Περίληψη
Θέμα της παρούσας διατριβής είναι η πολιτισμική πρακτική του ‘κονσομασιόν’, που επιτυχημένα θεωρώ αποτυπώνει η έκφραση ‘ποτό για παρέα’. Πρόκειται για έναν τύπο και τόπο συνάντησης και συσχέτισης των φύλων, που περιβάλλεται συγκεκριμένα χαρακτηριστικά κι επιτελείται με ορισμένους τρόπους. Βασική συνθήκη αυτής της κατηγορίας έμφυλων σχέσεων είναι το περιβάλλον του μπαρ, στο οποίο αντανακλάται κι αναπαράγεται η κοινωνική σηματοδότηση αυτής της συνάντησης. Το μπαρ ως ειδική κατηγορία νυχτερινής διασκέδασης διαμορφώνεται για να εξυπηρετήσει επιχειρηματικά συμφέροντα, να ρυθμίσει εργασιακές σχέσεις και να (ανα-)παράγει ένα προϊόν (υπηρεσία): τη διασκέδαση αυτών που συχνάζουν στο χώρο. Οιπροσδοκίες και τα συμφέροντα των επιχειρηματιών, των εργαζόμενων αλλά και των διασκεδαζόντων διασταυρώνονται, διαπλέκονται και τίθενται υπό διαπραγμάτευση. Τα τρία μέρη πρέπει να συμφωνήσουν και να συνεργαστούν προκειμένου να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα και να συναντήσουν τις προσδοκίες τους. Οι ιεραρχίες κα ...
Θέμα της παρούσας διατριβής είναι η πολιτισμική πρακτική του ‘κονσομασιόν’, που επιτυχημένα θεωρώ αποτυπώνει η έκφραση ‘ποτό για παρέα’. Πρόκειται για έναν τύπο και τόπο συνάντησης και συσχέτισης των φύλων, που περιβάλλεται συγκεκριμένα χαρακτηριστικά κι επιτελείται με ορισμένους τρόπους. Βασική συνθήκη αυτής της κατηγορίας έμφυλων σχέσεων είναι το περιβάλλον του μπαρ, στο οποίο αντανακλάται κι αναπαράγεται η κοινωνική σηματοδότηση αυτής της συνάντησης. Το μπαρ ως ειδική κατηγορία νυχτερινής διασκέδασης διαμορφώνεται για να εξυπηρετήσει επιχειρηματικά συμφέροντα, να ρυθμίσει εργασιακές σχέσεις και να (ανα-)παράγει ένα προϊόν (υπηρεσία): τη διασκέδαση αυτών που συχνάζουν στο χώρο. Οιπροσδοκίες και τα συμφέροντα των επιχειρηματιών, των εργαζόμενων αλλά και των διασκεδαζόντων διασταυρώνονται, διαπλέκονται και τίθενται υπό διαπραγμάτευση. Τα τρία μέρη πρέπει να συμφωνήσουν και να συνεργαστούν προκειμένου να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα και να συναντήσουν τις προσδοκίες τους. Οι ιεραρχίες και οι ασυμμετρίες είναι ευθύς εξαρχής σαφείς, στο βαθμό που ορίζονται από τον καταμερισμό της εργασίας. Στη διαδικασία όμως κλονίζονται κι επαναπροσδιορίζονται και τίποτα δεν είναι πια ξεκάθαρο. Κάθε διαπραγματευτική στιγμή κρύβει -ή αποκαλύπτει - και άλλες διαπραγματεύσεις. Όλοι διαπραγματεύονται με όλους μέσα στο μπαρ, αλλά και με τους εαυτούς τους, τις (μη) επιλογές τους, την ευρύτερη κοινωνία, αλλά και τηνπολιτική, οικονομική και πολιτισμική ιστορία της οικονομικο- σεξουαλικής ανταλλαγής ανδρών και γυναικών.