Περίληψη
Η παρούσα μελέτη εξετάζει τη συμβολή μιας νέας απεικονιστικής μεθόδου, της Οπτικής Τομογραφίας Συνοχής (Optical Coherence Tomography, OCT), στη διάγνωση, την ταξινόμηση των επιωχρικών μεμβρανών και την εκτίμηση θεραπείας αυτών με χειρουργική επέμβαση. Εξετάστηκαν 112 ασθενείς που έφεραν επιωχρική μεμβράνη, ιδιοπαθούς ή δευτεροπαθούς αιτιολογίας, με απουσία άλλης οφθαλμικής πάθησης. Εφαρμόστηκε η OCT τρίτης γενιάς, και διερευνήθηκαν οι ανατομικές διαφορές μεταξύ των επιωχρικών μεμβρανών και οι αντίστοιχες μεταβολές που προκαλούν στον αμφιβληστροειδή. Οι ασθενείς ταξινομήθηκαν με βάση τις παραμέτρους από την κλινική εξέταση και από τα στοιχεία που ελήφθησαν από την OCT. Μελετήθηκαν οι διαφορές που επήλθαν στο πάχος της ωχράς και στην οπτική οξύτητα μετά από χειρουργική επέμβαση, και έγινε εκτίμηση της βοήθειας που προσφέρει η OCT στην ταξινόμηση των επιωχρικών μεμβρανών και στην εκτίμηση της χειρουργικής θεραπείας. Συνολικά, οι 112 ασθενείς διαχωρίστηκαν σε 9 ομάδες. Οι ασθενείς διακρίθη ...
Η παρούσα μελέτη εξετάζει τη συμβολή μιας νέας απεικονιστικής μεθόδου, της Οπτικής Τομογραφίας Συνοχής (Optical Coherence Tomography, OCT), στη διάγνωση, την ταξινόμηση των επιωχρικών μεμβρανών και την εκτίμηση θεραπείας αυτών με χειρουργική επέμβαση. Εξετάστηκαν 112 ασθενείς που έφεραν επιωχρική μεμβράνη, ιδιοπαθούς ή δευτεροπαθούς αιτιολογίας, με απουσία άλλης οφθαλμικής πάθησης. Εφαρμόστηκε η OCT τρίτης γενιάς, και διερευνήθηκαν οι ανατομικές διαφορές μεταξύ των επιωχρικών μεμβρανών και οι αντίστοιχες μεταβολές που προκαλούν στον αμφιβληστροειδή. Οι ασθενείς ταξινομήθηκαν με βάση τις παραμέτρους από την κλινική εξέταση και από τα στοιχεία που ελήφθησαν από την OCT. Μελετήθηκαν οι διαφορές που επήλθαν στο πάχος της ωχράς και στην οπτική οξύτητα μετά από χειρουργική επέμβαση, και έγινε εκτίμηση της βοήθειας που προσφέρει η OCT στην ταξινόμηση των επιωχρικών μεμβρανών και στην εκτίμηση της χειρουργικής θεραπείας. Συνολικά, οι 112 ασθενείς διαχωρίστηκαν σε 9 ομάδες. Οι ασθενείς διακρίθηκαν αρχικά σε δύο κατηγορίες, Α και Β, ανάλογα με την ύπαρξη ή όχι οπίσθιας αποκόλλησης του υαλοειδούς. Στη συνέχεια η κατηγορία Α διακρίθηκε ανάλογα με την απουσία ή παρουσία σύσπασης της επιωχρικής μεμβράνης σε δύο υποκατηγορίες, Α1 και Α2. Η υποκατηγορία Α2 χωρίστηκε περαιτέρω σε 4 ομάδες, ανάλογα με την παρουσία πτύχωσης (ομάδα Α2.1), οιδήματος στην περιοχή της ωχράς (ομάδα Α2.2), κυστοειδικού οιδήματος της ωχράς (ομάδα Α2.3), ή οπής ωχράς μερικού πάχους (ομάδα Α2.4). Οι ασθενείς της κατηγορίας Β διακρίθηκαν ανάλογα με την απουσία ή παρουσία υαλοειδοωχρικής έλξης σε δύο υποκατηγορίες, Β1 και Β2. Η Β2 χωρίστηκε σε 3 περαιτέρω ομάδες, ανάλογα με την παρουσία οιδήματος (ομάδα Β2.1), αποκόλλησης του αμφιβληστροειδούς (ομάδα Β2.2), ή ρετινόσχισης (ομάδα Β2.3). Σημαντική διαφορά παρατηρήθηκε στο πάχος της ωχράς σε όλες τις υποκατηγορίες, και βρέθηκε ότι το πάχος της ωχράς σχετίζεται με την οπτική οξύτητα. Εφαρμόζοντας την OCT ελήφθησαν στοιχεία χρήσιμα για την αξιολόγηση της κατάστασης του ασθενή ώστε να ληφθεί η πλέον ορθή απόφαση αντιμετώπισής του (χειρουργικά ή συντηρητικά). Από τους 54 ασθενείς που χειρουργήθηκαν, οι 45 (83,4%) παρουσίασαν βελτίωση στην οπτική οξύτητα, σε 7 (12,5%) η οπτική οξύτητα παρέμεινε αμετάβλητη, ενώ σε 2 (4,1%) ελαττώθηκε κατά μία γραμμή Snellen. Στο σύνολο των ασθενών ο μέσος όρος της οπτικής οξύτητας αυξήθηκε μετεγχειρητικά κατά 3 γραμμές Snellen. Παράλληλα, το πάχος της ωχράς των 54 ασθενών που χειρουργήθηκαν ελαττώθηκε σημαντικά, ενώ παράλληλα αποκαταστάθηκε σε σημαντικό βαθμό η ανατομική δομή της ωχράς. Συμπερασματικά, η ΟCT επιτρέπει την αντικειμενική αξιολόγηση του πάχους και του οιδήματος της ωχράς, καθώς και την απεικόνιση της αρχιτεκτονικής δομής του αμφιβληστροειδούς προ- και μετεγχειρητικά, βοηθώντας τα μέγιστα στη διάγνωση, την ταξινόμηση και την εκτίμηση της χειρουργικής θεραπείας των επιωχρικών μεμβρανών.