Περίληψη
Η ταξινόμηση και η παθογόνος δράση των ειδών του γένους των κορυνοβακτηριδίων αποτέλεσαν αντικείμενο εκτεταμένης έρευνας τις τελευταίες δεκαετίες. Σήμερα έχουν αποσαφηνιστεί τα χαρακτηριστικά του γένους και έχει τεκμηριωθεί η παθογόνος δράση τους. Στην παρούσα μελέτη αξιολογήθηκε η παρουσία των ειδών του γένους στις καλλιέργειες διαφόρων κλινικών δειγμάτων, η συμβολή τους στην ανάπτυξη λοίμωξης και παράλληλα ελέγχθηκε η ευαισθησία των στελεχών, που απομονώθηκαν, στους διάφορους αντιμικροβιακούς παράγοντες. Η απομόνωση και ταυτοποίηση των στελεχών έγινε με τις κλασικές μεθόδους και το σύστημα Api Coryne. Από τα 132 στελέχη κορυνόμορφων βακτηριδίων που απομονώθηκαν, 94 ταυτοποιήθηκαν ως είδη του γένους Corynebacterium με επικρατέστερα τα C.pseudodiphtheriticum (27%), C.amycolatum (14%), C.afermentans (12%), C.propinquum (11%) και C.jeikeium , C. urealyticum , C. group G(9%). Από τις καλλιέργειες αίματος απομονώθηκαν κυρίως στελέχη των ειδών C.afermentans, C.propinquum και C.jeikeium ...
Η ταξινόμηση και η παθογόνος δράση των ειδών του γένους των κορυνοβακτηριδίων αποτέλεσαν αντικείμενο εκτεταμένης έρευνας τις τελευταίες δεκαετίες. Σήμερα έχουν αποσαφηνιστεί τα χαρακτηριστικά του γένους και έχει τεκμηριωθεί η παθογόνος δράση τους. Στην παρούσα μελέτη αξιολογήθηκε η παρουσία των ειδών του γένους στις καλλιέργειες διαφόρων κλινικών δειγμάτων, η συμβολή τους στην ανάπτυξη λοίμωξης και παράλληλα ελέγχθηκε η ευαισθησία των στελεχών, που απομονώθηκαν, στους διάφορους αντιμικροβιακούς παράγοντες. Η απομόνωση και ταυτοποίηση των στελεχών έγινε με τις κλασικές μεθόδους και το σύστημα Api Coryne. Από τα 132 στελέχη κορυνόμορφων βακτηριδίων που απομονώθηκαν, 94 ταυτοποιήθηκαν ως είδη του γένους Corynebacterium με επικρατέστερα τα C.pseudodiphtheriticum (27%), C.amycolatum (14%), C.afermentans (12%), C.propinquum (11%) και C.jeikeium , C. urealyticum , C. group G(9%). Από τις καλλιέργειες αίματος απομονώθηκαν κυρίως στελέχη των ειδών C.afermentans, C.propinquum και C.jeikeium που προερχόταν, στην πλειονότητα τους, από ασθενείς των παθολογικών κλινικών. Από τα 94 στελέχη των ειδών του γένους Corynebacterium θεωρήθηκαν ως αίτια λοιμώξεων (IR) τα 28 (30%), που ανήκαν στα είδη C.afermentans 7 στελέχη, C.urealyticum 4, C.jeikeium 3, C.amycolatum 3, C.propinquum 3, C.group G 2, C.coyleae 2 και C.group F1, C.accolens, C.macginleyi, C.argentoratense από ένα στέλεχος. Τα κλινικά δείγματα από τα οποία απομονώθηκαν τα IR στελέχη ήταν οι καλλιέργειες αίματος 13 στελέχη, τα υγρά κοιλοτήτων 6, τα υλικά τραυμάτων και πύου 4, τα ούρα 3 και οι καθετήρες 2, ενώ οι κλινικές προέλευσης των δειγμάτων ήταν αυτές του Παθολογικού τομέα και κυρίως η Αιματολογική κλινική. Ο προσδιορισμός της ευαισθησίας των στελεχών στους αντιμικροβιακούς παράγοντες έγινε με τη μέθοδο διάχυσης των δίσκων. Η ευαισθησία στα β-λακταμικά αντιβιοτικά, εκτός της οξακιλλίνης, ήταν υψηλή, με εξαίρεση τα στελέχη των ειδών C.afermentans, C.urealyticum και C. group G που είχαν χαμηλά ποσοστά ευαισθησίας. Τα στελέχη όλων των ειδών βρέθηκαν να έχουν χαμηλά ποσοστά ευαισθησίας στην ερυθρομυκίνη και κλινταμυκίνη, ενώ το 63% αυτών, παρουσίασε ταυτόχρονη αντοχή σε αυτά τα δύο αντιβιοτικά. Τα είδη C.afermentans, C.urealyticum και C.group G βρέθηκαν ανθεκτικά στην αμικασίνη και στη σιπροφλοξασίνη όπως και το είδος C.jeikeium σε αυτή ενώ τα είδη C.amycolatum και C.pseudodiphtheriticum παρουσίασαν υψηλά ποσοστά ευαισθησίας στην αμικασίνη και στη σιπροφλοξασίνη όπως και το είδος C.propinquum στην αμικασίνη. Στην τετρακυκλίνη η ευαισθησία κυμάνθηκε σε υψηλά ποσοστά, όχι όμως και στο συνδιασμό τριμεθοπρίμης - σουλφαμεθοξαζόλης. Τέλος, όλα τα στελέχη ήταν ευαίσθητα στη βανκομυκίνη, λινεζολίδη και κινοπριστίνη - νταλφοπριστίνη. Πολυανθεκτικά βρέθηκαν τα στελέχη πολλών ειδών και κυρίως των C.afermentans, C.amycolatum, C.urealyticum, C.jeikeium και C.group G. Τέλος, τα ποσοστά ευαισθησίας των στελεχών που αξιολογήθηκαν ως αίτια λοιμώξεων βρέθηκαν χαμηλότερα από αυτά των υπόλοιπων στελεχών. Συμπερασματικά, η παθογόνος δράση των κορυνοβακτηριδίων και η πολυανθεκτικότητα που εμφανίζουν επιβάλλουν στον εργαστηριακό γιατρό την αξιολόγηση της παρουσίας τους στις καλλιέργειες των κλινικών δειγμάτων, την αξιόπιστη ταυτοποίηση τους και τον έλεγχο ευαισθησίας τους στα αντιβιοτικά και στον κλινικό γιατρό να λάβει υπ?όψιν του την παρουσία τους στα δείγματα των ασθενών, προκειμένου να διαγνωστούν οι οφειλόμενες σε αυτά λοιμώξεις και να χορηγηθεί η κατάλληλη αντιμικροβιακή αγωγή.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
