Περίληψη
Συμπεράσματα :Ανατρέχοντας στην πολιτική οργάνωση στα Επτάνησα πριν από την Ένωση και ορίζοντας ως πρωτοπορία την ανάδειξη ιδεών και την ανάπτυξη δράσεων που διαρρηγνύουνπαγιωμένες και υφιστάμενες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές δομές, ο επτανησιακόςριζοσπαστισμός ως εθνικό, πολιτικό και κοινωνικό κίνημα, και με βάση τα στοιχεία πουέχει αναδείξει η έως σήμερα ιστοριογραφία, συνιστά μια πρωτοποριακή, ριζοσπαστική καιρηξικέλευθη ιδεολογία, όχι μόνο για τα δεδομένα του τοπικού πλαισίου της αυστηράδιαρθρωμένης ταξικής κοινωνίας, αλλά και για εκείνα που χαρακτήριζαν το ευρύτεροιστορικό πλαίσιο του πρώτου μισού του 19ου αιώνα. Παρακάμπτοντας εδώ αναγκαστικάτις όποιες ιστοριογραφικές αντιφάσεις περικλείει ο επτανησιακός ριζοσπαστισμός ωςκίνημα και ως πολιτικό μόρφωμα, μπορούμε να πούμε ότι η πρωτοπορία που εξέφρασεσυνίσταται στην αδιαχώριστη ενότητα του διπολικού προσανατολισμού του· από τη μίατου εθνικο-απελευθερωτικού, θεμελιωμένου στην αρχή της εθνικής ανεξαρτησίας ωςαπαράγραπτου φυσ ...
Συμπεράσματα :Ανατρέχοντας στην πολιτική οργάνωση στα Επτάνησα πριν από την Ένωση και ορίζοντας ως πρωτοπορία την ανάδειξη ιδεών και την ανάπτυξη δράσεων που διαρρηγνύουνπαγιωμένες και υφιστάμενες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές δομές, ο επτανησιακόςριζοσπαστισμός ως εθνικό, πολιτικό και κοινωνικό κίνημα, και με βάση τα στοιχεία πουέχει αναδείξει η έως σήμερα ιστοριογραφία, συνιστά μια πρωτοποριακή, ριζοσπαστική καιρηξικέλευθη ιδεολογία, όχι μόνο για τα δεδομένα του τοπικού πλαισίου της αυστηράδιαρθρωμένης ταξικής κοινωνίας, αλλά και για εκείνα που χαρακτήριζαν το ευρύτεροιστορικό πλαίσιο του πρώτου μισού του 19ου αιώνα. Παρακάμπτοντας εδώ αναγκαστικάτις όποιες ιστοριογραφικές αντιφάσεις περικλείει ο επτανησιακός ριζοσπαστισμός ωςκίνημα και ως πολιτικό μόρφωμα, μπορούμε να πούμε ότι η πρωτοπορία που εξέφρασεσυνίσταται στην αδιαχώριστη ενότητα του διπολικού προσανατολισμού του· από τη μίατου εθνικο-απελευθερωτικού, θεμελιωμένου στην αρχή της εθνικής ανεξαρτησίας ωςαπαράγραπτου φυσικού δικαιώματος, και από την άλλη του κοινωνικο-πολιτικού μεαιτήματα την κοινωνική ανάπλαση και τη ριζική πολιτική μεταβολή με δημοκρατικέςκατευθύνσεις. Η οργανική και αδιαπραγμάτευτη συνάρμοση του ρομαντικού εθνικισμούμε την επιδίωξη μιας εδραίας πολιτικής και κοινωνική μεταβολής ολοκληρωνόταν με τοόραμα για ανατροπή των αυταρχικών καθεστώτων στην Ελλάδα, τα βαλκάνια και τηνΕυρώπη. Η επέκταση των ριζοσπαστικών οραμάτων σε ολόκληρο τον αλύτρωτοελληνισμό με στόχο τη μία και αδιαίρετη πανελλήνια δημοκρατία, αλλά και στονπανευρωπαϊκό χώρο με στόχο την ευρωπαϊκή συμπολιτεία, συνθέτουν τη φυσιογνωμίαενός προοδευτικού κινήματος που αποτιμάται ιστορικά ως πρωτοπορία.