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The present study examines the contribution of a new imaging technique, the Optical Coherence Tomography (OCT), in the diagnosis and classification of epiretinal membranes, and in the estimation of their surgical treatment. A total of 112 patients with epiretinal membranes of primary or secondary origin, and absence of other ocular diseases were examined. Third generation OCT (OCT-3) was used, so that the anatomic differences between the epiretinal membranes and the corresponding changes that these membranes cause in the retina are studied. Patients with epiretinal membranes were classified taking into consideration parameters from the clinical examination and the information received by the OCT. The differences that occurred after vitrectomy in macular thickness and in visual acuity were studied and the contribution of OCT in the classification of epiretinal membranes and their surgical treatment was estimated. The 112 patients were classified in 9 categories, taking into consideratio ...
The present study examines the contribution of a new imaging technique, the Optical Coherence Tomography (OCT), in the diagnosis and classification of epiretinal membranes, and in the estimation of their surgical treatment. A total of 112 patients with epiretinal membranes of primary or secondary origin, and absence of other ocular diseases were examined. Third generation OCT (OCT-3) was used, so that the anatomic differences between the epiretinal membranes and the corresponding changes that these membranes cause in the retina are studied. Patients with epiretinal membranes were classified taking into consideration parameters from the clinical examination and the information received by the OCT. The differences that occurred after vitrectomy in macular thickness and in visual acuity were studied and the contribution of OCT in the classification of epiretinal membranes and their surgical treatment was estimated. The 112 patients were classified in 9 categories, taking into consideration the information received by OCT. The patients were classified initially in two categories, A and B, on the basis of the existence or not of Posterior Vitreous Detachment (PVD). Category A was further divided into two subcategories, depending on the presence of membrane contraction (A2) or not (A1). A2 was further divided into 4 groups, depending on the presence of retinal folding (A2.1), edema in the macular region (A2.2), cystoid macular edema (A2.3), or partial thickness macular hole (A2.4). Category B patients were subdivided on the basis of absence or presence of vitreomacular traction into two subcategories, B1 and B2. Subcategory B2 was further classified depending on the presence of edema (B2.1), on the presence of retinal detachment (B2.2), or schisis (B2.3). The decrease in macular thickness was significant in all cases where epiretinal membranes were surgically removed, according to the preop measurements. Significant difference of macular thickness as measured by the built-in protocols of OCT, was observed in all subcategories, and macular thickness was correlated with visual acuity. The information received by OCT was used to evaluate the disorder of the retina so that the most appropriate decision of treatment (surgical or observatory) could be taken. From the 54 patients that were surgically treated, improvement in the visual acuity was observed in 45 (83,4%). In 7 (12,5%) the visual acuity remained unchanged, while deterioration of one Snellen line was observed in 2 (4,1%) patients. The mean visual acuity was increased by 3 Snellen lines. The mean macular thickness of the 54 surgically treated patients was decreased and the anatomic structure of the macula was restored as it was seen in OCT-3. In conclusion, by OCT the macular thickness is measured objectively and the anatomical vitreoretinal interface is estimated before and after the surgical treatment. Therefore, OCT contributes in the diagnosis and classification of epiretinal membranes, and in the estimation of their surgical treatment.
περισσότερα