Περίληψη
Στη διάρκεια της περιόδου Οκτωβρίου 1988 - Φεβρουάριου 1991 συλλέχθηκαν σε μηνιαία βάση δείγματα από τρεις σταθμούς (Σ1, Σ2, Σ3), οι δυο από τους οποίους βρίσκονταν στο Θερμαϊκό κόλπο (Σ1, Σ2) και ο άλλος στα όρια του κόλπου και του όρμου της Θεσσαλονίκης (Σ3). Οι δειγματοληψίες πραγματοποιήθηκαν με κατακόρυφες σύρσεις διχτυού WP-2 (200 μm) στη στήλη 0-30 m, αλλά και 0-18 m στο ρηχό σταθμό του κόλπου της Θεσσαλονίκης. Στα δεδομένα που προέκυψαν από την ποιοτική και ποσοτική ανάλυση των δειγμάτων εφαρμόστηκαν μονοπαραγοντικές και πολυπαραγοντικές στατιστικές μέθοδοι. Για την πληρέστερη μελέτη της δομής των ζωοπλαγκτικών κοινοτήτων χρησιμοποιήθηκαν βιολογικοί παράμετροι και διαγράμματα σειράς - συχνότητας. Συγκεκριμένα προέκυψαν τα εξής συμπεράσματα: • Η μέση πυκνότητα και βιομάζα του ζωοπλαγκτού ήταν στο σταθμό 1, 1383,91 ατ/m3 και 5,55 mg/m3, στο σταθμό 2, 2169,36 ατ/m3 και 6,69 mg/m3 και στο σταθμό 3, 3861,95 ατ/m3 και 12,02 mg/m3, αντίστοιχα. • Κυρίαρχη ταξινομική ομάδα ήταν τα κωπήπ ...
Στη διάρκεια της περιόδου Οκτωβρίου 1988 - Φεβρουάριου 1991 συλλέχθηκαν σε μηνιαία βάση δείγματα από τρεις σταθμούς (Σ1, Σ2, Σ3), οι δυο από τους οποίους βρίσκονταν στο Θερμαϊκό κόλπο (Σ1, Σ2) και ο άλλος στα όρια του κόλπου και του όρμου της Θεσσαλονίκης (Σ3). Οι δειγματοληψίες πραγματοποιήθηκαν με κατακόρυφες σύρσεις διχτυού WP-2 (200 μm) στη στήλη 0-30 m, αλλά και 0-18 m στο ρηχό σταθμό του κόλπου της Θεσσαλονίκης. Στα δεδομένα που προέκυψαν από την ποιοτική και ποσοτική ανάλυση των δειγμάτων εφαρμόστηκαν μονοπαραγοντικές και πολυπαραγοντικές στατιστικές μέθοδοι. Για την πληρέστερη μελέτη της δομής των ζωοπλαγκτικών κοινοτήτων χρησιμοποιήθηκαν βιολογικοί παράμετροι και διαγράμματα σειράς - συχνότητας. Συγκεκριμένα προέκυψαν τα εξής συμπεράσματα: • Η μέση πυκνότητα και βιομάζα του ζωοπλαγκτού ήταν στο σταθμό 1, 1383,91 ατ/m3 και 5,55 mg/m3, στο σταθμό 2, 2169,36 ατ/m3 και 6,69 mg/m3 και στο σταθμό 3, 3861,95 ατ/m3 και 12,02 mg/m3, αντίστοιχα. • Κυρίαρχη ταξινομική ομάδα ήταν τα κωπήποδα, αλλά περιστασιακά (π.χ. τους καλοκαιρινούς μήνες) επικρατούσαν τα κλαδοκεραιωτά. -Ειδικά στο σταθμό 3 η διαφορά στις μέσες σχετικές αφθονίες των παραπάνω ομάδων ήταν πολύ μικρή. Η υψηλή συμμετοχή των μεροπλαγκτικών ομάδων που παρατηρήθηκε (ιδιαίτερα στο σταθμό 3), μπορεί να αποδοθεί στις οικολογικές ιδιαιτερότητες της περιοχής μελέτης (π.χ. νερά χαμηλής αλατότητας) και στην ύπαρξη εκτεταμένων μυδοκαλλιεργειών στις ακτές της. • Σημαντικότερα είδη ως προς τη σχετική αφθονία ήταν τα: Acartia clausi, Paracalanus parvus, Podon polyphemoides και Penilia avirostris. Στους σταθμούς 1 και 2 τα A. clausi και P. polyphemoides χαρακτήριζαν τις χειμερινές - ανοιξιάτικες συνευρέσεις, το P. avirostris τις θερινές-φθινοπωρινές, ενώ το Ρ. parvus ήταν παρόν όλο το χρόνο (οι μέγιστες τιμές της πυκνότητάς του σημειώθηκαν τέλος καλοκαιριού - αρχές φθινοπώρου). Στο σταθμό 3 τα A. clausi και Ρ. polyphemoides κυριαρχούσαν στα περισσότερα δείγματα και μόνο στη διάρκεια, του πρώτου χρόνου μοιράζονταν την κυριαρχία με άλλα είδη όπως το Evadne nordmanni (την περίοδο των μηνών Φεβρουάριου - Απριλίου 1989) και το P. avirostris (την περίοδο των μηνών Ιουλίου - Αυγούστου 1989). • Χαρακτηριστικό στοιχείο του ζωοπλαγκτού της περιοχής ήταν η έντονη διαφοροποίηση του στο χώρο. Έτσι, στον κόλπο της Θεσσαλονίκης (σταθμός 3) η κοινότητα του ζωοπλαγκτού είναι η τυπική που συναντιέται σε περιβάλλοντα διαταραγμένα, με έντονη ανθρωπογενή επίδραση. Χαρακτηρίζεται από υψηλή κυριαρχία ελάχιστων ειδών, ευκαιριακών και ανθεκτικών στη ρύπανση, που κατά τη χειμερινή - ανοιξιάτικη περίοδο προκαλούσαν σχεδόν μονοειδικές ακμές. Οι ζωοπλαγκτικές κοινότητες που στους σταθμούς 1 και 2, έχουν κοινά στοιχεία με κοινότητες άλλων παράκτιων περιοχών της Μεσογείου. Η ποικιλότητα στους σταθμούς αυτούς ήταν υψηλή, ιδιαίτερα στο τέλος του φθινοπώρου, εξαιτίας της επίδρασης των νερών του Β. Αιγαίου Πελάγους, που είχε ως συνέπεια τον εμπλουτισμό της κοινότητας σε νηριτικά, και σαρκοφάγα είδη.