«Κάθε διατριβή είναι μια ιστοριούλα, με αρχή, μέση και τέλος. Κάθισε να τη γράψεις» με παρακινούσε και με εμψύχωνε ένας φίλος που είχε περάσει κι ο ίδιος τη ‘δοκιμασία’ της διατριβής. «Τόσο απλά;» απορούσα κι αντιστεκόμουνα, καθώς ήταν δεκάδες οι ιστορίες που στριμώχνονταν στο μυαλό μου, αλλά, τελικά, έγραψα αυτήν την ιστορία, με αρχή, μέση και ...τέλος; Αναρωτιέμαι αν ο επίλογος σε ένα γραπτό κείμενο κλείνει ή ανοίγει το έργο. Τώρα που έχω τις τελευταίες στιγμές- γραμμές εξουσίας σε αυτό το κείμενο, αισθάνομαι σαν να έχω ακόμα μια ευκαιρία να μαζέψω τα ‘ξέφτια’ και τα περισσεύματα... Για να το θέσω αλλιώς, αυτός ο επίλογος, το τελευταίο τέλος, όσο αφορά αυτή τη διατριβή, είναι πράγματι ένας χώρος για να ξανασκεφτώ, με τη βοήθεια της απόστασης του χρόνου που μεσολάβησε από το τελευταίο γράψιμο , και με τη σιγουριά ότι η ιστορία είναι εδώ, γραμμένη, κάποια ζητήματα που τέθηκαν, αλλά κυρίως αυτά που δεν ειπώθηκαν. Αυτό το τελευταίο σημείο, τα ζητήματα δηλαδή που έμειναν απέξω, σχετίζεται με την παρακίνηση του φίλου , «είναι μια ιστοριούλα/.../ γράψτην». Κάθε ιστορία, μπορεί να γραφτεί με πολλούς τρόπους, αλλά ο κάθε τρόπος κάνει την ιστορία διαφορετική. Κι αν ακόμα επιλέγουμε, εκ των πραγμάτων, κάποιον τρόπο, οι άλλοι δε χάνονται, βγαίνουν από παντού, υπάρχουν στο υλικό, υπάρχουν στη σκέψη μας. Από αυτή τη σκοπιά, στον επίλογο, θέλω να αφήσω λίγο χώρο, για τις άλλες αφηγήσεις, αυτές που δεν επέλεξαβ). Έτσι, για να επανέλθω στο βασικό ερώτημα, σχετικά με το239ρόλο του επιλόγου, σκέφτομαι ότι ανοίγει το έργο σε νέες κατευθύνσεις και θεματικές προοπτικές. Κάποιες τις έχω ήδη εντοπίσει- με τη βοήθεια των σχολίων και των παρατηρήσεων της τριμελούς επιτροπής που διάβασε τη διατριβή σε προηγούμενο στάδιο- και νομίζω ότι έχουν ενδιαφέρον τόσο για μια σύντομη αναφορά εδώ όσο και για συστηματική επεξεργασία στο μέλλον.Αναμφίβολα, κάθε εργασία δεν παράγεται στο κενό. Έρχεται να συμβάλλει σε μία συζήτηση που διεξάγεται στην ακαδημαϊκή πειθαρχία που θεραπεύει. Από τη σκοπιά της σεξουαλικής εργασίας, η παρούσα διατριβή, θεωρώ, ότι προσπαθεί να παρακολουθήσει και να συμμετέχει, με τις δυνάμεις και τις αδυναμίες της, στην ευρύτερη συζήτηση που γίνεται στην Κοινωνική Ανθρωπολογία για τη σεξουαλικότητα, την κοινωνία και τον πολιτισμό.Το θέμα της διερεύνησης της σεξουαλικότητας στην ανθρωπολογία είναι παλιό όσο το έργο του Malinowski και της Mead, ωστόσο οι ανθρωπολογικές προσεγγίσεις στη σεξουαλικότητα από το 1920 έως το 1990 παρέμειναν εξαιρετικά σταθερές. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αυτών των προσεγγίσεων αποτελεί η παραδοχή ότι η σεξουαλικότητα είναι το βασικό υλικό πάνω στο οποίο δουλεύει ο πολιτισμός: μια φυσικοποιημένη κατηγορία αποκλεισμένη από την έρευνα και την ανάλυση.