Οι παραπάνω αρχές, τα οράματα και οι στόχοι του ριζοσπαστισμού απέκτησανγενικότερη ισχύ και ευρεία αποδοχή, καθώς αντιστοιχούσαν στην επιθυμία τηςσυντριπτικής πλειονότητας του επτανησιακού λαού για πλήρη ανεξαρτησία, με τηναποτίναξη της ξένης δεσποτείας και την απελευθέρωση από την πολιτική, οικονομική καικοινωνική καταδυνάστευση, που ασκούσαν από τη μία η ξένη εξουσία και από την άλλη ηολιγάριθμη εγχώρια αριστοκρατία που την πλαισίωνε. Η αναζήτηση χώρου ιδεολογικήςέκφρασης και η διεκδίκηση συμμετοχής της ισχυροποιημένης αστικής τάξης στη νομή τηςεξουσίας υπήρξε βασικό κίνητρο για την κινητοποίηση των πολιτικοποιημένωνεκπροσώπων της. Οι τελευταίοι πέτυχαν με αριστοτεχνικό τρόπο την ευρεία υιοθέτηση καιαποδοχή των ριζοσπαστικών ιδεών, χρησιμοποιώντας εκλαϊκευμένο πολιτικό λόγο, σεαντίθεση με το δυσνόητο και ακαδημαϊκού χαρακτήρα των Μεταρρυθμιστών. Οεπτανησιακός ριζοσπαστισμός έγινε έτσι η κυρίαρχη ιδεολογία στα νησιά, που κατάφερενα συσπειρώσει όλα τα κοινωνικά στρώματα αμβλύνοντας τις ταξικές αντιθέσεις. Τοενιαίο πολιτικό μέτωπο που δημιουργήθηκε ασκούσε πιέσεις στην τοπική ολιγαρχικήπολιτική εξουσία και τις ευρωπαϊκές Δυνάμεις με βασικό σκοπό την εθνική ανεξαρτησία.Παράλληλα, και σε άρρηκτη σύνδεση με τον παραπάνω σκοπό, επιδίωξη αποτελούσε οεκδημοκρατισμός του ελληνικού πολιτειακού καθεστώτος, ως αναγκαία προϋπόθεση γιατην ένωση των νησιών με το ελληνικό κράτος.Ωστόσο, η πρωτοπορία που εξέφρασε ο επτανησιακός ριζοσπαστισμός μέσα από τοναδιαχώριστο εθνικό, κοινωνικό και αστικοδημοκρατικό προσανατολισμό του, ανακόπηκεπριν από την ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα και συγκεκριμένα από τη φάση τηςιδεολογικής παρέκκλισης, 1852-1858, που κατέληξε στη διάσπαση του Ριζοσπαστικούκόμματος λίγα χρόνια αργότερα. Η δημοκρατική και κοινωνική συνιστώσα τουριζοσπαστισμού έχασε τα κοινωνικά ερείσματά της, όταν ο εθνικο-απελευθερωτικόςάξονας όχι απλώς προτάχθηκε από τη νέα ηγετική φυσιογνωμία του ΚωνσταντίνουΛομβάρδου, αλλά προβλήθηκε ως η «ορθή ριζοσπαστική» ιδεολογία, η οποία καιεπικράτησε, λόγω ιστορικών συγκυριών. Η ανάδειξη του Λομβάρδου σε αδιαφιλονίκητοηγέτη του ριζοσπαστικού χώρου και η παντελής αποποίηση του κοινωνικού καιΣ Υ Μ Π Ε Ρ Α Σ Μ Α Τ Α479δημοκρατικού περιεχομένου του ριζοσπαστισμού αποδείχθηκε εύκολη υπόθεση. ΟΛομβάρδος επωφελήθηκε από τη