονιζόμενων θεμάτων, με παράλληλη προσπάθεια εντοπισμού των εικονογραφικών προτύπων και της διάδοσης του κάθε τύπου στην ευρύτερη περιοχή. Στο ίδιο κεφάλαιο εντάσσονται τα συμπεράσματα της μελέτης που αφορούν στη γενική θεώρηση του διακόσμου από εικονογραφική και από τεχνοτροπική, καθώς και από τεχνική και παλαιογραφική άποψη. Παράλληλα με βάση τα συμπεράσματα αυτά, γίνεται ταύτιση του ζωγραφικού συνεργείου που φιλοτέχνησε το συγκεκριμένο διάκοσμο και διαγράφεται η συνολική καλλιτεχνική διαδρομή των ζωγράφων του. Στα τελικά συμπεράσματα της μελέτης επιχειρείται, με βάση τα προηγούμενα, η συνολική θεώρηση των ζωγραφικών έργων που παρουσιάστηκαν και η τοποθέτηση της ζωγραφικής της εξεταζόμενης περιοχής στην τέχνη της περιόδου.Η συστηματική ανάλυση των εξεταζόμενων συνόλων έδωσε ενδιαφέροντα στοιχεία, τόσο για την ιστορία της τέχνης όσο και για την ιστορία της περιοχής. Με βάση τα επιγραφικά δεδομένα, την εικονογραφία και την τεχνοτροπία ταξινομήθηκαν, κατά το δυνατό, με χρονολογική σειρά και διαχωρίστηκαν οι ποικίλες φάσεις των τοιχογραφικών συνόλων των ναών, που λόγω της αδιάκοπης λειτουργίας τους δέχθηκαν αλλεπάλληλες επεμβάσεις. Οι ζωγραφικές εκφράσεις που αναδείχθηκαν είναι ποικιλότροπες, αλλά σταθερά προσανατολισμένες στην παράδοση του Bορειοδυτικού Eλλαδικού χώρου και των όμορων περιοχών. Το σύνολο των έργων χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερη ποιότητα, σε σχέση με σύγχρονα μνημειακά σύνολα άλλων περιοχών. Οι ομοιότητες με ορισμένο κύκλο μνημείων της Ηπείρου και της Δυτικής Μακεδονίας είναι τόσο τυπολογικές όσο και υφολογικές, γεγονός που μαρτυρά μια ευρύτερη δραστηριότητα των συνεργείων που τα δημιούργησαν. Το κοινό πνεύμα και ύφος που συνδέει τα ζωγραφικά σύνολα της Αγιάς με τα μνημεία των παραπάνω περιοχών καταδεικνύει την καλλιτεχνική επικοινωνία της με τις περιοχές αυτές και παράλληλα ενδυναμώνει τις πηγές που αφορούν στις ιστορικές και κοινωνικές συνιστώσες της. Υπό αυτή την έννοια, ο μνημειακός πλούτος της Aγιάς κατέχει σημαντική θέση στην κατανόηση της ιστορίας και του πολιτισμικού προϊόντος του Θεσσαλικού χώρου γενικότερα.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The effusion of church building activity and the consequent development of monumental painting that is observed during the post - Byzantine period in the area of Agia province today is the result of the religious tradition of the region and the preferential tax status quo which acquired in the first half of 16th century. This study examines the monumental painting that was developed in the region during the 17th century. The aim of this paper is the presentation of the evolution of this painting, the delineation of artistic styles and idioms that coexist in the region during this period, and the detection of their sources. Thirteen of the fifteen paintings grupings that are presented, cover the first six decades of the 17th century, with the punctually dated placed between 1608/9 and 1656. Central monument of the study is the mural decoration of the Dormition of Virgin Monastery in Megalovryso (Panagia Ne(j)voliani), which was selected with criteria based on ...
The effusion of church building activity and the consequent development of monumental painting that is observed during the post - Byzantine period in the area of Agia province today is the result of the religious tradition of the region and the preferential tax status quo which acquired in the first half of 16th century. This study examines the monumental painting that was developed in the region during the 17th century. The aim of this paper is the presentation of the evolution of this painting, the delineation of artistic styles and idioms that coexist in the region during this period, and the detection of their sources. Thirteen of the fifteen paintings grupings that are presented, cover the first six decades of the 17th century, with the punctually dated placed between 1608/9 and 1656. Central monument of the study is the mural decoration of the Dormition of Virgin Monastery in Megalovryso (Panagia Ne(j)voliani), which was selected with criteria based on its state of preservation, its extent that allow the comparison of subjects with those of other monuments and the localization of the painting workshop that created it. Given that the entire project of the area is unsigned, the last criterion devolves especially, as it would allow correlations with other crews who worked on it. The monument, the initial phase of which dates back to the 13th century, renovated and painted in 1638/39. The study is partitioned into four chapters. The first one attempts to outline the financial, economic and consequently residential and social framework within which the artistic activity belongs. The second chapter presents its monuments. The brief reference of the painting groupings of the 16th century of the first chapter, it is necessary to determine the painting tradition of the region and the influences that are accepted and practiced. The second section of the same chapter describes and analyzes, in brief, the iconographic program of the decorations of 17th century. Through iconographic, stylistic, epigraphic and palaeographic characteristics that are studied or detected and specify the takings of the workshops that were active in the area. The third chapter is the largest part of the work as it focuses at its central monument. It is devided into five sections, of which the first two relate to the brief presentation of architectural and founder’s inscription of the monument, and the description of the iconographic program of the wall-paintings. The third section attempts the pictorial negotiation of the depicted subjects, while attempting to identify the iconographic models and dissemination of any type in the region. At the same chapter the findings of the study relating to the oversight of pictorial decoration and stylistic from both technical and paleographic view are included. Alongside with these conclusions, a concurrence of the painting workshop that created this decoration takes place and the overall path of artistic paintings is described. Through the final conclusions of the study, undertaken on the basis of the foregoing, the overview of paintings presented and the placement of paintings of the area concerned in the art of the period is attempted. The systematic analysis of the data under examination gave interesting clues for both art history and the history of the area. According the epigraphic data, iconography and style were classified, where possible, in chronological order and were discriminated in the various phases of the mural sets of temples, which due to the continuing operation went through repeated interventions. The paintings’ expressions were highlighted in many different ways, but consistently oriented within the tradition of Northwestern Hellenic area and adjacent areas. All works are characterized by a particular quality in relation to contemporary monumental groupings, elsewhere. The similarities with a certain circle of monuments of Epirus and Western Macedonia are both typological and stylistic, which indicates a greater activity of the workshops that created them. The common spirit and style of painting connects Agia’s painting groupings with the monuments of the previously referred areas demonstrates the art of communication with these regions and also strengthens the sources related to historical and social components. According this sense, the monumental wealth of Agia holds a significant position in the understanding of history and the cultural product of the area of Thessaly in general.
περισσότερα