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Monthly samples were collected from three stations (Σ1, Σ2, Σ3), during the period from October 1988 to February 1991: two stations were situated in the gulf of Thermaikos and one in the gulf of Thessaloniki. A 200 μm WP-2 net towed vertically from 0-30 m, but also from 0-18 m at shallow station 3 (gulf of Thessaloniki), was used for zooplankton sampling. Data obtained from the qualitative and quantitative analysis of samples were treated statistically by means of univariate and multivariate analysis. In order to study the structure of zooplankton communities thoroughly, both diversity indices and rank - frequency diagrams were used. The conclusions are as follows: • The mean values of zooplankton density and biomass were at station 1 1383,91 ind/m3 and 5,55 mg/m3, at station 2 2169,36 ind/m3 and 6,69 mg/m3 and at station 3 3861,95 ind/m3 and 12,02 mg/m3 respectively. • The dominant taxonomic group was copepods, but occasionally (for instance in summer) cladocerans predominated. At sta ...
Monthly samples were collected from three stations (Σ1, Σ2, Σ3), during the period from October 1988 to February 1991: two stations were situated in the gulf of Thermaikos and one in the gulf of Thessaloniki. A 200 μm WP-2 net towed vertically from 0-30 m, but also from 0-18 m at shallow station 3 (gulf of Thessaloniki), was used for zooplankton sampling. Data obtained from the qualitative and quantitative analysis of samples were treated statistically by means of univariate and multivariate analysis. In order to study the structure of zooplankton communities thoroughly, both diversity indices and rank - frequency diagrams were used. The conclusions are as follows: • The mean values of zooplankton density and biomass were at station 1 1383,91 ind/m3 and 5,55 mg/m3, at station 2 2169,36 ind/m3 and 6,69 mg/m3 and at station 3 3861,95 ind/m3 and 12,02 mg/m3 respectively. • The dominant taxonomic group was copepods, but occasionally (for instance in summer) cladocerans predominated. At station 3 the difference between the relative abundance of the above groups was rather small. Meroplanktonic groups were well represented in the area (especially at station 3). This could be attributed to the ecological features of Thermaikos Gulf (for instance, low salinity waters) and the intensive marine culture activity in the coasts of the gulf. • Most important species in regard with their relative abundance were: Acartia clausi, Paracalanus parvus, Podon polyphemoides and Penilia avirostris. At stations 1 and 2: A. clausi and P. polyphemoides were the characteristic species of the winter - spring assemblages, P. avirostris of the summer - autumn assemblages, whereas P. parvus was present all year around; its maximum abundance values were recorded in the end of summer and the beginning of autumn. A. clausi and P. polyphemoides predominated in the majority of samples collected at station 3 and only during the first year did they share their dominance with other species such as Evadne nordmanni (February to April 1989) and P. avirostris (July to August 1989). • A characteristic feature of zooplankton in the study area was its spatial differentiation. In the gulf of Thessaloniki (station 3) the zooplankton community is similar to that found in disturbed marine ecosystems, with significant anthropogenic influence. It is characterized by the high dominance of few opportunistic and tolerant to pollution species, which form almost monospecific swarms during the winter - spring period. The zooplankton communities at stations 1 and 2 revealed characteristics similar to those observed in other coastal areas of the Mediterranean. The diversity was high, especially in the end of autumn, when several neritic and carnivorous species appeared, due to the entering of N. Aegean Sea water into the gulf.
περισσότερα