μακροχρόνια πολιτική απομόνωση των κορυφαίωνΡιζοσπαστών, λόγω εξορίας μεταξύ 1851 και 1857, και εκμεταλλεύθηκε στο έπακρο τομεγάλο ρεύμα που το Ριζοσπαστικό κόμμα είχε σε όλα τα νησιά, καθώς και τηνενδυνάμωση του ενωτικού αγώνα που εξαιτίας της πολιτικής τακτικής του ίδιου κόμματοςείχε μετατραπεί σε μαζικό λαϊκό κίνημα. Εξάλλου, η ευρεία νοηματοδότηση της εθνικήςιδέας, ειδικά δε του αιτήματος της ένωσης των νησιών με την Ελλάδα, περιέκλειε ποικιλίαζητουμένων και επιδιώξεων, ενισχύοντας έτσι τις προσδοκίες όλων των τάξεων για τηνεπίλυση των προβλημάτων και την προώθηση των ιδιαίτερων συμφερόντων τους. Στοπλαίσιο αυτό η εθνικιστική ρητορεία του Λομβάρδου βρήκε πρόσφορο έδαφος για ναεδραιωθεί, η δε ιδεολογία που αποτυπώνεται σε αυτήν εντός και εκτός Βουλής, καθώς καιη εντελώς αυτόνομη πολιτική πορεία του ίδιου και της ομάδας του, καταδεικνύει εντελώςδιαφορετικές αρχές, αντιλήψεις και μεθόδους ως προς το εθνικό, το θεσμικό και τοπολιτειακό ζήτημα. Έτσι μπορούμε να πούμε ότι οι διαφοροποιήσεις αυτές επιτρέπουν τοναποχαρακτηρισμό της ιδεολογίας του Λομβάρδου ως «ριζοσπαστικής» και του ηγέτη τηςως «Ριζοσπάστη», όπως για ευνόητους λόγους παρέμεινε να αυτοαποκαλείται. Κατ’ ουσίανπρόκειται για μια εθνικοφιλελεύθερη ιδεολογία, προσαρμοσμένη απολύτως ρεαλιστικάστις ειδικές εσωτερικές και εξωτερικές συνθήκες που όρισαν την εξέλιξη τουεπτανησιακού ζητήματος. Και βεβαίως μέσα από αυτό το πρίσμα πρέπει να αξιολογηθούνκαι να αποτιμηθούν ιστορικά οι αρχές, οι διακηρύξεις, τα προγράμματα και οι πολιτικέςπρακτικές τόσο του πολιτικού μορφώματος υπό τον Λομβάρδο όσο και του πρώτουδημοκρατικού ριζοσπαστισμού. Πάντως, αυτό που προς το παρόν μπορεί να ειπωθεί είναιότι η αποσύνδεση του αγώνα για την εθνική ολοκλήρωση από τα πρωτοποριακά για τηνεποχή και ανεδαφικά για την ευρωπαϊκή συγκυρία πολιτικο-κοινωνικά αιτήματακαταδεικνύει πολιτικό ρεαλισμό. Το αποτέλεσμα επιβεβαίωσε τις επιλογές του Λομβάρδουκαι εξασφάλισε στον ίδιο και τις ιδέες του την πρωτοκαθεδρία στον επτανησιακό χώρο.Η πολιτική εξουδετέρωση των πρωτεργατών του ριζοσπαστικού κινήματος οριοθετείκαι τη λήξη της κοινωνικής και πολιτικής πρωτοπορίας που αυτό εξέφρασε. Όπωςαποδεικνύεται, η διάσπαση του ριζοσπαστικού κόμματος και η κυριαρχία του εθνικούσκέλους του πριν από την Ένωση καθόρισαν τη μετέπειτα εξέλιξη και πορεία τηςκυρίαρχης επτανησιακής ιδεολογίας, αλλά και τις στοχεύσεις και το ρόλο των Επτανήσιωνβουλευτών στην ελληνική πολιτική ζωή. Η Ένωση αποτελεί, έτσι, σημείο τομής στηνπολιτική ιστορία των Επτανήσων.