Στα μέσα της δεκαετίας του 1970 η θεωρία της κοινωνικής κατασκευής εμφανίζεται στη βιβλιογραφία καταδεικνύοντας την ικανότητα να φανταστούμε τη σεξουαλικότητα ως κοινωνική κατασκευή.240Η αυξανόμενη δημοτικότητα της θεωρίας της κοινωνικής κατασκευής συσκοτίζει το γεγονός της διαφορετικής χρήσης του όρου από τους συγγραφείς κι ερευνητές. Ωστόσο όλοι/ ες απορρίπτουν τον σταθερό διιστορικό και διαπολιτισμικό ορισμό της σεξουαλικότητας και αντιπροτείνουν ότι η σεξουαλικότητα διαμεσολαβείται από ιστορικούς και κοινωνικούς παράγοντες. Όλες οι προσεγγίσεις υιοθετούν την οπτική ότι οι σεξουαλικές πράξεις- φυσικά ταυτόσημες- μπορεί να έχουν διαφοροποιημένες κοινωνικές σημασίες και υποκειμενικά νοήματα, που εξαρτώνται από τον τρόπο που ορίζονται και προσλαμβάνονται σε διαφορετικά πολιτισμικά συμφραζόμενα και διαφορετικές ιστορικές περιόδους. Στο βαθμό που μία σεξουαλική πράξη δε φέρει ένα οικουμενικό κοινωνικό νόημα, τότε η σχέση ανάμεσα στις σεξουαλικές πράξεις και τα σεξουαλικά νοήματα δεν είναι δεδομένη και σταθερή. Οι πολιτισμοί παρέχουν ποικίλες κατηγορίες, σχήματα και ταμπέλες για να πλαισιώνουν τις σεξουαλικές και τις αισθησιακές εμπειρίες. Αυτές οι κατασκευές δεν επηρεάζουν μόνο την ατομική υποκειμενικότητα και συμπεριφορά, αλλά οργανώνουν και νοηματοδοτούν τη συλλογική σεξουαλική εμπειρία, μέσα από τον αντίκτυπο στις σεξουαλικές ταυτότητες, ορισμούς, ιδεολογίες και ρυθμίσεις.Ένα βήμα παραπέρα στη θεωρία της κοινωνικήε κατασκευής πηγαίνουν όσοι θεωρούν ότι η κατεύθυνση του ερωτικού ενδιαφέροντος, για παράδειγμα η επιλογή του ερωτικού αντικειμένου, δεν είναι εγγενής ή έμφυτη στο άτομο, αλλά συγκροτείται μέσα από πολύμορφες πιθανότητες. Σύμφωνα με την παραπάνω συλλογιστική, η ίδια η σεξουαλική επιθυμία, είναι κατασκευασμένη από τον πολιτισμό και την241ιστορία, αποτέλεσμα πολιτισμικής διαχείρισης των σωματικών δυνατοτήτωνΜε την τελευταία πρόταση ως οδηγό, προσπάθησα να προσεγγίσω το ζήτημα της πολιτισμικής πρακτικής του ‘κονσομασιόν’ . Εντάσσοντας το ‘κονσομασιόν’ στη θεματική της ‘σεξουαλικής εργασίας’ όφειλα να αναμετρηθώ με την ιστορική διαδρομή του όρου ‘πορνεία’. Δεν τόλμησα βεβαίως να ερευνήσω συστηματικά αυτό το πεδίο, αλλά προσπάθησα να αναπαραστήσω την προβληματική θεωρώντας ότι το βάθος και το βάρος του όρου ‘πορνεία’ είναι πολύ μεγάλο και καθοριστικό για την ερμηνεία του ειδικού φαινομένου που μελέτησα. Στη διεθνή ανθρωπολογική βιβλιογραφία το ζήτημα της ‘πορνείας’- ‘σεξουαλικής εργασίας’ δεν έχει ακόμα συγκροτηθεί σε ένα πλούσιο σώμα εθνογραφιών. Η συζήτηση γίνεται αποσπασματικά κι ελλειπτικά, κυρίως από φεμινίστριες διανοούμενες. Θεωρώ ότι η συμβολή αυτής της διατριβής είναι ακριβώς η εκδήλωση ενδιαφέροντος σε ένα θέμα που εξελίσσεται, ακόμα κι αν αντανακλά αυτήν την αποσπασματικότητα.
περισσότερα