After decades of confusion, pathogenicity of the genus Corynebacterium, is well documented in recent years. The main interest of this study was to determine the frequency of different species of the genus from clinical sources, the clinical relevance and the antibiotic susceptibility patterns of these species. Over a 3-years period, 94 clinical isolates of corynebacteria were recovered from various clinical sources and identified by conventional methods and the Api Coryne system. The most common species were C.pseudodiphtheriticum (27%), C.amycolatum (14%), C.afermentans (12%), C.propinquum (11%), C.jeikeium (9%), C. urealyticum (9%) and C. group G(9%). C.afermentans strains were most frequently isolated from blood cultures . Of the 94 isolates , 28 (30%) were considered to be infection related . Antimicrobial susceptibility patterns were determined by the disk diffusion method (Kirby - Bauer). Resistance to β-lactam antibiotics was detected in C.afermentans, C. urealyticum and C. gr ...
After decades of confusion, pathogenicity of the genus Corynebacterium, is well documented in recent years. The main interest of this study was to determine the frequency of different species of the genus from clinical sources, the clinical relevance and the antibiotic susceptibility patterns of these species. Over a 3-years period, 94 clinical isolates of corynebacteria were recovered from various clinical sources and identified by conventional methods and the Api Coryne system. The most common species were C.pseudodiphtheriticum (27%), C.amycolatum (14%), C.afermentans (12%), C.propinquum (11%), C.jeikeium (9%), C. urealyticum (9%) and C. group G(9%). C.afermentans strains were most frequently isolated from blood cultures . Of the 94 isolates , 28 (30%) were considered to be infection related . Antimicrobial susceptibility patterns were determined by the disk diffusion method (Kirby - Bauer). Resistance to β-lactam antibiotics was detected in C.afermentans, C. urealyticum and C. group G. Erythromycin showed poor activity against all species tested, especially for isolates of C. group G that were all resistant to this antibiotic. Resistance to clindamycin was found in many strains especially of C.afermentans. Sixty three percent of the isolates tested were found to be erythromycin - clindamycin resistant. Tetracycline was very active against all isolates but amikacin only against C.jeikeium, C.amycolatum and C.pseudodiphtheriticum strains. C.urealyticum, C.jeikeium, C.afermentans and C. group G were found to be resistant to ciprofloxacin. Resistance to trimethoprim - sulfamethoxozole was very common among all isolates tested. Vancomycin, linezolid and quinpristin - dalfopristin were the most active antibiotics and all strains studied were susceptible to these agents. Multidrugresistant strains were found among all identified species and isolated especially from blood cultures. Strains that were considered to be infection related were more resistant compared to others with no clinical significance. These data emphasize the need for recognition of corynebacteria as pathogens, for accurate identification and antimicrobial susceptibility testing of these organisms, as they can cause severe infections especially in immunocompromised patients and can be resistant to many antibiotics used for the treatment of these infections.
περισσότερα