Η διεύρυνση του ενωτικού κινήματος και η θετική για το ενωτικό ζήτημα έκβασησυνέβαλαν στη συσπείρωση και σύμπραξη πολλών μεταρρυθμιστών με τους «ενωτιστέςριζοσπάστες». Κοινό σημείο αναφοράς της έως τότε ιδεολογικά ετερόκλητης καικοινωνικά συμμιγούς πολιτικής ομάδας, που αναδείχθηκε από την ιστορική συγκυρία,ήταν η εθνική ιδέα και πρόταγμά της η συνέχιση του εθνικο-απελευθερωτικού αγώνα μεστόχο την ενσωμάτωση όλων των αλύτρωτων ομοεθνών. Έτσι, στις πρώτες εκλογές μετάτην επίσημη ένωση, το 1864, η ιδεολογικά και κοινωνικά συμμιγής κοινοβουλευτικήομάδα υπό τον Λομβάρδο καλύπτει περίπου το 80% στο σύνολο των Επτανήσιωνβουλευτών. Στο εξής η λομβαρδική ομάδα -περισσότερο ή λιγότερο αριθμητικάενισχυμένη- συνιστά έναν νέο πολιτικό πυρήνα που διεκδικεί δυναμικό ρόλο στο νέοιστορικό και πολιτικό πλαίσιο. Κοινός παρονομαστής στην πολιτική συμπεριφορά τουςείναι το εθνικό. Με βασικό ιδεολογικό άξονα την προώθηση και πραγμάτωση τηςΜεγάλης Ιδέας, έως το 1869 η συντριπτική πλειονότητα των Επτανήσιων βουλευτώναντιλαμβανόταν το εθνικό συμφέρον μέσα από την αναγκαιότητα της με κάθε κόστοςεπέκτασης των συνόρων, ιδεολογία που εκφράστηκε με το σύνθημα «δὲν ἠμποροῦμεν νὰκαλλιτευρεύσωμεν ἐὰν δὲν μεγαλώσωμεν ». Στην υπηρεσία του εθνικού ζητήματος με αιχμή τονΣ Υ Μ Π Ε Ρ Α Σ Μ Α Τ Α480αλυτρωτισμό τέθηκαν άλλοι δύο άξονες: α) η ενίσχυση του βασιλικού θεσμού ωςπαράγοντα ενότητας και συνοχής, αλλά και ως προϋπόθεσης για την εξασφάλιση τηςστήριξης από πλευράς Μεγάλων Δυνάμεων, και β) η εδραίωση της συνταγματικής τάξηςκαι η εξασφάλιση της ευνομίας. Τα προτάγματα αυτά ήταν και η αιτία στήριξης τουπολιτικού μορφώματος των Ορεινών και στη συνέχεια του κόμματος του Αλ.Κουμουνδούρου, με αποτέλεσμα την ανατροπή του συσχετισμού δυνάμεων στο ελληνικόκοινοβούλιο αμέσως μετά την είσοδο των Επτανήσιων βουλευτών στη Β΄ ΕθνικήΣυνέλευση.Από την άλλη πλευρά, οι εκπρόσωποι του δημοκρατικού ριζοσπαστισμού πουεκλέγονται στο ελληνικό κοινοβούλιο είναι εξαρχής ολιγάριθμοι και προέρχονται κυρίωςαπό την Κεφαλονιά (περί τους οκτώ με δέκα το 1864 και στη συνέχεια δύο). Το 1869εξαφανίζονται οριστικά από το πολιτικό προσκήνιο. Στο βραχύ διάστημα τηςκοινοβουλευτικής παρουσίας τους, οι «δημοκρατικοί» Επτανήσιοι παρέμειναν σταθεροίστις ιδεολογικές και πολιτικές αρχές του παρελθόντος τους, προτάσσοντας την εσωτερικήοργάνωση και ανάπτυξη του κράτους, με την πεποίθηση ότι η βελτίωση των θεσμών στηβάση των αρχών της ισότητας και της λαϊκής κυριαρχίας, η ανάπτυξη της οικονομίας καιτων υποδομών, θα αποτελέσουν εγγύηση για την πραγμάτωση του εθνικού σκοπού.Με βάση τα παραπάνω, η προσπάθεια αποτίμησης του πολιτικού ρόλου τωνΕπτανήσιων βουλευτών στην ελληνική πολιτική ζωή επικεντρώνεται στην κυρίαρχη πλέονιδεολογία του εθνικο-φιλελευθερισμού, βασικός εκφραστής της οποίας αλλά και ηγέτηςτης συντριπτικής πλειονότητας της επτανησιακής κοινοβουλευτικής ομάδας ήταν οΚωνσταντίνος Λομβάρδος. Η εδαφική επέκταση ως πρώτη προτεραιότητα ώθησε την ενλόγω ομάδα σε σειρά προτάσεων και πολιτικών επιλογών από το 1864 έως και το 1869.Στα σχετικά με το εθνικό ζήτημα θέματα, οι περισσότεροι από τους Επτανήσιουςβουλευτές εμφανίζονται να δρουν ως συμπαγής ομάδα, ενώ σε άλλα ζητήματα διατηρούνμία αυτονομία ανάλογα με την ιδεολογική αφετηρία τους ή τα ιδιαίτερα πολιτικάσυμφέροντα της περιφέρειας που εκπροσωπούσαν.Ο θεσμός της βασιλείας είναι για τους Επτανησίους αδιαμφισβήτητος. Για τα πρώταδέκα χρόνια από την Ένωση, ο φιλομοναρχισμός τους εντάσσεται στο γενικότερο κλίματης εποχής και αιτιολογείται από τον εγγυητικό ρόλο που γι’ αυτούς παίζει ο βασιλικόςθεσμός στην επίτευξη του εθνικού σκοπού. Οι προσδοκίες ότι ο Γεώργιος θα ηγείτο τωνΕλλήνων στον εθνικό προορισμό καθορίζει εν πολλοίς τη στάση και τις επιλογές τους στοπολιτειακό ζήτημα κατά την ψήφιση του νέου συνταγματικού χάρτη το 1864. Έτσι, αν καισε αρκετές περιπτώσεις εμφανείς είναι οι προσπάθειες που κατέβαλλαν για τον περιορισμότων αρμοδιοτήτων του ανώτατου άρχοντα υπέρ της λαϊκής κυριαρχίας, η συναίνεσή τουςστην εσπευσμένη και χωρίς συζήτηση ψήφιση των σχετικών διατάξεων, καθώς και άλλωνσημαντικών για το αντιπροσωπευτικό σύστημα, τους καθιστά συνυπεύθυνους για τιςαντισυνταγματικές ενέργειες του στέμματος που ακολούθησαν και κορυφώθηκαν το 1875.Αναλυτικότερα για το ρόλο των Επτανήσιων πληρεξουσίων στη φυσιογνωμία τουπολιτεύματος, χωρίς καθόλου να παραγνωρίζεται η συνδρομή των ογδόντα επτάΕπτανήσιων βουλευτών στην καθιέρωση της δημοκρατικής αρχής και στη θεσμικήκατοχύρωση διατάξεων που διασφαλίζουν τη λαϊκή κυριαρχία, η ποσοστιαία συμμετοχήτους στην κατεύθυνση αυτή δεν κρίνεται παρά σε μία περίπτωση -εκείνη της κατάργησηςτης Γερουσίας- καθοριστική. Για την ακρίβεια η συμμετοχή τους ενίσχυσε τη δυναμικήτων υφιστάμενων προοδευτικών δυνάμεων της ελληνικής πολιτικής σκηνής προς τηνκατεύθυνση του εκδημοκρατισμού του πολιτικού συστήματος και της φιλελευθεροποίησηςτων θεσμών. Επιπλέον, όσο συμμέτοχοι είναι στην καθιέρωση της δημοκρατικής αρχήςκαι άλλων προοδευτικών για την εποχή συνταγματικών διατάξεων, άλλο τόσοσυνυπεύθυνοι είναι και για τη διατήρηση των μοναρχικών καταλοίπων
περισσότερα